Καταρχάς, θέλω να σημειώσω και παρακαλώ, να γίνει αποδεκτό, ότι δεν είναι δυνατόν να μην κληθεί στην ακρόαση των φορέων η ΟΛΜΕ. Δεν είναι δυνατόν να μην προσκληθεί ο Φοιτητικός Σύλλογος του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, γιατί εκεί γίνονται οι μεγάλες αλλαγές. Πρέπει να ακούσουμε τους φοιτητές, για τους οποίους ξέρουμε, ότι πριν λίγες μέρες μπήκαν τα ΜΑΤ μέσα στο Πανεπιστήμιο, τους προσήγαγαν και ευτυχώς, τους άφησαν ελεύθερους. Πρέπει να έρθουν, γιατί συγχωνεύονται τμήματα και σχολές πάρα πολύ σημαντικά. Το Δημοκρίτειο κινδυνεύει να είναι από τα πρώτα πανεπιστήμια όπου ιδιωτικοοικονομικά συμφέροντα θα γίνουν πάρα πολύ εμφανή.
Οι μεγάλες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις αυτού του τόπου, έχουν γίνει, με βάση κοινωνικές ανάγκες, με βάση συγκρούσεις που έχουν συμβεί, με βάση αυτό το μέλλον που ήθελαν για αυτή τη χώρα οι συγκρούσεις αυτές. Μεγάλες μεταρρυθμίσεις για τη γλωσσική μεταρρύθμιση, μεγάλη μεταρρύθμιση του 1927, μεγάλη μεταρρύθμιση του 1964, μεγάλη μεταρρύθμιση με το Σύνταγμα του 1975 και, βεβαίως, τη μεταρρύθμιση του 1982. Δεν γίνονται μέσα σε επτά μήνες, όπως μας είπε ο κ. Υπουργός, από μία ανάγκη την οποία έχει εκφράσει η κοινωνία. Έχει βγει η κοινωνία στους δρόμους, η πανεπιστημιακή κοινότητα, οι φοιτητές ζητώντας να γίνει παραβίαση του Συντάγματος με την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων; Βεβαίως, δεν έχει γίνει αυτό.
Οι μεγάλες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις γίνονται, όταν έχει καταγραφεί μία πραγματικότητα και η πολιτεία λαμβάνει μέριμνα προς αυτή την πραγματικότητα, βλέποντάς τη, όχι βλέποντας μία εικονική πραγματικότητα. Δηλαδή, πώς αυτή η πραγματικότητα, η οποία βασίζεται σε μία λαμπρή παράδοση αυτής της χώρας, θα προχωρήσει ακόμα πιο μπροστά, θα βελτιωθεί και θα δώσει το όραμα για το μέλλον αυτής της χώρας.
Ποιά είναι η πραγματικότητα μετά από μία οικονομική κρίση τεραστίων διαστάσεων σε αυτή τη χώρα; Ότι τα δημόσια πανεπιστήμια, παρά το γεγονός της τεράστιας υποχρηματοδότησης και υποστελέχωσης, κατόρθωσαν να αποδείξουν ότι έχουν ανθεκτικότητα, επινοητικότητα και δημιουργικότητα. Αυτό δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανέναν, παρά τα τεράστια προβλήματα τους.
Στον 21ο αιώνα, λοιπόν, η πολιτεία με αυτές τις προκλήσεις, ποιά είναι η πρώτη υποχρέωση που έχει; Αυτούς τους θεσμούς, οι οποίοι κατόρθωσαν να αποδείξουν ότι μπορούν στη νέα εποχή και όχι απλά μπορούν, αλλά έχουν τη δυνατότητα να την προχωρήσουν μπροστά, το πρώτο που έχει να κάνει η πολιτεία είναι να τους ενισχύσει και να ενισχύσει και την ισότητα στην πρόσβαση στην Ανώτατη Εκπαίδευση και να την προωθήσει ακόμα περισσότερο.
Εγώ θα πάρω μόνο ένα παράδειγμα, που το άκουσα από τον Υπουργό και από τον Εισηγητή της Νέας Δημοκρατίας, που μας μίλησαν για εξόριστους φοιτητές. Για ποιούς εξόριστους φοιτητές μιλάτε; Αυτούς που η ελάχιστη βάση εισαγωγής δεν τους επιτρέπει να μπουν στα πανεπιστήμια;
Αντί, λοιπόν, να δούμε την άνιση πια πρόσβαση στα πανεπιστήμια, αντί να διορθώσουμε στρεβλώσεις του παρελθόντος, τα φροντιστήρια, την ιδιωτική δαπάνη για να μπει κάποιος στα πανεπιστήμια, την κατάσταση του γυμνασίου και του λυκείου και αντί, λοιπόν, να διορθωθούν όλα αυτά, φτιάξαμε μια τεχνητή ανάγκη. Βάλαμε και την ελάχιστη βάση εισαγωγής, για να έχουμε ακόμα λιγότερους φοιτητές στα πανεπιστήμια και τώρα ερχόμαστε και λέμε για εξόριστους φοιτητές. Οι οποίοι δεν είναι σε καμία περίπτωση σε αυτούς τους αριθμούς που ανέφερε ο κ. Στυλιανίδης. Είναι το 0,6% του παγκόσμιου φοιτητικού πληθυσμού που κινείται, ειδικά στο προπτυχιακό επίπεδο. Εκεί, όμως, αν θέλουμε αλλαγές, μεταρρυθμίσεις, είναι η πρόσβαση στα πανεπιστήμια και πώς θα μειωθεί η κοινωνική ανισότητα, γιατί εκεί υπάρχει με τα φροντιστήρια.
Έρχομαι στο πιο σημαντικό: Παραβίαση του άρθρου 16 του Συντάγματος. Εδώ, στη Βουλή, όλοι είμαστε εκλεγμένοι με μία εντολή από τον ελληνικό λαό: πάνω από όλα, την τήρηση του Συντάγματος. Και εμείς εδώ ερχόμαστε και συζητάμε ένα νομοσχέδιο που παραβιάζει κατάφωρα το Σύνταγμα. Και όσοι θα συναινέσουν σ’ αυτό το νομοσχέδιο, συναινούν στην παραβίαση του Συντάγματος, κάτι που είναι έξω από κάθε λογική του θεσμικού ρόλου με τον οποίο μας έχουν τιμήσει οι Έλληνες πολίτες.
Τι νομίζετε ότι είναι το άρθρο 16; Αυτό που ακούσαμε ότι έρχεται από άλλες εποχές, πού είναι αυταρχικές εποχές; Ακούσαμε ότι είναι κατάλοιπο της χούντας, του Συντάγματος της χούντας του 1968. Λυπάμαι που καθηγητές Συνταγματικού Δικαίου ενισχύουν κάποιες τέτοιες απόψεις. Η Ελλάδα έχει μία μεγάλη παράδοση η οποία ξεκινάει από τη λαμπρή ευρωπαϊκή παράδοση και αυτό είναι τα πανεπιστήμια μας. Τη λαμπρή, λοιπόν, ευρωπαϊκή παράδοση, όπου τα πανεπιστήμια ως ηθικά πρόσωπα, καταρχάς, από την ίδρυση του ελληνικού κράτους, ηθικά πρόσωπα θεσμοθετημένα, φτάσαμε στο Σύνταγμα του 1927, ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου.
Όποιος επικαλείται τη χούντα και το Σύνταγμα της χούντας, όχι μόνο διαστρεβλώνει την ιστορία αυτού του τόπου, διαστρεβλώνει μια λαμπρή παράδοση και το Σύνταγμα του 1927 που παραπέμπει στο σύνταγμα της Βαϊμάρης, επίσης μια άλλη λαμπρή ευρωπαϊκή παράδοση και μετά μπαίνουν οι αγώνες αυτού του λαού μέσα.
Όταν έρχεστε εδώ και λέτε ότι το άρθρο 16 είναι κατάλοιπο μιας άλλης εποχής, δεν έχετε ιδέα. Μέσα στα πανεπιστήμια μας, λοιπόν, η πανεπιστημιακή κοινότητα, φοιτητές, ακαδημαϊκό, διοικητικό, εργαστηριακό προσωπικό, επικαιροποιούν κάθε φορά αυτό το άρθρο 16 κι αυτή την παράδοση επικαιροποιούν. Γι’ αυτό η λύσσα κατά του δημόσιου πανεπιστημίου, με χαρακτηρισμούς ως «άντρα ανομίας» και χίλια δύο.
Ζητούμενο, λοιπόν, τώρα είναι πώς θα βελτιωθεί η δημόσια και δωρεάν ανώτατη παιδεία. Δεν είναι να ξεθεμελιώσουμε αυτό το οποίο έχει κρατήσει αυτή την κοινωνία όρθια.
Μία τελευταία πρόταση καταθέτω και θα επανέλθω, στην επόμενη συνεδρίαση της Επιτροπής. Παραδόσεις και μοντέλα, όπως το Κυπριακό, σκεφτείτε λίγο πώς συνδέονται με το παρελθόν της αποικιοκρατίας και τί σημαίνει για τέτοιες χώρες. Σκεφτείτε το, που έρχεστε εδώ με διθυράμβους.