Macro

Σία Αναγνωστοπούλου: Η κυβέρνηση αναγνωρίζει τους έλληνες μουσουλμάνους ως πολίτες α’ κατηγορίας

Ενα σημαντικό, αλλά πρώτο, βήμα, που πρέπει να ολοκληρωθεί στο άμεσο μέλλον, ψηφίστηκε απ’ όλα τα κόμματα πλην της ναζιστικής Χρυσής Αυγής, το νομοσχέδιο για τη σαρία. Δηλαδή, για την κατάργηση της υποχρεωτικής εφαρμογής της σαρία, της απόδοσης δικαιοσύνης από τους ιεροδίκες μουσουλμάνους, για τα μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας. Σε μήνυμά του και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας το χαρακτήρισε ιστορικό βήμα, καθώς αποκαθιστά την ισονομία και ισοπολιτεία των πολιτών, διότι έως τώρα εξαιρούνταν «οι μουσουλμάνοι πολίτες από το καθεστώς των νομικών εγγυήσεων και ατομικών ελευθεριών που απολαμβάνουν όλοι οι έλληνες πολίτες».
Ωστόσο, η παρέμβαση αυτή αποκαθιστά εν μέρει τα δικαιώματα των μουσουλμάνων πολιτών. Σ’ αυτό επέμειναν στις ομιλίες τους πολλοί βουλευτές και κυρίως οι μουσουλμάνοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Υποστηρίζοντας το νομοσχέδιο, διατύπωσαν την κριτική τους γιατί η κατάργηση της σαρία δεν είναι πλήρης, αλλά προαιρετική και σημείωσαν ότι ο αγώνας θα συνεχισθεί έως την πλήρη κατάργησή της.
Ο υπουργός Κώστας Γαβρόγλου τόνισε ότι το νομοσχέδιο αυτό δεν αφορά απλώς μια τεχνική ρύθμιση, αλλά αποτελεί βήμα που «αγγίζει πάρα πολλά στοιχεία της καθημερινότητας των συμπολιτών μας». Όσον αφορά το θέμα που τέθηκε για την πλήρη κατάργηση, ο Κ. Γαβρόγλου παρατήρησε ότι η προαιρετική κατάργηση, που προβλέπει η διάταξη, αντανακλά την κοινωνική πραγματικότητα του 70% των μουσουλμάνων πολιτών που εξακολουθούν να συνάπτουν θρησκευτικό γάμο. «Οι συναινετικές διαδικασίες είναι απαραίτητες σε τέτοια ζητήματα», σημείωσε, «διότι διαφορετικά υπάρχει κίνδυνος η μειονότητα να συσπειρωθεί σε θέσεις συντηρητικότερες».
Στη συνέχεια δημοσιεύουμε τη σχετική ομιλία της βουλεύτριας του ΣΥΡΙΖΑ και πανεπιστημιακού, Σίας Αναγνωστοπούλου:
«Συζητείται ένα νομοσχέδιο που απ’ ό,τι φαίνεται, όλοι συμφωνούμε. Όλες οι παρατάξεις, ή σχεδόν όλες, συμφωνούν. Το επιχείρημα, όμως, της συμφωνίας είναι εντελώς διαφορετικό. Γίνεται μια προσπάθεια, δηλαδή, πολιτικής αντιπαράθεσης εκ του μη όντος.
Ακούσαμε από την αξιωματική αντιπολίτευση ότι φτάσαμε σ’ αυτό το σχέδιο νόμου, γιατί μας υποχρέωσε ο Ερντογάν. Είναι αστείο και μόνο να το σκεφτούμε. Γιατί θα μας υποχρέωνε ο Ερντογάν να καταργήσουμε τη σαρία; Έχω κάθε λόγο να επιχειρηματολογήσω ότι θα μπορούσε να κάνει το ακριβώς αντίθετο και όχι αυτό.
Αυτή η στείρα αντιπαράθεση γίνεται για να δείξει ότι αυτή η κυβέρνηση δεν ξέρει τι της γίνεται και κάνει πέντε μεγάλα βήματα, μόνο και μόνο από ενδοτισμό -και χρησιμοποιώ τον όρο με κάθε επίγνωση- έχει υπονομεύσει την πολιτική ζωή, αλλά και αυτά που θεωρούμε μείζονα εθνικά θέματα.
Δεν θα αναφερθώ ούτε για στους οκτώ αξιωματικούς, ούτε σε τίποτα άλλο. Μίλησαν οι συνάδελφοί μου νωρίτερα. Θα πω, όμως, ένα πράγμα. Είπε ο κ. Ερντογάν στη δημόσια παρουσία του μαζί με τον πρωθυπουργό ότι: “μου υποσχεθήκατε ότι θα εκδώσετε τους οκτώ αξιωματικούς”. Και μπροστά στον κ. Ερντογάν, και σε όλον τον ελληνικό λαό, ο πρωθυπουργός απάντησε: “σας είπα ότι θα ακολουθήσουμε την έννομη τάξη της χώρας, τα δικαστήρια και τους διεθνείς κανόνες”.

Σπουδαίο βήμα, αλλά όχι ολόκληρο

Εδώ, δηλαδή, δημιουργείται και μια σύγχυση του τι ακούμε και του τι δεν ακούμε. Δεν θα σταθώ σε αυτά. Θα πω για το ίδιο το νομοσχέδιο. Για μένα είναι ένα πολύ σημαντικό νομοσχέδιο, παρά το γεγονός ότι ευθύς εξ αρχής είχα πει ότι ήμουν από αυτούς που ήθελαν να το κάνουμε ολόκληρο το βήμα και να μην το αφήσουμε στη μέση. Θα πω γιατί καταλαβαίνω και το μισό βήμα και γιατί θα το ήθελα ολόκληρο.
Γιατί είναι σημαντικό αυτό το νομοσχέδιο, λοιπόν; Ας δούμε, δηλαδή, γιατί θα έπρεπε, επί της ουσίας, να επικεντρωθούμε εκεί που θα βοηθούσε λίγο να σκεφτούν οι πολιτικές ελίτ αυτής της χώρας και να διευκολύνουν και τη σκέψη των πολιτών για άλλα μείζονα ζητήματα, που ακολουθούν, όπως είναι το Μακεδονικό, όπως είναι πολλά άλλα. Ξέρουμε όλοι ότι η σαρία δεν ήταν θέμα της Συνθήκης της Λωζάννης. Δεν υπάρχει πουθενά, ούτε στο άρθρο 42 παράγραφος 1, ούτε σε αυτό που ακολουθεί, το άρθρο 43. Πουθενά δεν υπαγορεύεται από τη Συνθήκη της Λωζάννης μια τέτοια αναγκαστικότητα, δηλαδή το κληρονομικό, το οικογενειακό και γενικά το αστικό δίκαιο της μουσουλμανικής κοινότητας να εξυπηρετείται από την ιερή παράδοση, από τον ιερό νόμο, από τη σαρία. Άλλωστε, αυτό αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι ο Μουσταφά Κεμάλ το 1926 κατάργησε το ρωμαιο-βυζαντινό δίκαιο του πατριαρχείου, δηλαδή οι ελληνορθόδοξοι της μειονότητας της Πόλης δεν υπάγονταν σε αυτό.
Τι συνέβη; Είπε ο υπουργός, όπως και κάποιοι άλλοι συνάδελφοι, ότι αυτή την πρώτη ρύθμιση για τη σαρία την απαντάμε το 1882 με την προσάρτηση της Θεσσαλίας. Δεν είναι τυχαία η ημερομηνία και αυτά δεν πρέπει να μας περνάνε έτσι.
Το 1882 έχουμε σε έξαρση την αποικιοκρατία και νόμους τέτοιου τύπου: μειονότητες ή πλειονότητες, δηλαδή, που ήθελαν να περιχαρακώσουν, να μην θεωρήσουν αυτούς τους πληθυσμούς ισότιμους, και όλως τυχαίως στην πλειοψηφία με θρήσκευμα μουσουλμανικό, τους έβαλαν σε αυτό το ειδικό καθεστώς.

Ρίζες στις αντιλήψεις της αποικιοκρατίας

Ο νόμος, λοιπόν, του 1882 είναι απόρροια της γενικής αντίληψης των αποικιακών δυνάμεων. Να θυμίσω ότι στην Αλγερία, 90% μουσουλμανικός αλγερινός πληθυσμός εντάσσεται σε μειονότητα και δεν έχει το δικαίωμα του πολίτη, για να θεωρηθεί δεύτερης κατηγορίας πολίτης.
Αυτό είναι το ένα: το πώς θα θεωρούντο πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Το άλλο ήταν ότι τέτοιες δυνάμεις, όπως ήταν η Γαλλία και η Αγγλία, ήθελαν ένα πράγμα: δεν ήθελαν πολίτες, οι οποίοι θα αναπτύσσονται δημοκρατικά και θα διεκδικούν τα δημοκρατικά τους δικαιώματα. Ήθελαν να συνδιαλέγονται με έναν ή με μία ντόπια κάστα εξουσίας της μειονότητας. Δημιουργήθηκαν σκληρές πελατειακές σχέσεις μέσα στην ίδια τη μειονότητα, που είχε το μεγάλο προνόμιο να συνδιαλέγεται προνομιακά με την κεντρική εξουσία.
Αυτό θελήσαμε να κάνουμε και εμείς με τη μουσουλμανική μειονότητα επί τόσα χρόνια. Αυτή η εξαίρεση των ελλήνων πολιτών με μουσουλμανικό θρήσκευμα δεν έγινε για να περιφρουρηθεί το θρησκευτικό τους αίσθημα. Γιατί άλλο είναι το θρησκευτικό αίσθημα και άλλο είναι το δικαίωμα του πολίτη να δικάζεται όπως δικάζεται ο οποιοσδήποτε έλληνας πολίτης. Άρα, υπήρχε λόγος και αυτός ο λόγος δημιούργησε πάρα πολλά παρατράγουδα στη μειονότητα, που όλοι τα γνωρίζουμε. Σαφέστατα έγιναν μεγάλες προσπάθειες την τελευταία εικοσιπενταετία να αμβλυνθούν τα μεγάλα προβλήματα της μειονότητας που θεωρήθηκε δεύτερης κατηγορίας. Όμως, εάν δεν κάνουμε το βήμα -και αυτό είναι μία αρχή- αυτά τα δικαιώματα, που είναι δικαιώματα όλων των ελλήνων πολιτών, να μην θεωρούνται προνόμια από το θρησκευτικό νόμο, αλλά δικαιώματα επί ίσοις όροις, εκεί θα έχουμε πρόβλημα. Αναφέρομαι κυρίως στα δικαιώματα των γυναικών. Μία μειονότητα που λειτουργεί κλειστά, όπου τα δικαιώματα είναι προνόμια θρησκευτικού χαρακτήρα, άρα η μειονότητα είναι πατριαρχική εκ των πραγμάτων, οι γυναίκες είναι αυτές που υφίστανται τη μεγαλύτερη πίεση. Και όχι μόνο οι γυναίκες. Θα προσέθετα και άλλες ταυτότητες, οι οποίες δεν μπορούν να αναγνωριστούν σε ένα τέτοιο περιβάλλον.

Βλέποντας προς το μέλλον

Κλείνοντας, θα ήθελα να πω ένα πράγμα και πιστεύω ότι η κυβέρνησή μας θα κάνει το βήμα κάποια στιγμή. Γιατί δεν είναι θέμα το να πει κανείς κάθετα ότι αλλάζει το νόμο σε αυτό το μείζον ζήτημα, ότι περιστέλλει προνόμια ή δικαιώματα μίας μειονότητας.
Στην εποχή που ζούμε, που η προσπάθεια που γίνεται είναι πάλι η θρησκειοποίηση των ανθρώπων, να περιχαρακωθούν δηλαδή σε θρησκευτικές ομάδες, το να βγει κανείς από τέτοιες διακρίσεις θρησκευτικού τύπου είναι πάρα πολύ σοβαρό.
Σέβομαι την οποιαδήποτε θρησκεία, όπως επίσης και τη μουσουλμανική θρησκεία. Επισημαίνω, όμως, ένα πράγμα: καμία θρησκεία, ούτε η χριστιανική, ούτε η μουσουλμανική, ούτε η καλύτερη θρησκεία, μπορεί να είναι δίκαιη σε θέματα δικαίου, γιατί δεν συνδιαλέγεται. Σύμφωνα με μία θρησκεία ο θεός λέει: “εγώ είμαι η αλήθεια”. Από τη στιγμή που ο θεός προτάσσει το “εγώ είμαι η αλήθεια”, δεν μπορούμε να απαιτούμε δικαιοσύνη. Η δικαιοσύνη στη δημοκρατία είναι θέμα διαπραγματεύσιμο.
Χαίρομαι που θα ψηφίσω το νομοσχέδιο και θα χαρώ επίσης όταν θα έχουμε τη συνέχεια».

Σία Αναγνωστοπούλου

Πηγή: Η Εποχή