Λοιπόν. Αυτή η ιστορία με την πρόθεση της κυβέρνησης να εμποδίσει την κάθοδο του Κασιδιάρη στις εκλογές εξελίσσεται σε πολύ περίπλοκη ιστορία.
Η κυβέρνηση προωθεί μια ρύθμιση, σύμφωνα με την οποία ο Άρειος Πάγος θα μπορεί να απαγορεύει σε ένα κόμμα τη συμμετοχή του σε εκλογές, αν η «πραγματική του ηγεσία» ή μέλη του έχουν καταδικαστεί για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση.
Το θέμα αυτό δεν αφορά τον εκλογικό νόμο. Συνεπώς, δεν χρειάζεται αυξημένη πλειοψηφία για να εφαρμοστεί. Ωστόσο η κυβέρνηση κάλεσε τον ΣΥΡΙΖΑ να υπερψηφίσουν από κοινού την πρόταση.
Ολοι ζήτησαν τη σύμπραξη του ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα και ο Μάκης Βορίδης, που θεωρεί ότι το σύνταγμα πρέπει να εμποδίζει την Αριστερά να γίνεται κυβέρνηση.
Καθώς και διάφοροι άλλοι κυβερνητικοί που γενικά διακηρύσσουν ότι ο φασισμός και ο κομμουνισμός είναι το ίδιο. Τώρα καλούν τον ΣΥΡΙΖΑ να συμπράξει στο «τείχος Δημοκρατίας» κατά του Κασιδιάρη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ απάντησε ότι η πρόταση αυτή έχει σοβαρά συνταγματικά προβλήματα.
Και ότι θα καταθέσει δική του πρόταση, η οποία θα είναι απολύτως σύμφωνη με το σύνταγμα. Και παράλληλα δεν θα ανοίγει παράθυρο για επέκταση των απαγορεύσεων και πέρα από τον φασισμό.
Και εδώ είναι το περίεργο. Αντί η κυβέρνηση να μπει σε διάλογο επί της ουσίας ή να δείξει ότι είναι ανοιχτή σε τέτοιον διάλογο, προτίμησε να κάνει επίθεση στον ΣΥΡΙΖΑ, καταλογίζοντάς του «κινήσεις πολιτικών εντυπώσεων».
Αποφεύγοντας να εξηγήσει σε τι ακριβώς συνίστανται οι κινήσεις αυτές.
Και αυτό είναι το περίεργο. Γιατί η γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ φάνηκε να είναι θετική ως προς τις κυβερνητικές προθέσεις. Εκτός αν οι κυβερνητικές προθέσεις είναι άλλες.
Ας τα πάρουμε από την αρχή. Όλοι καταλαβαίνουμε ότι το ζόρι της κυβέρνησης δεν είναι η εγκληματική οργάνωση ούτε ο αποκλεισμός του φασισμού από την πολιτική.
Είναι να συγκρατήσει τους ακροδεξιούς ψηφοφόρους. Ή έστω να τους στρέψει σε ακροδεξιά σχήματα που τα ελέγχει.
Από την άλλη, το να αποκλειστούν οι ναζί εγκληματίες από την πολιτική είναι ένα ζήτημα.
Γιατί άνθρωποι δηλωμένοι δολοφόνοι (αυτό σημαίνει εγκληματική οργάνωση), μπαίνοντας στη Βουλή, αποκτούν δικαιώματα οπλοφορίας, ασυλία, αστυνομική συνοδεία από δικούς τους κ.λπ.
Αλλά αυτό χρειάζεται προσοχή. Γιατί μια τέτοια απαγόρευση δεν μπορεί να έρχεται σε αντίθεση με το σύνταγμα, που κατοχυρώνει τις πολιτικές ελευθερίες για όλους.
Διότι αυτά τα «πραγματικός», δηλαδή άτυπος ή αφανής αρχηγός, είναι υποκειμενικά και θέλουν πολλή προσοχή.
Και γιατί το σύνταγμα προβλέπει ότι κάποιος μπορεί να στερηθεί το δικαίωμα καθόδου στις εκλογές μόνο αν έχει καταδικαστεί τελεσίδικα. Και ο Κασιδιάρης δεν έχει.
Και επομένως: ό,τι είναι να γίνει πρέπει να γίνει χωρίς να παραβιάζεται το σύνταγμα ούτε κατά κεραία. Γιατί υπάρχει ο κίνδυνος να βγουν οι Κασιδιάρηδες κι από πάνω.
Ή να προκύψουν δεδικασμένα που να εφαρμόζονται μετά από δω και από κει, είτε για λόγους εκλογικού συμφέροντος είτε για λόγους εντυπωσιασμού ή για οτιδήποτε.
Σε αυτήν την πολύ σοβαρή κουβέντα ιδού τι απαντά η κυβέρνηση: ok, εμείς σε κουβέντα δεν μπαίνουμε, θα πάμε να το περάσουμε με 151.
Και παράλληλα έχει εξαπολύσει ήδη τα μπιστόλια της λίστας Πέτσα να ρίχνουν στον ΣΥΡΙΖΑ λάσπη με το τσουβάλι. Ορίστε, τα δύο άκρα, η Αριστερά κάνει πλάτες στους κασίδες, η πάνω και η κάτω πλατεία κ.λπ. κ.λπ.
Θα είναι πολύ βρόμικες αυτές οι εκλογές. Χωρίς καμία αμφιβολία.
Ο σχολαστικός