Macro

Σε ταληράκια

Σήμερα θα μιλήσουμε για τον κατώτατο μισθό.
 
Η κυβέρνηση ποντάρει πολύ στην αύξηση του κατώτατου μισθού ενόψει εκλογών. Γι’ αυτό άλλωστε μετέφερε την εφαρμογή του έναν μήνα πριν, από τις αρχές Μαΐου στις αρχές Απριλίου.
 
Το 2012, η τότε κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου είχε υπογράψει μέσα σε μια νύχτα τη μείωση του κατώτατου μισθού κατά 22% και τη θέσπιση ενός υποκατώτατου για τους εργαζόμενους κάτω των 25 ετών.
 
Από 751, ο κατώτατος πήγε στα 586. Και ο υποκατώτατος στα 510.
 
Υποτίθεται πως το μέτρο θα απέτρεπε τις απολύσεις και θα δημιουργούσε νέες θέσεις εργασίας. Στην πραγματικότητα, όξυνε ακόμα περισσότερο την κρίση. Γιατί έπεσε η αγοραστική δύναμη.
 
Το 2018 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ανακοίνωσε ότι με το τέλος των Μνημονίων θα προχωρούσε σε αύξηση του κατώτατου μισθού.
 
Η Νέα Δημοκρατία μίλησε για προεκλογικά κόλπα. Και ενεργοποίησε τις διασυνδέσεις της στις Βρυξέλλες να αντιδράσουν στην αύξηση.
 
Η ματαίωση της αύξησης του κατώτατου ήταν μία από τις μεγάλες της προσδοκίες. Όπως η περικοπή των συντάξεων και η μείωση του αφορολόγητου.
 
Και η επιβολή πιστοληπτικής γραμμής, αντί καθαρής εξόδου από το Μνημόνιο, και όλα αυτά.
 
Ο Ρέκλινγκ, αν τον θυμάστε, στραβομουτσούνιαζε με την αύξηση του κατώτατου. Και μιλούσε για τα 200 δισ. που χρεώθηκε η χώρα με την αχρείαστη διαπραγμάτευση του ΣΥΡΙΖΑ.
 
Ωστόσο, τον Σεπτέμβριο του 2018 ο ΣΥΡΙΖΑ έφερε στη Βουλή τροπολογία για την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 653 ευρώ. Και για κατάργηση του υποκατώτατου.
 
Την αύξηση την ψήφισαν φυσικά και η Ν.Δ., και το ΚΙΝ.ΑΛΛ. Που τον είχαν «σφάξει» σε μια νύχτα και τώρα δήλωναν και δικαιωμένοι.
 
Η ΓΣΕΕ αρνήθηκε να προσέλθει στη διαπραγμάτευση για την αύξηση του κατώτατου μισθού. Και μετά κατήγγειλε κι από πάνω την κυβέρνηση ότι δεν τον πήγε στα 751, που ήταν έως το 2012.
 
Σημειωτέον ότι το 2012, που είχε κοπεί ο κατώτατος μισθός, η ΓΣΕΕ δεν είχε βγει να πει κουβέντα.
 
Ούτε μια ανακοίνωση δεν είχε βγάλει, έτσι, για τα μάτια του κόσμου.
 
Ο ΣΕΒ βρυχιόταν πως καταστρέφεται η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
 
Η Νέα Δημοκρατία φώναζε παροχολογία, παροχολογία.
 
Και ο Βέμπερ, ο στενότερος φίλος του Μητσοτάκη στην Ευρώπη, ούρλιαζε και απειλούσε, ξεχάστε την αύξηση του κατώτατου μισθού, δεν μπορείτε να τα κάνετε αυτά.
 
Οι εφημερίδες οι φιλικές προς τη Ν.Δ.: Ανησυχούν οι δανειστές με την αύξηση του κατώτατου.
 
Ηχηρό καμπανάκι από το ΔΝΤ, μεγάλος κίνδυνος για το ελληνικό πρόγραμμα η αύξηση του κατώτατου.
 
Ο Φιλελεύθερος: «Παροχές και αντιπαροχές για να ξεχαστούν οι Πρέσπες».
 
«Με καθυστέρηση 4 ετών και αφού χρέωσαν τη χώρα πάνω από 100 δισ. ευρώ και τακτοποίησαν τις αντιπαροχές προς του φίλους τους προκαλώντας οργή και αγανάκτηση, θυμήθηκαν τον κατώτατο, που αυξάνεται στα 650, αλλά όχι στα 750 που είχαν υποσχεθεί»…
 
Προεκλογικά ο Μητσοτάκης επιχείρησε να κάνει μια ρελάνς. Γιατί η διγλωσσία του στο θέμα του κατώτατου μισθού ήταν κραυγαλέα και τον εξέθετε.
 
Υποσχέθηκε λοιπόν πως κάθε χρόνο θα δίνει αύξηση του κατώτατου μισθού διπλάσια της ανάπτυξης. Μόλις βγήκε, φυσικά, το ξέχασε.
 
Το θυμήθηκε τώρα γιατί κάτι πρέπει να έχει για τις εκλογές. Και με την αύξηση να έχει ήδη εξανεμιστεί με τον πληθωρισμό.
 
Φυσικά, κάθε αύξηση καλύτερη είναι από το τίποτα. Αλλά καλό είναι να θυμόμαστε τα παλιά. Και τι πραγματικά σημαίνει τοξική αντιπολίτευση.
 
Ο σχολαστικός