Macro

Rana Foroohar: Η εποχή της υπερσυγκέντρωσης πλούτου φτάνει στο τέλος της

Πριν από σχεδόν τέσσερις δεκαετίες, οι ΗΠΑ ξεκίνησαν την τελευταία μεγάλη αλλαγή οικονομικού παραδείγματος στον ανεπτυγμένο κόσμο, την επανάσταση των οικονομικών της προσφοράς.

Οι φόροι στα κεφαλαιακά κέρδη μειώθηκαν. Ο πρόεδρος Ρόναλντ Ρίγκαν και η πρωθυπουργός της Βρετανίας Μάργκαρετ Θάτσερ ήρθαν σε κατά μέτωπο σύγκρουση με τους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας και τους ανθρακωρύχους. Η δύναμη των συνδικάτων εξασθένησε και αυτή των εταιρειών ενισχύθηκε. Ορισμένοι άνθρωποι έγιναν πολύ πλούσιοι. Αλλά η ανισότητα αυξήθηκε και στο τέλος η συνολική τάση της ανάπτυξης επιβραδύνθηκε.

Καθώς παρακολουθούσα τα ντιμπέιτ μεταξύ των διεκδικητών του χρίσματος των Δημοκρατικών για την Προεδρία, σκέφτηκα ότι είμαστε μάρτυρες της νέας μεγάλης αλλαγής παραδείγματος, από την εποχή της συσσώρευσης πλούτου σε μια εποχή αναδιανομής πλούτου. Μετριοπαθείς υποψήφιοι όπως ο Τζο Μπάιντεν και ο Τζον Ντιλέινι επιχειρηματολόγησαν για μια κεντρώα στάση σε ζητήματα όπως η υγεία και το εμπόριο.

Όμως τις εντυπώσεις έκλεψαν ο Μπέρνι Σάντερς και η Ελίζαμπεθ Γουόρεν, οι οποίοι έχουν παρόμοιες θέσεις σε μια σειρά από θέματα, από τη στροφή της Αμερικής προς ένα δημόσιο σύστημα υγείας μέχρι την ανακούφιση των υπερχρεωμένων φοιτητών. Επίσης, και οι δύο επιζητούν υψηλότερους φόρους για τους πλούσιους και πιο σκληρούς κανόνες για τις εταιρείες.

Aν και ελάχιστα από αυτά θα θεωρούνταν ριζοσπαστικά σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου, για την αμερικανική πολιτική ήταν πραγματικά κάτι νέο. Κάποτε το σημείο εκκίνησης του διαλόγου, ακόμα και για τους Δημοκρατικούς, ήταν το πώς η κυβέρνηση θα μπορούσε να βοηθήσει τις αγορές να λειτουργήσουν καλύτερα. Σήμερα ξεκινούν από το πώς μπορεί να τιθασεύσει τις αγορές ο δημόσιος τομέας και να μοιράσει την οικονομική πίτα περισσότερο δίκαια.

Αλλά δεν είναι μόνο οι Δημοκρατικοί. Ορισμένοι Ρεπουμπλικανοί αναζητούν και αυτοί αλλαγή παραδείγματος. Ο Μάρκο Ρούμπιο, ένας Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής με επιρροή, ο οποίος ελπίζει κάποια ημέρα να γίνει Πρόεδρος, δημοσίευσε πρόσφατα ένα άρθρο για τα προβλήματα του μετοχικού καπιταλισμού και για τα προτερήματα της βιομηχανικής πολιτικής.

Τα σημάδια ότι παρακμάζει το παράδειγμα των οικονομικών της προσφοράς είναι παντού γύρω μας. Δείτε την άνοδο των εταιρειών που σταθμίζουν το κέρδος με την κοινωνική προσφορά και την ανάπτυξη των επενδυτικών πρακτικών που λαμβάνουν υπόψη περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς παράγοντες.

Στην κυβέρνηση είναι ορατός ένας ολοένα μεγαλύτερος ενθουσιασμός για πιο σκληρή αντιμετώπιση των μονοπωλίων και εκκλήσεις για εμπορικό προστατευτισμό, καθώς και προσπάθειες να πολιτικοποιηθεί ο ρόλος της Fed (Ομοσπονδιακή Τράπεζα). Δεν είναι μόνο τα μηνύματα του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στο Twitter με τα οποία ζητά μείωση των επιτοκίων, αλλά και οι προοδευτικοί Δημοκρατικοί που βλέπουν τη «σύγχρονη νομισματική πολιτική» σαν έναν τρόπο να πληρώσουν τις πολιτικές που έχουν σε προτεραιότητα χωρίς να τις χρηματοδοτήσουν με αυξήσεις φόρων στις οποίες θα πρέπει να συμφωνήσει το Κογκρέσο.

Oι αντιλήψεις αυτές αρχίζουν να αποτελούν μέρος του κυρίαρχου ρεύματος. Την περασμένη εβδομάδα δύο γερουσιαστές εισήγαγαν διακομματικό νομοσχέδιο το οποίο θα ανάγκαζε τη Fed να υποτιμήσει το δολάριο για να δώσει ώθηση στις εξαγωγές και να εξισορροπήσει το εμπορικό έλλειμμα με την Κίνα.

Σημείο καμπής

Δεν πρόκειται για έναν λαϊκισμό που θα περάσει, αλλά για κάτι μεγαλύτερο, υποστηρίζει ο Κίριλ Σοκόλοφ, ιδρυτής της 13D Global Strategy & Research, ο οποίος έχει κατά το παρελθόν διαγνώσει με επιτυχία σημεία καμπής και αλλαγών, από την άνοδο των οικονομικών της προσφοράς και την επιβράδυνση του πληθωρισμού στις αρχές της δεκαετίας του 1980 έως την άνοδο της Κίνας και τη διάδοση των έξυπνων κινητών. «Αυτό που πρόκειται να δούμε είναι ένα κύμα αντίδρασης ενάντια στη δεύτερη χρυσή εποχή (gilded age) και θα έχει τεράστιο αντίκτυπο στον κόσμο και στις αγορές» τονίζει.

Μια πιθανή επίπτωση θα είναι η ύπαρξη βαθιών αλλαγών στο ποιος κατέχει τον πλούτο. Η κούρσα για το χρίσμα των Δημοκρατικών αντανακλά μια όλο και μεγαλύτερη σύγκρουση ανάμεσα σε δύο βασικές ομάδες ψηφοφόρων στις ΗΠΑ: τη μεταπολεμική γενιά (baby boomers), που εκπροσωπείται από υποψηφίους όπως ο Τζον Μπάιντεν, και τη γενιά των millennials (του 1980-90) που στήριξαν τον Μπέρνι Σάντερς το 2016 και τώρα προτιμούν αυτόν και νεότερους υποψηφίους όπως ο Πιτ Μπάτιγκιγκ. Μια δεκαετία χαλαρής νομισματικής πολιτικής έχει ωφελήσει την πρώτη κατηγορία, που είδε να αυξάνονται τα περιουσιακά της στοιχεία εις βάρος της δεύτερης, που δεν μπορεί να αντέξει το κόστος αγοράς κατοικίας.

Μια από τις μεγάλες πολιτικές μάχες θα αφορά το πώς θα μοιραστεί η ολοένα και μικρότερη πίτα της ανάπτυξης από μια όλο και πιο αργά αναπτυσσόμενη παγκόσμια οικονομία.

Μια άλλη μάχη θα είναι ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία. Οι αυξήσεις μισθών αφαιρούν ένα κομμάτι από τα εταιρικά κέρδη στις ΗΠΑ και η αλήθεια είναι πως έτσι θα έπρεπε να γίνει. Όταν οι καταναλωτικές δαπάνες αποτελούν το 70% της οικονομίας, χρειαζόμαστε λίγο πληθωρισμό στους μισθούς για να διασφαλίσουμε ότι ο κόσμος έχει λεφτά να ξοδέψει. Τούτο ισχύει ιδίως σε μια εποχή όπου οι κυβερνήσεις δεν επενδύουν και η στροφή από μια υλική σε μια άυλη οικονομία έχει οδηγήσει σε μείωση των κεφαλαιακών δαπανών στον ιδιωτικό τομέα.

Φορολόγηση του πλούτου

Χρειάστηκε όμως να ληφθούν μέτρα νομισματικής τόνωσης ύψους τρισεκατομμυρίων δολαρίων για να επιτευχθεί μια σχετικά μικρή αύξηση μισθών. Και για πολλούς Αμερικανούς τα κέρδη εξανεμίζονται άμεσα από τις αυξήσεις στην υγειονομική ασφάλιση ή στις τιμές συνταγογραφούμενων φαρμάκων, που αποτελούν ακόμα δύο καυτά προεκλογικά θέματα. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που υπάρχει τώρα ευρεία στήριξη για υψηλότερους φόρους στους πλουσιότερους.

Μένει να φανεί πότε και ποια μορφή θα πάρουν οι αυξήσεις φόρων. Αλλά η εποχή της αναδιανομής πλούτου έρχεται και θα έχει μεγάλες επιπτώσεις για τους επενδυτές. Η αξία των αμερικανικών μετοχών έχει πιθανότατα φτάσει στο ζενίθ και σκληρά στοιχεία ενεργητικού, όπως ο χρυσός, άλλα εμπορεύματα, οι κατοικίες, ακόμα και η τέχνη -οτιδήποτε προσφέρεται σε προκαθορισμένες ποσότητες- μπορεί να επωφεληθεί λίγο σε σχέση με τις μετοχές και το χρέος των πολυεθνικών εταιρειών.

Δεν είναι το τέλος του κόσμου -περνάμε συνεχώς από κύκλους συσσώρευσης πλούτου και αναδιανομής. Σημαίνει όμως ότι οι κανόνες του παιχνιδιού αλλάζουν για τους επενδυτές. Ορισμένες τιμές στοιχείων ενεργητικού μπορεί να πέσουν, αλλά είναι πιθανό ο ρυθμός αύξησης των εισοδημάτων να είναι υψηλότερος. Αυτό μπορεί να έχει από μόνο του κάποια πλεονεκτήματα, οικονομικά και πολιτικά.

 

Rana Foroohar

Πηγή: Η Αυγή από Financial Times