Όλοι μας, σχεδόν ανεξαιρέτως, την έχουμε υποστεί. Και πολλοί, δυστυχώς παρά πολλοί, και με κάθε αφορμή ή αιτία (εδώ όποιος υποστηρίζει το «λίγοι κακοί» μάλλον εθελοτυφλεί μπροστά στο πρόβλημα) την έχουν εξασκήσει εις βάρος άλλων. Μιλώ φυσικά για την επίδειξη εξουσίας η οποία υπερβαίνει την άσκηση εξουσίας που προκύπτει από θεσμική χρήση εντολής, αλλά και την επίδειξη εξουσίας που προκύπτει από διάφορες κοινωνικές υστερήσεις αντιλήψεων ή από τον φόβο που προκύπτει λόγω άγνοιας αγγίζοντας περιοχές μαγγανείας και εμάγευσης πραγματικών γεγονότων τα οποία δαιμονοποιεί. Μιλώ εν τέλει για τη διάχυτη επίδειξη εξουσίας η οποία εισχωρεί σαν λεπτή σκόνη της αφρικανικής ερήμου και ερημοποιεί όλες τις εκδηλώσεις, τις δηλώσεις και τις συμπαραδηλώσεις της ζωής.
Και εδώ θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι, πέρα από τις άλλες αιτίες (και υπάρχουν πολλές), η επίδειξη εξουσιαστικής βίας κρύβει ότι πιο μίζερο, πιο ποταπό, πιο χυδαίο και πιο καθυστερημένο μπορεί να κρύβει μέσα του ο άνθρωπος. Γιατί πράγματι είναι μίζερο, ποταπό και χυδαίο το να ανασύρεις την αυτοεικόνα σου και την αυτοεκτίμησή σου προβάλλοντας την εξουσία σου, χωρίς να υπάρχει λόγος, χωρίς να συντρέχει ανάγκη επίλυσης προβλήματος, πάνω σε ανθρώπινο πλάσμα που δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί ισοτίμως για πολλούς, παρά πολλούς λόγους. Είναι μίζερο, ποταπό και χυδαίο γιατί το κάνεις μόνο για τη χαρά του φόβου. Το κάνεις για να επιβεβαιώσεις την ανωτερότητα της μίζερης, ποταπής και χυδαίας σου ύπαρξης έναντι ενός ανυπεράσπιστου πλάσματος το οποίο θυματοποιείς άνευ λόγου και αιτίας. Αν αυτό δεν λέγεται βαρβαρότητα, αναρωτιέμαι πώς αλλιώς μπορεί να τιτλοποιηθεί.
Είναι περιττό βέβαια να προσθέσω ότι αυτού του είδους η διάχυτη βία αποτελεί μια απολύτως συμφέρουσα συνθήκη για το βαθύ σύστημα, αφού συντελεί στην πολυδιάσπαση της κοινωνικής συνοχής, την εμπέδωση ενός κλίματος γενικής καχυποψίας, την παγίωση ποικίλων μορφών του κοινωνικού αυτοματισμού και την επιθετική εχθρότητα όλων εναντίον όλων.
Μια εύκολη κατάσταση δηλαδή για το βαθύ σύστημα, που μπορεί να τη διαχειριστεί με μεγάλη άνεση. Αλλιώς δεν θα ήταν δυνατό να υφιστάμεθα επί δεκαετίες την επίδειξη περιφρονητικής εξουσίας από τους βασικούς εκπροσώπους του βαθέως συστήματος, πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες, χωρίς να αντιδρούμε, στρεφόμενοι αντίθετα με τραγικό μιμητισμό έναντι εκείνων που θεωρούμε κατώτερους. Σήμερα στους μετανάστες, χθες στις οροθετικές γυναίκες, προχθές στους Μικρασιάτες, Θρακιώτες και Πόντιους πρόσφυγες («προσφυγική αγέλη» κατά τον Γεώργιο Βλάχο), αύριο στη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα… Και ο κατάλογος είναι πολύ μακρύς.
Αντιθέτως, αποδεχόμαστε ως περίπου φυσική κατάσταση την τιμωρητική επίδειξη εξουσίας κάθε φορά που το σύστημα νιώθει πως απειλούνται τα συμφέροντά του. Δεν είναι γενικά και αόριστα όλα αυτά. Μόλις πρόσφατα, άλλωστε, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε ότι η ισότητα μεταξύ των ανθρώπων αντιβαίνει τη φύση τους. Συνεπώς, η επίδειξη εξουσίας (με την παράλληλη νομική της προστασία) είναι και φυσική, και αποδεκτή. Μπορεί άνετα ο κάθε ροπαλοφόρος να δείρει αλύπητα ένα παιδί και να το πάει και στον εισαγγελέα. Όπου ο αθώος τιμωρείται και ο ένοχος ψευδορκίας συνεχίζει το θεάρεστο έργο του. Και αλίμονο στον πολίτη που θα παρέμβει για να μποδίσει τον ξυλοδαρμό. Είναι εξαιρετικά πιθανό να βρεθεί κι αυτός στα δικαστήρια και να τιμωρηθεί(!) από κατηγορίες των οποίων την τιτλοφόρηση μάλλον ακούει για πρώτη φορά.
Χυδαία, μίζερη και ποταπή επίδειξη εξουσίας τόσο από την αστυνομία, όσο και από τη δικαστική εξουσία, που πολύ εύκολα πιστεύει στη ενοχή των παιδιών που σέρνουν μπροστά της και αντιθέτως αποδεικνύεται εξαιρετικά δύσπιστη με διάφορους μεγαλοεγκληματίες τόσο του κοινού όσο και του (μεγαλο)οικονομικού εγκλήματος. Ή μήπως δεν είναι επίδειξη εξουσίας το να προσαγορεύεις (εσύ που είσαι εισαγγελέας) έναν κηρυγμένο αθώο άνθρωπο όχι με το όνομά του, αλλά με ποινικούς χαρακτηρισμούς [«ο κατηγορούμενος», «το μέλος» (σ.σ.: των Πυρήνων της Φωτιάς), «ο καταζητούμενος»] οι οποίοι δεν εισφέρουν το παραμικρό στη δικαστική διαδικασία, ει μη μόνον την απόλαυση μιας εξουσίας που μπορεί να γίνει και ασύδοτη χωρίς να τιμωρηθεί. Μια ακραία πιστεύω κατάσταση επικινδυνότητας για τη δημοκρατία, την οποία ουδείς μέχρι σήμερα τολμά να αγγίξει. Που, μάλιστα, με τη σειρά της μπορεί να πυροδοτήσει αλυσιδωτά γεγονότα επιδεικτικής εξουσίας. Καλό θα ήταν να θυμηθούμε εδώ τους μαγκίζοντες δραγάτες εισιτηρίων του ΟΑΣΘ που έκοβαν αβέρτα τα πρόστιμα στους άνεργους και στους αναγκεμένους (τα οποία διέγραψε η νέα διοίκηση του αποϊδιωτικοποιημένου οργανισμού), ενώ ο ΟΑΣΘ πήγαινε κατά καπνού, καταπίνοντας τις παχυλότατες κρατικές επιχορηγήσεις. Στα μούτρα της κοινωνίας. Με ακραία στη χυδαιότητά της (σε όλη την κλίμακα) επίδειξη, αδιάφορης προς το δίκιο, εξουσίας.
Θέλω να πω ότι η θεσμισμένη εξουσία που εκτρέπεται και ακκίζεται με βαρβαρότητα εις βάρος των αδυνάτων απολήγει σε χιλιάδες περιστατικά καθημερινού φασισμού, που με τη σειρά τους είναι δυνατό (βοηθούντων και άλλων θυλάκων ασύδοτης εξουσίας στα ΜΜΕ, στην Εκκλησία και αλλού) να τροφοδοτήσουν και τον φρικώδη και εγκληματικό πολιτικό φασισμό. Άλλωστε, πάντοτε θα υπάρχουν τιτλοποιημένα θύματα στα οποία ένα άγριος ανθρωπάκος θα θέλει να επιδείξει την ποταπή του δύναμή. Τη δύναμη μιας μίζερης ζωής, μιας σκυμμένης προσωπικότητας εις βάρος κάποιου που δεν έχει το περιθώριο να αντιδράσει. Αλλά γι’ αυτή ακριβώς τη δουλειά υπάρχουν οι συντεταγμένες εξουσίες της δημοκρατίας. Για να συντονίζουν, να διευθετούν και να ησυχάζουν με δικαιοσύνη. Όχι για να τρομοκρατούν και να εμποδίζουν. Η εξουσία δεν τους δόθηκε ελέω φυσικής ανισότητας. Δεν τους δόθηκε για να θλίβουν και να συνθλίβουν. Τους δόθηκε από τους πολλούς ώστε η εξουσία να είναι εμβρυουλκό που διευρύνει τη Δημοκρατία. Διαφορετικά αποτελεί εξαμβλωματική εκτροπή. Σε όλες τις χιλιάδες εκφάνσεις της.
Κώστας Καναβούρης
Πηγή: Η Αυγή