Όταν, πριν από έναν χρόνο, το εμβολιαστικό πρόγραμμα των Βρυξελλών αποδείχθηκε ότι δεν ξεδιπλώνεται με τους απαιτούμενους ρυθμούς, το πρώτο που αναζητήθηκε ήταν ένα εξιλαστήριο θύμα εκτός Ε.Ε. − και βρέθηκε στην περίπτωση της Βρετανίας, απέναντι στην οποία προβλήθηκαν ταυτόχρονα δύο αλληλοαναιρούμενες κατηγορίες: ότι αρνείται να εφοδιάσει την άλλη πλευρά της Μάγχης με το εμβόλιο της Astra Zeneca, αλλά και ότι το ίδιο αυτό εμβόλιο είναι αμφισβητούμενης αποτελεσματικότητας και ασφάλειας.
Δεν συμβαίνει κάτι πολύ διαφορετικό και τις τελευταίες ημέρες με την ενεργειακή κρίση, η οποία απειλεί να βυθίσει τη γηραιά ήπειρο σε έναν “παγωμένο χειμώνα”, εν μέσω ανόδου της τιμής του φυσικού αερίου κατά τουλάχιστον 250% σε σχέση με την αρχή του έτους.
Και μολονότι η εν λόγω κρίση είναι πολυπαραγοντική, η πολιτική και επικοινωνιακή άμυνα έχει ήδη από πολλούς οικοδομηθεί: Φταίει η Ρωσία. Αυτή η οποία κατηγορείται ταυτοχρόνως ότι δεν εξάγει αρκετό φυσικό αέριο προς Δυσμάς και ότι χρησιμοποιεί τις εξαγωγές της για να επιτύχει γεωπολιτική μόχλευση απέναντι σε μια Ευρώπη που οφείλει να απεξαρτηθεί.
Στρεβλή αρχιτεκτονική
Στην πραγματικότητα, η βαθύτερη πηγή των δεινών θα πρέπει μάλλον να αναζητηθεί στη στρεβλή αρχιτεκτονική της ευρωπαϊκής ενοποίησης, η οποία, όπως εξασφάλισε μια νομισματική ένωση δίχως δημοσιονομική ένωση, έτσι και άφησε την ενεργειακή ενοποίηση στα μισά του δρόμου. Ενώ, ταυτόχρονα, η έλλειψη στρατηγικής διορατικότητας άφησε εκτός οπτικού πεδίου τις πιθανές παρενέργειες μιας εσπευσμένης μετάβασης στην πράσινη ενέργεια χωρίς επαρκή σχεδιασμό.
Σύμφωνα με το όραμα μιας Ευρώπης ελεύθερης από άνθρακα μέχρι το 2050, η οποία ταυτοχρόνως μειώνει σταδιακά τους πυρηνικούς της σταθμούς, όπως έπραξε η Γερμανία και προτίθεται να πράξει η Ισπανία, το φυσικό αέριο είναι το αναγκαίο “γεφύρωμα” μέχρι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειες να κυριαρχήσουν στο ενεργειακό μείγμα.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, που αντικειμενικά μεγάλωνε την εξάρτησή της από το φυσικό αέριο, η ευρωπαϊκή πλευρά επέλεγε να διαμορφώσει ένα πλαίσιο ανταγωνισμού, με κύριο χαρακτηριστικό τον διαχωρισμό παρόχων από διανομείς, που θα καταπολεμούσε το ρωσικό οιονεί μονοπώλιο. Παράλληλα, στρεφόταν από τα μακροπρόθεσμα διακρατικά συμβόλαια σε μια λογική διαπραγμάτευσης στην αγορά. Όλα αυτά με αρκετή ενθάρρυνση από τις ΗΠΑ, οι οποίες αντιμετωπίζουν εχθρικά την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες για λόγους τόσο γεωπολιτικούς (ιδίως σε ό,τι έχει να κάνει με την ευθυγράμμιση Ρωσίας-Γερμανίας) όσο και στενότερα οικονομικούς, αφού το ιδιοτελές συμφέρον τους είναι η προώθηση του αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου στην ευρωπαϊκή αγορά.
Δύο σκόπελοι
Μόνο που ο έως τώρα σχεδιασμός προσέκρουσε σε δύο σκοπέλους. Ο πρώτος είναι ότι η διαμόρφωση των τιμών δίχως μακροπρόθεσμα συμβόλαια βάζει στο παιχνίδι την αγορά παραγώγων (futures), που λειτουργούν καταλυτικά για την αυτοτροφοδοτούμενη αύξηση των τιμών το τελευταίο διάστημα. Και ο δεύτερος λόγος είναι ότι εντέλει… κάποιος θα πρέπει να βάλει το αέριο. Και, από αυτή την άποψη, η ρωσική Gazprom επέχει θέση φυσικού μονοπωλίου.
O περασμένος χειμώνας υπήρξε αρκετά βαρύς, ώστε οι ευρωπαϊκές χώρες να μην έχουν επαρκή αποθηκευμένα αποθέματα για τη φετινή σεζόν. Άλλωστε, η λογική των στρατηγικών αποθεμάτων πετρελαίου που ισχύει στις χώρες του ΟΟΣΑ δεν έχει επικρατήσει και για το αέριο. Και τα πράγματα έκανε πολύ χειρότερα η ανάκαμψη της διεθνούς οικονομίας μετά την πανδημία, που έστρεψε το διά θαλάσσης διακινούμενο υγροποιημένο φυσικό αέριο μαζικά προς τους καλοπληρωτές της Ασίας – ιδίως την Κίνα, η οποία αντιμετωπίζει κρίση στην παραγωγή άνθρακα και δοκιμάζεται ήδη από τοπικές διακοπές της ηλεκτροδότησης. Δευτερευόντως, η ζήτηση τροφοδοτείται από την ξηρασία της Λατινικής Αμερικής, η οποία έχει πλήξει την υδροηλεκτρική παραγωγή.
Σε αυτό το φόντο, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Ενέργειας απηύθυνε έκκληση προς τη Ρωσία να αυξήσει τις εξαγωγές της προς Δυσμάς. Αναγνώρισε, πάντως, ότι η ρωσική πλευρά τηρεί έως τώρα τις συμβολαιακές της υποχρεώσεις – συνεπώς, δεν έχουμε κάποια επανάληψη της κρίσης του Ιανουαρίου του 2009, όταν η τροφοδοσία προς Δυσμάς διεκόπη λόγω διαφωνιών με την Ουκρανία για τα τέλη διέλευσης.
“Στα μισά του δρόμου”
Σε ομιλία του σε ενεργειακό φόρουμ την Τετάρτη ο Ρώσος ηγέτης Βλαντίμιρ Πούτιν χαρακτήρισε “σκουπίδια” τις “πολιτικά υποκινούμενες” εκτιμήσεις ότι η χώρα του παίζει παιχνίδια με το φυσικό αέριο και δήλωσε έτοιμος να ανταποκριθεί στις πρόσθετες ανάγκες των Ευρωπαίων αγοραστών και να τους “συναντήσει στα μισά του δρόμου”. Το αποτέλεσμα ήταν οι αγορές να λάβουν ανακουφιστικό μήνυμα.
Οι καχύποπτοι, πάντως, επιμένουν ότι η Μόσχα παίζει μπρα-ντε-φερ με την Ε.Ε., προκειμένου να επιτύχει την επίσπευση ή και παράκαμψη της διαδικασίας αδειοδότησης του γερμανο-ρωσικού υποθαλάσσιου αγωγού NordStream2, που μόλις ολοκληρώθηκε (παρά την προηγούμενη προσπάθεια των ΗΠΑ να μπλοκάρουν το έργο μέσω κυρώσεων, έχοντας κατά νου και τις αντιδράσεις Ουκρανίας και Πολωνίας που παρακάμπτονται). Η δε διαδικασία αδειοδότησης διαρκεί τέσσερις μήνες σε εθνικό (γερμανικό) πλαίσιο και άλλους δύο στο κοινοτικό. Η προθυμία του Πούτιν να αυξήσει τις εξαγωγές, διόλου τυχαία, συνοδεύθηκε από την επισήμανση, όμως, ότι η καταλληλότερη περιβαλλοντικά και οικονομικά οδός για αυτό είναι ο NordStream2. Και ο Ρώσος ηγέτης προφανώς λαμβάνει υπόψη του και το πολιτικό timing, καθώς, μετά τις εκλογές στη Γερμανία, καθοριστικοί παράγοντες και βέβαιοι εταίροι της επόμενης κυβέρνησης είναι οι Φιλελεύθεροι και οι Πράσινοι, δηλ. οι δύο δυνάμεις που (σε αντίθεση με τη Χριστιανοδημοκρατία και ιδίως τη Σοσιαλδημοκρατία) αντιτάχθηκαν στο έργο του NordStream2, όσο και αν αυτήν τη στιγμή το αφήνουν εκτός των συζητήσεων για τον σχηματισμό κυβερνητικού συνασπισμού.
Δεν υπάρχει “από μηχανής θεός”
Σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση δεν θα έπρεπε να περιστρέφεται μόνο γύρω από τι επιθυμεί ο ηγέτης του Κρεμλίνου, αλλά και το τι δύναται. Οι εγχώριες ανάγκες της Ρωσίας είναι επίσης υψηλές μετά τη μείωση των αποθεμάτων τον περασμένο χειμώνα, ενώ και η στροφή προς τις πολλά υποσχόμενες ασιατικές αγορές (με προγραμματισμένη αύξηση των εξαγωγών στην Κίνα κατά 13% μεταξύ 2020 και 2025) περιπλέκει το τοπίο. Και πάντως δεν είναι η Gazprom ο “από μηχανής θεός” που μπορεί να εξαφανίσει την ευρωπαϊκή ενεργειακή κρίση.
Μια κρίση που δημιουργεί ένα ακόμα πεδίο τριβής μεταξύ των εταίρων της Ε.Ε., που άλλοι υπεραμύνονται της εθνικής δικαιοδοσίας τους στα ενεργειακά, άλλοι προκρίνουν την πυρηνική ενέργεια ως “πράσινη” και άλλοι, όπως η ήδη ευρισκόμενη σε σύγκρουση με τις Βρυξέλλες για τα θέματα κράτους δικαίου Πολωνία, αντιμετωπίζουν την ευρω-ρωσική συνεργασία ως εθνική απειλή. Είναι αυτό το κουβάρι που προσπαθούν να ξεμπλέξουν οι τελευταίες προτάσεις της Κομισιόν για από κοινού διαπραγμάτευση των ενεργειακών προμηθειών από τους εταίρους που το επιθυμούν.
Κώστας Ράπτης
Πηγή: capital