Είναι πιθανό η 20ή Ιανουαρίου 2025, ημέρα της ορκωμοσίας της κυβέρνησης Ντ. Τραμπ, να περάσει στην ιστορία ως η απαρχή μιας νέας σκοτεινής εποχής για τον κόσμο. Το βέβαιο είναι ότι εγκαινίασε μια περίοδο φόβου και ντροπής για τους μισούς Αμερικανούς (όσους δεν τον ψήφισαν) και ανησυχίας για τον υπόλοιπο πλανήτη. Και καθώς ξετυλίγεται η πολιτική της κυβέρνησης μέσα από διατάγματα και δηλώσεις, η ανησυχία γίνεται όλο και πιο έντονη.
Η νέα κυβέρνηση Τραμπ αποτελεί την επιτομή της ταύτισης της πολιτικής με την οικονομική εξουσία. Για τους θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού οι αγορές είναι το παν και οι πολιτικοί οφείλουν να υπακούν στα κελεύσματά της. Η νέα κυβέρνηση Τραμπ προχώρησε ένα βήμα παραπέρα. Δεν χρειάζεται οι πολιτικοί να ευθυγραμμίζονται με τις ανάγκες του κεφαλαίου, θα αναλάβουν οι ίδιοι οι μεγάλοι επιχειρηματίες την άσκηση της πολιτικής εξουσίας και τη διακυβέρνηση της κοινωνίας. Το κράτος, οι υπηρεσίες, οι θεσμοί μπορούν και πρέπει να διοικούνται όπως μια οποιαδήποτε μεγάλη, ιδιωτική εταιρεία, άσχετα εάν αφορούν αγαθά όπως η εκπαίδευση, η υγεία, το περιβάλλον. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που τόσοι πολλοί δισεκατομμυριούχοι και CEO έγιναν υπουργοί και υφυπουργοί μιας κυβέρνησης. Ας προστεθεί ότι αυτοί οι δισεκατομμυριούχοι υπουργοί ή υποστηρικτές του Τραμπ ελέγχουν σε μεγάλο βαθμό μέσα ενημέρωσης, μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τεχνολογικές πλατφόρμες. Η δυστοπία του νεοφιλελευθερισμού, όπου πανίσχυρες εταιρείες ρυθμίζουν τη ζωή των πολιτών, δεν αφορά πλέον βιβλία ή ταινίες επιστημονικής φαντασίας αλλά γίνεται πράξη στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο νεοφιλελευθερισμός της νέας αμερικανικής κυβέρνησης είναι εθνικιστικός. Το κεντρικό σύνθημα του Τραμπ (Make America Great Again) σήμερα σημαίνει κάτι διαφορετικό από το 2017, όταν ξεκινούσε την πρώτη θητεία. Αυτό που έχει μεσολαβήσει είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία και η λεγόμενη αποπαγκοσμιοποίηση. Ο κόσμος πλέον δεν ενώνεται (άνισα) από την παγκοσμιοποίηση αλλά κατακερματίζεται σε ανταγωνιστικές δυνάμεις, που διεκδικούν είτε η καθεμιά ξεχωριστά είτε ως μπλοκ (BRICS) μεγαλύτερη ισχύ. Σε αυτήν τη νέα εποχή της αποπαγκοσμιοποίησης, οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδιώκουν να πρωταγωνιστήσουν όχι ως πυλώνας μιας συμμαχίας (της «Δύσης») αλλά ως ανεξάρτητος παίκτης. Η μια όψη αυτής της νέας πολιτικής είναι οι εμπορικοί πόλεμοι που ξεκίνησε η νέα κυβέρνηση. Η άλλη όψη αυτής της πολιτικής είναι του συνθήματος «να ξαναγίνει η Αμερική μεγάλη», η καλλιέργεια του εθνικισμού στην ίδια την αμερικανική κοινωνία. Το μήνυμα που διαρκώς εκπέμπει ο Τραμπ είναι ότι τα άλλα έθνη φθονούν, εκμεταλλεύονται, δεν σέβονται, υπονομεύουν τους Αμερικανούς διότι είναι ένα ανώτερο έθνος.
Ο νεοφιλελευθερισμός της νέας κυβέρνησης Τραμπ είναι αντιδραστικός. Μια σειρά από διατάγματα στρέφονται ενάντια στις πολιτικές υποστήριξης όλων εκείνων που για δεκαετίες (ή και αιώνες) υφίσταντο διακρίσεις, περιθωριοποίηση και βία. Ο κίνδυνος που επισείουν ο Τραμπ και οι υποστηρικτές του είναι «φρικτές» ιδέες, όπως η διαφορετικότητα, η ισότητα και η συμπερίληψη. Αξίες και πολιτικές, δηλαδή, που βρίσκονται στοn πυρήνα της φιλελεύθερης δημοκρατίας τον 21ο αιώνα. Ταυτόχρονα, η εξάλειψη αυτών των πολιτικών συνδυάζεται με τις απολύσεις υπαλλήλων στο πλαίσιο, υποτίθεται, της καταπολέμησης του «σπάταλου» κράτους. Στην πραγματικότητα μέσα από τις απολύσεις οι Ρεπουμπλικανοί επιδιώκουν τον πολιτικό έλεγχο του κρατικού μηχανισμού, ο οποίος θα στελεχώνεται από «νομιμόφρονες». Η διολίσθηση των Ηνωμένων Πολιτειών σε μια αυταρχική δημοκρατία είναι σε πλήρη εξέλιξη.
Η αντιδραστική, εθνικιστική ιδεολογία επιτρέπει στον Τραμπ να δημιουργήσει μια χαλαρή συμμαχία με τους ομοϊδεάτες του στην Ευρώπη. Συνομιλητές του στην Ευρώπη είναι η Aκρα Δεξιά και πολιτικοί όπως ο Β. Ορμπαν, η Α. Βάιντελ, η Τζ. Μελόνι και άλλοι. Δεν είναι μόνο ζήτημα ιδεολογικής συγγένειας. Οι πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης που υποστηρίζονται από την κυβέρνηση Τραμπ ανήκουν στους λεγόμενους ευρωσκεπτικιστές, άρα η ισχυροποίησή τους σημαίνει την αποδυνάμωση της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τους χειρότερους δυνατούς όρους, δηλαδή την κατακόρυφη άνοδο του εθνικισμού και της ξενοφοβίας. Αυτό που συμβαίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη δεν είναι μια πρόσκαιρη έξαρση του λαϊκισμού, αλλά κάτι εντελώς διαφορετικό: είναι η εντυπωσιακή άνοδος της Ακρας Δεξιάς.
Σε αυτήν τη νέα σκοτεινή εποχή οι Ηνωμένες Πολιτείες πρωταγωνιστούν ως αναθεωρητική δύναμη που βασίζεται στο δίκαιο της ισχύος. Δυστυχώς, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Κανείς δεν μπορεί βάσιμα να ελπίζει ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία πρόθυμα στοιχήθηκε πίσω από τις Ηνωμένες Πολιτείες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και που οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές της διεύρυναν τις κοινωνικές ανισότητες, θα «επανεφεύρει» τον εαυτό της σε μια εντελώς διαφορετική βάση. Το μόνο που μπορεί να υπάρξει είναι η αποφασιστικότητα να αντιμετωπίσουμε την Ακρα Δεξιά. Ισως και να είναι η αφετηρία για να ξανασχεδιάσουμε το μέλλον.
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ
