«Πρόκειται για μια δίκη κατά της αλληλεγγύης και όχι κατά της κατασκοπείας. Εναντίον ποιου και για ποιον έκαναν την υποτιθέμενη κατασκοπία; Καταλαβαίνουμε όλοι πως είναι μια δίκη που στοχεύει στην αποτροπή των ανθρώπων να προσφέρουν βοήθεια και να συμπαραστέκονται σε εκείνους που έχουν ανάγκη», τονίζει στην Εποχή ο Στρατής Πάλλης, πρόεδρος του σωματείου Συνύπαρξη–Επικοινωνία στο Αιγαίο και πρώην δήμαρχος Μυτιλήνης, για τη δίκη των 24 εθελοντών και ακτιβιστών αλληλεγγύης στη Λέσβο.
Τελικά, την Πέμπτη που πέρασε, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Μυτιλήνης δήλωσε αναρμόδιο για την υπόθεση των 24 που κατηγορούνται κατασκοπεία, διακίνηση ανθρώπων κ.ά., επειδή από το 2016 μέχρι και το 2018 διέσωζαν πρόσφυγες στην ελληνική θάλασσα, και τους παρέπεμψε στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων. Σημειώνεται πως αρκετοί κατηγορούμενοι έλειπαν και θα δικάζονταν ερήμην, καθώς είτε δεν κλητεύθηκαν, είτε δεν ανευρέθηκαν κατά την κλήτευση. Ενώ στην περίπτωση της προσφύγισσας Σάρα Μαρντίνι, πρωταθλήτριας κολύμβησης, παρότι κλητεύθηκε, δεν της έχει επιτραπεί η είσοδος στην χώρα για να παραστεί στη δίκη της, απορρίπτοντας το αίτημά της εφτά φορές μέχρι τώρα. Σε ανακοίνωσή της η Διεθνής Αμνηστία δηλώνει σχετικά πως «ανησυχεί βαθύτατα ότι η αδικία με τις χαλκευμένες κατηγορίες επιδεινώνεται περαιτέρω από την κατάφωρη παραβίαση των διεθνώς αναγνωρισμένων προτύπων δίκαιης δίκης, ιδίως του δικαιώματος να μη δικαζόμαστε ερήμην». Επισημαίνει δε αρκετές καταπατήσεις δικαιωμάτων κατά τις διαδικασίες σύλληψης, προφυλάκισης κτλ, ζητώντας οι κατηγορούμενοι να «μην πληρώσουν το τίμημα για τη σκληρότητα της Ελλάδας στα σύνορα της Ευρώπης», επειδή απλά επέδειξαν συμπόνια και αλληλεγγύη.
Ένα τίμημα που –πια και δια σχετικής διάταξης που ψήφισε η κυβέρνηση– κινδυνεύει να αντιμετωπίσει όποιος κάτοικος προσφέρει βοήθεια σε πρόσφυγες που φθάνουν στα νησιά ή στον Έβρο, ποινικοποιώντας τις πράξεις που πριν λίγα χρόνια έκαναν γνωστούς διεθνώς τους κατοίκους του Β. Αιγαίου για την ανθρωπιά τους και τη χώρα περήφανη. Πλέον οι Κινήσεις Αλληλεγγύης των κατοίκων, όπως η Συνύπαρξη, απαγορεύεται να τους υποδεχτούν και επιτρέπεται μόνο να κάνουν δράσεις, όπως διανομή τροφίμων και ρουχισμού, βοήθεια στις γραφειοκρατικές διαδικασίες, πολιτιστικές δραστηριότητες κτλ, για όσους είναι ήδη καταγεγραμμένοι και μόνον εκτός των Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ), όπως εξηγεί ο Στρατής Πάλλης. Αποτέλεσμα αυτού είναι οι πρόσφυγες να μην έχουν συχνή επαφή με την τοπική κοινωνία, και άρα ένταξη σ’ αυτή, όπως και να λαμβάνουν πολύ μικρότερη υποστήριξη, καθώς η έξοδός τους από το ΚΥΤ έχει περιοριστεί πια σημαντικά. Ενώ σε περίπτωση που βρεθούν εκτός του κέντρου χωρίς άδεια, τους επιβάλλεται το εξοντωτικό πρόστιμο των 300 ευρώ κάθε φορά.
Σημειώνεται πως η κατάσταση στο ΚΥΤ της Λέσβου έχει βελτιωθεί σε σχέση με το παρελθόν, καθώς έχει μειωθεί ο πληθυσμός που στεγάζει, αλλά αρκετοί εξακολουθούν να διαμένουν σε σκηνές, δηλαδή σε ακατάλληλες συνθήκες, ιδίως για τον χειμώνα, και κάποιες φορές επικίνδυνες. Για παράδειγμα, πριν λίγες μέρες μια σκηνή άρπαξε φωτιά μετά από βραχυκύκλωμα, με αποτέλεσμα οι διαμένοντες σε αυτή να κινδυνέψουν και έπειτα για κάποιες μέρες να κοιμούνται κυριολεκτικά στο χώμα.
Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι αυτή η μείωση του πληθυσμού οφείλεται στην παράνομη πρακτική των επαναπροωθήσεων, όπως υπογραμμίζει ο Στρατής Πάλλης: «Εδώ και δύο χρόνια, σπάνια βλέπουμε το λιμενικό να διασώζει ανθρώπους στη θάλασσα και να τους μεταφέρει στο νησί. Ο πρωθυπουργός είπε την περασμένη εβδομάδα ότι “συνεχώς σώζουμε ζωές στη θάλασσα”. Οι κάτοικοι δεν έχουμε αυτή την εικόνα. Κυρίως τους απωθούν στα τουρκικά ύδατα και ειδοποιούν τις τουρκικές αρχές να τους παραλάβουν. Ταυτόχρονα έχουν σημειωθεί και περιστατικά, που ενώ οι πρόσφυγες είχαν καταφέρει να βγουν στη στεριά στο νησί, οι ελληνικές αρχές τους επανεπιβιβάζουν στις βάρκες και να τους παρατάνε στη μέση της θάλασσας, καλώντας και πάλι τις τουρκικές αρχές».
Υπάρχει δε και μια γενικότερη μείωση του προσφυγικού πληθυσμού στη χώρα, πάλι στηριζόμενη όμως σε μελανά σημεία, όπως περιγράφει ο ίδιος. Μετά τη λήψη ασύλου, το ελληνικό κράτος χορηγεί στους αναγνωρισμένους πρόσφυγες διαβατήριο και οι ίδιοι πηγαίνουν σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Εκεί επιτρέπεται να μείνουν μόνο μέχρι τρεις μήνες, αλλά λόγω της έλλειψης προγραμμάτων ένταξης, στέγασης, εργασίας κ.ο.κ στην Ελλάδα, παρότι είναι υποχρεωμένη να τα προσφέρει, οι πρόσφυγες προσφεύγουν στα εκεί δικαστήρια για τη μη επιστροφή τους στη χώρα και κατά βάση το πετυχαίνουν.
Σημαντική ευκαιρία να αναδειχθούν όλα αυτά τα προβλήματα στο προσφυγικό, αποτελεί η επικείμενη επίσκεψη του Πάπα στη Λέσβο. «Η κυβέρνηση ήδη προσπαθεί να παρουσιάσει την επίσκεψή του σαν επιβράβευση της διαχείρισής της –της αντιπροσφυγικής της, δηλαδή, πολιτικής– λέγοντας πως ήρθε μία φορά στην αρχή της όξυνσης του ζητήματος το 2016 και τώρα ξαναέρχεται, επειδή κλείνει αυτός ο κύκλος. Θεωρούμε, όμως, ότι ο ίδιος ο Πάπας θα ξεκαθαρίσει το ζήτημα με την ομιλία που θα δώσει, όταν, όπως μας έχει συνηθίσει μέχρι τώρα, θα τονίσει την ανάγκη αλληλεγγύης και ανθρωπιάς προς τους κατατρεγμένους του κόσμου», τονίζει ο Στρατής Πάλλης.
Τζέλα Αλιπράντη
Πηγή: Η Εποχή