Καθώς μπαίνουμε στο πιο δύσκολο και επικίνδυνο τελικό στάδιο των πυρκαγιών για τη φετινή σεζόν, μια δασική πυρκαγιά στην Αττική που σχεδόν έσβησε σε σταθμό του Μετρό της πρωτεύουσας έφερε πάλι τον εφήμερο δημόσιο διάλογο στο «τις πταίει;».
Για μερικές μέρες ή και εβδομάδες ακόμη θα διαβάζουμε αναλύσεις ενώ τα κόμματα θα διασταυρώνουν τα, μάλλον, γυάλινα ξίφη τους στη Βουλή. Επειτα η πτερόεσσα προσοχή μας θα στραφεί σε κάτι άλλο, πιθανότατα, δυστυχώς, στις πλημμύρες, με μια στάση στη ΔΕΘ.
«Στο ίδιο έργο θεατές», λέμε συχνά, αλλά, δυστυχώς, η εξαφάνιση της ελληνικής χλωρίδας δεν είναι μια παράσταση που ανεβαίνει κάθε χρόνο με διαφορετικό ή και τον ίδιο θίασο, αλλά μια τραγωδία που εκτυλίσσεται δυναμικά μέσα στον χρόνο. Και τα καλοκαίρια της φωτιάς δεν είναι αυτοτελή επεισόδια αλλά μέρος μιας σειράς που δεν θα έχει ούτε από μηχανής θεό ούτε happy end.
Η Ελλάδα είναι στο επίκεντρο ακραίων κλιματικών αλλαγών και γνωρίζουμε αναντίλεκτα ότι αναμένουμε παρατεταμένους και ισχυρότερους καύσωνες, ξηρασία, ερημοποίηση και ακραία καιρικά φαινόμενα. Πέραν του διαρκούς, υπέρογκου και διαρκώς αυξανόμενου κόστους σε καθημερινές δραστηριότητες, στη δημόσια Υγεία και σε κλάδους της οικονομίας, όπως ο πρωτογενής τομέας και ο τουρισμός, θα έχουμε σφοδρότερα αυτοτελή γεγονότα κλιματικών καταστροφών, με απώλειες και ζημιές στις ζωές των ανθρώπων, σε ιδιωτικές περιουσίες και δημόσιες υποδομές, στην κοινωνική συνοχή και το κράτος δικαίου.
Στην Ελλάδα, από το 2017 με τα φαινόμενα αστραπής φωτιάς στο Μάτι και πλημμύρας στη Μάνδρα μπήκαμε στην εποχή των κλιματικών καταστροφών, όπως σωστά ανέδειξε ο πρωθυπουργός το 2019 από το βήμα των Ηνωμένων Εθνών. Το φετινό πύρινο καλοκαίρι μοιάζει με το έβδομο επεισόδιο από μια τηλεοπτική σειρά στην οποία η Αττική καταγράφεται να έχει χάσει το 37% των δασών της από το 2017 έως σήμερα. Αν συνεχίσουμε έτσι είναι σχεδόν βέβαιο ότι στο τέλος της επόμενης σεζόν θα έχουμε χάσει και το άλλο μισό, δηλαδή το σύνολο και θα παραδώσουμε στην επόμενη γενιά την Αττική γη καμένη. Αν κάποιοι πιστεύουν ότι έχουμε δικαίωμα να το κάνουμε, να είναι σίγουροι ότι κανένας δεν θα μας συγχωρήσει γι’ αυτό.
Στην επόμενη σεζόν, την επόμενη φάση της καλπάζουσας κλιματικής αλλαγής, όπως μας έχει ενημερώσει λεπτομερώς το αρμόδιο επιστημονικό όργανο της Ε.Ε., ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, στην πρόσφατη, πρώτη και συγκλονιστική έκθεσή του, οι κλιματικοί κίνδυνοι θα είναι πολύ σκληροί. Κάθε χρόνο και θερμότερα, κάθε χρόνο και χειρότερα.
Πρέπει να αποδεχτούμε επιτέλους ότι το υπαρκτό σύστημα Πολιτικής Προστασίας, της δασοπροστασίας εν προκειμένω, δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις σημερινές συνθήκες και όχι μόνο δεν μπορεί να μας προστατεύσει, αλλά συμβάλει στην αύξηση του κινδύνου, της επισφάλειας και εν τέλει της ανισότητας.
Το κυβερνητικό αφήγημα προσπαθεί να μας πείσει ότι όλα είναι καλώς καμωμένα και υπό έλεγχο και να μας εθίσει σε έναν μιθριδατισμό της καταστροφής, αλλά μάταια καθώς όλοι και όλες πια είτε έχουμε βιώσει,είτε έχουμε κάποιον δικό μας άνθρωπο που έχει πληγεί από κλιματική καταστροφή.
Είναι ηλίου φαεινότερο ότι το δάσος είναι ζωντανό και απαιτείται η συνεχής οικολογική διαχείρισή του όλο τον χρόνο και ότι ο διαχωρισμός της πρόληψης και της καταστολής σε Δασική και Πυροσβεστική Υπηρεσία, αντίστοιχα, απέτυχε. Απαιτείται η ίδρυση ενός ενιαίου δασικού σώματος, όπως προτείνει το πόρισμα Goldammer, όπως κάνουν όλες οι μεσογειακές χώρες της Ε.Ε. και όπως έχει ψηφίσει η ελληνική Βουλή στο άρθρο 37 του νόμου 1845/1989.
Απαιτείται η επείγουσα και ριζική αποκέντρωση με ενδυνάμωση των δήμων σε υλικοτεχνική υποδομή, προσωπικό και γνώσεις για τη δημιουργία πραγματικών τοπικών σχεδίων πυροπροστασίας, σε συνεργασία με τις οργανώσεις εθελοντών. Απαιτείται ένα νέο κλιματικά ανθεκτικό Σχέδιο Οικιστικής Αστικής Ανάπτυξης, η κατάργηση της εκτός σχεδίου δόμησης και των μικτών χρήσεων σε μητροπολιτικές περιοχές και επιτέλους, η ολοκλήρωση των δασικών χαρτών.
Αντί αυτών, το επιτελικό κράτος έχει σπαταλήσει όλη την κρίσιμη πρώτη περίοδο της κλιματικής κατάρρευσης στην ατελέσφορη εμμονή της καταστολής, εκκένωσης και αποζημίωσης
Ομως κι εδώ δεν αποδεικνύεται ούτε άριστο ούτε τεχνικά επαρκές. Η Ελλάδα είναι σήμερα η πρώτη στην Ευρωπαϊκή Ενωση σε πυροσβέστες και εναέρια μέσα, κατά κεφαλήν, αλλά με τις περισσότερες καμένες εκτάσεις ως προς τις εστίες φωτιάς.
Στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το κατ’ εξοχήν εργαλείο προσαρμογής, αποφάσισε να διαθέσει το 1,4% του συνόλου σε έργα πυροπροστασίας και εξ αυτού να έχει εκτελέσει σε 3 χρόνια το 1%. Η στρεβλή εκτέλεση του ΤΑΑ στερεί τη δυναμική από τη σωστή διεκδίκηση ενός ευρωπαϊκού ταμείου κλιματικής προσαρμογής, όπως επιβάλλει η στρατηγική της Ε.Ε. στην οποία ήμουν εισηγητής για την Ευρωπαϊκή Αριστερά στο Ευρωκοινοβούλιο.
Κι ενώ η κυβέρνηση συνεχίζει να χρησιμοποιεί στρεβλά το ΤΑΑ, αναμένεται η απάντηση της Επιτροπής στην ερώτηση των ευρωβουλευτών του ΠΑΣΟΚ για την απένταξη των απαραίτητων 13 περιφερειακών κέντρων Πολιτικής Προστασίας.
Οσο για το πρόγραμμα «Αιγίς», αυτό το ακούμε από τότε που η κυβέρνηση αποφάσισε ότι η κλιματική αλλαγή είναι κρίση και άρχισε να την εκμεταλλεύεται ως τέτοια, είτε δέρνοντας, αντί να προσλαμβάνει, εποχικούς πυροσβέστες και νοσηλευτές είτε δίνοντας σωρηδόν απευθείας αναθέσεις υπό το καθεστώς έκτακτης ανάγκης, όταν σε κάθε περιοχή κλιματικής καταστροφής δοκιμάζει ένα νέο μοντέλο παράκαμψης των τοπικών κοινωνιών και δημοκρατικών διαδικασιών λογοδοσίας και διαφάνειας.
Στη Θράκη ακόμα περιμένουν το σχέδιο ανάκαμψης από την Αθήνα, στη Δυτική Μακεδονία είναι στο «περίμενε» για τις θέσεις εργασίας και στη Θεσσαλία, επίσης, περιμένουν τις αποζημιώσεις που, όπως και για τους εν Αττική πυρόπληκτους, ο πρωθυπουργός υποσχέθηκε πως θα καταβληθούν αμέσως. Αλλά ακόμα και στη Β. Εύβοια αγνοούνται τα προς αναδάσωση δενδρύλλια.
Αυτό λοιπόν το έργο έχει κακό τέλος για τον τόπο μας και πρέπει να αλλάξουμε μυαλό και πρακτική όσο είναι ακόμα καιρός.
Πέτρος Κόκκαλης