Macro

Περί ηγετών

Όσοι επιλέγουν να αναφερθούν σε πολιτικές προσωπικότητες, εν ζωή ή όχι, απλά για να δηλώσουν τον γνήσιο ή και τον υστερόβουλο θαυμασμό τους, δεν είναι ποτέ φειδωλοί στα επίθετα. Εξίσου απλόχεροι στους «κοσμητικούς» προσδιορισμούς είναι και όσοι αποφασίζουν να επιτεθούν σε νυν ή πρώην πολιτικούς με σκοπό να μειώσουν τον ιστορικό τους ρόλο. Έτσι οι λέξεις, πλήρεις φόρτου για τους ειλικρινείς ή άδεια πουκάμισα για τους υπόλοιπους, εξυψώνουν ή καταβαραθρώνουν ανθρώπους που συγχρονισμένοι με το ρολόι της ιστορίας βρέθηκαν σε θέσεις εξουσίας και επιθύμησαν να αφήσουν το όνομα τους γραμμένο σε σχολικά βιβλία, ενίοτε και σε κάποιες κεντρικές οδούς της πόλης.

Είναι όμως τελικά δικό τους το αποτύπωμα; Αν πιστέψουμε τους εν λόγω γραφιάδες που αγνοούν κατά κανόνα τη λέξη αντιφατικός στις περιγραφές τους, το αποτύπωμα, προοδευτικό ή συντηρητικό, ρεφορμιστικό ή επαναστατικό, πρωτοπόρο ή αχρείο, ανήκει σε συγκεκριμένο υπόδημα κάθε φορά. Το ίδιο επαναλαμβάνει και το Χόλυγουντ στις ταινίες του που κόβουν εισιτήρια, ακριβώς γιατί οι επαγγελματίες της άσκεφτης διασκέδασης γνωρίζουν ότι αυτό εύκολα προτιμάται: ένας ήρωας για να του μοιάσουμε στα όνειρα μας, ένας κακός για να τον μισήσουμε χωρίς δεύτερη σκέψη, ένας καλός πατερούλης (ή πολύ σπανιότερα μητερούλα) για να μας προστατέψει από τους εχθρούς ή αντίθετα ένας κακός πατέρας απέναντι στον οποίο μπορούμε να επαναστατήσουμε (δυστυχώς συνήθως μόνο στα λόγια, αραχτοί/ές δίπλα στο τραπέζι με τον καφέ, εκτός κι αν είμαστε ή καταφέρνουμε να μένουμε έφηβοι/ες).

Είναι όμως πραγματικά ενός το αποτύπωμα; Αυτό το νούμερο παπούτσι που άφησε το ίχνος του στη λάσπη (έως ότου άλλα υποδήματα έρθουν να προστεθούν με την καινούργια τους σφραγίδα στο ίδιο έδαφος), πράγματι ανήκε σε έναν άνθρωπο;

Όσοι υποστηρίζουν κάτι τέτοιο, ότι δηλαδή ένα ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα που έρχεται να επιχειρήσει να αλλάξει την πραγματικότητα της ζωής των ανθρώπων σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, είναι προϊόν, πνευματική σύλληψη ή αποτέλεσμα δράσης ενός προσώπου δεν μπορεί παρά να μην έχουν καταλάβει τίποτα από όσα έχουν πει οι κοινωνικές και οι πολιτικές επιστήμες τα τελευταία 100 χρόνια (τουλάχιστον).

Στη λογική αυτή, ταιριάζουν μια χαρά οι αντιδράσεις που από πολλές πλευρές υπήρξαν σε σχέση με το άρθρο του πρωθυπουργού για τον Ανδρέα Παπανδρέου. Για όσους ο Αντρέας υπήρξε λαοπλάνος ή χαρισματικός, για όσους ο Αντρέας πρέπει να αναγορευτεί ως η αρχή της καταστροφής ή ο ηγέτης που όμοιο του δεν έχει δει η πατρίδα, τα σχόλια που υπήρξαν έχουν μια λογική συνέπεια. Για όλους αυτούς ένας ήταν ο Αντρέας!!

Υπάρχουμε και οι άλλοι όμως. Που ακόμα κι αν δεν ξέρουμε όσα θα έπρεπε από μαρξισμό, από πάλη των τάξεων, από κοινωνιολογία, παρόλα αυτά θυμόμαστε ποιους ο Αντρέας είχε δίπλα του, ποιους είχε επιλέξει δηλαδή αλλά και ποιοι τον είχαν επιλέξει. Τον Γεννηματά, τον Λαλιώτη, τον Τσοχατζόπουλο, το Σημίτη, τον Τσοβόλα, τον Κουτσόγιωργα, τον Κατσιφάρα, τον Μαγκάκη, τη Μερκούρη, τον Τρίτση, τον Αρσένη, τον Δροσογιάννη, τον Παπαθεμελή, τον Παπαντωνίου, τον Βενιζέλο – ο κατάλογος μεγάλος και, ας το πούμε κομψά, επαμφοτερίζων. Υπάρχουμε και οι πολλοί άλλοι που γνωρίσαμε το ΠΑΣΟΚ της διπλανής πόρτας, που στα χρόνια της επικυριαρχίας του είχε παραπάνω από ένα πρόσωπα, όχι το ένα μετά το άλλο αλλά το ένα ταυτόχρονα με το άλλο. Πως λοιπόν να κρυφτούμε από την αλήθεια του ότι ο Αντρέας από σύμπτωση λεγόταν Αντρέας και θα μπορούσε το ίδιο εύκολα να λεγόταν Σπύρος, Γιώργος, Λεωνίδας ή (λίγο πιο δύσκολα τότε) Μαρία και να έχει κάνει ακριβώς τα ίδια πράγματα; Πώς να παραβλέψουμε ότι το όνομα δεν είναι παρά η συμπύκνωση των ονομάτων ενός πλήθους ανθρώπων που πάλεψαν, συμβιβάστηκαν, μόχθησαν, εγκατέλειψαν, έβαλαν και τα δυο χέρια στο μέλι ή διατήρησαν την εντιμότητά τους, πίστεψαν ή δεν ενδιαφέρθηκαν να πιστέψουν γιατί είχαν άλλες προτεραιότητες; Πώς να ξεχάσουμε όλον εκείνο τον κόσμο που με τα πλαστικά σημαιάκια, τα καταπράσινα (ή τα γαλάζια ή εκείνα τα λιγότερα, τα κόκκινα) γέμιζαν τις προεκλογικές πλατείες; Κανένας Αντρέας ή Κώστας δεν θα μπορούσε να υπάρξει ερήμην αυτών των σημαιών και των χεριών που τις κρατούσαν.

Το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ και η πολιτική είναι ομαδικά αθλήματα – και για να πετύχουμε έστω κάποιες νίκες, πρέπει να δούμε πώς λειτουργεί εσωτερικά και προς τα έξω η ομάδα. Αν λοιπόν κάτι πρέπει να μελετήσουμε από την περίοδο του ΠΑΣΟΚ, κάνοντας τις αναγωγές στο σήμερα, δεν είναι τα κατορθώματα ή οι αποτυχίες κανενός ηγέτη, αλλά οι θετικές ή οι αρνητικές συνέπειες συγκεκριμένων πολιτικών αποφάσεων και επιλογών. Και εκεί έχουμε πολλά να πούμε (και να κάνουμε).

Δημήτρης Σκλάβος