Κατέβηκα βράδυ στο Ελληνικό καλεσμένη στα γενέθλια ενός φίλου. Καθώς είχαμε πια φτάσει στην παραλιακή έβλεπα να λάμπουν φώτα ψηλά στον ουρανό. Να ήταν τα φώτα ενός ακόμα τεχνητού -συχνά μεταλλικού- δέντρου από αυτά που στήνουν οι δήμαρχοι για να μας πείσουν ότι το κιτς είναι αναπόσπαστο μέρος και της γιορτής; Ο οδηγός τού ταξί με διορθώνει. Τα χριστουγεννιάτικα σημάδια ήταν σκελετοί γερανών. Και η φωταγώγηση μάλλον εορταστική προσφορά της εταιρείας που μετατρέπει μέρος από το Ελληνικό, την παλιά Κηπούπολη των πλούσιων προσφύγων, σε έναν παράδεισο ξένων πλουσίων στη χώρα των πλειοψηφούντων πτωχευμένων Ελλήνων.
Μοιάζει ειρωνεία η λέξη Ελληνικό για την ομώνυμη περιοχή που ανέλαβε να αποδομήσει οριστικά η Λάμδα Ντιβέλοπμεντ οικοδομώντας στη θέση της μία εκδοχή της Γκόθαμ Σίτι. Τι το ελληνικό -ακόμα και με εισαγωγικά- εγκυμονείται εδώ; Αυτό που δημιουργείται είναι ένα δίκτυο από διακλαδιζόμενους αφύσικους «βλαστούς», όπως βλέπουμε στα κόμικς που δραματοποιούν κακοτοπίες. Ολόφωτοι με ένα ψυχρό φως οι εξωτερικοί παροδικοί βλαστοί του, μέλη των τεράστιων γερανών, γιορτάζουν τα Χριστούγεννα σε ένα αλλόκοτο τοπίο μέσα στη νύχτα. Ενα στέλεχος φαίνεται πιο ψηλά από τα άλλα, στα δεξιά καθώς προχωράμε προς Γλυφάδα. Μοιάζει να θέλει να καρφώσει τον ουρανό. Ο ήδη πουλημένος ουρανοξύστης, όπως μας πληροφορούν δημοσιεύματα, βιάζεται να φτάσει στα 200 μέτρα το ύψος του, το πιο ψηλό κτίριο της σεισμογενούς Αττικής, πολύ πιο ψηλό από τον Πύργο των Αθηνών που παραμένει διαχρονικό έμβλημα της ασχήμιας της Χούντας.
Ο,τι αναδύεται δεν αφορά το παλιό αεροδρόμιο αλλά το σύνολο μιας περιοχής 6,2 εκατ. τ.μ., με δομημένα τα 2,8 εκατ. τ.μ., με τα καταδικασμένα στην παρακμή ολυμπιακά ακίνητα και μάλιστα το θαλάσσιο μέτωπο που φοβάμαι πως θα πάψει να ανήκει σε όλους τους πολίτες που δεν θα μπορούν ίσως όχι μόνον να το χαρούν αλλά ούτε να το αντικρίσουν. Και που δεν θα μπορούν επίσης ούτε να το ανασάνουν, αν τυχόν δεν εξασφαλιστεί ο απαιτούμενος βιολογικός καθαρισμός των λυμάτων που αλλιώς θα χύνονται ανενόχλητα στον Σαρωνικό, πλουτίζοντας την οσμή και την ποιότητά του με όσα καταναλώνουν αυτοί που θα κατοικούν μόνιμα ή παροδικά αυτόν τον παράδεισο των εκατομμυριούχων.
Δημοσιογράφοι, διαφημιστές, διανοούμενοι και καλλιτέχνες έχουν επιστρατευτεί για να δημιουργήσουν την αίσθηση ότι το έργο δεν θα ικανοποιεί μόνον την ασφάλεια και τις υλικές απολαύσεις των προνομιούχων, αλλά και τις πνευματικές και αισθητικές ανάγκες της ευρύτερης ελληνικής κοινωνίας. Δεν αποκλείεται κάποιες από τις κινήσεις αυτές να ξεχωρίζουν τόσο για την πρόθεση όσο και για την ποιότητά τους. Κοιτάζοντας όμως σε προσομοίωση και -κάποια- λάιβ τα ασυνάρτητα σχήματα και τα μεγέθη των κτιρίων, την αποξένωσή τους από τις μνήμες και το περιβάλλον του τόπου όπου φυτεύονται σαν άτοπο μόσχευμα, αναρωτιέμαι μήπως οποιαδήποτε εκ των υστέρων προσπάθεια εξωραϊσμού ή εξανθρωπισμού θα λειτουργεί σαν ειρωνεία. Μακάρι να κάνω λάθος.
Πέπη Ρηγοπούλου