Η ακρίβεια, μετά τις συνέπειες της πανδημίας, έρχεται να καταφέρει ένα ακόμα πλήγμα στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα, ιδιαίτερα των μισθωτών και συνταξιούχων. Υπολογίζεται πλέον ότι όσοι είναι στο φάσμα της φτώχειας και όσοι βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας προσεγγίζουν, προς το παρόν, το 30%. Χρειάζεται μία δέσμη μέτρων για να αντιμετωπιστεί αυτό και μερικά απ’ αυτά αναφέρονται σε διπλανές στήλες. Ένα μέτρο που έχει τον χαρακτήρα, όχι μόνιμης, άμεσης ανακούφισης στα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα, δηλαδή που είναι τα πιο απροστάτευτα θύματα των δύο κρίσεων, είναι το κοινωνικό μέρισμα.
Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει καταλήξει ότι λόγω δημοσιονομικών περιορισμών δεν θα το δώσει φέτος, παρά το ότι σε μία προγενέστερη φάση τροφοδοτούσε τον Τύπο με διαβεβαιώσεις ότι θα δοθεί φέτος, αντίθετα απ’ ό,τι πέρυσι. Επιλέγει να διπλασιάσει απλώς το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα και αυτό το λέει «νέο μέτρο», πράγμα ψευδές, διότι και πέρυσι το παρείχε. Πρόκειται πραγματικά για κοροϊδία, αν κριθεί από τις ανάγκες αυτών των φτωχών στρωμάτων και το ποσό που θα διατεθεί, υπολογίζεται πολύ λιγότερο από τα 100 εκατ. ευρώ –αν συγκριθεί με τα ποσά που διατέθηκαν επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ. Θυμίζουμε: το 2016 δόθηκαν 629 εκατ., το 2017 δόθηκαν 750 εκατ., το 2018 δόθηκαν 780 εκατ. και το 2019 δόθηκαν 840 εκατ.
Μιλάμε, δηλαδή, για μέρισμα άλλης τάξης μεγέθους. Αλλά το πιο σημαντικό είναι να σημειωθεί ότι τα μερίσματα κάθε χρονιά δίνονταν μετά από σκληρή αντίδραση της τρόικας και των Βρυξελλών, παρά το ότι αυτοί επέβαλλαν αχρείαστα σκληρά δημοσιονομικά μέτρα που οδηγούσαν σε υπερπλεονάσματα. Όμως, το πιο σημαντικό είναι ότι είχε θεσμοθετήσει ένα ετήσιο ποσό, 0,5% του ΑΕΠ, για αυτόν τον σκοπό. Αυτό το ποσό, η κυβέρνηση της ΝΔ κατάργησε, μεταφέροντάς το να καλύπτει το έλλειμμα που θα προκύπτει από την ιδιωτικοποίηση του επικουρικού.
Τώρα, τέτοιο πρόβλημα για τη ΝΔ, δηλαδή ελέγχου, τουλάχιστον βάναυσου και με «ποινές», δεν υπάρχει. Υπάρχει, βεβαίως, πρόβλημα διόγκωσης ελλειμάτων και του δημόσιου χρέους, που πάντοτε πρέπει να απασχολεί μία κυβέρνηση. Εδώ ακριβώς ανακύπτει το ζήτημα των προτεραιοτήτων της ιεράρχησης των αναγκών και της διάθεσης των πόρων. Και εδώ η κυβέρνηση κάθε φορά ανακαλύπτει την ταξική της κατεύθυνση. Αυτό ανάδυε η ομιλία του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, αυτό ενσωματώνει ο προϋπολογισμός για το 2022, αυτό διατρέχει την πρόταση της για το σχέδιο ανάκαμψης.
Είναι ανεξάντλητη σε ιδέες υπέρ της εργοδοσίας και των πλουσίων αυτή η κυβέρνηση, η τελευταία πράξη του υπουργού Εργασίας για τη μη ενημέρωση στο ΕΡΓΑΝΗ από τον εργοδότη ότι θα κρατήσει έναν υπάλληλο–εργάτη του για υπερεργασία άνω του 8ώρου είναι χαρακτηριστική. Ουσιαστικά δίνει τη δυνατότητα –μία ακόμη!– στον εργοδότη να εκβιάσει τον μισθωτό και να του «φάει» την υπερεργασία. Δεν του έφτανε, δηλαδή, ο νόμος που ψήφισε και προέβλεπε να μπορεί να δουλεύει υπερωρία ο μισθωτός, αλλά να καταγράφεται πριν και να τη «ζητά» να την πάρει ως ρεπό. Τώρα, δεν θα καταγράφεται πριν από το ΕΡΓΑΝΗ, άρα θα «εξατμίζεται» υπέρ του εργοδότη.
Παύλος Κλαυδιανός
Πηγή: Η Εποχή