Πήρε αρκετό καιρό στον άνθρωπο με το σκουφάκι να μιλήσει. Συνέχισε να επιμένει ότι εμείς, μια μικρή ομάδα αγωνιστών Εργατικών σε έναν έρημο αγγλικό δρόμο, προσπαθούσαμε να τον κάνουμε να σιωπήσει. Τελικά, τον κάναμε να εκραγεί και να πει αυτό που θέλει. «Αυτό που θέλω», είπε με φωνή γεμάτη συναίσθημα, «είναι ο Boris Johnson να στείλει την αστυνομία στα σπίτια όλων αυτών των Ρουμάνων μεταναστών στις 4 το πρωί, να τους πετάξουν σε ένα βαν μαζί με τα παιδιά τους, να κλειδώσουν την πόρτα και να τους οδηγήσουν στο Dover».
Αυτό έγινε μια εβδομάδα πριν τις εκλογές, στο Leigh, μια πόλη της εργατικής τάξης στην άκρη του Manchester, εκεί που μεγάλωσα. Υπήρχαν αντιναζιστικά γκράφιτι μέσα στα καταφύγια που παίζαμε σαν παιδιά, ζωγραφισμένα από τον πόλεμο. Τώρα ακούω ανθρώπους της ηλικίας μου ανοιχτά να εκφράζουν σκέψεις για εθνοκάθαρση.
Οι Εργατικοί έχασαν τις εκλογές, όχι πρωτίστως σαν τον άνθρωπο με το σκουφάκι. Αυτοί είναι μειοψηφία, ακόμα και στις περιοχές που η Δεξιά κυριάρχησε. Οι Εργατικοί έχασαν, γιατί απέτυχαν να κατανοήσουν τον κόσμο που δημιούργησε αυτόν τον άνθρωπο και τις ιδέες του.
Οι Εργατικοί έλαβαν μόλις 32% των ψήφων και έχασαν 42 έδρες. Πήραμε μόνο μια έδρα από αυτές που εποφθαλμιούσαμε στη Νότια Αγγλία. Χάσαμε πάρα πολύ σε πρώην βιομηχανικές χώρες του Βορρά και στα Midlands, καθώς και τις 6 από τις 7 έδρες στη Σκωτία.
Η απλοϊκή αφήγηση λέει: «χάσαμε γιατί η θέση μας για το Brexit απομάκρυνε την εργατική τάξη». Αν εξετάσουμε τις αποδείξεις και όχι τη ρητορική των ΜΜΕ, η ήττα είναι η ιστορία δυο μετατοπίσεων: από τη μια, 800.000 ψήφοι των Εργατικών σε παλιές βιομηχανικές μικρές πόλεις μετατοπίστηκαν προς τους Tories. Κι από την άλλη, μια μεγαλύτερη μετατόπιση νέων και μορφωμένων ψηφοφόρων των Εργατικών στις πόλεις προς τους Liberal Democrats, το SNP και τους Πράσινους.
Το προφανές δεδομένο είναι πως οι Εργατικοί έχασαν 2,5 εκατομμύρια ψήφους, οι Liberal Democrats έλαβαν 1,5 εκατ. ψήφους (με το 1,1 εκατ. να προέρχονται από τους Εργατικούς), ενώ οι Tories και το Brexit party μαζί έλαβαν απλώς 335.000 ψήφους παραπάνω.
Μόλις ο Farage αποσύρθηκε, οι Συντηρητικοί κατείχαν 319 έδρες. Το μόνο που θα μπορούσε να αναχαιτίσει την άνοδο των Tories ήταν (α) ένα εκλογικό συμβόλαιο μεταξύ προοδευτικών κομμάτων, (β) μια άνευ προηγουμένου προσέλευση νέων ψηφοφόρων , ή (γ) τακτική ψήφος, έδρα την έδρα, από τους τρεις στους τέσσερις ψηφοφόρους υπέρ της παραμονής.
Οι νέοι ψηφοφόροι όντως ήρθαν να ψηφίσουν σε μεγάλους αριθμούς υπέρ των Εργατικών και άλλων προοδευτικών κομμάτων: το 56% των ψηφοφόρων κάτω από 24 χρονών ψήφισε Εργατικούς και το 55% μεταξύ 24-35.
Η τακτική ψήφος έλαβε χώρα μεταξύ των προοδευτικών όχι όμως στο βαθμό που χρειαζόταν. Στην πραγματικότητα πολλές έδρες-κλειδιά –στο Stroud, στο Kensington, στο Chingford– ψήφοι υπέρ της επονομαζόμενης «Συμμαχίας της Παραμονής» των Πράσινων και των Liberal Democrats έδωσαν τη νίκη στους Tories.
Παρόλο που οι Εργατικοί άντλησαν πολλές από τις ψήφους των Liberal Democrats κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, αυτό δεν ήταν αρκετό. Παρόλο, δηλαδή, που το τελικό κύμα υπέρ των Εργατικών που ανέφεραν τα ΜΜΕ ήταν αληθινό, ήταν επίσης αληθές, σύμφωνα με την Datapraxis, πως ένα μεγάλο κύμα ψηφοφόρων επέλεξαν τους Tories, καθώς ψηφοφόροι του Brexit party άλλαξαν τελικά την επιλογή τους για να εξασφαλιστεί η νίκη του Johnson.
Αντιμετωπίζουμε μια συμμαχία της Δεξιάς και της Άκρας Δεξιάς με ένα αμείλικτο μήνυμα. Ωστόσο, τα προοδευτικά κόμματα όχι απλώς αρνήθηκαν την όποια τακτική ενότητα, αλλά πολέμησαν το ένα το άλλο.
Η διαδρομή προς την ήττα είναι εξίσου σαφής. Καθώς η κρίση του Brexit έφτασε στο αποκορύφωμά της, κατά την προετοιμασία της αρχικής ημερομηνίας της 29ης Μαρτίου για την έξοδο, εκκίνησαν δύο μεγάλες μετατοπίσεις στην πρόθεση ψήφου:
* Οι Εργατικοί κατέρρευσαν από το 35% στο 22% σε χρονικό διάστημα μόλις τριών μηνών. Οι περισσότερες από αυτές τις ψήφους στράφηκαν στους Libdems, των οποίων οι δημοσκοπικές επιδόσεις διπλασιάστηκαν, από το 10% στο 20%.
* Οι Συντηρητικοί έκαναν δημοσκοπική βουτιά από το υψηλό 40% του Μαρτίου στο 19% του Ιουνίου. Αυτό υπήρξε το κύριο αποτέλεσμα της δημιουργίας του κόμματος του Brexit που από το μηδέν έφτασε στο 25%.
Από τον Ιούνιο και μετά, αυτό προκάλεσε ένα καυτό καλοκαίρι πολιτικών διεργασιών, που απαιτούσαν στρατηγική δράση από τις ηγεσίες τόσο των Εργατικών όσο και των Συντηρητικών για να ανακτήσουν την πρωτοβουλία.
Οι Συντηρητικοί προέβησαν σε αποφασιστική δράση. Οι Εργατικοί όχι.
Οι Tories εξέλεξαν τον Johnson∙ γέμισαν και την Downing Street και το σκιώδες υπουργικό συμβούλιο με σκληρούς δεξιούς νεοφιλελεύθερους ευθυγραμμισμένους με τον Τραμπ∙ ενστερνίστηκαν τον πολιτισμικό πόλεμο ενάντια στους μετανάστες και την Αριστερά∙ έβαλαν πλώρη για Brexit χωρίς συμφωνία∙ και όταν ήρθε η ένταση, κατά τη διάρκεια της κρίσης για την αναστολή του Κοινοβουλίου, εκκαθάρισαν ολόκληρο το κοινοβουλευτικό κόμμα τους από φιλελεύθερους συντηρητικούς.
Οι Εργατικοί, αντίθετα, αγωνίστηκαν ανεπιτυχώς -και όχι απλώς λόγω ανικανότητας ή του σαμποτάζ από τη δεξιά πτέρυγα του κόμματος. Δεν τα κατάφεραν εξαιτίας μιας βαθιάς διαίρεσης εντός του ίδιου του Κορμπινισμού, λόγω του Brexit και λόγω της υπόσχεσης ενός δεύτερου δημοψηφίσματος.
Ο Κορμπινισμός -όπως ο ΣΥΡΙΖΑ το 2015- αποτελούνταν από δύο ξεχωριστές ιδεολογίες: μια οικονομικά εθνικιστική Αριστερά, που πάντα ήθελε το Brexit και το οποίο είδε το Εργατικό Κόμμα ως ένα παραδοσιακό όχημα για πολιτική συνδικαλιστικού στυλ∙ και μια Αριστερά υπέρ της παγκοσμιοποίησης, έτοιμη να ξανακερδίσει το κόμμα γύρω από ένα νέο πυρήνα προοδευτικών, μορφωμένων εργαζομένων, φοιτητών, και κοινοτήτων εθνικών μειονοτήτων.
Τους τελευταίους 12 μήνες αυτές οι δυο αριστερές είχαν να αντιπαρατεθούν μεταξύ τους για το Brexit. Μιας και καμία δε μπορούσε να νικήσει, ο Κόρμπιν υιοθέτησε μια πολιτική «αναποφασιστικότητας και καθυστέρησης» – που τώρα απογοητεύει την πτέρυγα υπέρ του Brexit και κλίνει προς τις επιθυμίες της πλειοψηφίας των μελών για μια σαφή γραμμή υπέρ της Παραμονής και της υποστήριξης δεύτερου δημοψηφίσματος.
Εμείς, της διεθνιστικής Αριστεράς, πάντα γνωρίζαμε ότι θα πληρώναμε το τίμημα για τη μάχη μας υπέρ της Παραμονής -ιδιαίτερα στην καρδία των παλιών αποβιομηχανοποιημένων περιοχών.
Αλλά προειδοποιήσαμε επίσης ότι ο κατευνασμός του εθνικισμού και της ξενοφοβίας ήταν μια στρατηγική που δεν κερδίζει. Είπαμε: καλύτερα να πάμε σε αυτά τα μέρη και να μιλήσετε σκληρά κατά του εγκλήματος, της αντικοινωνικής συμπεριφοράς∙ να φροντίσουμε την εθνική ασφάλεια, υποστηρίζοντας την ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ανανέωση των πυρηνικών αποτρεπτικών μέσων.
Προσωπικά, σε αυτό, επηρεάστηκα από τον τρόπο με τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ το 2014-2015 προσάρμοσε το πρόγραμμα του έτσι ώστε να είναι έτοιμος να κυβερνήσει. Όμως, η ηγεσία του Κόρμπιν δε θέλησε ποτέ κάτι τέτοιο.
Για την ομάδα γύρω από τον Κόρμπιν η εναντίωση στο ΝΑΤΟ, τα πυρηνικά όπλα και η φιλελεύθερη προσέγγιση σε σχέση με το έγκλημα σήμαινε τον μόνο τρόπο με τον οποίο μπορούσαν να συνδεθούν με τους εργάτες σε αυτές τις κοινωνικά συντηρητικές περιοχές που ήθελαν το Brexit. Αυτά, συνδυασμένα με το αίσθημα ότι «δε μας ακούνε», έφερε 800.000 ψηφοφόρους από την κάλπη των Εργατικών σε εκείνη των Συντηρητικών. Κι ακόμα χειρότερα, 300.000 ψηφοφόροι των Εργατικών που στήριζαν την Παραμονή ψήφισαν τον Boris Johnson, επειδή φοβόντουσαν ότι ο Κόρμπιν είναι αναξιόπιστος στα ζητήματα εθνικής ασφάλειας.
Τώρα θα διεξαχθούν εκλογές για την ανάδειξη νέας ηγεσίας. Ο κίνδυνος είναι η αριστερή πτέρυγα, όντας διασπασμένη από τη μια σε εθνικιστές στο οικονομικό πεδίο και από την άλλη σε εκείνους υπέρ της παγκοσμιοποίησης, να χάσει τον έλεγχο από την παλιά μπλερική πτέρυγα που θα πλημμυρίσει το κόμμα με μέλη στρατολογημένα από την καμπάνια ενάντια στο Brexit.
Η υποψήφια για τη «συνέχεια του Κόρμπιν» θα είναι η Rebecca Long-Bailey, η σκιώδης Υπουργός Βιομηχανίας. Ο αριστερός υποψήφιος υπέρ της παγκοσμιοποίησης θα είναι ο Clive Lewis, ένας μαύρος βουλευτής που έχει ηγηθεί του κινήματος κατά του Brexit. Ένας πιο πιθανός νικητής είναι ο Keir Starmer, ένας κορυφαίος δικηγόρος, ο οποίος ήταν στην ομάδα του Corbyn, αλλά πάντα ήθελε μια πιο μοντέρνα προσέγγιση. Αυτοί οι τρεις είναι αντιμέτωποι με δυο ισχυρούς υποψηφίους από τη Δεξιά: ένας μπλερικός και ένας άλλος από την παράδοση των «Γαλάζιων Εργατικών», που θέλει να κατευνάσει τα συντηρητικά συναισθήματα των ηλικιωμένων εργαζομένων.
Για τη Βρετανία η κρίση δεν έχει τελειώσει. Ο Johnson, με την μεγάλη του πλειοψηφία, έχει την ελευθερία να προχωρήσει σε απορρύθμιση και να ρισκάρει μια κρίση Χωρίς Συμφωνία με την Ευρώπη το Δεκέμβριο του 2020. Θα ωθήσει τη Βρετανία σε μια απότομη διακοπή σχέσεων με την Ευρώπη, την οποία οι ευρωπαϊκές ηγεσίες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν σκληρά, αν θέλουν να αποφύγουν τη δημιουργία ενός νεοφιλελεύθερου καζίνο αλά Σιγκαπούρη στην άκρη της Ευρώπης. Η μαζική ψήφος υπέρ του προοδευτικού σκωτσέζικου εθνικισμού στη Σκωτία σημαίνει ότι εκεί θα υπάρξει τώρα κρίση όπως στην Καταλονία.
Ο πειρασμός για την Αριστερά θα ήταν να ριχτεί στην αντίσταση στο δρόμο. Ωστόσο, η μάχη για την ψυχή του Εργατικού Κόμματος είναι πιο σημαντική: στο 32% παραμένει ένα από τις πιο επιτυχημένα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην Ευρώπη. Εάν μπορέσουμε να βρούμε μια σύνθεση ανάμεσα στα κινήματα διαμαρτυρίας του δρόμου, τη συνδικαλιστική Αριστερά, τις φιλοπεριβαλλοντικές εκστρατείες, και μια επαγγελματοποιημένη κοινοβουλευτική πολιτική, μπορούμε να επανέλθουμε δυνατά το 2024.
Paul Mason
Μετάφραση: Βασίλης Ρόγγας
Πηγή: Η Αυγή