Η διακυβέρνηση της χώρας από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 έως το 2010, είτε από το ΠαΣοΚ είτε από τη ΝΔ, χαρακτηριζόταν από μια προγραμματική συμπληρωματικότητα ανάμεσα στα δύο κόμματα. Σε όλες τις μεγάλες επιλογές, ιδιαίτερα στο πεδίο της οικονομίας, βρέθηκαν από την ίδια πλευρά. Οι ευθύνες τους για την υπηρέτηση ενός εγχώριου, βαθιά στρεβλού και ελλειμματικού οικονομικού μοντέλου, που οδήγησε στη χρεοκοπία της χώρας, είναι αδιαμφισβήτητες. Ωστόσο ουδέποτε ανέλαβαν αυτές τις ευθύνες. Παρ’ όλο που άλλαξαν πολλές φορές τις ηγεσίες τους, δεν τόλμησαν να προβούν σε μια ουσιαστική αυτοκριτική. Ενώ τα πρόσωπα των εκάστοτε αρχηγών άλλαζαν, τα κόμματα δεν έμπαιναν στη βάσανο της συλλογικής αυτοκριτικής. Τα προβλήματα τα έκρυβαν «κάτω από το χαλί» και δεν έβγαζαν τα αναγκαία συμπεράσματα. Με δυο λόγια, δεν μάθαιναν από τα λάθη τους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ αντιλήφθηκε μετά το 2019 την ανάγκη ενός συλλογικού απολογισμού, δεν τον τόλμησε σε βάθος. Ενώ είχε τον απαιτούμενο χρόνο να επανακτήσει την εμπιστοσύνη του κόσμου μέσα από έναν πολιτικό απολογισμό της περιόδου της διακυβέρνησής του, αλλά και της αμέσως προηγούμενης που τον έφερε στην κυβέρνηση, υποτίμησε αυτή την επιλογή. Τώρα, μετά την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα και τη βαριά σκιά της εκλογικής ήττας, είμαστε υποχρεωμένοι να αναμετρηθούμε με την πραγματικότητα. Κατ’ αρχάς να ξαναπιάσουμε το νήμα του απολογισμού της κυβερνητικής περιόδου, αλλά και να αξιολογήσουμε τις επιλογές που έγιναν μετά το 2019 γύρω από το περιεχόμενο και τον τρόπο της διεύρυνσης, η οποία κατά τη γνώμη μου δεν κατάφερε να οδηγήσει σε μια διεύρυνση της παρουσίας μας στους κοινωνικούς χώρους, κάτι που θα εξασφάλιζε την επιδιωκόμενη κοινωνική γείωση.
Πόσο βοήθησαν, τελικά, οι θολές προγραμματικές αναφορές σε μια απροσδιόριστη μεσαία τάξη, αντί μιας αναγκαίας στοχευμένης απεύθυνσης σε συγκεκριμένα δυναμικά μεσοστρώματα; Γιατί υποχώρησαν οι αναφορές στον κόσμο της επισφάλειας και σε κοινωνικές δυνάμεις που μας στήριξαν τη δύσκολη περίοδο του 2019; Γιατί δεν αξιοποιήσαμε έγκαιρα την απλή αναλογική, θέτοντας τις άλλες δυνάμεις της αριστερής, προοδευτικής αντιπολίτευσης προ των ευθυνών τους, αλλά, αντίθετα, υιοθετήσαμε μια αντιφατική πολιτική, που καθιστούσε αναξιόπιστη την προοπτική μιας εναλλακτικής διακυβέρνησης έναντι αυτής της ΝΔ; Γιατί την αναγκαία μαζικοποίηση του κόμματός μας την κάναμε με όρους αποδυνάμωσης του ρόλου των μελών μας και υποβάθμισης των συλλογικών διαδικασιών; Μήπως υποτιμήσαμε τη μάχη των ιδεών, που είναι παρούσα σε κάθε παρέμβαση και πρόταση, ακόμα και όταν αυτό δεν είναι πάντα ορατό; Όλα αυτά μήπως, τελικά, οδήγησαν σε μια σχετική ρευστοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ;
Τέλος, το ερώτημα που τίθεται, κυρίως από βαθιά συστημικούς κύκλους, εάν τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ πρέπει να στραφεί προς τα Αριστερά ή προς το Κέντρο, είναι ένα υπεραπλουστευμένο ερώτημα που δεν αποτυπώνει τις σύγχρονες προκλήσεις και μπορεί να απαντηθεί μόνο με την αναζήτηση των σύγχρονων δρόμων της Αριστεράς.
Πάνος Σκουρλέτης
ΤΟ ΒΗΜΑ