Η ομιλία του απερχόμενου Γραμματέα της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ, Πάνου Σκουρλέτη στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ
Ο σύντροφος Αλέξης έκανε μια εμπεριστατωμένη ανάλυση της πολιτικής συγκυρίας και των τρεχουσών πολιτικών εξελίξεων, πράγμα που νομίζω ότι ήταν αναγκαίο και ταυτόχρονα μου δίνει τη δυνατότητα να μην επαναλάβω πράγματα με τα οποία συμφωνώ. Ο λόγος της σημερινής συνεδρίασής μας είναι πολύ συγκεκριμένος. Υπάρχει η πρόταση για την αναβολή του συνεδρίου και εκλογής νέου γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής. Μια πρόταση που ήδη έχει συζητηθεί στην ΠΓ και στο ΠΣ. Έγινε δεκτή κατανοώντας ότι, πράγματι, οι πολύ ιδιαίτερες συνθήκες τις οποίες αντιμετωπίζουμε, οι συνθήκες υγειονομικής κρίσης, προφανώς και δεν θα μας επέτρεπαν να κάνουμε ένα συνέδριο όπως το θέλαμε, ένα συνέδριο ανοιχτό, δημοκρατικό, ουσιαστικό, εμβαθύνοντας, ανταλλάσσοντας απόψεις. Ένα συνέδριο που θα μπορούσε και θα έπρεπε να γίνει υπόθεση όχι μόνο των μελών μας, αλλά ενός ευρύτερου περίγυρου. Ένα συνέδριο που θα κατέληγε στις αναγκαίες συνθέσεις, όπως πρέπει να γίνεται σε όλες τις ανώτερες, ανώτατες, δημοκρατικές διαδικασίες, με βάση και τις παραδόσεις του δικού μας χώρου. Συμφωνήσαμε νομίζω με μία αίσθηση ευθύνης ότι αυτός είναι ο ενδεδειγμένος δρόμος. Κερδίζουμε χρόνο για να τον αξιοποιήσουμε όσο το δυνατόν καλύτερα και για την αναγκαία συζήτηση στο εσωτερικό μας, αλλά ταυτόχρονα και για την αναγκαία διαρκή πολιτική παρουσία μας, σε μία συγκυρία η οποία φαίνεται ότι θα είναι συνεχώς επιδεινούμενη.
Ο χρόνος θα είναι πυκνός, οι καταστάσεις θα είναι ακραίες. Δεν επιτρέπεται από το δικό μας πολιτικό χώρο, από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, να αφήσουμε ούτε μία μέρα που να μη βρεθούμε δίπλα σε όλους όσους θα μας έχουν ανάγκη. Και δυστυχώς θα είναι πολλοί και πολλές. Είτε αφορά άνεργους, είτε αφορά εργαζόμενους, μη εργαζόμενους, ανθρώπους που θα χάσουν τη δουλειά τους, επιχειρήσεις οι οποίες θα βρεθούν και ήδη βρίσκονται σε πάρα πολύ δύσκολη θέση. Αυτός είναι ο ρόλος μας, αυτή είναι μεγάλη μας πρόκληση.
Συντρόφισσες και σύντροφοι
Αντιλαμβάνεστε ότι η δική μου τοποθέτηση θα έχει έναν χαρακτήρα όσο το δυνατό λιγότερο προσωπικό. Μιας αναφοράς στα δύο χρόνια που συμπληρώθηκαν από την εκλογή μου στη θέση του γραμματέα σε μία συγκυρία εντελώς διαφορετική από τη σημερινή. Είπε και ο σύντροφος πρόεδρος, τότε ήμασταν στην κυβέρνηση. Τα είδαμε μέσα σε αυτή τη διετία, όλα. Έχουν αλλάξει οι συνθήκες. Τότε είχαμε την δυνατότητα, βγαίνοντας από τα μνημόνια, σπάζοντας τον κύκλο των ανακυκλούμενων μνημονίων, να ελπίζουμε πως θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε μια ανάταση στην Ελληνική κοινωνία και, κυρίως, να πάρουμε τις αναγκαίες πρωτοβουλίες που δεν είχαμε τη δυνατότητα λόγω του αυστηρού μνημονιακού πλαισίου, έτσι ώστε να κερδίσουμε χρόνο, να δημιουργήσουμε νέα ελπίδα στον κόσμο, να δημιουργήσουμε μία νέα πορεία συνολικά για τη χώρα. Εκ του αποτελέσματος, αυτή την κορυφαία στιγμή της εξόδου από τα μνημόνια, με τις πολλές δυνατότητες, προφανώς δεν μπορέσαμε να αξιοποιήσουμε όπως θα θέλαμε. Δεν σκοπεύω να κάνω έναν συνολικό κυβερνητικό απολογισμό, κάποιες επισημάνσεις θεωρώ ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο έχουν συζητηθεί ανάμεσά μας όλο αυτό το διάστημα και θα συζητηθούν στην πορεία προς το συνέδριο. Δύσκολή τότε η συγκυρία, κάτι στο οποίο αναφέρθηκε εκτεταμένα ο σύντροφος Αλέξης πριν. Η δύσκολη τότε συγκυρία που είχε να κάνει με τη συζήτηση της συμφωνίας των Πρεσπών, πραγματικά λειτουργούσε ως ένα εμπόδιο στο να μπορέσουμε να κεφαλαιοποιήσουμε αυτή την μεγάλη επιτυχία που είχαμε από την έξοδο από τα μνημόνια. Ζούσαμε σε συνθήκες ενός ακήρυχτου εμφυλίου πολέμου με ευθύνη της αντιπολίτευσης, όπου ήμασταν αναγκασμένοι να προσπαθούμε -έχοντας και εσωτερικές αντιφάσεις τότε λόγω του κυβερνητικού μας εταίρου- να απαντάμε σε επιθέσεις αλλά να μη δειλιάζουμε, να μη κάνουμε πίσω, να κάνουμε εκείνη την ιστορική επιλογή με βάση τις αρχές μας και σήμερα όλοι να ομολογούν σιωπηρά ή φωναχτά ότι, ναι, ήταν μία ιστορική τομή, ήταν μία εθνική εκκρεμότητα που έληξε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Και αυτό πιστώνεται στην Αριστερά. Σε καμία άλλη πολιτική δύναμη. Αυτή είναι μία μεγάλη παρακαταθήκη, είναι ένα παράσημο που μας εμπνέει, που μας δίνει δύναμη. Και ακριβώς αυτή τη δύσκολη στιγμή πολιτευθήκαμε με βάση τις αρχές μας. Αφήσαμε στην άκρη τακτικισμούς, το πολιτικό κόστος. Και αναγνωρίστηκε αυτό. Ήταν ακριβώς το πρώτο σήμα στις δυνάμεις που δεν εκφράζονταν από άλλους πολιτικούς χώρους, κοντοστεκόντουσαν απέναντί μας, ενθαρρύνθηκαν στο να μας πλησιάσουν και αυτό αποτυπώθηκε στη μετέπειτα συγκρότηση της Προοδευτικής Συμμαχίας. Ήταν μια θετικότατη τομή αυτή η στάση μας.
Συντρόφισσες και σύντροφοι
Το προηγούμενο διάστημα και μέχρι τις εθνικές εκλογές και τις ευρωεκλογές, δεν μπορέσαμε να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος αυτού του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου το οποίο είχε χτιστεί σιγά σιγά από την πρώτη μέρα που αναλάβαμε την κυβέρνηση. Και ήταν ένα εμπόδιο αυτό στο να αντιλαμβανόμαστε ακριβώς την πραγματικότητα και να μπορούμε να οργανώνουμε τη δική μας παρέμβαση. Μας εμπόδισε ακόμα και να οργανώσουμε έτσι τη στρατηγική μας και την τακτική μας και σε σχέση με τις εκλογές. Πολλές φορές στο εσωτερικό μας –μου έλεγαν αργότερα, τότε δεν ήμουν στο κόμμα- ότι πηγαίναμε και κάναμε εισηγήσεις με μία αίσθηση υπεραισιοδοξίας ότι είναι δεδομένη μια δεύτερη τετραετία. Θα θυμόσαστε ότι δείξαμε μια αδυναμία στο να οργανώσουμε την εκλογική μας τακτική γνωρίζοντας ότι τον Μάιο έχουμε ευρωεκλογές, για τις οποίες ανεβάσαμε πολύ ψηλά τον πολιτικό πήχη, χωρίς να μπορέσουμε -με αυτό το δεδομένο αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο- χωρίς να έχουμε αξιολογήσει τα προβλήματα που εκ των πραγμάτων προκαλούνται μέσα από τις αντιφάσεις του να υλοποιείς μια πολιτική που δεν είναι δική σου, τα οποία είχαν δημιουργηθεί στο πεδίο του πολιτικού μας κεφαλαίου και της αξιοπιστίας. Χάνοντας όλο αυτό το διάστημα, ώστε να μη μπορέσουμε να πάμε με τους καλύτερους δυνατούς όρους στη μάχη των ευρωεκλογών. Προσωπικά τότε, όχι μόνο σε εσωτερικές συζητήσεις αλλά και στην τότε ΠΓ στα τέλη εκείνου του έτους ή στις αρχές του επόμενου, είχα πει ότι δεν θα έπρεπε να μας βρει το Πάσχα χωρίς να έχουμε κάνει εθνικές εκλογές. Εθνικές εκλογές που κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε να γίνονταν ή ταυτόχρονα με τις ευρωεκλογές, με δεδομένο ότι αναμέναμε ένα πολύ αρνητικό αποτέλεσμα και με την επικοινωνιακή υπεροπλία του αντιπάλου δεν θα μπορούσαμε –όπως επιβεβαιώθηκε- να ανασάνουμε αμέσως μετά. Άρα, να πηγαίναμε πριν για εθνικές εκλογές ή ταυτόχρονα με τις ευρωεκλογές. Δεν εισακούστηκε αυτή η πρόταση. Θα μου πείτε, θα άλλαζε το αποτέλεσμα; Ενδεχομένως θα οδηγούσε σε ένα εκλογικό αποτέλεσμα με μία πολύ μικρότερη διαφορά. Διότι εάν δεν είχαμε αποφασίσει έτσι τότε, αντιλαμβάνεστε ότι θα είχαμε οργανώσει διαφορετικά τη δική μας τακτική, τις δικές μας δυνατότητες στο οικονομικό πεδίο, τι πρόγραμμα, αναπτυξιακό, πρωτοβουλιών, παρέμβασης, ανακούφισης, στήριξης συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων. Ποια νομοσχέδια θα είχαμε προωθήσει, τα οποία τα κρατάγαμε όλο το προηγούμενο διάστημα με την προσδοκία ότι θα εξαντλούσαμε την τετραετία. Είχαμε αντιφατικές δηλώσεις σε σχέση με το χρόνο των εκλογών. Τέλος επιλέξαμε και κάτι που ήταν ένας επιπλέον αρνητικός παράγοντας. Τις δημοτικές εκλογές που για ένα χρόνο, προηγουμένως, μέσα από την ανοιχτή και πρωτόγνωρη διαβούλευση με την ελληνική κοινωνία που κάναμε για την απλή αναλογική, το νομοσχέδιο «Κλεισθένης», τις είχαμε ορίσει να γίνουν -αλλάζοντας και τη διάρκεια της θητείας των αιρετών οργάνων- τον Οκτώβριο, ακριβώς διότι αναγνωρίζαμε την αυταξία των δημοτικών εκλογών και ότι δεν θα έπρεπε σε καμία περίπτωση να συγχέεται το περιεχόμενό τους, αυτή όλη η πολιτική συζήτηση που αναπτύσσεται, με κεντρικές πολιτικές μάχες. Τελευταία στιγμή, κυριολεκτικά τελευταία στιγμή και είχα δυστυχώς την ατυχία να το βιώσω προσωπικά αυτό -όταν κατατέθηκε ο νόμος, αφού είχε περάσει ήδη από τις Επιτροπές- στην Ολομέλεια αποφασίσαμε να τις κάνουμε την ίδια ημερομηνία με τις ευρωεκλογές, μέσα από μια εντελώς λανθασμένη εκτίμηση ότι αυτό μπορεί τακτικά να μας συνέφερε. Ακυρώνοντας όλη την επιχειρηματολογία που είχα εγώ προσωπικά ως μέλος της κυβέρνησης και υπουργός Εσωτερικών, αλλά και οι δυνάμεις μας οι αυτοδιοικητικές, ότι θα έπρεπε οι αυτοδιοικητικές εκλογές να γίνουν μόνες τους. Βεβαίως, μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, δεν νομίζω ότι υπήρχαν πολλές διαφορετικές δυνατότητες από αυτό που κάναμε. Ο κύβος είχε ριφθεί.
Συντρόφισσες και σύντροφοι
Όταν ανέλαβα τη θέση του γραμματέα μη όντας μέλος της προηγούμενης ΠΓ, στο συνέδριο του ’16 ήμουν απλό μέλος της ΚΕ, δεν ήμουν στην ΠΓ, το προηγούμενο διάστημα ήμουν σε κυβερνητικές θέσεις και πριν από το ’15 για πέντε χρόνια στο γραφείο Τύπου του κόμματος, όχι αποκομμένος από την κομματική ζωή, γιατί πάντοτε πήγαινα στις συγκεντρώσεις, μίλαγα με τους συντρόφους, αλλά μη έχοντας μια καθημερινή επαφή με τα οργανωτικά ζητήματα, διαπίστωσα ότι ήμασταν σε μια οιονεί προεκλογική περίοδο. Το ανέλυσα πριν αρκετά. Φαίνεται ότι δεν το είχαμε συνειδητοποιήσει. Το κόμμα μας ήταν ξεχασμένο. Παρατημένο. Με μειωμένη αυτοπεποίθηση. Και με προβληματική, σε πάρα πολλούς τομείς, επικοινωνία με την κυβέρνηση. Όχι συνολικά, σε ορισμένους τομείς αναφέρομαι. Χωρίς να έχει συνείδηση της αναγκαιότητας του διακριτού του ρόλου, σε σχέση με την κυβέρνηση. Με συγκεχυμένες αντιλήψεις. Αλλά όλα αυτά δημιουργούσαν μια συνολική απαξία. Μέσα από τις τότε συζητήσεις και σε προσωπικό επίπεδο και με διάφορους συντρόφους αποδέχτηκα την πολύ τιμητική, πράγματι τιμητική -και αυτό Δημήτρη νομίζω ότι αφορά και τη δική σου πρόταση αυτή τη στιγμή- κάποιος να είναι γραμματέας ενός κόμματος της Αριστεράς, ενός κόμματος το οποίο οφείλει να λειτουργεί συλλογικά, δημοκρατικά, να θέλει να παίζει τον ρόλο του συλλογικού διανοούμενου. Απέχουμε πολύ αλλά προς τα εκεί θα πρέπει να κατατείνουμε. Σε μια τέτοια λειτουργία. Να είναι φυτώριο ιδεών, επεξεργασιών. Ταυτόχρονα να μπορεί με τα στελέχη του να επενεργεί στους κοινωνικούς χώρους, σεβόμενο την αυτονομία τους. Μέσα από ένα τέτοιο πλαίσιο νομίζω ότι μπορέσαμε, μέσα από την συλλογική προσπάθεια, σήμερα να μιλάμε για ένα κόμμα που αυτά τα δύο χρόνια ξαναλειτούργησαν στην πλειοψηφία τους οι οργανώσεις, οι νομαρχιακές επιτροπές και έδωσε τρις εκλογικές μάχες, που τα χαρακτηριστικά τους δεν τα έχει κανένα άλλο κόμμα. Κανείς δεν οργάνωσε τόσες συγκεντρώσεις με υποψήφιους βουλευτές, με τον σύντροφο τον πρόεδρο. Ποιος; Η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ; Ανύπαρκτα κόμματα. Έδωσε τρεις εκλογικές μάχες, ξαναζωντάνεψε και κατόρθωσε να πάρει πάνω του, αμέσως μετά τις εκλογές, και την υπόθεση της διεύρυνσης. Συνήθως, μετά από μια εκλογική ήττα επέρχεται ένας μαρασμός, μια ψυχολογική κατάπτωση. Το ξεπεράσαμε. Το πιστοποιούν τα νούμερα των χιλιάδων νέων συντρόφων που οι περισσότεροι, το 90%, γράφτηκαν μέχρι τον Δεκέμβριο. Κι αυτό δεν οφείλεται πάντοτε στην πανδημία. Οφείλεται και σε μία, κατά τη γνώμη μου ρεαλιστική, ανάγνωση των πραγμάτων, όπου το θέμα δεν ήταν να τραβάμε την προσυνεδριακή διαδικασία μέχρι να γεμίσουν με όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο οι οργανώσεις μας, αλλά πως θα δημιουργούσαμε μια τέτοια δυναμική, ένα τέτοιο ενδιαφέρον στον κόσμο, ένα κύμα νέων εγγραφών και το συνέδριο με τις απαντήσεις του θα ήταν ένα εφαλτήριο για ακόμη μεγαλύτερη διεύρυνση, μαζικοποίηση και ουσιαστικοποίηση της δουλειάς. Και εδώ είναι αλήθεια ότι είχα μειοψηφήσει στην ΠΓ, λέγοντας ότι το συνέδριο –μη γνωρίζοντας την ιστορία του κορονοϊού, ούτε ο πρόεδρος και κάποιος άλλος- θα έπρεπε να γίνει μέσα στο ‘19. Το θεωρώ ακατανόητο στην παγκόσμια πολιτική ιστορία να προαναγγέλλουμε ένα συνέδριο το οποίο στην καλύτερη των περιπτώσεων θα γινόταν σχεδόν έναν χρόνο μετά. Αυτό είναι η τέλεια συνταγή της εσωστρέφειας. Για σκεφτείτε τι έχει γίνει όλο αυτό το διάστημα. Εμείς κυρίως κερδίζαμε δημόσια αναφορά μέσα από προβλήματα εσωτερικά, υπαρκτά ή όχι, παρά μέσα από τις θέσεις, τις επεξεργασίες, τις προτάσεις μας. Νομίζω ότι επιβεβαιώθηκε ότι ήταν λάθος που το πήγαμε τόσο μακριά. Δεν ήταν αυτό το διάστημα, από τις εθνικές εκλογές και έπειτα, παραγωγικό. Διότι χάσαμε πάρα πολύ χρόνο στην αρχή για να συζητήσουμε εάν είναι αναγκαίος ένας πολιτικός απολογισμός. Ένας αναγκαίος πολιτικός απολογισμός της πρώτης φοράς Αριστερά. Του παγκόσμιου παραδείγματος, με δημοκρατικό τρόπο, σε συνθήκες ηγεμονίας του νεοφιλελευθερισμού, μίας κυβέρνησης της Αριστεράς στην Ευρώπη. Αυτό θα έπρεπε να είναι η πρώτη μας έγνοια, αμέσως μετά τις εκλογές, αλλά είχαμε αναστολές, φοβόμασταν ότι θα είναι εσωστρεφές, μήπως οδηγηθούμε σε ένα κυνήγι μαγισσών, εσωστρέφειας, ανθρωποφαγίας. Όλα αυτά έγιναν, χωρίς να έχουμε συζητήσει και φτάσαμε μέχρι τα Χριστούγεννα για να βγάλουμε ένα εξαιρετικό κείμενο το οποίο, όμως κι αυτό δεν το έχουμε συζητήσει στο βαθμό που θα έπρεπε στις οργανώσεις. Όταν όμως, δεν κάνεις συλλογικούς απολογισμούς, ανοίγεις τον δρόμο για τους προσωπικούς απολογισμούς, τους υποκειμενισμούς και υπήρξαν τέτοιοι πάρα πολλοί. Οι οποίοι αξιοποιούνται πλέον κατά το δοκούν, θέλοντας ο καθένας να υποστηρίξει την άποψή του επιλεκτικά, στέκεται σε ζητήματα που αφορούν την προηγούμενη διακυβέρνηση, σε ζητήματα που αφορούν την λειτουργία του κόμματος, τα βγάζει στις παρέες του, κάποιοι υποκύπτουν και στη γοητεία του πληκτρολογίου μετά τα μεσάνυχτα και εκτονώνονται και ισορροπούν. Δυστυχώς αυτά τα φαινόμενα πλήθυναν. Να αναφερθώ σε μερικά. Δημοτικές εκλογές, οι οποίες συνδέθηκαν άμεσα με το πρόσωπό μου. Ακόμη και σήμερα μία από τις φιλικές εφημερίδες, τις κυριακάτικες, μιλάει για τη μεγάλη ευθύνη του Πάνου του Σκουρλέτη για την αποτυχία των δημοτικών εκλογών. Επειδή θεωρώ ότι είναι μείζον αυτό το θέμα για το κόμμα, ζήτησα να γίνει συζήτηση και το τμήμα έκανε απολογισμό, έγινε μια καταρχήν συζήτηση στην ΠΓ, αλλά δεν πήγε ποτέ στην ΚΕ. Ήταν ένα κείμενο – πλαίσιο το οποίο ήταν αρκετά γόνιμο, αλλά βέβαια, βόλευε τελικά να υιοθετήσουμε διάφορες υποκειμενικές και λάθος κατά τη γνώμη μου εκτιμήσεις, λέγοντας ότι το πρόβλημα στις δημοτικές εκλογές ήταν ότι υπήρχαν δύο στρατηγικές. Μία που ήθελε τις συνεργασίες και μία που δεν τις ήθελε. Δεν ήταν έτσι. Ήταν οι διαρκείς και μόνιμες παθογένειες του χώρου μας, γιατί στις δημοτικές εκλογές εάν δεν έχεις στελέχη που να είναι γνωστά στις τοπικές κοινωνίες, δεν πα να κάνεις ανοίγματα, κλεισίματα, αν δεν έχεις συνδυασμούς οι οποίοι να είναι ριζωμένοι και όχι τέσσερις μήνες πριν από τις εκλογές, δεν πρόκειται να κάνεις τίποτα.
Και ούτε θα ήταν λύση, απλά και μόνο αποτιμώντας τους άλλους συνδυασμούς να δούμε ποιος έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να εκλεγεί για να τον υποστηρίξουμε, για να κολλήσουμε κάπου. Σε μερικές περιπτώσεις το κάναμε κι αυτό. Αλλά αυτό δεν είναι ο ρόλος μας. Ο ρόλος μας στην ΤΑ είναι να παρεμβαίνουμε, να διαμορφώνουμε συνθήκες, συνειδήσεις, να έχουμε προγραμματικές προτάσεις για τις τοπικές κοινωνίες. Αυτή ήταν και η πεμπτουσία της μεγάλης θεσμικής αλλαγής που κάναμε μέσα από την απλή αναλογική. Δυστυχώς όλα αυτά δεν τα συζητήσαμε, λέγοντας ότι κάποιοι ήθελαν και κάποιοι δεν ήθελαν τις συμμαχίες. Για να μην αναφερθώ σε άλλα, νοσηρά φαινόμενα, που για πρώτη φορά ήταν τόσο έντονα στον χώρο μας. Κεντρικά πολιτικά στελέχη μας οι οποίοι έπαιζαν με δύο και με τρεις συνδυασμούς, έκαναν δημόσιες σχέσεις στην προοπτική των εθνικών εκλογών, καταρρακώνοντας το ηθικό συντρόφων μας. Αυτά όλα δεν θα έπρεπε να τα συζητήσουμε; Δεν θα έπρεπε σε κάθε οργάνωση να γίνει μια τέτοια συζήτηση; Δεν είναι προωθητικό αυτό; Αλλιώς τι κάνουμε, ποιος είναι ο ρόλος του κόμματος τελικά και η περίφημη γείωση; Γείωση δεν είναι δημόσιες σχέσεις. Γείωση δεν είναι με έναν μηχανιστικό τρόπο να ενσωματώνεις στο πρόγραμμά σου ό,τι λέει η κάθε κοινωνική ομάδα ή και κάθε ξεπερασμένος και απαξιωμένος θεσμός. Γείωση είναι να απευθύνεσαι και σ’ αυτούς που δεν έχουν έκφραση και είναι οι περισσότεροι στους κοινωνικούς χώρους. Και να τους εμπνέεις, να έχεις ένα διάλογο μαζί τους για να φτιάχνεις πραγματικά ένα ριζοσπαστικό, ρωμαλέο, σύγχρονο, διεκδικητικό πρόγραμμα.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Αντίθετα, στο διάστημα αυτό προέκυψαν με έναν τεχνητό τρόπο διλήμματα τα οποία δεν είχαν σχέση με τις ομόφωνες αποφάσεις μας. Ομόφωνες ήταν οι αποφάσεις μας, όλες, στην ΚΕ και στο Πολιτικό Συμβούλιο. “Ποιος είναι υπέρ ή κατά της διεύρυνσης”. Μα δεν ήταν αυτό το ζήτημα. Το περιεχόμενο της διεύρυνσης ήταν. Τα χαρακτηριστικά αυτού του πράγματος που θέλουμε να φτιάξουμε, κατά τη γνώμη μου τον σύγχρονο φορέα της Αριστεράς της εποχής μας. Αυτό ήταν που θα έπρεπε να συζητήσουμε. Ανακαλύψαμε και σωστά και δώσαμε “όρκους πίστης” στην ανάγκη μιας νέας προγραμματικής πρότασης. Τι δουλειά έχουμε κάνει σε αυτή την υπόθεση; Έχει γίνει μια καλή δουλειά σε μια επιτροπή, ναι. Την έχουμε συζητήσει; Την έχουμε δοκιμάσει πουθενά; Θα το κάνουμε τώρα, στις συνθήκες της πανδημίας, τις υβριδικές; Να το κάνουμε. Αλλά, που είναι η δυναμική προγραμματική αντιπολίτευση; Ή η δυναμική αντιπολίτευση είναι όταν ουρλιάζουμε σε όλους τους τόνους, ακατάληπτα, για να πείσουμε τον στενό εκλογικό μας πυρήνα και να αποκομίζουμε χιλιάδες ή εκατοντάδες like; Από τους ίδιους και τους ίδιους και να βράζουμε στο ζουμί μας; Αυτά είναι τα μεγάλα ζητήματα.
Ή το άλλο “δίλημμα”, το οποίο ακούγεται ακόμη και τώρα και το οποίο στην αρχή το προσπεράσαμε δυστυχώς. Θα έπρεπε να τα συλλάβουμε αυτά τα αρνητικά διλήμματα, αλλά τα αφήσαμε και λειτούργησαν δηλητηριάζοντας τις εσωκομματικές μας σχέσεις: “Το κόμμα του 3% και του 33%”; Μα σε ποιους απευθύνεται αυτό; Σε μια ηγετική ομάδα που από το 2010 είχε μια νικηφόρα επιβεβαιωμένη πορεία; Έγινε ή δεν έγινε συνάντηση στο έδαφος της Αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ, αυτού που ονομάζουμε σήμερα Προοδευτική Συμμαχία; Υπήρχαν φωνές οι οποίες δεν δικαιώθηκαν, ηττήθηκαν πολιτικά, ήταν σε άλλα σχήματα. Στο δημοψήφισμα ποιοι ήταν με το “Μένουμε Ευρώπη” και ποιοι ήταν με το ηρωικό ΟΧΙ; Άλλαξαν. Βεβαίως. Καλοδεχούμενοι. Αλλά, ο καθένας με το δικό του ειδικό βάρος, το ιστορικό μέγεθος. Δεν μπορούμε να αφομοιώνουμε έτσι μια νικηφόρα πορεία σε δύσκολες συνθήκες. Αυτή είναι η δική μας Αριστερά. Ανοιχτή Αριστερά, αντιδογματική Αριστερά, δημοκρατική Αριστερά, των ανοιγμάτων, των συμμαχιών. Γιατί αυτά ήταν τα εφόδιά μας, από εκεί που προερχόμαστε, είτε ήταν το ανανεωτικό ρεύμα του ΚΚΕ, είτε η διάσπαρτη, ανένταχτη Αριστερά, είτε οι ευρωκομμουνιστικές αναφορές του ΚΚΕ Εσωτερικού, η ΕΑΡ και άλλα. Αυτά τα εφόδια είχαμε, δεν ήταν ποτέ ο σκαντζόχοιρος και το “αριστερόμετρο”, για να βγαίνουν δήθεν φιλικά Μέσα και να διασύρουν συντρόφους. Και καλά να το κάνουν σε έναν, δύο, τρεις. Είναι καρμπόν σε όλες τις οργανώσεις αυτό σήμερα. Πως θα το ανατάξουμε αν δεν συνεννοηθούμε πολιτικά για όλα αυτά τα ζητήματα;
Συντρόφισσες και σύντροφοι
Νομίζω ότι όλα αυτά τα χαρακτηριστικά της προηγούμενης περιόδου, οδήγησαν πραγματικά σε αυτό που ονομάζουμε εσωστρέφεια η οποία, τελικά, φαίνεται ότι αποτυπώνεται και στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των δημοσκοπήσεων. Δεν είναι μόνο ο χρόνος, δεν είναι πολύς ένας χρόνος, δεν μπορεί να αποδεχτεί κάποιος που ψηφίζει ένα κόμμα ότι έπεσε έξω και να τον δεις να μεταστρέφεται μέσα σε ένα χρόνο. Δεν γίνονται αυτά εύκολα. Αυτή είναι και η έννοια της δημοκρατικής νομιμοποίησης. Αλλά, όμως, όταν είναι ορατά τα σημάδια της κατάρρευσης της σημερινής κυβέρνησης, τα πρώτα, οι ρωγμές, εμείς γιατί να μη δούμε μια δυναμική; Αυτό είναι που θα πρέπει να μας προβληματίσει. Και η δυναμική αυτή δεν μπορεί να προκύψει στο όνομα μιας απροσδιοριστίας προγραμματικής, ιδεολογικοπολιτικής. Δεν μπορεί η ιστορία της διεύρυνσης να είναι μια άμορφη αναφορά σε έναν φορέα που θα ταυτίζεται με την παράταξη. Άλλο παράταξη, άλλο κόμμα. Βεβαίως, ένα κόμμα είναι στο πλαίσιο μιας ευρύτερης παράταξης, βεβαίως ένα κόμμα πρέπει να έχει αντίληψη συμμαχιών σε προγραμματική βάση, να το επιδιώκει, να προσπαθεί να ωριμάσει αυτές τις συνθήκες της συνεργασίας. Αλλά η αμορφία δεν είναι λύση σε κάτι. Δεν θεωρώ ότι έχουν κλείσει αυτά τα ζητήματα με αυτό τον τρόπο, ως κινδύνους τα επισημαίνω. Ως κινδύνους, ορατούς όμως.
Συντρόφισσες και σύντροφοι
Έστω και με βάση αυτή την αρνητική εμπειρία του «μη διαλόγου» -αντί του πραγματικού διαλόγου- που έγινε στα social media, στο περιθώριο των οργανώσεών μας, ενεργοποιώντας εξωθεσμικά κέντρα. Μη συζητώντας. Έχουμε μια αρνητική εμπειρία, τουλάχιστον ας την αξιοποιήσουμε για να υπερβούμε όλο αυτό το νοσηρό κλίμα. Και να πάμε σε συντεταγμένες, δημοκρατικές, συλλογικές, διαδικασίες. Αυτός είναι ο μόνος ασφαλής δρόμος για να έχουμε μια προωθητική πορεία. Τίποτα από αυτά που σας έχω πει με τον έναν ή τον άλλον πολιτικό τρόπο δεν τα έχω πει και δημόσια, στις διάφορες συνεντεύξεις. Όμως υπέστην μια “δημιουργική” εν πάση περιπτώσει ερμηνεία αυτών των πραγμάτων, ότι δήθεν υπονομεύω τον πρόεδρο, ότι αποτελώ έναν “νέο Λαφαζάνη”, δηλαδή αστεία πράγματα, είμαστε και χρόνια γνωστοί. Αλλά δεν πιστεύω ότι η προοπτική του χώρου μας είναι να αποτελέσει ένα μέρος ενός νέου δικομματισμού στις σημερινές συνθήκες. Ενός συναινετικού, δηλαδή, δικομματισμού. Πρέπει να είναι το αντίπαλο δέος στα πλαίσια ενός ανταγωνιστικού διπολισμού, όπου αυτός ο ανταγωνισμός θα πατάει σε μια εξίσου ανταγωνιστική προγραμματική πρόταση. Δεν μπορεί η δική μας Αριστερά να μην αξιοποιεί τις καλύτερες των παραδόσεων και των άλλων χώρων, αλλά να μην αναδεικνύουμε τελικά ότι αυτή η συνάντηση είναι στο έδαφος μιας σύγχρονης Αριστεράς, η οποία αποτελεί σημείο αναφοράς και για παραδοσιακές, ιστορικές, αριστερές δυνάμεις, αλλά και για τον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας, που κι αυτός σήμερα έχει τις δικές του, πολύ ενδιαφέρουσες διεργασίες. Βεβαίως να είμαστε η ραχοκοκαλιά της ευρύτερης δημοκρατικής παράταξης. Βεβαίως να μπορούμε να εκφράσουμε και ανθρώπους οι οποίοι εκφράζονταν από άλλες πολιτικές μήτρες, έχουν άλλη ιστορική διαδρομή. Στο έδαφος, όμως, της Αριστεράς της εποχής μας. Που πρέπει, προφανώς, να προσδιορίσουμε τι σημαίνει, όσο μπορούμε να το προσδιορίσουμε. Η Αριστερά, την οντότητά της την αποδεικνύει επειδή επαγγέλλεται διαφορετικές σχέσεις, διαφορετικές κοινωνικές και παραγωγικές σχέσεις. Έχει μέσα της το στοιχείο μιας διαφορετικής κοινωνίας. Δεν μπορεί να το μοντελοποιήσει αυτό γιατί οδηγεί σε δογματικές προσεγγίσεις, είναι μακριά από εμάς αυτός ο κλειστός τρόπος ενόρασης των πραγμάτων. Νομίζω ότι έχουμε ανάγκη από μια τέτοια Αριστερά, με τη δική της πολύμορφη ταυτότητα, τη δικαιωματική ταυτότητα, την οικολογική ταυτότητα. Μια Αριστερά η οποία θα επιβεβαιώνει τον συλλογικό και δημοκρατικό τρόπο λειτουργίας της και ταυτόχρονα θα μπορεί να κάνει πράξη αυτό που εύστοχα είπαμε όταν κάναμε το ξεκίνημα για τον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, μια νέα σχέση με την πολιτική. Νέα σχέση με την πολιτική δεν είναι αυτό το μοντέλο λειτουργίας των οργανώσεών μας, δεν είναι το μοντέλο πολιτικής παρουσίας αρκετών από τα στελέχη μας, που είναι παλιομοδίτικο. Είναι άλλο πράγμα. Να το διαμορφώσουμε, να το αναζητήσουμε. Έτσι θα κερδίσουμε τις εν υπνώσει δυνάμεις της νεολαίας, της αποχής. Έτσι θα αλλάξουν οι συσχετισμοί, αυτή θα είναι η νικηφόρα πορεία. Και μπορεί να είναι σύντομη αυτή η νικηφόρα πορεία. Ξέρετε γιατί; Όχι γιατί εμείς θα κάνουμε μια εργώδη, συστηματική προσπάθεια. Που πρέπει να την κάνουμε, αλλά επειδή θα είναι πολύ πυκνές οι κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις. Το έχουμε ξαναζήσει. Θα έρθουν τα πάνω – κάτω κι εμείς πρέπει να είμαστε έτοιμοι.
Συντρόφισσες και σύντροφοι
Σύντροφε Δημήτρη θα ήθελα, ειλικρινά, να σε αγκαλιάσω σταυρωτά. Ο covid και το πρωτόκολλο το απαγορεύουν. Κυριολεκτικά θα σου έλεγα τράβα μπρος. Όλοι μαζί θα στηρίξουμε αυτή την προσπάθεια. Ο Δημήτρης δεν είναι ουρανοκατέβατος, είναι ο άνθρωπος ο οποίος γνωρίζει το ιστορικό μας ίχνος και αυτό είναι εγγύηση. Είναι μιας νέας γενιάς. Χωρίς να ξέρω την πρόταση του Αλέξη, προφητικά πριν από δύο εβδομάδες είχα δώσει μια συνέντευξη στον Βασίλη Σκουρή. Στην τελευταία ερώτηση μου λέει θα είσαι και πάλι γραμματέας; Και του λέω, δεν είμαι παντρεμένος με τις καρέκλες, πιστεύω στην ανανέωση των οργάνων και θεωρώ ότι αυτό είναι ένα θέμα που θα πρέπει δει η ΚΕ, άρα είναι αποπροσανατολιστική η συζήτηση. Έφτασε, λοιπόν, η στιγμή. Μακάρι να γινόταν μέσα από διαδικασίες μιας νέας εκλεγμένης ΚΕ από ένα δημοκρατικό συνέδριο. Είπαμε ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει, νομίζω όμως ότι είναι ένα ελπιδοφόρο ξεκίνημα που πρέπει να το αξιοποιήσουμε.
Πάνος Σκουρλέτης
Πηγή: Η Αυγή