Η συρρίκνωση συνταξιοδοτικών αποδοχών και ασφαλιστικών παροχών είχε ξεκινήσει στη χώρα μας ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ‘90, ακολουθώντας μια νεοφιλελεύθερης έμπνευσης πανευρωπαϊκή τάση αναθεώρησης του κοινωνικού χαρακτήρα της ασφάλισης, αλλά και γενικότερα της έννοιας και του ρόλου του κοινωνικού κράτους. Το δημόσιο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης στην Ελλάδα έμοιαζε με πουλόβερ που ξηλώνεται. Τα μνημόνια και το ΔΝΤ χειροτέρευσαν την κατάσταση. Μέχρι το 2014 οι συντάξεις είχαν υποστεί 11 μειώσεις, με απώλειες από 40% έως 50%. Τα αποθεματικά των Ασφαλιστικών Ταμείων είχαν πληγεί ανεπανόρθωτα από τις άτοκες καταθέσεις στην Τράπεζα της Ελλάδος, τα δομημένα ομόλογα, τα παιχνίδια στο χρηματιστήριο, το περίφημο PSI. Το 2015, μέσα σε αυτό το δραματικό περιβάλλον, ο ΣΥΡΙΖΑ αναλαμβάνει την ευθύνη της διακυβέρνησης και προσπαθεί να εξασφαλίσει την καταβολή των συντάξεων, που δεν ήταν δεδομένη και στη συνέχεια να σταθεροποιήσει το ασφαλιστικό σύστημα υπό τις πρωτοφανείς δημοσιονομικές πιέσεις και τις απαιτήσεις των δανειστών μας. Ήταν μια προσπάθεια περιορισμού ζημιών. Χαρακτηριστική η περίπτωση του ΕΚΑΣ. Καταργημένο το 2015, ήδη με νόμο του 2010, χωρίς να έχει ζητηθεί επαναδιαπραγμάτευση από την κυβέρνηση Σαμαρά, διατηρήθηκε όσο ήταν δυνατόν από τον ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να αποφευχθεί το κόψιμό του. Ορισμένα αντισταθμιστικά μέτρα επεδίωξαν να αμβλύνουν τις συνέπειες. Είναι κατανοητό, όμως, ότι ανεξάρτητα από το ύψος των περικοπών, στους δύσκολους καιρούς κάθε ευρώ μετράει, ακόμη και αν πρόκειται για τη σταγόνα στο ξεχειλισμένο ποτήρι των μειώσεων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έθεσε ως στόχο του τη δίκαιη ανάπτυξη, που θα μπορούσε να στηρίξει προοπτικά τη διεύρυνση των ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών παροχών και αποδοχών. Μείωσε κατά 9 ποσοστιαίες την ανεργία (από το 25,8% στο 17%) και καταπολέμησε την «μαύρη» εργασία, την εισφοροκλοπή και την εισφοροδιαφυγή, προκειμένου να βελτιώσει τα έσοδα του συστήματος. Μέτρα όπως η θέσπιση της 13ης σύνταξης, πήγαν ένα βήμα πιο πέρα τη στήριξη των συνταξιούχων, κυρίως, όμως, αποτέλεσαν «δείγμα γραφής» της τότε κυβέρνησης για το μέλλον. Ωστόσο, το 2019, έτος νέων αποφάσεων για τις συντάξεις, άλλα και εκλογών, έγινε κυβέρνηση η ΝΔ και αντιστράφηκε αυτή η πολιτική, αφού μπήκε ένα τέλος και στα αντισταθμιστικά για το ΕΚΑΣ και στην 13η σύνταξη και σε άλλες παροχές προς τους οικονομικά ασθενέστερους.
Η πολιτική της παρούσας κυβέρνησης διαπνέεται από τις παρωχημένες λογικές των ιδιωτικοποιήσεων. Υπερφορολογεί τα πετσοκομμένα αναδρομικά. Ιδιωτικοποιεί την επικουρική ασφάλιση, στερώντας από τους συνταξιούχους 1 δισ. ευρώ ανά έτος, προκειμένου να καλυφθεί μέρος της τρύπας αυτής της ιδιωτικοποίησης. Οι εκκρεμείς συντάξεις τετραπλασιάστηκαν και ο αρμόδιος υπουργός δικαιολογήθηκε -μετά από 2,5 χρόνια διακυβέρνησης από τη ΝΔ- ρίχνοντας τις ευθύνες στο προσωπικό του ΕΦΚΑ. Με τον τελευταίο νόμο, που ψήφισε μόνο η ΝΔ, προσφέρει στην αγορά την ακίνητη περιουσία του ΕΦΚΑ, μέσω μιας μη επαρκώς ελεγχόμενης εταιρείας και με διευθυντές από τον ιδιωτικό τομέα, με υψηλές αμοιβές.
Το Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης έχει ανάγκη από νέους κοινωνικούς πόρους. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης για τον ΕΦΚΑ στη Βουλή, πρότεινα η εκμετάλλευση της Αττικής Οδού, καθώς η σχετική σύμβαση λήγει, να περάσει στο Δημόσιο και ένα μέρος των εσόδων στα ασφαλιστικά Ταμεία, δίνοντας τη δυνατότητα ενός σταθερού και σημαντικού εσόδου για τη στήριξή τους σε βάθος χρόνου. Καμία απάντηση δεν έλαβα. Η κυβέρνηση ιδιωτικοποίησε τον ΔΕΔΔΗΕ, επιλέγοντας ένα αυστραλιανό ασφαλιστικό fund. Γιατί τα εγγυημένα έσοδά του να μη στήριζαν το δημόσιο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης; Είναι φανερό ότι είναι θέμα πολιτικού προσανατολισμού.
Οι συνταξιούχοι πλήττονται φυσικά και από την ακρίβεια στα καύσιμα, στο ηλεκτρικό, στα τρόφιμα, ενώ η κυβέρνηση δεν παίρνει τα κατάλληλα μέτρα. Όπως αποδείχτηκε στην πανδημία, τη δύσκολη ώρα είναι το δημόσιο σύστημα που στηρίζει την κοινωνία. Χρειάζεται, λοιπόν, ένα ισχυρό δημόσιο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης και εξαρτάται από τις αριστερές, προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις να το συνομολογήσουν, στο πλαίσιο των αναγκαίων προγραμματικών συμφωνιών που απαιτούν οι καιροί, για να φύγει η παρούσα κυβέρνηση πριν προκαλέσει περισσότερες ζημιές.
Άρθρο του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Πάνου Σκουρλέτη, στην εφημερίδα «60+»