Είχαμε πει σε προηγούμενο κείμενό μας, ότι η επόμενη ημέρα αρχίζει από σήμερα.
Η επισήμανσή μας αυτή ήθελε να τονίσει την επείγουσα ανάγκη μιας θαρραλέας στροφής στο κοινωνικό πεδίο, αξιοποιώντας στο έπακρο το δημοσιονομικό χώρο και τις αισιόδοξες ρωγμές που έχουν δημιουργηθεί και μπορούν να υπάρξουν στη συνέχεια, με την “έξοδο από το μνημόνιο”. Αυτή την επείγουσα ανάγκη τονίζουμε και σήμερα. Η επόμενη ημέρα έχει ήδη αρχίσει με ελπίδες και προσδοκίες, αλλά και με απόλυτη γνώση των δυσκολιών, των συνεχιζόμενων εκβιασμών, της ενισχυμένης εποπτείας. Η πορεία μας, ασφαλώς, δεν θα είναι στρωμένη με ροδοπέταλα. Νέοι κίνδυνοι παραμονεύουν για την παγκόσμια οικονομία, ενώ η μετατόπιση προς τα δεξιά και η αύξηση της επιρροής της άκρας δεξιάς και των ναζιστικών μορφωμάτων στην Ευρώπη και δυστυχώς και στη χώρα μας, δεν μπορεί να μας αφήνει αδιάφορους.
Η κοινωνία εξαιτίας των μνημονιακών πολιτικών και παρά τις προσπάθειες των τελευταίων χρόνων, έχει αλλάξει δραματικά. Η άρση των ποικίλων αδικιών, των ανισοτήτων, του κοινωνικού αποκλεισμού, δεν θα είναι περίπατος.
Ωστόσο το τυπικό, έστω, τέλος των μνημονίων αφήνει περιθώριο μιας άλλης πορείας: από τους τεχνοκράτες και τους ειδικούς της αγοράς, από τον στραγγαλισμό της δημοκρατίας και την αποθέωση της νεοφιλελεύθερης λογικής και των κυρίαρχων ελίτ, στην επιστροφή της πολιτικής, στον ανταγωνισμό των διαφορετικών πολιτικών σχεδίων.
Χρειαζόμαστε, λοιπόν, βηματισμούς, ένα νέο κύμα ριζοσπαστισμού, αριστερή στροφή, που να σηματοδοτούν συμβολικά και ουσιαστικά την τομή με τη μνημονιακή λαίλαπα: τη λιτότητα, τις κοινωνικές διακρίσεις, τις ανισότητες, τον αυταρχισμό των δανειστών. Θα είναι μια δύσκολη πορεία και χρειάζεται σύνεση και όραμα, ειλικρίνεια, απεύθυνση στον κόσμο της αριστεράς, στον κόσμο της εργασίας, χώρο και ενθάρρυνση των κινημάτων, των λαϊκών στρωμάτων.
1.Συνέπεια στο λόγο μας, αξιοπιστία
Από την πρώτη στιγμή, ως ρεύμα ιδεών του ΣΥΡΙΖΑ,είχαμε τονίσει τη σημασία της ειλικρίνειας στο δημόσιο λόγο μας, την παραδοχή των λαθών μας, τη μη αποδοχή της “υιοθεσίας του μνημονίου”. Τα λαϊκά κοινωνικά στρώματα, οι κοινωνικές δυνάμεις πρέπει να γνωρίζουν τις δυσκολίες που υπάρχουν, αλλά και το περιθώριο μιας άλλης πολιτικής την επόμενη περίοδο. Χωρίς τον λαϊκό παράγοντα, χωρίς κοινωνικά κινήματα, χωρίς την έφοδό τους στο προσκήνιο, δύσκολα θα αντιμετωπίσουμε τις επιθέσεις και την υπονόμευση από το ορατό και “αόρατο” σύστημα, που επιχειρεί με κάθε τρόπο την επιστροφή των πιο ακραίων νεοφιλελεύθερων πολιτικών δυνάμεων στην κυβερνητική εξουσία. Σε αυτό το πλαίσιο, η πιστή και άμεση εφαρμογή των εξαγγελιών της κυβέρνησης έχει τεράστια σημασία. Η αξιοπιστία μας κρίνεται κάθε στιγμή. Ο κόσμος περιμένει, οι προσδοκίες επανέρχονται, εντούτοις αμφιβάλει αν ο λόγος μας θα γίνει πράξη. Συνεπώς, η ειλικρίνεια και η συνέπεια θα καθορίσουν σε μέγιστο βαθμό το αποτέλεσμα μιας πολύ σκληρής μάχης.
2.Σύγκρουση με το παλιό
Αναμφίβολα, η μάχη αυτή θα κριθεί σε πολλαπλά επίπεδα. Θα κριθεί κυρίως από την ουσία, αλλά και από την εικόνα, από τη συμπεριφορά των στελεχών μας, από τη στάση τους στην καθημερινότητα, από την ταπεινότητα που θα δείξουν, από πολιτικές επιλογές, από συμμαχίες και πρόσωπα.
Το προηγούμενο διάστημα υπήρξαν στιγμές που ο ΣΥΡΙΖΑ μπήκε στο κάδρο του “παλαιού συστήματος”, της αίσθησης ότι δεν διαφέρει από τους άλλους, ότι αποτελεί συνέχεια ή ό,τι διαχειρίζεται -ενδεχομένως καλύτερα- την κρίση και τα μνημόνια που επιβλήθηκαν με τον πιο βίαιο τρόπο. Η αίσθηση αυτή πρέπει να ανατραπεί, όχι με ατάκες, όχι με συνθήματα, όχι με επικοινωνιακά τρικ, αλλά με την ουσιαστική πολιτική αντιπαράθεση με τις δυνάμεις αυτές, που έχουν την αποκλειστική ευθύνη για την είσοδο της χώρας μας στον εφιάλτη των μνημονίων και του αυταρχισμού. Συνεπώς, οι όποιες συμμαχίες και οι επιλογές προσώπων θα χρειαστεί να σηματοδοτούν το νέο, το ελπιδοφόρο. Να σηματοδοτούν τη σύγκρουση με ένα σύστημα κοινωνικά και ταξικά προσηλωμένο στον κόσμο των αγορών, του πλούτου,στον κόσμο του κοινωνικού σκοταδισμού, της εθνικιστικής υστερίας.
Το παλιό έχει όνομα ή για να το πούμε διαφορετικά, ονόματα που επιχειρούν, ορισμένα από αυτά, να ξαναβγούν στο προσκήνιο ως σωτήρες, ενώ προέρχονται από το σούπερ μάρκετ του παλαιού, φθαρμένου, πολιτικού προσωπικού.
Ωστόσο, οι απαραίτητες συγκλίσεις, στην ανάδειξη προσώπων ενόψει των αυτοδιοικητικών εκλογών για παράδειγμα, χρειάζεται να βασίζονται σε πραγματικές και στέρεες προγραμματικές συμφωνίες, σε συγκλίσεις πάνω στα τοπικά ή και στα μεγάλα και κρίσιμα ζητήματα που πολώνουν την κοινωνία, που δημιουργούν διαχωριστικές γραμμές, που αναδεικνύουν τις διαφορές ανάμεσα σε δύο ανταγωνιστικούς κόσμους.
Σωστά η Κεντρική Επιτροπή του κόμματος σημειώνει στην πολιτική απόφαση ως προς τις αυτοδιοικητικές εκλογές: «Επιδιώκουμε τη συγκρότηση μετώπου απέναντι στο νεοφιλελευθερισμό, την ακροδεξιά, το φασισμό, τη διαφθορά, τον ρατσισμό, την ξενοφοβία και την ομοφοβία. Συνεχής υπεράσπιση των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων»
Σε διαφορετική περίπτωση, αν δηλαδή μπούμε στη λογική να στηρίξουμε ό,τι κερδίζει, εκτός φυσικά από τους φασίστες, θα ενισχυθεί η αμφιβολία και η αίσθηση ότι είμαστε μέρος του παλαιού πολιτικού συστήματος. Συνεπώς, η λογική του ανοιχτού κόμματος, δεν πρέπει να σημαίνει παράδοση ή διάχυση στο παλιό αλλά αντίθετα σύγκρουση με αυτό.
Ένα σημαντικό μέρος της κοινωνίας, η μεγάλη πλειοψηφία των νέων, όπως άλλωστε αποδείχτηκε σε όλες τις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, αναζητά τη ρήξη με όσα και όσους μας οδήγησαν στα μνημόνια και τη χρεοκοπία. Η ματιά μας, λοιπόν, δεν μπορεί παρά να είναι σε αυτόν τον κόσμο, που μέρος του απογοητεύτηκε λόγω του οδυνηρού συμβιβασμού, αλλά δεν προσχώρησε ποτέ στο αντίπαλο στρατόπεδο και σήμερα τοποθετείται στο «λευκό» ή στο «δεν έχω ακόμα αποφασίσει». Στο δικό μας χέρι είναι να ξανακερδίσουμε την εμπιστοσύνη του και να οικοδομήσουμε μια νέα σχέση,βασισμένη στην ειλικρίνεια και την ανάγκη συμπόρευσης μέσα από τις υπαρκτές διαφορές. Το δημόσιο κάλεσμα σε αυτόν τον κόσμο είναι βασική προϋπόθεση για μια νικηφόρα πορεία.
3.Δεν είμαστε γενικά αντιδεξιά, είμαστε αριστερά
Οι διαφορές μας με τη Νέα Δημοκρατία είναι ορατές δια γυμνού οφθαλμού. Η παρουσία του Κ. Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, αλλά και οι συνεχείς επιθέσεις στο κόμμα μας για μια σειρά από θέματα, που έχουν σχέση με τον κόσμο της εργασίας ή αφορούν αξιακά ζητήματα (προσφυγικό, φυλακές, εκκλησία κ.α.), δεν αφήνουν περιθώριο για οποιαδήποτε άλλη εκτίμηση. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν έχει κρύψει την πολιτική και ιδεολογική του ταυτότητα. Αντίθετα κάνει ό,τι μπορεί για να κερδίσει την ιδεολογική ηγεμονία, αναπτύσσοντας ρητορική μίσους, κοινωνικών διακρίσεων, αυταρχισμού, καταστολής και ανελευθερίας, με τελευταία παραδείγματα την επίθεση, για άλλη μια φορά, στον Νίκο Παρασκευόπουλο για το πανεπιστημιακό άσυλο καθώς και τις ακραίες θέσεις αποτροπής για το προσφυγικό. Απευθύνεται στους “νοικοκυραίους” καλλιεργώντας το φόβο με βάση το δόγμα “τάξη και ασφάλεια” και επιτίθεται στην αριστερά επιχειρώντας να αποδομήσει τις αρχές και τις αξίες της αλληλεγγύης, της ανθρωπιάς, της δικαιοσύνης και εντέλει της ελευθερίας.
Η δική μας απάντηση δεν μπορεί να είναι αμυντική, ένα απλό “αντί” στο νεοφιλελεύθερο και αυταρχικό σκοταδισμό. Αν μη τι άλλο είναι η υπεράσπιση, με όρους ηγεμονίας, του κόσμου της εργασίας, του δημόσιου έναντι της ζούγκλας του ιδιωτικού που συνθλίβειφύσηκαι ανθρώπους, της παιδείας και του πολιτισμού, των δικαιωμάτων ως μοναδική απάντηση στο αίσθημα ανασφάλειας.
Αν θέλουμε να νικήσουμε και να βάλουμε τα θεμέλια για τον μετασχηματισμό κοινωνίας και κράτους, αν η στρατηγική μας επιδίωξη, ο ορίζοντας, είναι η καθολική απελευθέρωση και όχι ένα δήθεν ανθρώπινο πρόσωπο του καπιταλισμού, θα χρειαστεί το επόμενο διάστημα να προβάλουμε με τον πιο καθαρό τρόπο το δικό μας αξιακό πλαίσιο και να αφήσουμε σαφή αριστερά και οικολογικά υποδείγματα, έστω και αν δεν είναι όσα θα θέλαμε. Το διάστημα μέχρι και τις εκλογές, η αντιπαράθεση αναμφίβολα θα διεξαχθεί πάνω σε υπαρκτές διαχωριστικές γραμμές, πάνω σε υπαρκτά κοινωνικά, πολιτικά και ιδεολογικά διλήμματα. Η σύγκρουση με τη Νέα Δημοκρατία και όσους την ακολουθούν, θα είναι, πρέπει να είναι, στο γήπεδο της πολιτικής ουσίας, των προγραμμάτων, του πολιτικού σχεδίου, του οράματος τόσο για την Ελλάδα, όσο και για την Ευρώπη. Θα δώσουμε τη μάχη ως αριστερά με το δικό μας πολιτικό σχέδιο. Αντίθετα, αν παρασυρθούμε στο δικό τους γήπεδο, στη διεκδίκηση του όλου ακροατηρίου χωρίς οριοθετήσεις και ταξικές αναφορές ή στο εύκολο αλλά αδιέξοδο παιχνίδι της καταγγελίας, της ατάκας και του επικοινωνιακού τρικ, θα χάσουμε. Γιατί αυτό, αναμφίβολα, ο πολιτικός και ιδεολογικός αντίπαλος το γνωρίζει καλύτερα.
4. Με ποιους πάμε;
Η πιο εύκολη και ταυτόχρονα η πιο σύνθετη ερώτηση. Να απαντήσουμε: Πάμε με τον κόσμο της εργασίας, των φτωχών, με όσες και όσους πλήγηκαν από την πολύχρονη λιτότητα. Είναι, θα λέγαμε, το αυτονόητο. Και αυτό, βεβαίως, προϋποθέτει σταδιακή άρση των αδικιών, που έγιναν στη διάρκεια των μνημονιακών χρόνων. Βήμα – βήμα, σταθερά, με σχέδιο, έχοντας υπόψη μας τις δυσκολίες, τους εκβιασμούς, την ενισχυμένη εποπτεία, τα 3,5% πλεονάσματα, που βάζουν φρένο στην άρση του φαύλου κύκλου της ύφεσης και της λιτότητας. Αν, όμως, η αρχική απάντηση “είμαστε με τους φτωχούς ενάντια στην ασυδοσία του κεφαλαίου και του πλούτου” φαντάζει στα αυτιά και το μυαλό μας αυτονόητη, υπάρχει μια σειρά από άλλες πτυχές, ζητήματα, κορυφαία θέματα, που δημιουργούν διαχωριστικές γραμμές, όχι απαραίτητα με βάση την ταξική μεροληψία. Το μακεδονικό, για παράδειγμα, η συζήτηση για τον εθνικισμό και την ξενοφοβία στην Ευρώπη, η αναζήτηση μιας άλλης αντίληψης για τις διεθνείς σχέσεις και την εξωτερική πολιτική, που ασφαλώς πρέπει να είναι πολυδιάστατη μακριά από σφαίρες επιρροής, διαπερνά τα κοινωνικά στρώματα, δημιουργεί νέους διαχωρισμούς, κατασκευάζει κοινότητες ανθρώπων και ανταγωνιστικούς πόλους. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλα ζητήματα που έχουν σχέση με αρχές, με στάσεις, με φιλοσοφικές αναζητήσεις. Το ζήτημα των σχέσεων κράτους – εκκλησίας, ο απεγκλωβισμός από τον θρησκευτικό φονταμενταλισμό και τους διάφορους Αμβρόσιους, η ανεξιθρησκία, αφορούν κοινωνικές δυνάμεις ή ανθρώπους που το αφετηριακό τους σημείο δεν είναι η ταξική ματιά απαραίτητα, αλλά η αντίθεση στον σκοταδισμό. Το είδαμε, άλλωστε, με τη δημόσια συζήτηση για το σύμφωνο συμβίωσης και για τα ομόφυλα ζευγάρια, τη νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου, στην ιθαγένεια και αλλού, όπου οι δικές μας πρωτοβουλίες άνοιξαν δρόμους, διαμόρφωσαν κοινωνικές συμμαχίες, άλλαξαν συσχετισμούς στο κοινωνικό πεδίο. Ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, ενδεχομένως πλειοψηφικό, τοποθετείται με ριζοσπαστική, δικαιωματική ή ελευθεριακή ματιά, συγκροτώντας ένα κοινωνικό σώμα εν δυνάμει σύμμαχο, έστω και αν διατηρεί επιφυλάξεις ή έχει αντιρρήσεις για το συνολικό μας εγχείρημα. Η ύπαρξη, λοιπόν, πολλαπλών διαχωριστικών γραμμών και αντιθέσεων, πολλαπλασιάζει τα ρυάκια, που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, μέσα από διαφορετικές διαδρομές, μπορούν να συγκροτήσουν κοινότητες ανθρώπων που να ενταχθούν σε αυτόν τον πολύχρωμο κόσμο, που εμείς θέλουμε να εκπροσωπήσουμε. Για να συμβεί, όμως, αυτό, χρειάζεται ενθάρρυνση και τολμηρά δείγματα γραφής από την πλευρά μας το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.
5. Συμμαχίες
Οι κινήσεις αυτές, η διαμόρφωση ενός πολύχρωμου κοινωνικού μετώπου θα συμβάλει στην αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού, τροφοδοτώντας διαφοροποιήσεις και ρωγμές, με βάση αντιθετικά πολιτικά προγράμματα. Η σημερινή εικόνα, η αίσθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ανάδελφο κόμμα, ενισχύεται ασφαλώς από τη στάση της λεγόμενης κεντροαριστεράς, η οποία, τουλάχιστον όσον αφορά την ηγετική της ομάδα, συμπλέει επί της ουσίας με τη Νέα Δημοκρατία. Ωστόσο, τίποτα δεν είναι στατικό. Οι ίδιες οι ανάγκες της κοινωνίας, οι διεργασίες που αναπτύσσονται στο κοινωνικό πεδίο, ακόμη και αν δεν είναι ορατές δια γυμνού οφθαλμού, μπορούν να ανατρέψουν πολιτικά σχέδια και στοχεύσεις για ολική επαναφορά του πολιτικού συντηρητικού μπλοκ. Είναι ενδεικτική η στάση των πολιτικών δυνάμεων σε ένα από τα κορυφαία ζητήματα της περιόδου, το μακεδονικό. Η πρόταση – συμφωνία ανάμεσα στις κυβερνήσεις της Ελλάδας και της ΠΓΔΜ, άνοιξε μια ζωηρή δημόσια συζήτηση, αποκαλύπτοντας δυνατότητες συγκλίσεων, αλλά και σοβαρές αντιθέσεις. Δημιουργούνται ρωγμές σε πολιτικούς σχηματισμούς ή αμφισβητούνται έντονα “δεδομένες” πολιτικές συμφωνίες και την ίδια στιγμή ανοίγουν νέες δυνατότητες, έστω και ισχνές, για τη συγκρότηση μιας νέας πλειοψηφίας, με ριζοσπαστικά και αντιεθνικιστικά χαρακτηριστικά. Για να μπορέσει, όμως, να ενισχυθεί το εν δυνάμει μπλοκ, που αυτή τη στιγμή είναι αδιαμόρφωτο, θα χρειαστεί μια σειρά από μεγάλες πολιτικές πρωτοβουλίες σε Ελλάδα και Ευρώπη. Βεβαίως, η αντίθεση στον εθνικισμό, όσο και αν είναι κρίσιμη, δεν αρκεί από μόνη της για να περιγράψει τη δυνατότητα μιας συμμαχίας αριστερών, οικολογικών και άλλων δυνάμεων, που απελευθερώνονται από το νεοφιλελευθερισμό και κινούνται σε αντίθετη όχθη από αυτήν της ΝΔ και των συμμάχων της. Για να είναι σχετικά στέρεη η συμπόρευση, η σύγκλιση, η συνάντηση, απαιτείται κοινός τόπος για το προσφυγικό, που έτσι κι αλλιώς διχάζει την Ευρώπη, τα δικαιώματα και τις ελευθερίες,σαφώς και πρώτιστα, για την υπεράσπιση του κόσμου της εργασίας από τη νεοφιλελεύθερη επίθεση. Σε κάθε περίπτωση, το ζήτημα των συμμαχιών απαιτεί βασανιστικό διάλογο στο κόμμα μας και όχι εύκολες προσεγγίσεις τακτικιστικού χαρακτήρα.
6. Προτεραιότητες
Ο χρόνος δεν είναι άπλετος. Μέσα σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα πρέπει να αποδείξουμε ότι μπορούμε κι αλλιώς. Όπως, για παράδειγμα, στην υγεία, την κοινωνική προστασία –ιδιαίτερα των πιο αδύναμων-, αλλά και αλλού, που η πολιτική μας έχει αφήσει ισχυρά ίχνη. Με εμβληματικές κινήσεις, ανταγωνιστικά υποδείγματα, έγνοια για την καθημερινότητα. Θα ήταν λάθος, ίσως, μια προσπάθεια βιαστικών κινήσεων χωρίς στόχευση. Υπό αυτή την έννοια η κατάθεση της τροπολογίας από το υπουργείο Εργασίας για τον κατώτατο μισθό χωρίς ηλικιακές εξαιρέσεις, αποτελεί μια τέτοιου είδους ουσιαστική για τη ζωή των ανθρώπων, εμβληματική κίνηση. Η περιφρούρηση της σύνταξης, ο απόλυτος σεβασμός στο συνταξιούχο, που κράτησε σε μεγάλο βαθμό όρθια και με σχετική αξιοπρέπεια την οικογένεια, θα αποτελέσει αναμφίβολα μια πράξη που θα στείλει μήνυμα πως η έξοδος από το μνημονιακό πρόγραμμα δεν είναι επικοινωνιακό τρικ, αλλά έχει πραγματική βάση. Η περιφρούρηση, επίσης, της πρώτης (κύριας) κατοικίας ως αδιαπραγμάτευτη αρχή, η προστασία των ανθρώπων των λαϊκών στρωμάτων από απαράδεκτες διακοπές ρεύματος και νερού, η αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας, της διαφθοράς και της διαπλοκής, θα χρειαστεί να είναι στην πρώτη σειρά των προτεραιοτήτων μας.
Οι εξαγγελίες στη ΔΕΘ που έχουν θετικό πρόσημο, όπως και οι καταλήξεις των περιφερειακών συνεδρίων που έγιναν σε όλες τις περιφέρειες της χώρας, θα πρέπει να συνοδευτούν από κινήσεις ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους, τέτοιες, που να δημιουργούν ένα αρχικό, αλλά σταθερό πλαίσιο, “κοινωνικού μισθού”. Στο ερώτημα λιγότερο ή περισσότερο κράτος, που θέτει το νεοφιλελεύθερο μπλοκ, να απαντήσουμε: ισχυρό και αποτελεσματικόκοινωνικό κράτος προς όφελος του περιβάλλοντος, της παιδείας, της υγείας, της κοινωνικής προστασίας, εντέλει των πιο αδύναμων, στην ουσία της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας. Ταυτόχρονα, αν πράγματι θέλουμε να στείλουμε σαφές μήνυμα ότι ο ρόλος μας δεν είναι η απλή διαχείριση της φτώχειας και ο περιορισμός των ανισοτήτων, αλλά και η διαμόρφωση ενός νέου θεσμικού περιβάλλοντος ελευθερίας,ισότητας και αλληλεγγύης, με την αλλαγή του οικογενειακού δικαίου, του ποινικού και σωφρονιστικού κώδικα, την ψήφιση του πολιτικού γάμου και για τα ομόφυλα ζευγάρια, τη συνταγματική αναθεώρηση, που από την πλευρά μας θα επιδιωχθεί η κατοχύρωση και διεύρυνση των ατομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων (π.χ. το νερό ως θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα) και ασφαλώς -διαφορετικά θα χάσει την αξία της-, ο διαχωρισμός, επιτέλους, κράτους – εκκλησίας.
Χρειαζόμαστε, δηλαδή, βαθιές τομές, που να αναδεικνύουν το πρόσωπο της αριστεράς στην ολότητά του. Σε μια εποχή που το νεοφιλελεύθερο σχέδιο εκποιεί και εμπορευματοποιεί τα πάντα, ο πολιτισμός τις περισσότερες φορές απουσιάζει από το δημόσιο λόγο μας, παρότι για τη ριζοσπαστική αριστερά συνιστούσε δομικό στοιχείο της ύπαρξής της. Σε αυτό το νέο ξεκίνημα θα χρειαστεί να εγκαταλείψουμε πρακτικές διαχειριστικής λογικής, που παραπέμπουν στο παρελθόν και να επαναφέρουμε τον πολιτισμό ως προνομιακό πεδίο διαλόγου, υλοποιώντας το αναλυτικό πρόγραμμα που ως κόμμα είχαμε καταθέσει. Ένα πρόγραμμα με οραματικούς και άμεσα υλοποιήσιμους στόχους, όπλο στον αγώνα ενάντια στη μισαλλοδοξία, το ρατσισμό, το φασισμό, τις ταξικές και έμφυλες διακρίσεις, τη φτώχεια, τον αποκλεισμό, τον πόλεμο. Και φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε την αναπτυξιακή του διάσταση ως πηγή πλούτου, που δημιουργεί θέσεις εργασίας, μέγα ζητούμενο για την επόμενη ημέρα.
7. Ευρώπη φρούριο ή ανοιχτή στους ανθρώπους;
Η συζήτηση για την Ευρώπη, την πορεία, την προοπτική της, μας αφορά πρωτίστως. Όχι μόνο γιατί είναι το κοινό μας σπίτι, αλλά και γιατί παραμένει ο ευρύτερος αυτός χώρος των κοινωνικών και ταξικών αγώνων. Η Ευρώπη, όμως, που πάντα είχε δύο ή και περισσότερες ψυχές, σήμερα κινείται ολοταχώς προς τα δεξιά, με την προσθήκη, που ασφαλώς δεν αποτελεί λεπτομέρεια, της άκρως ανησυχητικής ανόδου φασιστικών και ναζιστικών μορφωμάτων. Από την άλλη πλευρά, οι δυνάμεις της αριστεράς και της ριζοσπαστικής οικολογίας, στις περισσότερες περιπτώσεις, στέκονται με αμηχανία και χωρίς σχέδιο απέναντι στη δεξιά νεοφιλελεύθερη ηγεμονία και την επίθεση της ακροδεξιάς που διεκδικεί πρωταγωνιστικό ρόλο. Την ίδια στιγμή η σοσιαλδημοκρατία, η οποία έχει πρώτη ευθύνη για τη σημερινή πραγματικότητα, συνεχίζει συρρικνωμένη να είναι εγκλωβισμένη στη συμμαχία με τη δεξιά. Αυτή η πραγματικότητα, όμως, ανοίγει έστω και θολά δρόμους, απελευθερώνει δυνάμεις, που στρέφονται προς τα αριστερά. Η ολική επαναφορά της αριστερής πτέρυγας στο Εργατικό Κόμμα της Μ. Βρετανίας, η μετατόπιση προς τα αριστερά ορισμένων κομμάτων του σοσιαλδημοκρατικού χώρου, όπως για παράδειγμα σε Ισπανία και Πορτογαλία, διαμορφώνει μια δυνατότητα, με πολλές δυσκολίες είναι η αλήθεια, συγκρότησης ενός μετώπου αριστεράς, πρασίνων και της αριστεράς της σοσιαλδημοκρατίας. Θα χρειαστεί, ωστόσο, από την πλευρά των δυνάμεων της αριστεράς, να αποσαφηνιστούν ζητήματα, να υπερβεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, εθνοκεντρικές λογικές, να ριζοσπαστικοποιήσει το λόγο της, να πείσει εντέλει ότι αποτελεί την εναλλακτική λύση απέναντι στους εθνικισμούς, την ξενοφοβία, το ρατσισμό και την πολιτική της λιτότητας. Με λίγα λόγια να μπορέσει να εκφράσει τη γενικευμένη δυσαρέσκεια από τα αριστερά και να κόψει το δρόμο στη φασιστική απειλή. Ασφαλώς, η αριστερά, σε όλες τις εκφάνσεις της, από την αριστερά της αριστεράς, έως την αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας και τους πράσινους, θα χρειαστεί να απαντήσει με τόλμη, χωρίς αχρείαστους και ντροπιαστικούς συμβιβασμούς στο προσφυγικό και μεταναστευτικό ζήτημα. Απέναντι στη λογική της Ευρώπης – φρούριο ή των πολλαπλών φρουρίων ανά χώρα, απέναντι στις κυβερνήσεις των χωρών του Βίζεγκραντ, απέναντι σε συμφωνίες που θέλουν τους πρόσφυγες εγκλωβισμένους σε τρίτες χώρες και σε σκλαβοπάζαρα ή στους κινδύνους του θαλάσσιου χώρου, να μιλήσει για το διεθνές δίκαιο και ασφαλείς διόδους, αλλά και για τις αιτίες της μετανάστευσης και της προσφυγιάς, για τους πολέμους που έχει ευθύνη και η κυρίαρχη Ευρώπη και μπορεί, δυστυχώς, αν δεν υπάρξει αλλαγή πλεύσης, να δημιουργηθούν νέα κύματα προσφύγων. Εντέλει να πει την αλήθεια και να μιλήσει για μια Ευρώπη ανοιχτή, φιλική στον πρόσφυγα και τον μετανάστη και να είναι αυτή που θα πρωτοστατήσει σε ένα μεγάλο, πλατύ, φιλειρηνικό -αντιπολεμικό κίνημα. Μια Ευρώπη ανοιχτή και φιλική στα δικαιώματα και τις ελευθερίες των εργαζομένων και στη δημοκρατία.
8. Επιστροφή στο δρόμο
Ας κάνουμε μια παραδοχή: Τα κοινωνικά κινήματα, παραδοσιακά και νέα, δεν βρίσκονται σε πορεία ανόδου. Θα λέγαμε πως βρίσκονται σε ύφεση. Η πραγματικότητα αυτή, όμως, δεν ευνοεί το πολιτικό μας σχέδιο, καθώς χωρίς τηνμαζική κίνηση και συμμετοχή των ανθρώπων, χωρίς εμπλοκή των κινημάτων, χωρίς κίνημα αλληλεγγύης, χωρίς ένα σύγχρονο διεκδικητικό εργατικό κίνημα, η δική μας προσπάθεια χάνει σημαντικό μέρος της δυναμικής της. Το κοινωνικό κενό δίνει περιθώρια στον πολιτικό αντίπαλο να επιτίθεται ανενόχλητος καλλιεργώντας το φόβο και να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την επαναφορά του. Υπό αυτή την έννοια η επιστροφή στο δρόμο και τα κινήματα, η ενθάρρυνση τους, η δική μας συμμετοχή σε αυτά σεβόμενοι απόλυτα την αυτονομία τους, είναι κάτι παρά πάνω από κρίσιμη και επείγουσα.
Ιδιαίτερα μάλιστα σε μια περίοδο, που ο φασισμός στις διάφορες εκφάνσεις του σηκώνει κεφάλι καταγράφοντας σε Ελλάδα και Ευρώπη διευρυμένη επιρροή. Στη χώρα μας η δίκη της Χρυσής Αυγής αναδεικνύει τα ναζιστικά και εγκληματικά της χαρακτηριστικά, τέτοια, που τη κατατάσσουν αυτομάτως εκτός πολιτικής νομιμότητας. Συνεπώς, η συγκρότηση ενός πλατιού κινήματος, που θα απαντά επί της ουσίας, στη θεωρία και την πράξη, σε φαινόμενα εκφασισμού της κοινωνίας, σε λογικές κοινωνικών αποκλεισμών, ρατσισμού, κτηνωδίας, και εν τέλει αυτοδικίας, όπως στην πρόσφατη περίπτωση του λιντσαρίσματος του Ζακ Κωστόπουλου, με την ανοχή, αν όχι και με την συνέργεια της ΕΛ.ΑΣ., της οποίας ο άμεσος εκδημοκρατισμός είναι απολύτως αναγκαίος και επίκαιρος, αποτελεί καθήκον και χρέος για τις δυνάμεις της αριστεράς. Όπως, άλλωστε, η διαμόρφωση ενός μεγάλου φιλειρηνικού κινήματος, ως απάντηση στους πολέμους και τους επεκτατισμούς, τις συρράξεις και τις εθνικιστικές υστερίες. Ο συνεχιζόμενος πόλεμος στη Συρία, οι επικίνδυνεςφιλοπολεμικές κραυγές του Τραμπ και της κυβέρνησης των ΗΠΑ, το διαρκές έγκλημα κατά του παλαιστινιακού, αλλά και του κουρδικού λαού, απαιτούν συνεχή εγρήγορση και αγώνα από την πλευρά μας.
Ιδιαίτερη έμφαση θα χρειαστεί να δώσουμε στις προσπάθειές μας που αφορούν το εργατικό κίνημα. Όλο το προηγούμενο διάστημα, οι δυνάμεις μας έδωσαν μάχες στα συνδικάτα, με σεβασμό στην αυτονομία του συνδικαλιστικού κινήματος, για να διαμορφωθούν νέοι συσχετισμοί απέναντι σε παθογένειες, κομματικές εξαρτήσεις, πελατειακές σχέσεις και προσωπικές στρατηγικές. Και η μάχη αυτή πρέπει να συνεχιστεί με μεγαλύτερη έμπνευση και ένταση, με όλους όσοι αγωνίζονται για τα δικαιώματα του κόσμου της εργασίας, ενάντια στα εργοδοτικά συμφέροντα και τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Η αγωνιστικότητα και η αλληλεγγύη, οι νέες μορφές δράσης, η ένταξη στα συνδικάτα των μεταναστών εργατών, είναι βασικές πλευρές της δικής μας οπτικής. Η στήριξη των κινητοποιήσεων των συνδικάτων και η παρουσία μας στο δρόμο όπου και όποτε οι εργαζόμενοι αντιστέκονται στη εργοδοτική αυθαιρεσία, είναι αυτονόητη.
9. Μια νέα αρχή για τον ΣΥΡΙΖΑ
Τελευταίο σημείο, στη συνείδησή μας από τα πρώτα, που όλες και όλοι εμείς θέλουμε να περιφρουρήσουμε, να του δώσουμε μια νέα πνοή: Είναι το κόμμα μας, το κοινό μας σπίτι, ο χώρος που έχει μάθει να συζητά, να αναστοχάζεται, να αναζητά νέες συνθέσεις μέσα από το διάλογο και την ουσιαστική λειτουργία.
Επαναλαμβάνουμε: Χρειαζόμαστε ένα κόμμα που θα λειτουργεί συλλογικά και δημοκρατικά, που τα μέλη του θα έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο, που δεν θα είναι χειροκροτητές της κυβέρνησης, αλλά η συνείδησή της. Θέλουμε, δηλαδή, ένα κόμμα ζωντανό, με τα μέλη του γειωμένα στην κοινωνία και τα κινήματα, που αποτελούν το φυσικό οξυγόνο για τις δυνάμεις της αριστεράς. Χρειαζόμαστε ένα κόμμα αριστερό και ριζοσπαστικό, που θα ανοίγει δρόμους, θα τολμά, θα μιλά για το στρατηγικό του σχέδιο, για το όραμα του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Ένα κόμμα, που δεν θα κυριαρχείται από τον «κυβερνητισμό», μακριά από λογικές παλαιάς κοπής και φαινόμενα αλαζονείας.Ένα κόμμα που θα καταρτίζει με συλλογικό τρόπο το δικό του πολιτικό πρόγραμμα –επίκαιρο όσο ποτέ το προγραμματικό συνέδριο-, ένα κόμμα σύγχρονο, μαζικό, ανοιχτό στις λαϊκές δυνάμεις, στους μετανάστες, στον κόσμο των κινημάτων και της αμφισβήτησης. Ένα κόμμα που το “εμείς” θα κυριαρχεί του “εγώ”, που το συλλογικό θα υπερισχύει του ενός, που τα μέλη του θα είναι όλα συμμέτοχα στις αποφάσεις και όχι οπαδοί και χειροκροτητές. Ένα κόμμα που θα σέβεται και θα περιφρουρεί τις ιδιαίτερες ευαισθησίες, με ισοτιμία ανάμεσα στα φύλα, χωρίς άβατα. Χρειαζόμαστε ένα κόμμα που δεν θα είναι αρχηγικό, με διαφάνεια, με απολογισμό της δουλειάς και της προσφοράς όσων έχουν θέση ευθύνης. Ένα κόμμα, που η λειτουργία του θα μας εμπνέει και θα μπορεί να εμπνεύσει και νέες γενιές αριστερών και για το όραμα και για την τόλμη, που όλες και όλοι μαζί αναλάβαμε, να βρεθούμε στο τιμόνι της χώρας κάτω από τόσο δύσκολες και αντίξοες συνθήκες. Χρειαζόμαστε ένα κόμμα, που θα σέβεται την προσφορά των ανθρώπων του, που δεν θα θυσιάζονται στο βωμό των όποιων πολιτικών σκοπιμοτήτων. Ένα κόμμα που θα ξέρει να συμμαχεί, αλλά να κρατά την ταυτότητά του, την αριστερή φυσιογνωμία του. Χρειαζόμαστε ένα κόμμα που θα μιλά για την ανάγκη ενότητας της αριστεράς, ιδιαίτερα όσων αποστασιοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια κάνοντας άλλες επιλογές, πρωταγωνίστησαν όμως στα κινήματα αλληλεγγύης και έμειναν σταθεροί και σταθερές στις όχθες του αριστερού κοινωνικού ριζοσπαστισμού και της διεθνιστικής αντίληψης. Χρειαζόμαστε ένα κόμμα, που θα μπορεί να παίρνει πρωτοβουλίες στην Ευρώπη και τον κόσμο, υπερασπίζοντας την ειρήνη, όσους βρίσκονται στο ζυγό αυταρχικών καθεστώτων, όσους και όσες πολεμούν για την ελευθερία. Χρειαζόμαστε ένα κόμμα συλλογικό διανοούμενο, με συνεχείς επεξεργασίες, με θεωρητικές αναζητήσεις, με πολιτική πρακτική. Χρειαζόμαστε ένα κόμμα στο δρόμο και τα κινήματα, στα συνδικάτα, στους χώρους πολιτισμού και τις δομές αλληλεγγύης, που θα πρωταγωνιστεί στον αγώνα κατά του φασισμού και της ναζιστικής συμμορίας. Χρειαζόμαστε ένα κόμμα ταπεινό, με επίγνωση των λαθών και των αδυναμιών του, της πραγματικής κατάστασης της κοινωνίας των πολλών, της φτώχειας, των ανισοτήτων, του κοινωνικού αποκλεισμού. Ένα κόμμα που θα έχει τη γενναιότητα να διορθώνει λάθη, να αναγνωρίζει αδικίες, να ζητάει συγγνώμη. Ένα κόμμα κοινωνικά και ταξικά προσηλωμένο, οικολογικό στην ουσία του, ριζοσπαστικό και διεθνιστικό.
Η συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής μπορεί να σηματοδοτήσει μια νέα αρχή. Για πρώτη φορά πριν από τη σύνοδό της, θα έχουν προηγηθεί οι συνελεύσεις μελών, γεγονός που αποτυπώνει μια νέα αντίληψη, μια νέα πρακτική, που ασφαλώς χρειάζεται να συνεχιστεί. Σε αυτή την κατεύθυνση κρίνουμε θετικό το περιεχόμενο του κειμένου, το οποίο έχει σταλεί στα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής προκειμένου να αποτελέσει τη βάση συζήτησης στις οργανώσεις μελών και στην επικείμενη συνεδρίαση της Κ.Ε. του κόμματος.
Το λόγο πια έχουν τα μέλη του κόμματος και της Νεολαίας. Μπορούμε να νικήσουμε…
Πρωτοβουλία Μελών 53+