Το Ολοκαύτωμα των Ρομά, θεωρείται ξεχασμένο και άγνωστο για πολλά χρόνια, μιας και μόλις το 1978 η Γερμανία αναγνώρισε και παραδέχτηκε τις διώξεις των τσιγγάνων κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το αποτέλεσμα αυτών των διώξεων στοίχισε τη ζωή σε παραπάνω από 500.000 ανθρώπους. Ωστόσο ο αριθμός αυτός αποτελεί ένα πολύ μικρό ποσοστό του συνόλου των Ρομά που εξολοθρεύτηκαν από τους Ναζί.
Η 2α Αυγούστου επιλέχθηκε ως ημέρα μνήμης του Ολοκαυτώματος των Ρομά, γιατί εκείνη την ημέρα, το 1944, θανατώθηκαν σε θαλάμους αερίων 2.897 γυναίκες και παιδιά καταγωγής Ρομά στο στρατόπεδο του Άουσβιτς.
Με αφορμή την ημέρα μνήμης, το News 24/7 μίλησε με τον καθηγητή ιστορικής γεωγραφίας των νεότερων χρόνων του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, Γιώργο Κρητικό. Ο κ. Κρητικός αναφέρθηκε στους λόγους που η συγκεκριμένη γενοκτονία θεωρείται “ξεχασμένη”, μιας και μόλις το 2015 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνώρισε την 2α Αυγούστου ως ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Ρομά.
Ο καθηγητής ιστορικής γεωγραφίας, ανέλυσε τους λόγους για τους οποίους η Γενοκτονία των Ρομά, θα πρέπει να θεωρείται εφάμιλλη με αυτή των Εβραίων, αλλά και άλλων πληθυσμιακών ομάδων.
Επίσης στάθηκε στο γεγονός, ότι οι προκαταλήψεις ενάντια στους Ρομά, ξεκινάνε από την Ευρώπη του Μεσαίωνα, ενώ μας δίνει και κάποια βασικά στοιχεία για την καταγωγή, την ιστορία και χωρική τους διασπορά στο πέρασμα των χρόνων.
Τέλος, δεν θα μπορούσαμε να μην τον ρωτήσουμε για τους Ρομά της Ελλάδας, οι οποίοι βιώνουν το φαινόμενο του κοινωνικού αποκλεισμού σε έντονο βαθμό. Βέβαια, όπως τόνισε και ο ίδιος, ”το ελληνικό κράτος εκμεταλλεύεται από τις αρχές του 21ου αιώνα ευρωπαϊκά προγράμματα και πιο πρόσφατα κονδύλια του ΕΣΠΑ για την ένταξη των Ρομά, με ιδιαίτερη έμφαση στην παιδική ηλικία.
Το κακό όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ότι δεν πρέπει να τους θυμόμαστε μόνο την προεκλογική περίοδο”.
Αναλυτικά η συνέντευξη του κ. Κρητικού στο News24/7:
Με αφορμή τη σημερινή ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Ρομά, θεωρείτε ότι το συγκεκριμένο Ολοκαύτωμα έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα στη συνείδηση του κόσμου, καθώς μόλις το 2015 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όρισε τις 2 Αυγούστου ως ημέρα μνήμης;
Οι μέρες αυτές είναι σίγουρα χρήσιμες για την απόκτηση ιστορικής συνείδησης σημαντικών γεγονότων που έχουν καταδικαστεί στη λησμονιά.
Σε καμία περίπτωση όμως δεν υποκαθιστούν την καλλιέργεια της ιστορικής μνήμης, η οποία αποτελεί μια μακρόχρονη διαδικασία που πρέπει να ενημερώνεται συνεχώς από τη σχολική εκπαίδευση, την υπεύθυνη στάση ή και δράση όλων μας. Άλλωστε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δια στόματος της προέδρου του (Simone Veil) έχει ήδη διακηρύξει την αλληλεγγύη του στα ξεχασμένα θύματα του Ολοκαυτώματος σε εκδήλωση που έγινε στις 27 Οκτωβρίου του 1979 από οργανώσεις Γερμανών Ρομά (Sinti) στο στρατόπεδο Bergen Belsen. Στόχος τους ήταν να τραβήξουν την προσοχή της κοινής γνώμης και να καταγγείλουν τον συνεχιζόμενο αποκλεισμό τους από το τότε κράτος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.
Όλα αυτά παρέμειναν για χρόνια στο επίπεδο των συμβολισμών. Έτσι, όσο και αν επιτέλους η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αφιέρωσε μια επετειακή μέρα στο ιστορικό αυτό γεγονός, είναι ευθύνη των κρατών και των πολιτών τους η διατήρηση της μνήμης αυτού του τραγικού γεγονότος, ώστε να καταστεί συνείδηση του κόσμου (όπως την αποκαλέσατε) τις υπόλοιπες 364 ημέρες του χρόνου.
Οι Ρομά ήταν τα “αγαπημένα” πειραματόζωα του Μένγκελε
Μπορούμε να πούμε ότι σε σύγκριση με τον πληθυσμό τους, οι Ρομά υπέστησαν σχεδόν ολοσχερή αφανισμό;
Είναι βέβαιο ότι απειλήθηκαν με αφανισμό από την έκρηξη του φασιστικού-ναζιστικού φαινομένου στο Μεσοπόλεμο αλλά και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου. Μελετητές θεωρούν ότι ο αριθμός των θυμάτων τους ξεπερνά τις 500.000 στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αυτό συνιστά τη θυσία σχεδόν το 50% του συνολικού πληθυσμού τους στην τότε Ευρώπη στο βωμό της βίαιης χιτλερικής πολιτικής «αρειανοποίησης» του Τρίτου Ράιχ. Το 1942 παραδόθηκαν στη δικαιοδοσία των SS του Χίμλερ και έκτοτε άρχισε η βίαιη μετακίνησή τους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μόνο στο Άουσβιτς έφτασαν 20.967 τσιγγάνοι από τους οποίους σχεδόν κανείς δεν επέζησε. Ήταν μάλιστα τα “αγαπημένα” πειραματόζωα του Δρ. Μένγκελε στο εργαστήριό του.
Αν δούμε το σημερινό τους πληθυσμό, ο οποίος ξεπερνά τα 10 εκατομμύρια με ιδιαίτερη συγκέντρωση στην κεντρική και νότια Ευρώπη, θα έλεγε κανείς ότι το δημογραφικό τους ‘αποτύπωμα’ παραμένει ισχυρό και ανεξίτηλο στο χρόνο. Ωστόσο ως ιστορικογεωγράφος θα έλεγα ότι στην έρευνά μας ο χρόνος είναι εξίσου σημαντικός με το χώρο. Έτσι ανάλογοι συσχετισμοί και προβολές μείωσης ή αύξησης του πληθυσμού τους θα πρέπει να γίνουν αφού μελετήσουμε τις κρατούσες συνθήκες διαβίωσής τους ή και την κρατική πολιτική σε τοπικό επίπεδο. Αυτά σε συνδυασμό με το προσδόκιμο όριο ζωής των Ρομά σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό, τον αριθμό των πολύτεκνων οικογενειών των Ρομά καθώς και τις αιτίες θανάτου στις κοινότητές τους.
Γιατί γνωρίζουμε ελάχιστα για τους Ρομά και την ιστορία τους;
Η ιστορική μνήμη είναι μια επιλεκτική διαδικασία από την πλευρά κάθε κρατικής οντότητας. Πολλοί άνθρωποι στη διάρκεια της ζωής τους δεν θα διαβάσουν ιστορία πέρα από τα σχολικά εγχειρίδια. Το κράτος όμως αποφασίζει ποιά γεγονότα θα συμπεριλάβει στα σχολικά βιβλία του και πώς θα τα ερμηνεύσει, ποιες αξίες θα μνημονεύσει στις επετείους του, ποιά ιστορικά μνημεία θα αναστηλώσει ή θα κατασκευάσει και ποια αντικείμενα ως ιστορικά τεκμήρια θα επιλέξει να κλείσει μέσα στα μουσεία ή στα αρχεία του. Μάλιστα κάθε ευρωπαϊκό κράτος ‘φωτίζει’ το ιστορικό παρελθόν του ανάλογα με το αν επιλέγει να αναδείξει την πολυπολιτισμικότητά του ή την ομοιογένειά του.
Πολλές φορές μάλιστα, αναγκάζεται να το πράξει το πρώτο μέσα από μια πίεση που δέχεται από διεθνείς ή και διακρατικές συνθήκες, οι οποίες προβάλλουν το δίκαιο και τα δικαιώματα των αναγνωρισμένων μειονοτήτων του. Ας μην λησμονούμε ότι οι Ρομά, αν και αναγνωρισμένη διεθνώς μειονότητα, δεν έχουν ένα δικό τους εθνικό κράτος για να τους ‘υπερασπιστεί’ ή να γράψει μια εθνική ιστορία τους, ενώ ταυτόχρονα ο ρατσισμός εναντίον τους είναι ένα γεγονός που υφίσταται σήμερα σε πολλά σύγχρονα ευρωπαϊκά κράτη. Είναι ένας πληθυσμός που ιχνηλατεί τις ρίζες του στη μακρινή βόρεια Ινδία. Η μαζική διασπορά τους σε διάφορα ευρωπαϊκά κράτη συντελείται στις αρχές του 14ου μ.Χ. αιώνα. Έτσι οδηγήθηκαν στο να υιοθετήσουν διαφορετικές επίσημες γλώσσες πέρα από τη Ρομανί, την οποία όλα τα μέλη των κοινοτήτων τους μιλούν σε παραλλαγές διαφορετικών.
Οι άνθρωποι αυτοί παρέμειναν τα ξεχασμένα θύματα του Ολοκαυτώματος
Άλλοτε πάλι η ανάγκη της γνώσης της ιστορίας μειονοτικών ομάδων, αναγνωρισμένων από το διεθνές δίκαιο, προκύπτει μέσα από τη δράση κοινωνικών ομάδων που προέρχονται από τους ίδιους τους κόλπους τους. Δεν είναι τυχαίο ότι η Ένωση των Ρομά ιδρύθηκε μόλις το 1971 και αναγνωρίστηκε από τον ΟΗΕ το 1979 έκανε το πρώτο της συνέδριο σε γερμανικό έδαφος το Μάιο του 1981. Μάλιστα και η ίδια η Γερμανία πρόσφατα αναγνώρισε τη συμμετοχή των Ρομά στην «Τελική Λύση» του ναζιστικού καθεστώτος. Έπρεπε πρώτα να μεταλλαχθεί σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία μέσω των προσκεκλημένων εργατών και των απογόνων αυτών των μεταναστών από διάφορες Μεσογειακές χώρες (Ελλάδα, Ιταλία, πρώην Γιουγκοσλαβία, Τουρκία, Μαρόκο κ.ά.).
Από την άλλη πλευρά το θέμα της γενοκτονίας πληθυσμών είναι πάντοτε ένα «ακανθώδες» ζήτημα που γεννά αμφισβητήσεις – κυρίως από τα κράτη που τη διέπραξαν. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι Τουρκία δεν έχει ακόμη αναγνωρίσει τη γενοκτονία των Αρμενίων και των Ελλήνων, ενώ και οι δύο μειονότητες έχουν σημείο αναφοράς τους κρατικές οντότητες με μακρά ιστορία. Πολύ περισσότερο όταν δεν έχεις κανένα κράτος-προστάτη για να αναδείξει την πλευρά του θύματος. Δεν είναι τυχαίο ότι δεν υπήρξε κανένας τσιγγάνος μάρτυρας στη δίκη της Νυρεμβέργης. Έτσι αυτοί οι άνθρωποι παρέμειναν τα ξεχασμένα θύματα του Ολοκαυτώματος.
Οι προκαταλήψεις ξεκινούν από τη σκοταδιστική Ευρώπη του Μεσαίωνα
Από πού πηγάζουν ιστορικά οι προκαταλήψεις σε βάρος τους;
Κάθε προκατάληψη για να ριζώσει απαιτεί την εκλογίκευση κάποιου φόβου που καλλιεργείται διαφορετικά κάθε εποχή. Η διασπορά των πληθυσμών Ρομά συντελείται μέσα στη δογματική και σκοταδιστική Ευρώπη του Μεσαίωνα όπου η θρησκευτική μισαλλοδοξία, ο αντισημιτισμός και ο δογματισμός απέκλειαν πλήθος ανθρώπων. Τότε οι πλανόδιοι τσιγγάνοι – όπως τους αποκαλούσαν – γεννούν την περιέργεια αλλά και το φόβο των μόνιμα εγκατεστημένων πληθυσμών. Πολλοί, πέρα από ξυλογλύπτες ή μεταλλοτεχνίτες, γίνονταν υπαίθριοι διασκεδαστές, μουσικοί, χορευτές και ακροβάτες των οποίων η ηθική δεν συμβάδιζε με τον αυστηρό σχολαστικισμό και τον πουριτανισμό της Καθολικής θεολογίας που εξουσίαζε τα πάντα. Οι γυναίκες τσιγγάνες ασχολούνταν με τη χειρομαντεία, ενώ επικαλούνταν μια ιδιαίτερη σχέση με το υπερβατικό στοιχείο κάτι που εύκολα τις μετέτρεπε σε αποδιοπομπαίους τράγους των τοπικών κοινωνιών.
Συχνά τις κατηγορούν για ειδωλολατρία και μαγεία γεγονός που συνεπάγεται αυστηρές τιμωρίες από το θρησκόληπτο ποίμνιο. Η «αλητεία» των λεγόμενων τσιγγάνων δεν ήταν ανεκτή ακόμη και αν ήταν Χριστιανοί. Έτσι τον 16ο αιώνα ο Επίσκοπος της Σουηδίας απαγόρευσε στους κληρικούς του να εκκλησιάζουν τσιγγάνους. Ενώ τον 18ο αιώνα η αυτοκράτειρα της Αυστροουγγαρίας Μαρία Θηρεσία χώρισε τα παιδιά από τους γονείς τους, ώστε να τα μεγαλώσουν ‘πολιτισμένος’ οικογένειες με τα χρηστά ήθη της εποχής.
Οι Ρομά βιώνουν τον αποκλεισμό στα κράτη της ΕΕ
Παραδοσιακά ο νομαδικός και ελεύθερος τρόπος ζωής των Ρομά σηματοδοτούσε την αυτό-εξαίρεσή τους από κάθε συμβατικότητα, φορολογία ή έλεγχο της κρατικής εξουσίας. Αυτή η «αλητεία» δεν ήταν συμβατή με τα χρηστά ήθη της εποχής. Έκτοτε κατηγορούνται για έλλειψη ένταξής τους και ροπή προς την παραβατικότητα.
Ωστόσο και στα σύγχρονα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) έχουν βιώσει στιγματισμό, αποκλεισμό ή και απελάσεις με τις ίδιες αιτιολογίες. Το 2010 το Ευρωπαϊκό Κέντρο για το Δικαιώματα των Ρομά κατήγγειλε παραβιάσεις του κοινοτικού δικαίου και ξενοφοβικές συμπεριφορές όταν Σουηδία και Δανία απέλασαν δεκάδες Ρομά με τις κατηγορίες αντίστοιχα της επαιτείας και της παράνομης εγκατάστασης καταυλισμών. Την ίδια χρονιά η Γαλλία καταγράφει συμπλοκές της αστυνομίας με Ρομά στο Σεν-Ετιέν, ενώ το Ευρωκοινοβούλιο καταδίκασε πάνω από 9.000 απελάσεις, οι οποίες έγιναν προς Βουλγαρία και Ρουμανία, την ίδια ώρα που ο ηγέτης της Άκρας Δεξιάς (Λεπέν) θεωρούσε ότι τα κυβερνητικά μέτρα δεν ήταν αρκετά. Ενώ η ίδια χώρα επί προεδρίας Ολάντ το 2012 εγκαλείται από την αρμόδια Επίτροπο (Βίβιαν Ρέντινγκ) για εξαναγκασμό δεκάδων Ρομά να μετακινηθούν από καταυλισμό στη Λιλ χωρίς καν να γνωρίζουν τον προορισμό τους.
Μάλιστα στη μετα-σοσιαλιστική Ευρώπη, όπου πολλά κράτη υπέστησαν μια απότομη μετάλλαξη σε οικονομίες της αγοράς, οι Ρομά αποτέλεσαν τον εύκολο στόχο μια κοινωνίας που πρόβαλε ως μονήρη στόχο την ανταγωνιστικότητα και την άνοδο των οικονομικών δεικτών. Σε αυτό το πλαίσιο ο πληθυσμός τους κατηγορήθηκε ως ράθυμος και ρέπων αποκλειστικά προς την κλεψιά ή εν γένει την εγκληματικότητα.
Δεν γίνεται να θυμόμαστε τους Ρομά μόνο την προεκλογική περίοδο
Πάμε λίγο και στο σήμερα της Ελλάδας. Πού οφείλεται η κατάσταση κοινωνικού αποκλεισμού που βιώνουν οι Ρομά στη χώρα μας; Υπάρχουν παραδείγματα σημαντικών πρωτοβουλιών από πλευράς πολιτείας;
Ο αποκλεισμός είναι ένα σύνθετο κοινωνικό φαινόμενο. Στην περίπτωση των Ελλήνων Ρομά οι αιτιάσεις ότι οι καταυλισμοί τους είναι κέντρα παραβατικότητας, ή ότι εγκυμονούν κινδύνους για τη δημόσια υγεία, παρουσιάζουν μια διαχρονία που δυστυχώς μάλλον αποτελεί για πολλά χρόνια τον καθρέφτη της αδιαφορίας ή της αδυναμίας του κρατικού μηχανισμού να εντάξει τους ανθρώπους αυτούς στην ελληνική κοινωνία. Στη Γεωγραφία οι χωρικές ανισότητες – που μεταφράζονται σε φτώχεια, αναλφαβητισμό, ανεργία, έλλειψη ανθρώπινων συνθηκών στέγασης και υποδομών – δίνουν απαντήσεις για την έλλειψη ένταξης πληθυσμών. Πάντοτε λοιπόν δίπλα από τον πλούτο των αστικών κέντρων σε πολλές περιοχές του πλανήτη διαβιούν «παιδιά ενός κατώτερου θεού» που γίνονται επαίτες ή αντικείμενα εκμετάλλευσης με επακόλουθο τη γκετοποίηση των περιοχών τους ή τη ροπή προς την εγκληματικότητα.
Το ελληνικό κράτος εκμεταλλεύεται από τις αρχές του 21ου αιώνα ευρωπαϊκά προγράμματα και πιο πρόσφατα κονδύλια του ΕΣΠΑ για την ένταξη των Ρομά – με ιδιαίτερη έμφαση στην παιδική ηλικία. Δημοσιεύσεις εκλεκτών πανεπιστημιακών συναδέλφων καταγράφουν τα πορίσματα αντίστοιχων ερευνών ήδη από το 2004. Σίγουρα απαιτείται μια στρατηγική από την πλευρά της ελληνικής πολιτείας και μια συνέχεια στον κοινωνικό διάλογο με τις κοινότητές των Ρομά που να μην εξαντλείται στην προεκλογική περίοδο.
Οι λύσεις για ένα κράτος είναι δύο: σίγουρα ο νόμος μπορεί να λειτουργήσει κατασταλτικά αλλά είναι πλέον αργά. Η τιμωρία δεν διορθώνει κανένα λάθος ούτε λειτουργεί αποτρεπτικά στο έγκλημα. Η κύρια λύση βρίσκεται στην εκπαίδευση που μπορεί να βοηθήσει αυτές τις πληθυσμιακές ομάδες να ενταχθούν, αν νιώσουν αποδεκτοί και όχι «παρείσακτοι’ αλλά και να εκπαιδεύσουν τον υπόλοιπο πληθυσμό μην τους αποκλείει. Η δυνατότητα μόρφωσης των παιδιών μέσα στους καταυλισμούς ώστε από τους ίδιους τους Ρομά να προκύψουν μορφωμένοι πολίτες και λύσεις ένταξης με σεβασμό στις πολιτιστικές τους ιδιαιτερότητες. «Εκεί όπου ανοίγει ένα σχολείο, κλείνει μια φυλακή», έλεγε εύστοχα ο Βίκτωρ Ουγκώ από τον 19ο αιώνα.
News 247