Είχαμε μια καλή πενταετία, ας πούμε ήταν τόση. Μια καλή πενταετία που ήταν πολύ ωραίο και πολύ κουλ να έχεις δικαιωματικό λόγο. Για παράδειγμα, αν ήσουν σεξιστής; Δεν θα ήσουν εύκολα. Θα σκεφτόσουν δύο και τρεις φορές πριν μιλήσεις. Αν ήσουν ρατσιστής το ίδιο. Αν ήσουν μισανάπηρος, ε εκεί δεν υπήρχε εξίσου μεγάλο πρόβλημα, γιατί γενικώς ο μισαναπηρισμός είναι στα αχαρτογράφητα ύδατα, αλλά τουλάχιστον θα άκουγες.
Μιλάμε πάντα για την κινηματική πλευρά της κοινωνίας. Και λίγο για τον woke φιλελευθερισμό, ας πούμε. Ναι, είχαμε περίπου μια πενταετία που κάπως καταφέραμε να συνεννοηθούμε. Ακόμη κι αν χρειαζόταν να καταπιεστούν ορισμένα… ένστικτα.
Είχαμε πάψει να είμαστε κι εμείς “υστερικές” φεμινίστριες, τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα τα “άντεχαν” περισσότερο. Η αλήθεια να λέγεται, ο ρατσισμός είναι κόκκινο πανί περισσότερο από οτιδήποτε, αλλά κατά την ταπεινή μου, όχι για πολύ ακόμη.
Κάπου το παρακάναμε
Και μετά, καταπιέστηκε ο κόσμος. “Έλεος πια με την πολιτική ορθότητα”. Από εκεί ξεκινήσαμε. Θα πούνε μερικοί συνάνθρωποι πως κι εμείς το παρακάναμε. Κυρίως οι γυναίκες. Τόσες χιλιετίες έχουμε ανεχτεί κι αν έχουμε ανεχτεί, τώρα που διεκδικούμε ε, κάπου το παρακάναμε.
Γιατί να είναι προσβλητικό ένα κομπλιμέντο για ένα ωραίο μπούστο; Ας πούμε. Ή η σάτιρα. Πω, αυτή η σάτιρα! Στη σάτιρα θα έρθουμε λίγο αργότερα, γιατί προηγείται η αγανακτισμένη “τέχνη” των κοινωνικών δικτύων.
Ξέρουμε, φυσικά, ότι η λογοκρισία είναι εχθρός της Τέχνης κι ότι η πολιτική ορθότητα είναι ένας τρόπος να πούμε πως μας ενοχλεί ο δικαιωματισμός, όταν θέλουμε να γράψουμε καφρίλες. Είτε είναι μελοδραματικές, είτε είναι… αστείες. Δηλαδή, η λογοκρισία κι η πολιτική ορθότητα δεν έχουν καμία μα καμία σχέση.
Το θέμα είναι πως την καλή πενταετία, εκείνη της συζήτησης, μετριόταν κάπως και με likes ο εναγκαλισμός με την κινηματική διάλεκτο. Οπότε ήταν πολύ πιο εύκολο να μην βάλεις κόκκινες γραμμές μεταξύ εσού και του ανθρώπου που σε διαβάζει.
Στις εργοστασιακές ρυθμίσεις
Τι άλλαξε τόσο ραγδαία; Η συντηρητικοποίηση, φυσικά. Τι νομίζαμε, ότι εμείς είμαστε όντα άφθαρτα και δε μας αγγίζει; Αμ δε! Κι εδώ έρχεται η κριτική στην πολιτική ορθότητα, πρώτα κι αμέσως μετά η επίκληση στη σάτιρα.
Θυμάστε πώς ξεκίνησε όλος αυτός ο καημός εις βάρος της δήθεν καταπιεστικής πολιτικής ορθότητας; Από κάτι ακραίους κεντρώους, συνήθως δημοσιογράφους, που βάφτισαν χιούμορ και σάτιρα πρώτα τις σεξιστικές τους επιθέσεις (όπως τα γέλια της Κατερίνας Γκαγκάκη εις βάρος φοιτήτριας που δέχθηκε σεξουαλική παρενόχληση) κι έπειτα, έγινε πιο σοβαρό. Πιο ευρύ.
Πιο “άι στο καλό πια!”. Κι εκεί που μας αποκαλούσαν “φεμιναζί” μόνο οι της λάθος πλευρά της ιστορίας, τώρα επανηλθαμε στις εργοστασιακές ρυθμίσεις. Είναι όλα “σάτιρα “. Δεν είναι αυτοί σεξιστές. Εμείς δεν έχουμε χιούμορ. Άσχετο που η βία εκτοξεύεται κι οι γυναικοκτονίες είναι στο “πρόγραμμα”. Σαρκασμός ήταν αυτό.
Γιατί να συνδέεται η συντηρητικοποίηση με την οπισθοχώρηση στην γλώσσα των “δικαιωμάτων” κι έπειτα με την άνοδο της βίας; Γιατί συνήθως έτσι γίνεται. Γιατί η γλώσσα απελευθερώνει όσο και περιορίζει. Και γιατί η σάτιρα είναι ένα πράγμα. Μόνο. Η “καφρίλα” είναι ένα άλλο, εντελώς διαφορετικό.
Προνόμια
Ταυτόχρονα, εμείς με αυτό πρέπει να ζούμε. Εμείς οι μη προνομιούχοι των απλόχερων δικαιωμάτων. Οι γυναίκες. Οι ΛΟΑΤΚΙ. Οι ανάπηρες κι οι ανάπηροι -ειδικά με τις ψυχοκοινωνικές βλάβες. Πρόσφατα έμαθα ότι η κατάθλιψη έχει ταξικό πρόσημο! Όχι όπως κάθε πάθηση, σε επίπεδο πρόσβασης στο ΕΣΥ, ας πούμε. Αλλά είναι η κατάθλιψη γεμάτη ταξικές διακυμάνσεις. Σα να λέμε προνόμιο των ολίγων να μπορείς να προσλαμβάνεις την κοινωνική βία και να παθαίνεις, τελικά, κατάθλιψη! Οι πιο φτωχοί δεν προλαβαίνουν, καταλάβατε;
Και το κοινωνικό στίγμα; Ε, τώρα… Έχουμε τις θεωρίες μας. Τι σχέση έχει το κοινωνικό στίγμα, που απαγορεύει στους πιο φτωχούς -αν θέλετε- και στους λιγότερο μορφωμένους να μιλήσουν για την κατάθλιψη ή την κακοποίηση, τι σχέση έχει, λοιπόν, το κοινωνικό στίγμα με την καλοπροαίρετη σάτιρα. Ή με τους… λογοτεχνισμούς.
Γιατί οι προνομιούχοι των απλόχερων δικαιωμάτων δεν αντέχουν να ακούνε ότι τα καταπατούν. Ούτε κι όμως χρειάζεται να ζήσουν από την άλλη πλευρά του ήλιου: εκεί που η ζωή σου κρίνεται από τα στερεότυπα. Μερικές φορές, κρίνεται κυριολεκτικά: αν θα πεθάνεις ή αν θα ζήσεις.
Καταπιέζεστε, αγαπητές κι αγαπητοί; Καταπιέζεστε να ορθώνετε λόγο δικαιωματικό, όπως οι άνθρωποι που τον χρειάζονται περισσότερο τον ορίζουν; Δεν πειράζει. Έτσι λέω. Ότι δεν πειράζει. Σφίξετε τα δόντια σας.
Σφίξετε τα δόντια σας, γιατί ποτέ καμία κοινωνία δεν ξύπνησε ξαφνικά στην εποχή των Τεράτων της. Από ελαφρότητα, συνήθως, ξεκινάει το Μέγα Δράμα. Αυτό είναι η συντηρητικοποίηση στην αρχή της. Όχι το μίσος. Η αδιαφορία. Η φαυλότητα. Η ανοησία.
Όλγα Στέφου