Από τις 22 Απριλίου, όταν στο Παχαλγκάμ του ινδικού Κασμίρ αυτονομιστές αντάρτες επιτέθηκαν σε ομάδα ινδουιστών τουριστών και σκότωσαν 26 ανθρώπους, οι δύο άσπονδοι γείτονες, Ινδία και Πακιστάν, ζουν υπό καθεστώς ακήρυχτου πολέμου.
Εκρήξεις, ανθρώπινες απώλειες και κατεστραμμένες υποδομές μετρούν και οι δύο χώρες, με την Ινδία να δημοσιοποιεί ότι έπληξε –μεταξύ άλλων– 9 ορμητήρια τρομοκρατών σε πακιστανικό έδαφος και το Πακιστάν να ανταπαντά με ανακοινωθέντα για κατάρριψη 5 ινδικών αεροσκαφών και σοβαρές καταστροφές σε περιφερειακό αεροδρόμιο. Οι εναέριοι χώροι έχουν κλείσει, ενώ η διζωνική περιοχή του Κασμίρ – μονίμως επαναδιεκδικούμενη και από τις δύο χώρες- βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα, με τους εμπλεκόμενους να αλληλοκατηγορούνται για τη χρήση drones σε στρατιωτικές επιχειρήσεις.
Αμέσως μόλις εκδηλώθηκε η δολοφονική επίθεση, η ινδική κυβέρνηση έσπευσε να φωτογραφίσει το Πακιστάν ως οργανωτή της, γεγονός καθόλου περίεργο αν σκεφτεί κανείς ότι η χώρα υποθάλπει εξτρεμιστικές μουσουλμανικές οργανώσεις (Πακιστανοί Ταλιμπάν, Αλ Κάιντα κλπ) που κατά καιρούς πλήττουν με επιθέσεις τόσο στο ινδικό Κασμίρ όσο και άλλες περιοχές της χώρας. Ακόμα και η δολοφονία του ηγέτη της Αλ – Κάιντα, Οσάμα μπιν Λάντεν, από τους Αμερικανούς σε πακιστανικό έδαφος ενισχύει την εικόνα της χώρας- ορμητήριο ενόπλων ομάδων μουσουλμάνων φονταμενταλιστών κάθε λογής. Βασική αιτία, η εξουσία του βαθέως κράτους στο Ισλαμαμπάντ: μυστικές υπηρεσίες, στρατός και ισλαμιστές δεν έχουν επιτρέψει ούτε την οικοδόμηση πολιτικής ομαλότητας ούτε τον διάλογο με το Νέο Δελχί.
Βεβαίως, οι ευθύνες για το μονίμως εκρηκτικό κλίμα δεν είναι μονόπλευρες. Ήδη από την εποχή της ανεξαρτησίας της Ινδίας από την αγγλική κυριαρχία (1947) οι ινδουιστές ηγέτες ευνόησαν ή ανέχτηκαν τις διώξεις και πάσης φύσεως ανισότητες εναντίον των μουσουλμανικών πληθυσμών, γεγονός που τελικά οδήγησε στη δημιουργία του Πακιστάν (Γης των καθαρών), του πρώτου κράτους που ιδρύθηκε με κριτήριο θρησκευτικής ομοιογένειας. Οι ακραίες διαμάχες μεταξύ ινδουιστών και μουσουλμάνων ακόμα και εντός ινδικού εδάφους οδήγησαν (εμμέσως πλην σαφώς) στη δολοφονία του Μαχάτμα Γκάντι, της Ίντιρα Γκάντι και του γιου της Ρατζίβ Γκάντι. Παλιές ιστορίες, θα έλεγε κανείς, αν δεν υπήρχε η καθημερινή επίδειξη αμοιβαίας επιθετικότητας και απέχθειας που εκφράζεται με ακραίο τρόπο στο ανοιγόκλεισμα των συνόρων τους πρωί και βράδυ, υπό τα βλέμματα και τις επευφημίες κατοίκων των κοντινών περιοχών, ενώ το όλο πράγμα γίνεται τουριστικό αξιοθέατο.
Παρ όλα αυτά, η κυβέρνηση του Πακιστάν αρνήθηκε κάθε ανάμειξη στην επίθεση στο Παχαλγκάμ και δήλωσε έτοιμη να συνεργαστεί στην ανακάλυψη των ενόχων, αν και η ομιλία του πρωθυπουργού Σαμπάζ Σαρίφ στην Εθνοσυνέλευση με εκκλήσεις για πολιτική ενότητα και συνεχείς αναφορές στο δικαίωμα της χώρας να αμυνθεί, έσβησε κάθε πιθανότητα συνεργασίας. Ο υπουργός Άμυνας μίλησε ανοιχτά για κίνδυνο «πυρηνικής εμπλοκής» και απείλησε την Ινδία πως αν επιλέξει αυτό το δρόμο θα υποστεί τις συνέπειες, απενοχοποιώντας ουσιαστικά τη χρήση πυρηνικών και κατονομάζοντας τη ως πιθανότητα .
Η παγκόσμια κοινότητα η οποία κωφεύει στις φωνές για την πλήρη κατάργηση των πυρηνικών εξοπλισμών, τώρα ανησυχεί. Η Κίνα σπεύδει να ζητήσει να πέσουν οι τόνοι, ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ –που δε βλέπει άμεσο οικονομικό όφελος από την όποια εμπλοκή στην περιοχή– διατυπώνει αόριστα ευχολόγια.
Μπορεί τα πυρηνικά οπλοστάσια να μη χρησιμοποιηθούν, το όπλο της λειψυδρίας όμως; Γιατί η Ινδία και το Πακιστάν συνεκμεταλλεύονται ήδη από τη δεκαετία του 1960, σχεδόν ισότιμα, τα νερά του ποταμού Ινδού. Αν οι απειλές της ινδικής κυβέρνησης για παρεμπόδιση της ροής του νερού στο Πακιστάν υλοποιηθούν, η πακιστανική οικονομία θα δεχτεί βαρύτατο πλήγμα.
Τα διεθνή μέσα ενημέρωσης μιλάνε για πόλεμο για το νερό. Μιλάνε λιγότερο για την εμπλοκή του κινεζικού παράγοντα –η Κίνα είναι παραδοσιακή σύμμαχος και εμπορικός εταίρος του Πακιστάν– ενώ οι σχέσεις της με το Νέο Δελχί επιδεινώνονται, από τη στιγμή που ο σκληρός δεξιός ινδός πρόεδρος Ναρέντρα Μόντι προσδέθηκε ακόμα πιο σφιχτά στο άρμα του Ντόναλντ Τραμπ, με τον οποίο φημολογείται ότι επικοινώνησε πριν πλήξει πακιστανικούς στόχους. Κλιμακώνοντας την ένταση, την Τετάρτη ινδικές ρουκέτες έπληξαν την επαρχία Πουντζάπ με το μεγαλύτερο χτύπημα από το 1971.
Πενιχρή πληροφόρηση περνάει στις 20χιλ καθημερινές ινδικές εφημερίδες όπως εξάλλου και στις πακιστανικές. Η ιδέα ενός έντεχνα χορογραφημένου proxy war ΗΠΑ- Κίνας ακούγεται ίσως υπερβολική, μια ευρύτερη ανάφλεξη όμως όχι. Εκτός αν οι διεθνείς οργανισμοί και –κυρίως– τα κράτη μέλη τους πάψουν να αντιμετωπίζουν το μείζον αίτημα για ουσιαστικές πρωτοβουλίες ειρήνης και πυρηνικό αφοπλισμό περίπου ως χίπικη γραφικότητα της εποχής που το Κασμίρ ήταν επιτυχία των Led Zeppelin και αναλάβουν δράση.
Όλγα Αθανίτη: Ινδία – Πακιστάν σε τροχιά μετωπικής σύγκρουσης
Από τις 22 Απριλίου, όταν στο Παχαλγκάμ του ινδικού Κασμίρ αυτονομιστές αντάρτες επιτέθηκαν σε ομάδα ινδουιστών τουριστών και σκότωσαν 26 ανθρώπους, οι δύο άσπονδοι γείτονες, Ινδία και Πακιστάν, ζουν υπό καθεστώς ακήρυχτου πολέμου.
Εκρήξεις, ανθρώπινες απώλειες και κατεστραμμένες υποδομές μετρούν και οι δύο χώρες, με την Ινδία να δημοσιοποιεί ότι έπληξε –μεταξύ άλλων– 9 ορμητήρια τρομοκρατών σε πακιστανικό έδαφος και το Πακιστάν να ανταπαντά με ανακοινωθέντα για κατάρριψη 5 ινδικών αεροσκαφών και σοβαρές καταστροφές σε περιφερειακό αεροδρόμιο. Οι εναέριοι χώροι έχουν κλείσει, ενώ η διζωνική περιοχή του Κασμίρ – μονίμως επαναδιεκδικούμενη και από τις δύο χώρες- βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα, με τους εμπλεκόμενους να αλληλοκατηγορούνται για τη χρήση drones σε στρατιωτικές επιχειρήσεις.
Αμέσως μόλις εκδηλώθηκε η δολοφονική επίθεση, η ινδική κυβέρνηση έσπευσε να φωτογραφίσει το Πακιστάν ως οργανωτή της, γεγονός καθόλου περίεργο αν σκεφτεί κανείς ότι η χώρα υποθάλπει εξτρεμιστικές μουσουλμανικές οργανώσεις (Πακιστανοί Ταλιμπάν, Αλ Κάιντα κλπ) που κατά καιρούς πλήττουν με επιθέσεις τόσο στο ινδικό Κασμίρ όσο και άλλες περιοχές της χώρας. Ακόμα και η δολοφονία του ηγέτη της Αλ – Κάιντα, Οσάμα μπιν Λάντεν, από τους Αμερικανούς σε πακιστανικό έδαφος ενισχύει την εικόνα της χώρας- ορμητήριο ενόπλων ομάδων μουσουλμάνων φονταμενταλιστών κάθε λογής. Βασική αιτία, η εξουσία του βαθέως κράτους στο Ισλαμαμπάντ: μυστικές υπηρεσίες, στρατός και ισλαμιστές δεν έχουν επιτρέψει ούτε την οικοδόμηση πολιτικής ομαλότητας ούτε τον διάλογο με το Νέο Δελχί.
Βεβαίως, οι ευθύνες για το μονίμως εκρηκτικό κλίμα δεν είναι μονόπλευρες. Ήδη από την εποχή της ανεξαρτησίας της Ινδίας από την αγγλική κυριαρχία (1947) οι ινδουιστές ηγέτες ευνόησαν ή ανέχτηκαν τις διώξεις και πάσης φύσεως ανισότητες εναντίον των μουσουλμανικών πληθυσμών, γεγονός που τελικά οδήγησε στη δημιουργία του Πακιστάν (Γης των καθαρών), του πρώτου κράτους που ιδρύθηκε με κριτήριο θρησκευτικής ομοιογένειας. Οι ακραίες διαμάχες μεταξύ ινδουιστών και μουσουλμάνων ακόμα και εντός ινδικού εδάφους οδήγησαν (εμμέσως πλην σαφώς) στη δολοφονία του Μαχάτμα Γκάντι, της Ίντιρα Γκάντι και του γιου της Ρατζίβ Γκάντι. Παλιές ιστορίες, θα έλεγε κανείς, αν δεν υπήρχε η καθημερινή επίδειξη αμοιβαίας επιθετικότητας και απέχθειας που εκφράζεται με ακραίο τρόπο στο ανοιγόκλεισμα των συνόρων τους πρωί και βράδυ, υπό τα βλέμματα και τις επευφημίες κατοίκων των κοντινών περιοχών, ενώ το όλο πράγμα γίνεται τουριστικό αξιοθέατο.
Παρ όλα αυτά, η κυβέρνηση του Πακιστάν αρνήθηκε κάθε ανάμειξη στην επίθεση στο Παχαλγκάμ και δήλωσε έτοιμη να συνεργαστεί στην ανακάλυψη των ενόχων, αν και η ομιλία του πρωθυπουργού Σαμπάζ Σαρίφ στην Εθνοσυνέλευση με εκκλήσεις για πολιτική ενότητα και συνεχείς αναφορές στο δικαίωμα της χώρας να αμυνθεί, έσβησε κάθε πιθανότητα συνεργασίας. Ο υπουργός Άμυνας μίλησε ανοιχτά για κίνδυνο «πυρηνικής εμπλοκής» και απείλησε την Ινδία πως αν επιλέξει αυτό το δρόμο θα υποστεί τις συνέπειες, απενοχοποιώντας ουσιαστικά τη χρήση πυρηνικών και κατονομάζοντας τη ως πιθανότητα .
Η παγκόσμια κοινότητα η οποία κωφεύει στις φωνές για την πλήρη κατάργηση των πυρηνικών εξοπλισμών, τώρα ανησυχεί. Η Κίνα σπεύδει να ζητήσει να πέσουν οι τόνοι, ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ –που δε βλέπει άμεσο οικονομικό όφελος από την όποια εμπλοκή στην περιοχή– διατυπώνει αόριστα ευχολόγια.
Μπορεί τα πυρηνικά οπλοστάσια να μη χρησιμοποιηθούν, το όπλο της λειψυδρίας όμως; Γιατί η Ινδία και το Πακιστάν συνεκμεταλλεύονται ήδη από τη δεκαετία του 1960, σχεδόν ισότιμα, τα νερά του ποταμού Ινδού. Αν οι απειλές της ινδικής κυβέρνησης για παρεμπόδιση της ροής του νερού στο Πακιστάν υλοποιηθούν, η πακιστανική οικονομία θα δεχτεί βαρύτατο πλήγμα.
Τα διεθνή μέσα ενημέρωσης μιλάνε για πόλεμο για το νερό. Μιλάνε λιγότερο για την εμπλοκή του κινεζικού παράγοντα –η Κίνα είναι παραδοσιακή σύμμαχος και εμπορικός εταίρος του Πακιστάν– ενώ οι σχέσεις της με το Νέο Δελχί επιδεινώνονται, από τη στιγμή που ο σκληρός δεξιός ινδός πρόεδρος Ναρέντρα Μόντι προσδέθηκε ακόμα πιο σφιχτά στο άρμα του Ντόναλντ Τραμπ, με τον οποίο φημολογείται ότι επικοινώνησε πριν πλήξει πακιστανικούς στόχους. Κλιμακώνοντας την ένταση, την Τετάρτη ινδικές ρουκέτες έπληξαν την επαρχία Πουντζάπ με το μεγαλύτερο χτύπημα από το 1971.
Πενιχρή πληροφόρηση περνάει στις 20χιλ καθημερινές ινδικές εφημερίδες όπως εξάλλου και στις πακιστανικές. Η ιδέα ενός έντεχνα χορογραφημένου proxy war ΗΠΑ- Κίνας ακούγεται ίσως υπερβολική, μια ευρύτερη ανάφλεξη όμως όχι. Εκτός αν οι διεθνείς οργανισμοί και –κυρίως– τα κράτη μέλη τους πάψουν να αντιμετωπίζουν το μείζον αίτημα για ουσιαστικές πρωτοβουλίες ειρήνης και πυρηνικό αφοπλισμό περίπου ως χίπικη γραφικότητα της εποχής που το Κασμίρ ήταν επιτυχία των Led Zeppelin και αναλάβουν δράση.