Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του προέδρου της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, στο Παρίσι, ο πρωθυπουργός της Γαλλίας, Σεμπαστιάν Λεκορνί, υποσχέθηκε βαθύτερη στρατιωτική συνεργασία ανάμεσα στις δύο χώρες, συμπεριλαμβανομένης μιας συμφωνίας για την αγορά από το Κίεβο εκατό μαχητικών αεροσκαφών από την κορυφαία γαλλική αμυντική εταιρεία «Dassault Aviation».
Η Γαλλία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων στον κόσμο. Τον Μάρτιο, ο τότε υπουργός Οικονομίας της, Ερίκ Λομπάρ, ζήτησε μια πολεμική οικονομία. Δεν ήταν ο μόνος. «Αν η χώρα μας δεν είναι έτοιμη να αποδεχθεί την απώλεια των παιδιών της» σε πόλεμο εναντίον της Ρωσίας, «θα καταρρεύσει», δήλωσε ο αρχηγός του επιτελείου Εθνικής Άμυνας της Γαλλίας, Φαμπιέν Μαντόν, σε ομιλία του πριν από λίγες μέρες. Καθώς η πολεμική κινητοποίηση της Γαλλίας εντείνεται, περισσότερες εταιρείες και οι εργαζόμενοί τους παρασύρονται στην παραγωγή όπλων — είτε το θέλουν είτε όχι.
Ο Λεκορνί θέλει πολεμική οικονομία
Ο Λεκορνί, ο οποίος ως υπουργός Ενόπλων Δυνάμεων του Εμανουέλ Μακρόν από το 2022 έως το 2025 βοήθησε στην εκρηκτική άνοδο των τιμών των μετοχών των γαλλικών εταιρειών όπλων, χρησιμοποίησε τη συνάντηση με τον Ζελένσκι για να επιδείξει την ικανότητα της Γαλλίας στην παραγωγή drones. Η επίσκεψη ήταν μια ευκαιρία να σταλεί ένα σαφές μήνυμα ότι η Γαλλία στοχεύει να ενισχύσει τις δυνατότητές της στα επιθετικά drones.
«Μέχρι το 2029, το 2030, δεν θα έχουμε καλύψει το χαμένο έδαφος, αλλά [ο στόχος μας] είναι να κάνουμε ένα μεγάλο τεχνολογικό άλμα, ώστε να είμαστε στην αιχμή και να μπορέσουμε να κατακτήσουμε μερίδιο αγοράς», δήλωσε ο Λεκορνί νωρίτερα φέτος, όταν ήταν ακόμη υπουργός Ενόπλων Δυνάμεων.
Κρίσιμο στο σχέδιό του είναι να αξιοποιήσει τις εγχώριες τεχνολογικές δυνατότητες της Γαλλίας, τη βιομηχανική της ικανότητα και το υψηλής εξειδίκευσης τεχνικό εργατικό δυναμικό.
Ακόμη και εταιρείες που δεν είναι παραδοσιακά γνωστές για την εμπλοκή τους στην παραγωγή όπλων επιστρατεύονται σε αυτή την προσπάθεια. Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, ο Λεκορνί διέταξε μια καταγραφή του συνόλου των 3D εκτυπωτών της Γαλλίας, που είναι έτοιμοι να επιταχθούν άμεσα εάν χρειαστεί για την εθνική άμυνα.
Μετά την ανακοίνωση του Λεκορνί τον Ιούνιο, ότι μια γαλλική εταιρεία θα κατασκευάσει drones στην Ουκρανία, το franceinfo ανέφερε ότι η εν λόγω εταιρεία ήταν η «Renault».
Μετά από αυτές τις πρώτες αναφορές, το «BFMTV» μίλησε με στελέχη των συνδικάτων Confédération Générale du Travail (CGT) και Force Ouvrière (FO), οι οποίοι ήταν αντίθετοι στην ιδέα.
«Πολλοί από τους εργαζομένους μας μάς έχουν προβληματίσει σχετικά με αυτό. Συμφώνησαν να φτιάχνουν αυτοκίνητα, όχι όπλα», δήλωσε ένας αξιωματούχος της FO. «Κάποιοι ήδη θέλουν να μάθουν αν μπορούν να αρνηθούν μια τέτοια ανάθεση», είπε ένας εκπρόσωπος της CGT.
Το «BFMTV» επίσης κινδυνολόγησε σχετικά με την παρουσία μεταναστών εργατών από τη Ρωσία σε ορισμένες γραμμές παραγωγής, υπονοώντας ότι αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει «εντάσεις», εάν κατασκεύαζαν drones που θα στέλνονταν στην καρδιά της σύγκρουσης. Ένας ανώνυμος αξιωματούχος συνδικάτου φέρεται να είπε ότι μια ιδέα που προτάθηκε ήταν η γαλλική εταιρεία να κατασκευάσει το εργοστάσιο στη Σλοβακία, για να στελεχωθεί από υποτιθέμενα πιο «εθνικά πιστούς» εργάτες.
Λεπτομέρειες σχετικά με το χρονοδιάγραμμα παραγωγής ή το αν κάποιο μέρος της παραγωγής drones θα γίνει στη Γαλλία δεν είναι ακόμη διαθέσιμες, αλλά ορισμένοι εργαζόμενοι ήδη ανησυχούν ότι μπορεί να βρεθούν να εμπλέκονται στην παραγωγή όπλων.
Σε άγνοια
Εργαζόμενοι σε ένα μεγάλο συγκρότημα της «Renault» στο Lardy, σαράντα λεπτά με το αυτοκίνητο νότια του Παρισιού, δήλωσαν στο Jacobin ότι έμαθαν για τα σχέδια κυρίως από τον Τύπο.
«Αυτό είναι ένα επαναλαμβανόμενο πρόβλημα σ’ αυτή την εταιρεία», είπε ο Φλοριάν Νταβίντ, σαραντατριών ετών, μηχανικός δοκιμών πρόσκρουσης.
«Όταν το θέμα κυκλοφόρησε στα μέσα ενημέρωσης και άρχισε να συζητείται ευρέως, τότε λάβαμε μια επίσημη δήλωση από την εταιρεία λέγοντας ότι το εξέταζαν πράγματι», είπε ο Νταβίντ.
Η «Renault» ενημέρωσε τους εργαζομένους σε μια δήλωση ότι εξέταζε το σχέδιο, αλλά δεν τους έχει δοθεί ακόμη καμία επιβεβαίωση ότι θα προχωρήσουν στην παραγωγή drones στον χώρο, παρά το γεγονός ότι ορισμένοι εργαζόμενοι τον θεωρούν κατάλληλο για στρατιωτική παραγωγή.
«Πρόκειται για μεγάλες βιομηχανικές περιοχές με μεγάλα βιομηχανικά κτίρια, οπότε είναι πολύ μακριά, πολύ μεγάλα, πολύ κατάλληλα», εξήγησε ο Νταβίντ. Το συγκρότημα Lardy βρίσκεται στον χώρο ενός πρώην κάστρου, το οποίο πούλησε τις εκτάσεις του στη «Renault» όταν είχε έλλειψη μετρητών – μια τεράστια έκταση 135 εκταρίων με γύρω στα σαράντα κτίρια.
Ο χώρος βρίσκεται επίσης μέσα στο δάσος, είπε ο Νταβίντ, οπότε θα μπορούσε να είναι ελκυστικός επειδή το δάσος μειώνει την ορατότητα απ’ έξω. «Είναι απολύτως εφικτό» για τη «Renault» να χρησιμοποιήσει τις εγκαταστάσεις για στρατιωτική παραγωγή, κατέληξε ο Νταβίντ. Και η ύφεση στην αυτοκινητοβιομηχανία, η οποία έχει πλήξει σοβαρά τους εργαζομένους της «Renault», τον κάνει ανοιχτό στην ιδέα η εταιρεία να δραστηριοποιηθεί εκτός των παραδοσιακών της τομέων.
«Αν η εταιρεία μου έχει δουλειά, αυτό σημαίνει ότι παίρνω τον μισθό μου», κατέληξε ο Νταβίντ.
Οικονομική εθνική κυριαρχία
Τα τελευταία χρόνια, η «Renault» έχει μειώσει στο μισό το εργατικό δυναμικό της στο Lardy – από 2.400 σε 1.200 από το 2018, δήλωσε ο Φλοράν Γκριμάλντι στο Jacobin. Είναι εκπρόσωπος του συνδικάτου CGT και εργάζεται ως μηχανικός στον ερευνητικό χώρο του συγκροτήματος, μετατρέποντας τις μηχανές εσωτερικής καύσης σε ηλεκτροκινητήρες.
Το 2022, η «Renault» ανακοίνωσε ότι δεν θα παράγει πλέον μηχανές εσωτερικής καύσης. Αυτό ακολουθεί μια τάση στη Γαλλία προς την παραγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων, με τα οχήματα εσωτερικής καύσης και υβριδικών κινητήρων να μεταφέρονται σε χώρες με χαμηλότερους μισθούς, τη Ρουμανία και την Ισπανία. Το 90% της επένδυσης των €80 εκατομμυρίων της «Renault» στη Γαλλία από το 2022 έως το 2026 πήγε στον χώρο του Lardy, ως μέρος του σχεδίου ηλεκτρικής προσαρμογής.
Ο Γκριμάλντι εξήγησε ότι προς το παρόν δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου λεπτομέρειες σχετικά με το πού μπορεί να επικεντρωθεί η παραγωγή drones. Αντίθετα, φαίνεται ότι η «Renault» προσπαθεί να βρει τον καλύτερο τρόπο να πείσει τους εργαζομένους της. Η είδηση προκάλεσε αναστάτωση τον Ιούλιο, πυροδοτώντας συζητήσεις στο γραφείο του Γκριμάλντι, στην καντίνα, πάνω από την καφετιέρα και στις συνεδριάσεις του συνδικάτου. Αλλά η εταιρεία σιώπησε μέχρι τον Σεπτέμβριο, όταν έβγαλε μια άλλη δήλωση σε πιο εθνικιστικό τόνο, μιλώντας για τη σημασία της ανάπτυξης εγχώριας παραγωγής drones για την άμυνα της Γαλλίας.
«Η πρώτη ανακοίνωση αφορούσε πραγματικά τα drones στην Ουκρανία, αλλά μετά προσπάθησαν να μας πείσουν ότι ήταν μόνο για τη Γαλλία», εξήγησε ο Γκριμάλντι.
Αυτό το εθνικιστικό αφήγημα είναι ελκυστικό για ορισμένους εργαζομένους, είπε ο Γκριμάλντι, ειδικά για εκείνους που ανησυχούν μήπως χάσουν τις δουλειές τους. Αλλά λέει ότι φέρνει μηχανικούς σαν τον ίδιο, καθώς και άλλους εργαζομένους, σε μια δύσκολη θέση. Ο ίδιος επέλεξε να εργαστεί στους ηλεκτροκινητήρες για να κάνει τα πράγματα καλύτερα για την κοινωνία, είπε, και πολλοί μηχανικοί του κλάδου του έχουν αποφύγει να αναλάβουν καλύτερα αμειβόμενες θέσεις σε τομείς όπως η αεροναυπηγική και η βιομηχανία όπλων, για να κάνουν μια εργασία που δεν ενοχλεί τόσο τη συνείδησή τους.
«Εξακολουθούμε να είμαστε πολλοί αυτοί που είμαστε πολύ αντίθετοι στην ιδέα», είπε ο Γκριμάλντι. «Γράψαμε ένα φυλλάδιο λέγοντας ότι είμαστε ενάντια σε αυτό τον στρατιωτικό προσανατολισμό, αλλά προς το παρόν δεν είναι κάτι συγκεκριμένο, οπότε δεν ξέρουμε ακόμη πώς να αντιδράσουμε συλλογικά».
Οι εργαζόμενοι στον κλάδο του δεν διαθέτουν ρήτρα συνείδησης. Στη Γαλλία, ορισμένα επαγγέλματα, όπως η δημοσιογραφία, δίνουν στους εργαζόμενους αυτό το δικαίωμα. Αυτό σημαίνει ότι μπορούν να παραιτηθούν από μια δουλειά επειδή αναστατώνονται από τη νέα διοίκηση ή την κατεύθυνση στην οποία οδεύει η εταιρεία, και εξακολουθούν να λαμβάνουν πλήρη επιδόματα ανεργίας. Εργαζόμενοι όμως όπως ο Γκριμάλντι, που είναι ηθικά αντίθετοι στο να εργάζονται για όπλα που σκοτώνουν ανθρώπους, δεν έχουν αυτό το δικαίωμα.
Η ανθρώπινη πρόοδος έναντι των όπλων του πολέμου
Ένας άλλος μηχανικός, ο οποίος δεν θέλησε να κατονομαστεί λόγω φόβων για προβλήματα με τη διοίκηση, είπε ότι πολλοί εργαζόμενοι της «Renault» έχουν ήδη φύγει για να εργαστούν στη βιομηχανία όπλων, σε εταιρείες όπως η «MBDA», η «Thales» ή η «Safran».
«Γνωρίζουμε ότι οι εργαζόμενοι της «Renault» διαθέτουν δεξιότητες που είναι ελκυστικές για τη βιομηχανία όπλων, επειδή έχουν προσλάβει άτομα που εργάζονταν εδώ ύστερα από προηγούμενες απολύσεις», είπε.
Γιατί δεν έφυγε κι αυτός;
«Από τεχνική άποψη, είναι κάτι που μπορώ να κάνω», είπε ο μηχανικός, «αλλά αντιβαίνει στις προσωπικές μου πεποιθήσεις».
Γι’ αυτόν, η ιδέα να μπει στη βιομηχανία όπλων έρχεται σε αντίθεση με τις πρόσφατες προσπάθειες της «Renault» για μεγαλύτερη υπευθυνότητα.
«Έχουμε κάνει μεγάλη πρόοδο για να μειώσουμε τη ρύπανση που προκαλούν τα οχήματά μας, έχουμε κάνει μεγάλη πρόοδο για να αποφεύγουμε τα ατυχήματα, να τα προβλέπουμε, να μειώνουμε τους θανάτους», πρόσθεσε ο μηχανικός.
Είπε ότι για ορισμένα στελέχη της εταιρείας που είχαν στρατιωτική εμπειρία, η ιδέα της παραγωγής όπλων τους ήρθε φυσικά. Αλλά για τον ίδιο και πολλούς συναδέλφους του στη «Renault», αυτό δεν είναι το αντικείμενο της εταιρείας.
«Ήθελα να γίνω μηχανικός για να συμβάλω στην πρόοδο της ανθρωπότητας, όχι για να την καταστρέψω».
Πολεμικά κέρδη
Πέρα από τις ηθικές αντιρρήσεις για τον πόλεμο, η προσπάθεια επανεξοπλισμού της Γαλλίας αποτελεί μέρος της αναζήτησης κερδών. Και με τους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς να αυξάνονται ραγδαία σε όλη την Ευρώπη, οι γαλλικές εταιρείες άμυνας «Thales», «Safran» και «Dassault Aviation» έχουν σημειώσει ραγδαία άνοδο τους τελευταίους δώδεκα μήνες, ακόμη και ενώ η υπόλοιπη οικονομία παρέμεινε υποτονική. Για τους επενδυτές που αναζητούν αποδόσεις, ο τομέας των όπλων είναι ο ιδανικός.
Σύμφωνα με τον Γκριμάλντι, αυτή είναι η κινητήρια δύναμη πίσω από τις κινήσεις της «Renault», όπως και οι πρόσφατες εξωτερικές αναθέσεις που οδήγησαν σε απώλεια θέσεων εργασίας.
«Αν συνεχίζαμε να εργαζόμαστε σε υβριδικά και θερμικά οχήματα, δεν θα υπήρχαν απώλειες θέσεων εργασίας», δήλωσε ο Γκριμάλντι. Ωστόσο, με την απότομη αύξηση των τιμών των αυτοκινήτων μετά την πανδημία και τη μείωση των πωλήσεων, οι κατασκευαστές αυτοκινήτων αναζήτησαν κέρδη σε έναν γνώριμο τομέα.
«Είναι μια σκόπιμη πολιτική των κατασκευαστών, που έχει προτεραιότητα το περιθώριο κέρδους έναντι του όγκου», δήλωσε ο Γκριμάλντι. «[Η αύξηση των τιμών και οι περικοπές θέσεων εργασίας δεν οφείλονται] στη μετάβαση στα ηλεκτρικά οχήματα… [αλλά] στην πολιτική των κατασκευαστών να πωλούν λιγότερα οχήματα σε υψηλότερη τιμή».
Τα εργοστάσια της «Renault» αποτελούν από καιρό επίκεντρα του εργατικού κινήματος της Γαλλίας. Από το Λαϊκό Μέτωπο το 1936 έως τις σκληρές απεργίες του 1947 και τις απεργίες των εργαζομένων τον Μάιο του 1968, έχουν αποτελέσει εμβληματικούς τόπους του εργατικού αγώνα. Και στο αποκορύφωμα της δύναμης του Κομμουνιστικού Κόμματος, οι ισχυρές, καλά οργανωμένες ομάδες εργαζομένων είχαν ιδιαίτερα ισχυρές αντιπροσωπείες στα εργοστάσια της «Renault».
Σήμερα είμαστε μακριά από εκείνα τα ιστορικά υψηλά του οργανωμένου εργατικού κινήματος. Ωστόσο, ορισμένοι εργαζόμενοι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι είναι σημαντικό να αντισταθούν στις δυνάμεις της εξουσίας – και να το κάνουν στον χώρο εργασίας τους.
«Πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να αναλάβουμε δράση και να εκφραστούμε συλλογικά, γιατί ατομικά θα είναι δύσκολο», εξήγησε ο Γκριμάλντι. «Θα πουν ότι έχεις το συμβόλαιο εργασίας σου, ότι πρέπει να κάνεις ό,τι σου λέει ο εργοδότης σου, και θα είναι δύσκολο να πεις “όχι, δεν θα το κάνω αυτό”. Δεν είναι ατομικό, αλλά συλλογικό το μέσο που πρέπει να βρούμε, ώστε να είμαστε αρκετά πολλοί και αρκετά αποφασισμένοι για να πούμε ότι δεν συμφωνούμε».
Μετάφραση: Κώστας Ψιούρης
O Marlon Ettinger είναι συγγραφέας του βιβλίου Zemmour and Gaullism και συνδιοργανωτής του Flep24, του podcast για τις γαλλικές βουλευτικές εκλογές του 2024