«Τι νέοι που φτάσαμεν εδώ, στο έρμο νησί, στο χείλος / του κόσμου, δώθε απ’ τ’ όνειρο και κείθε από τη γη», γράφει συγκλονιστικά ο Κώστας Καρυωτάκης στο αριστούργημά του «Ελεγεία και σάτιρες».
Όμως η μικρή Όλγα ούτε αυτό πρόλαβε. Ένας κόσμος τεράτων την σταμάτησε ακριβώς στη συνοριακή γραμμή του κόσμου: «Δώθε απ’ τ’ όνειρο και κείθε από τη γη». Σαν ένας νεοσσός πελαργών το παιδάκι έκανε το μετέωρο βήμα και βρέθηκε στο «αλλού». Στην απέραντη επικράτεια των φόνων και του θανάτου. Ενός θανάτου που ξεχειλίζει από παντού για τους Ρομά και ενώ ακόμα κυλούν τα δάκρυα για τον φόνο του 18χρονου Νίκου Σαμπάνη από τους χωροφύλακες, υπό τις επευφημίες του πλήθους των νοικοκυραίων και την ευαρέσκεια του αρμόδιου υπουργού Θεοδωρικάκου. Αλλά η φρίκη ποτέ δεν είναι αρκετή. Κι εκεί στην πύλη του εργοστασίου, μπροστά στα μάτια (ας μην γελιόμαστε), ολόκληρης της κοινωνίας, η ζωή της 8χρονης Όλγας συνεθλίβη: «Η ζωή διαβαίνει, πέρα στον ορίζοντα σειρήνα, / μα θάνατο, καθημερινό θάνατο και χολή / μόνο, για μας η ζωή θα φέρει (…)».
Ήταν Ρομά. Έπαιξε με τον θάνατο και πλήρωσε με την ζωή της. Τι φταίμε οι υπόλοιποι που οι Ρομά είναι απρόσεκτοι! Και όσο για το εργοστάσιο, απλώς δεν είναι το «Εργοστάσιο της σοκολάτας». Είναι «ένα εργοστάσιο στο Κερατσίνι». Χωρίς όνομα. Είναι «ένα εργοστάσιο» που επιτέθηκε σε ένα κοριτσάκι και το σκότωσε. Ένας ομιχλώδης φονιάς, σχεδόν φάουσα. Ένα ολόκληρο εργοστάσιο για να σκοτώσει ένα κοριτσάκι. «Ένα εργοστάσιο» που έγινε όπλο, αποδεικνύοντας ότι κανείς δεν παίζει με το σύστημα ατιμώρητα, γιατί το εργοστάσιο είναι ο φόνος. Ο φόνος που κατασπάραξε ένα κοριτσάκι, όπως ένα άλλο όπλο «διαμετρήματος» ΕΤΜΑ είχε κατασπαράξει τη ζωή της φοιτήτριας και μέλους της ΚΝΕ Σωτηρίας Βασιλακοπούλου στις 28 Ιουλίου 1980. «Τι νέα που έφτασεν εκεί», στην πύλη κι αυτή, για να «παίξει» με προκηρύξεις το «παιχνίδι» του αγώνα. Όμως δεν παίζουν με τα όπλα…
Το εργοστάσιο είναι ο φόνος. Το εργοστάσιο δεν έχει όνομα, σχεδόν ούτε το παιδί. Μόνο φυλετικό προσδιορισμό που κάνει τον φόνο αγριότερο. Το κοριτσάκι είναι Ρομά. Ρομά σκέτο. Πιο γυμνό και από γυμνό παιδί. Θάνατος πάνω στον θάνατο, φρίκη να βγαίνει μέσα από τη φρίκη. Φόνος, ανείπωτος φόνος που δεν χωράει ούτε μέσα στο ίδιο το περιστατικό.
Ένα εργοστάσιο στο Κερατσίνι δολοφόνησε ένα κοριτσάκι οκτώ χρονών. Ώρες το δολοφονούσε και μια σάπια εκδοχή, ένα κακέκτυπο ραχιτικό της εργατικής τάξης, σαν σκιά περνούσε και ξαναπερνούσε μπροστά από το φονικό. Η μήτρα του τέρατος γεννάει ασταμάτητα, ανθρωποφάγα τέρατα.
Ανώνυμος ο φονιάς, ανώνυμο το θύμα, γιατί ο φόνος είναι γενικός και κρύβεται στις λόχμες του αδιάβαστου κακού που μας συνθλίβει. Λέγεται σύστημα και λέγεται ταξική κοινωνία και λέγεται απανθρωπισμός. Δεν έχουν όνομα τα αμέτρητα μαχαίρια που σκότωσαν τη Σωτηρία χτες, την Όλγα σήμερα και αύριο ποιος ξέρει; Όλα τα αμέτρητα μαχαίρια που μας σκοτώνουν κάθε στιγμή για να μην εμποδίσουμε τους επόμενους θανάτους.
Όταν κανείς δεν λυγίζει μπροστά στην εικόνα ενός πεσμένου παιδιού, όταν κανείς δεν το αγγίζει παρά μονάχα με την άκρη του ποδιού, τότε μιλάμε για τον θρίαμβο της σφαγής. Δεν προλαβαίνεις μήτε να απελπιστείς μπροστά σε ένα τέτοιο θρίαμβο.
Ναι, το «εργοστάσιο της σοκολάτας» για τα παιδιά που δεν έχουν παιχνίδια δεν χτίστηκε ακόμα. Χτίζονται μόνο εργοστάσια παραγωγής φόνων, εργοστάσια παραγωγής μιας φονικής πραγματικότητας που σκοτώνει αδιακρίτως όσους φτάνουν στις πύλες τους, αψήφιστα νέοι, αψήφιστα παίζοντας με την ελπίδα ή την απορία. Γιατί το σύστημα δεν είναι μαγικά παραμυθένιο. Είναι πραγματικά και τελεσίδικα πραγματικό. Όπως ο φόνος.
Κι αυτό το εργοστάσιο διαρκώς εκσυγχρονίζεται, παράγοντας καινούργια είδη νεκρών, μοντέρνων νεκρών που σκοτώνουν τα παιδιά, με τα μέσα της εποχής τους, επειδή τα παιδιά βλέπουν στ’ αλήθεια. Ξέρουν πως η ζωή είναι ένα εργοστάσιο παραγωγής θαυμάτων. Εκεί ακριβώς καραδοκεί ο φονιάς του ταξικού συστήματος. Και πνίγει τα παιδιά μέσα στο θαύμα της ζωής.
Κώστας Καναβούρης
Πηγή: Η Αυγή