Τη συνέντευξη πήρε ο Μάνος Καλλιμικράκης
Πώς σκέφτονται αυτοί που εμείς βλέπουμε ως «ξένους» για τη ζωή τους μαζί μας; Πώς νιώθουν; Πώς τους κάνουμε, ενίοτε, να νιώθουν; Τι θα ήθελαν να μας πουν; Γιατί Ξένος δεν γεννιέσαι, γίνεσαι. Σε καθιστούν οι άλλοι όταν η πραγματικότητά σου δεν ταιριάζει με τη δική τους. Όταν αυτό που βλέπουν σε εσένα δεν ανταποκρίνεται σε αυτό που έχουν στο κεφάλι τους. Όταν διαφέρεις από τα στερεότυπα. Όταν δεν είσαι αυτό που «θα έπρεπε να είσαι». Διότι, όπως είπε και ο ποιητής «τι θα απογίνουμε χωρίς βαρβάρους».
«Με λένε Χ. Ήρθα στην Ελλάδα πριν από δέκα χρόνια. Παράνομα. Έφυγα 24 χρονών από το Πακιστάν. Είχα τελειώσει το σχολείο αλλά δεν μπορούσα να βρω δουλειά. Πήγα με τα πόδια στο Ιράν και από εκεί στην Τουρκία όπου και με συνέλαβαν. Με κράτησαν δύο ημέρες και το βράδυ της τρίτης με άφησαν ελεύθερο. Όχι, δεν με χτύπησε κανείς, μου φέρθηκαν πολύ καλά. Ο τουρκικός στρατός και κρεβάτια καλά είχε και καλό φαγητό. Τους έβλεπα όμως με τα όπλα και φοβόμουν μην με σκοτώσουν. Ήρθα νύχτα στην Ελλάδα. Στις έντεκα το βράδυ μπήκα μαζί με άλλους σε μια μικρή βαρκούλα. Τέσσερις ώρες ήμασταν στη θάλασσα. Φτάσαμε κάπου, μάλλον σε ένα χωριό, και μας φόρτωσαν όλους μαζί μέσα σε μια νταλίκα. Περίπου 30 άτομα. Μας έφεραν στην Ν. Ιωνία.
Έχω κάνει τα χαρτιά μου και περιμένω. Ίσως σε λίγους μήνες να θεωρούμαι νόμιμος σε αυτή τη χώρα. Αν όλα πάνε καλά θα έχω νόμιμη άδεια, αρκεί να έχω ένσημα.
Αν με ρωτάς, εγώ θέλω να μείνω. Μου αρέσει η Ελλάδα. Θέλω να βρω μια σωστή δουλειά και να κάνω οικογένεια. Ξέρεις… στο Πακιστάν με περιμένει ένα κορίτσι. Αν γίνω νόμιμος θα μπορώ να τη φέρω εδώ νόμιμα και να ανοίξουμε ένα σπίτι όπως πρέπει. Έτσι δεν είναι το σωστό;
Τώρα δουλεύω σε ένα εργοστάσιο. Από τις 7.00 το πρωί ως τις 7.00 το βράδυ. 12ώρες για 30 ευρώ. Το Σάββατο 20 ευρώ γιατί δουλεύουμε 6ωρο. Ναι, μου κολλάει ένσημα για 4ωρο.
Αν βγουν τα χαρτιά μου φυσικά και θα αλλάξω δουλειά. Δεν μπορώ να δουλεύω 12 ώρες για 30 ευρώ. Δεν είναι σωστό. Μας εκμεταλλεύονται επειδή δεν έχουμε χαρτιά. Ναι, έχω μιλήσει με το αφεντικό για αυτό το ζήτημα. Μου απάντησε «μην είσαι μαλάκας, κάνε υπομονή».
Παλιότερα έκανα άλλη δουλειά. Θα σου πω αλλά μην τρομάξεις. Έφτιαχνα φέρετρα. Δυστυχώς δεν μπορούσα να συνεχίσω γιατί είχα αναπνευστικό πρόβλημα. Βάφαμε με πιστόλι και με πείραζε στα πνευμόνια. Εκεί ήταν πολύ καλά. Οι άνθρωποι ήταν πολύ εντάξει. Δεν με έβλεπαν σαν Πακιστανό αλλά σαν φίλο. Σαν οικογένεια. Ακόμα με προσέχουν και μου τηλεφωνούν για μαθαίνουν τα νέα μου. Μου το έχουν πει κιόλας. «Για εμάς δεν είσαι ξένος είσαι αδελφός». Όταν με χτύπησαν, αυτούς πήρα πρώτους να με βοηθήσουν. Και ήρθαν! Από τις δέκα το βράδυ ως τις τρεις τη νύχτα που πήρα εξιτήριο από το νοσοκομείο ήταν δίπλα μου, δεν με άφησαν στιγμή μόνο μου.
Πριν από δύο μήνες περίπου με χτύπησαν. Γύριζα στο σπίτι μου από τη δουλειά. Ήρθαν 4 άτομα με 2 μηχανάκια. Δεν τσακωθήκαμε, δεν σταμάτησαν να μου πουν κάτι απλά με έπιασαν και με χτύπησαν. Δεν πρόλαβα να αντιδράσω, μετά τα πρώτα δύο χτυπήματα ζαλίστηκα και έπεσα, λιποθύμησα. Μου πήραν το τηλέφωνο και τα 30 ευρώ του μεροκάματου. Θυμάμαι όσο με χτυπούσαν να με βρίζουν πολύ άσχημα και να μου λένε να φύγω (Σημ. από τη χώρα) αλλά δεν ξέρω γιατί. Δεν τους ήξερα. Όταν συνήλθα είδα το ίδιο μου το αίμα μου στο πεζοδρόμιο. Ήταν πάρα πολύ.
Με πλησίασαν και μερικοί περαστικοί που είδαν τι έγινε και μου είπαν να έρθουν σαν μάρτυρες στην Αστυνομία. Καλοί άνθρωποι, τους ευχαριστώ πολύ. Εκείνη τη νύχτα είχαν χτυπήσει άλλους τέσσερις ανθρώπους. Εγώ ήμουν το πέμπτο θύμα. Σε κάποιον άλλο έσπασαν τα δόντια νομίζω. Εμένα τη μύτη. Φορούσαν μαύρα ρούχα και είχαν σιδερογροθιές. Τον ένα που οδηγούσε το μηχανάκι μπορώ να τον αναγνωρίσω αλλά δεν μπορώ να πάω στην Αστυνομία. Δεν έχω χαρτιά. Αν γίνω νόμιμος θα πάω.
Στο νοσοκομείο ήταν πολύ καλοί μαζί μου. Δεν με αντιμετώπισαν διαφορετικά. Σαν να ήμουν Έλληνας. Αν δεις τη μύτη μου τώρα είναι στραβή. Αναπνέω με δυσκολία και πονάω ακόμα και τώρα που μιλάμε. Πρέπει να κάνω χειρουργείο.
Ναι, φυσικά και μου έχουν τύχει και άλλα περιστατικά ρατσισμού. Τις προάλλες ήμουν στο σταθμό της Ομόνοιας. Στην απέναντι αποβάθρα ήταν τέσσερα άτομα και μου φώναζαν να φύγω από τη χώρα και με έβριζαν.
Ναι, φοβάμαι αλλά θα μείνω. Γιατί θέλω να είμαι νόμιμος και να κάνω οικογένεια.
Οι χρυσαυγίτες είναι τρελοί, τι να κάνουμε τώρα; Ένα παιδί που τραγουδούσε στον Πειραιά δεν τον σκότωσαν; Έλληνας δεν ήταν; Το πρόβλημά τους δεν είναι ότι είμαι εγώ ξένος αλλά ότι αυτοί είναι τρελοί. Ο ρατσισμός τους είναι μια δικαιολογία για να βγάλουν το μίσος τους.»
Πηγή: Το Περιοδικό