«Αγαπητέ Ντέιβιντ,
Δεν ξέρω γιατί θα έπρεπε να γίνω αισιόδοξος στα γεράματα, αλλά η προσωπική μου άποψη είναι ότι ο Τραμπ θα αυτοδηλητηριαστεί με το ίδιο του το αηδιαστικό δόγμα και θα τον ξεσκεπάσουν οι αγωγές που τον περιμένουν. Παρακολουθήσαμε τις εκλογές σας σαν να ήταν δικές μας και, φυσικά, οι ομοιότητες είναι απίστευτες. Εχουμε κι εμείς έναν γελοίο ηγέτη που δεν δίνει δεκάρα για τον νόμο, τις συνέπειες ή το κοινοβούλιο. Το γεγονός ότι έχει σπουδάσει κλασική φιλολογία και έχει σπουδάσει στο Ιτον είναι εντελώς άσχετο. Είναι ένας χοντράνθρωπος του Ιτον, μέρος του κινήματος του καταστροφέα και τραμπιστής πέρα για πέρα. Το Brexit θα μας καταστρέψει, αλλά είναι το δημιούργημά του, έτσι ας πάει στο διάβολο η λογική.»
Το παραπάνω απόσπασμα είναι μέρος της τελευταίας επιστολής του Ντέιβιντ Κόρνγουελ, ή αλλιώς Τζον λε Καρέ όπως υπέγραφε τα μυθιστορήματά του ο σπουδαίος αυτός συγγραφέας, που εμβάθυνε όσο κανένας στη «λογοτεχνία της κατασκοπείας». Λίγες μέρες μετά, το βράδυ της 8ης Δεκεμβρίου του 2020, θα πέσει στο σπίτι του και θα φύγει από τη ζωή στις 12 Δεκεμβρίου, στο Βασιλικό Νοσοκομείο της Κορνουάλης, από πνευμονία. Στο ίδιο νοσοκομείο νοσηλευόταν και η σύζυγός του, Τζέιν, που έπασχε από καρκίνο, αλλά το ζευγάρι δεν μπόρεσε να ιδωθεί εξαιτίας των μέτρων κατά του κορονοϊού. Εκείνη κατέληξε δυο μήνες μετά.
Ο Τιμ Κόρνγουελ, ένας από τους τέσσερις γιους του Λε Καρέ, ερεύνησε σε βάθος το αρχείο του πατέρα του και συγκέντρωσε την ανέκδοτη έως τότε αλληλογραφία του σε ένα βιβλίο με τον τίτλο «Η ιδιωτική ζωή ενός κατασκόπου». Κυκλοφόρησε στη χώρα μας από τις εκδόσεις Bell σε μετάφραση της Βεατρίκης Καντζόλα – Σαμπατάκου. Ο Τιμ Κόρνγουελ υπογράφει τον πρόλογο του βιβλίου τον Μάιο του 2002, αλλά δεν θα προλάβει να το δει τυπωμένο, καθώς την 1η Ιουνίου πεθαίνει εντελώς αναπάντεχα από πνευμονική εμβολή. Τα αδέρφια του αναλαμβάνουν έκτοτε την πορεία του βιβλίου.
Ο Τζον λε Καρέ δεν ήταν μόνο ένας σημαντικός συγγραφέας, ήταν μια σπουδαία προσωπικότητα που έζησε όλο το μεταπολεμικό κλίμα ως ευφυής παρατηρητής και διεισδυτικός ψυχανατόμος και το μετέφερε με μοναδικό τρόπο στα βιβλία του. Από αυτή τη συγκεντρωμένη αλληλογραφία του στην «Ιδιωτική ζωή ενός κατασκόπου» αντιλαμβανόμαστε όμως και άλλες πτυχές του χαρακτήρα του που συνθέτουν την προσωπικότητά του. Εξαιρετικά οξύνους και με πολύ χιούμορ αλληλογραφεί με ερωμένες, φίλους, συνεργάτες, και συγγενείς και εμείς τον ακολουθούμε σε επτά δεκαετίες της ζωής του. Σκοπός του βιβλίου είναι να ακουστεί η αληθινή φωνή του ανθρώπου που από πράκτορας των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών, που δρούσε υπό τον μανδύα κατώτερου διπλωμάτη, έγινε ένας παγκοσμίως γνωστός συγγραφέας.
Από την αλληλογραφία του μαθαίνουμε πως ήταν γιος ενός πατέρα που κακομεταχειριζόταν την οικογένειά του και μιας μητέρας που γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν άντεξε και εγκατέλειψε τον αδερφό του και τον ίδιο σε ηλικία πέντε ετών. Σύμφωνα με τον Τιμ Κόρνγουελ, ο Λε Καρέ ήταν αναμενόμενο να γίνει ασυνεπής και χειριστικός στις σχέσεις του με τους άλλους και ιδιαίτερα με τις γυναίκες. Η Κορνουάλη ήταν ο «μαγικός» του τόπος. Εκεί, με φόντο τις συνεχείς καταιγίδες που ξεδιπλώνονται πάνω από τον Ατλαντικό, κατέφευγε για να γράψει ή απλώς να απομονωθεί. «Εφτασα εδώ χτες -κάτω από έναν απέραντο ουρανό που αλλάζει από τη μια στιγμή στην άλλη∙ μαύρα σύννεφα, λαμπερός ήλιος και μετά παλαβά ανεμοβρόχια που ξαφνικά σε κάνουν μούσκεμα…», γράφει στον Αλεκ Γκίνες το 1981. Ο Γκίνες είχε πάει να μείνει μαζί του, όπως και πολλοί άλλοι παραλήπτες των επιστολών του βιβλίου. Από συγγραφείς και ηθοποιούς μέχρι τον επικεφαλής της Γερμανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Οι επιστολές του βιβλίου είναι στην πλειονότητά τους χειρόγραφες, κάποιες μοιάζουν με ασκήσεις γραφής, «ενώ άλλες ήταν σαν πύραυλοι που τους εκτοξεύεις και βρίσκουν μόνοι τους τον στόχο». Απορίας άξιο παραμένει πώς επέλεγε τους παραλήπτες των επιστολών ο Λε Καρέ, αφού κάποιοι μοιάζουν εντελώς άσχετοι με τη ζωή του, όπως ένας μαιευτήρας από το Μέιν με τον οποίο μοιραζόταν μαζί του καυστικά σχόλια για την Νταϊάνα και άλλους επώνυμους. Αλλά δεν λείπει και η επίσημη αλληλογραφία του με μεγαλοεκδότες της εποχής που αξίζουν να διαβάσετε για να πάρετε μια εικόνα για την κατάσταση στον χώρο της λογοτεχνίας και όχι μόνο.
Κλείνω αυτό το κείμενο με ένα απόσπασμα από μία από τις τελευταίες του επιστολές με την επίγνωση πως είναι δύσκολο να διαλέξεις ανάμεσα στα τόσο προσωπικά λόγια ενός σπουδαίου μυθιστοριογράφου που άνοιξε το παράθυρο για να δούμε λίγο καλύτερα πώς λειτουργεί ο κόσμος των μυστικών δωματίων:
«Είναι μια πολύ καλή εποχή για να σταματήσω. Το “Ενας έντιμος άνθρωπος” είναι ένα αξιοπρεπές τελευταίο μυθιστόρημα, η “Σήραγγα των περιστεριών” ήταν θαυμάσια απομνημονεύματα, η Στοκχόλμη ένα θαυμάσιο κύκνειο άσμα. Εχω έναν ικανοποιητικό όγκο δουλειάς και το τελευταίο πράγμα που θέλω είναι να μιμηθώ τον Γκριν και να ρισκάρω να γράψω κάτι δεύτερης ποιότητας. Στα 88 μου, πραγματικά δεν αισθάνομαι αποκαρδιωμένος, ούτε η Τζέιν για λογαριασμό μου. Διένυσα μια εκπληκτική διαδρομή και, αν αξιοποιήσουμε καλά όσα χρόνια μας απομένουν, δεν θα έχω κανένα παράπονο».
Κυριακή Μπεϊόγλου