Κατατέθηκε πριν από έναν μήνα το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων με τίτλο «Νέοι Ορίζοντες στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα: ενίσχυση της ποιότητας, της λειτουργικότητας και της σύνδεσης των ΑΕΙ με την κοινωνία και λοιπές διατάξεις». 345 άρθρα και 408 σελίδες, από τα ογκωδέστερα νομοσχέδια που έχουν κατατεθεί ποτέ. Σε επιστολές και διαφημιστικά μηνύματα σε πανεπιστημιακούς και φοιτητές η κ. Κεραμέως περιέγραψε τους στόχους του. Κινητικότητα, διεθνοποίηση, αυτονομία, απασχόληση, αγορά εργασίας, λέξεις συχνά στον αντίποδα της λογικής του νομοσχεδίου.
Σε περίοδο εξετάσεων και στο κατακαλόκαιρο πρωθυπουργός και υπουργός Παιδείας προσδοκούσαν να ψηφιστεί αβρόχοις ποσί. Αίφνης, άρχισαν οι αντιδράσεις. Πήραν μορφή χιονοστιβάδας. Η συντριπτική πλειονότητα των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας το απέρριψε. Ολες οι κατηγορίες προσωπικού (ΕΔΙΠ, ΕΕΠ, ΕΤΕΠ, Διοικητικοί) τάχθηκαν ομόφωνα διά των εκπροσώπων τους εναντίον του νομοσχεδίου. Οι σύλλογοι καθηγητών, ΔΕΠ, με πρώτη τη συνομοσπονδία, την ΠΟΣΔΕΠ, με ομόφωνες αποφάσεις τους θεωρούν ότι το νομοσχέδιο δεν αποτελεί αποδεκτή βάση συζήτησης. Το ίδιο και πλήθος Τμημάτων διά των Γενικών Συνελεύσεών τους, Κοσμητείες, Σύγκλητοι. Εξίσου απορριπτικοί είναι και πολλοί επιστημονικοί φορείς της χώρας, ανάμεσά τους και το Τεχνικό Επιμελητήριο.
Για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις η εφημερίδα «Καθημερινή» επιχείρησε συστηματικά να απαξιώσει τις αντιδράσεις. Τις βάφτισε ελάχιστες και συντεχνιακές – γιατί λέει εστιάζουν στο μοντέλο Διοίκησης. Κυβερνητικοί κύκλοι και φιλοκυβερνητικά μέσα πήγαν ένα βήμα πιο πέρα. Μέσω της κλασικής, κακοφορμισμένης πρακτικής κατευθυνόμενων δημοσκοπήσεων, επιχείρησαν να καλλιεργήσουν την εντύπωση ότι το νομοσχέδιο χαίρει της υποστήριξης της μεγάλης πλειοψηφίας.
Ετσι, κυκλοφόρησαν δημοσκοπήσεις που δεν αγγίζουν την ουσία του νομοσχεδίου και αναφέρονται σε θεσμούς που υπάρχουν εδώ και χρόνια στα πανεπιστήμια: π.χ. «Θέσπιση κέντρου ψυχολογικής και συμβουλευτικής υποστήριξης σε κάθε Πανεπιστήμιο για στήριξη φοιτητών και πανεπιστημιακών». Σε άλλη φιλοκυβερνητική εφημερίδα διαβάζουμε ότι τα μέτρα αυτά όπως «η ενίσχυση της πρακτικής άσκησης» υποστηρίζονται από τη συντριπτική πλειονότητα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝ.ΑΛΛ. Ο συντάκτης του άρθρου δεν λέει ή αγνοεί ότι στο νομοσχέδιο δεν προβλέπεται ούτε ένα ευρώ για τους φοιτητές, ότι επαφίεται στην προαίρεση των επιχειρήσεων.
Γιατί δεν έχει καμία υποστήριξη το νομοσχέδιο παρά τη διαφήμιση από το υπουργείο Παιδείας και τις φαντασιακές υποσχέσεις σε φοιτητές και πρωτοβάθμιους καθηγητές; Γιατί ακόμη και οι πλέον ένθερμοι υποστηρικτές του κυβερνώντος κόμματος δεν μπορούν να το υποστηρίξουν; Γιατί πέρα από τις πομπώδεις δηλώσεις κυβερνητικών αξιωματούχων το νομοσχέδιο έχει τέσσερις εμφανείς στόχους: απόσυρση του κράτους από τα πανεπιστήμια, εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίησή τους, πειθάρχηση φοιτητών και εργαζομένων, συγκέντρωση εξουσίας.
Κανένας κυβερνητικός δεν μπορεί να πει δημόσια αυτό που είναι εμφανές. Το κάνει ένας από τους λίγους υποστηρικτές του, ο Α. Δοξιάδης, στην «Καθημερινή». Ποιο είναι το πρόβλημα; Οτι τα ελληνικά πανεπιστήμια διοικούνται δημοκρατικά. «Το δημοκρατικό μοντέλο δεν αφήνει να ξεπεραστούν αυτά τα στοιχεία, που μας περιορίζουν σε έναν περιφερειακό ρόλο στη σύγχρονη επιστήμη και στην οικονομία της γνώσης. Η αιτία είναι οι λεγόμενοι “παίκτες αρνησικυρίας” (veto players, κατά τον όρο του Γ. Τσεμπελή του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν)». Γιατί; «Σε ένα σύστημα πλήρως αντιπροσωπευτικό κανένας δεν μπορεί να αποφασίσει να δώσει ένα δυσανάλογα μεγάλο ποσό από τους πόρους του ιδρύματος σε ένα εργαστήριο – όλοι απαιτούν μια “δίκαιη κατανομή”. Ετσι αναπαράγονται οι πολλές μικρές ομάδες, με τα θετικά και τα αρνητικά τους».
Η λύση, συνεπώς, είναι ένα σύστημα μη αντιπροσωπευτικό. Ενα σύστημα φωτισμένης δεσποτείας. Οι φωτισμένοι δεσπότες υποτίθεται ότι γνωρίζουν πού πρέπει να δοθούν τα χρήματα. Ετσι, τα ελληνικά πανεπιστήμια θα απογειωθούν. Επιχείρημα νέο; Από το 2019 η κυβέρνηση κάνει ακριβώς αυτό. Στη λογική αυτή εδράζεται η χρηματοδότηση των πανεπιστημίων βάσει επιδόσεων, το περίφημο 20% της χρηματοδότησης. Μόνο που αυτή η λύση δεν είναι η λύση. Η περίοδος της φωτισμένης δεσποτείας και των φωτισμένων αριστοκρατών παρήλθε. Κατά δεύτερον, η τριετής κυβερνητική εμπειρία απέδειξε ότι οι κυβερνώντες μας δεν έχουν πρόβλημα με τους «παίκτες αρνησικυρίας». Διανέμουν τα δημόσια αγαθά σαν να είναι ιδιωτικά. Από τους ημέτερους παντού ώς τους παχυλόμισθους άνευ προσόντων «αρίστους». Τέλος, το μόνο που δεν φαίνεται να τους ενδιαφέρει είναι το δημόσιο Πανεπιστήμιο και η τύχη του.
Ο Παντελής Κυπριανός είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών, πρ. πρόεδρος της ΑΔΙΠ