Η Κυβέρνηση βρίσκεται σε αποδρομή – Η Αριστερά οφείλει να πάρει τις ευθυνες της, να βρει τη φωνή της και να δώσει ελπίδα
Σας ευχαριστώ πολύ που είστε απόψε κοντά μας εδώ στο TONIGHT, κύριε Βούτση. Τώρα, δεν μπορώ παρά να μπω στον πειρασμό και να σας ρωτήσω για το επιστημονικό συμβούλιο των 41 ανθρώπων που επιλέχθηκαν από τον πρώην Πρωθυπουργό, τον κύριο Τσίπρα για να δημιουργήσουν έτσι ένα προγραμματικό πλαίσιο στο πλαίσιο του Ινστιτούτου του πρώην Πρωθυπουργού. Πώς σας φάνηκε η σύνθεση, διότι έχει και στελέχη της Νέας Αριστεράς.
Αυτό που λείπει είναι ένας ουσιαστικός προγραμματικός διάλογος και διεργασίες για να προκύψουν αιχμές. Δηλαδή να προκύψουν κατανοητές στον κόσμο προγραμματικές προτάσεις, συγκλίνουσες ή αποκλίνουσες, πάνω στα μεγάλα προβλήματα της εποχής μας και της χώρας. Αυτό δεν έχει γίνει και δεν μπορεί να γίνει μόνο και κυρίως από τα Ινστιτούτα.
Πιστεύω ότι η Αριστερά σήμερα ως Αριστερά θα πρέπει να είναι στον πυρήνα της αντιπαράθεσης και της εναλλακτικής πρότασης. Βεβαίως δεν ξέρω πώς θα εξελιχθεί η συζήτηση, αλλά όλα όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, δεν με ελκύουν, δεν με εκφράζουν.
Θα επιμείνω όμως για την απόλυτη ανάγκη και ιεράρχηση προγραμματικής συζήτησης.
Είδατε κι εσείς σήμερα ότι μετά από 33 χρόνια αρχίζει διεθνώς να τίθεται ξανά το θέμα των πυρηνικών δοκιμών.
Σε μία έξοχη ομιλία του Κωνσταντίνου Τσουκαλά που έγινε δεκτός στην Ακαδημία Αθηνών, ο νέος ακαδημαϊκός έθεσε το δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων αναδεικνύοντας το κεντρικό διακύβευμα στο οποίο βρίσκεται μπροστά η ανθρωπότητα, την καταστροφή λόγω της κλιματικής αλλαγής. Ένα μεταίχμιο όπου κανείς δεν μπορεί να δουλέψει με τα παλιά εργαλεία.
Να τεθούν τα ζητήματα, στα οποία υπάρχουν ουσιώδεις διαφορές για να δούμε αν μπορούν να υπάρξουν συγκλίσεις και συνθέσεις. Παραδείγματος χάριν στο θέμα των εξορύξεων για τα ορυκτά καύσιμα. Κάποιοι χαίρονται που έρχεται η Chevron και θα ξεκινήσει εξορύξεις κάτω από την Κρήτη και άλλοι θεωρούμε ότι είναι πισωγύρισμα και για την προστασία του περιβάλλοντος και για το παραγωγικό μοντέλο της χώρας.
Επίσης αναφέρομαι στο μεταναστευτικό που όλοι γνωρίζανε, θυμάστε, πως θα ήταν το μεγάλο ζήτημα του 21ου αιώνα. Βλέπουμε και εκεί υπαναχώρηση. Ενώ η Ευρώπη προ διετίας είχε κάνει δεκτή την αρχή και τη λογική του μερίσματος ευθύνης των χωρών, θέμα που μας αφορά πάρα πολύ διότι είμαστε χώρα πρώτης εισόδου, τώρα οικοδομείται η Ευρώπη-φρούριο και η ελληνική κυβέρνηση πρωταγωνιστεί με την πολιτική Μητσοτάκη-Πλεύρη. Η εξέλιξη αυτή προφανώς επηρεάστηκε από την εκλογή Τραμπ.
Οικοδομείται μια Ευρώπη με συσχετισμό ακροδεξιών κυβερνήσεων, με τεράστια εξοπλιστικά προγράμματα. Άρα το τι λέει κανείς συγκεκριμένα για το μεταναστευτικό-προσφυγικό είναι σταυρικό ζήτημα.
Για τα εργασιακά επίσης έχουμε καταντήσει να θεσμοθετείται το 13ωρο στην Ελλάδα.
Την ίδια ώρα που σε άλλες χώρες και λόγω της πολυκρίσης και ιδιαίτερα της κλιματικής κρίσης που δίνει ένα διαφορετικό ρυθμό στις εξελίξεις, εξετάζεται η θεσμοθέτηση του τετραήμερου με πλήρη εργασιακά δικαιώματα.
Ποιοι θα μιλήσουν και θα αποφασίσουν για πολιτικές που οδηγούν στην άρση των οξυμένων ανισοτήτων ανάμεσα σε χώρες και στις ίδιες τις κοινωνίες. Στο μεγάλο κεφάλαιο και στα υπερκέρδη, στα τρισεκατομμύρια που έχουν οδηγήσει το χρέος στα όρια του παγκόσμιου κραχ πρέπει να μπουν υψηλοί και μόνιμοι φόροι. Όχι μόνο διεθνώς αλλά και στη χώρα μας. Με τη φορολογία του μεγάλου κεφαλαίου, των μερισμάτων, των επιχειρηματικών κερδών.
Σας ανέφερα ήδη 6-7 προγραμματικά ζητήματα, ουσίας. Δηλαδή, χρειάζεται εναλλακτική πρόταση που να πείθει και να εμπνέει τον εργαζόμενο, τον νέο, τον επαγγελματία, τις γυναίκες και τους άντρες που σήμερα ωθούνται στην κοινωνία των χαμηλών προσδοκιών. Δεν παραλείπω βέβαια από αυτήν την παράθεση ζητημάτων την εμμονική αναπαραγωγή του ίδιου παραγωγικού μοντέλου, παρότι ξοδεύτηκε ήδη το Ταμείο Ανάκαμψης, ενώ όλοι μιλάνε για την ανάγκη ριζικής αλλαγής του. Αυτή η συζήτηση χρειάζεται. Αυτή τη συζήτηση πρέπει να την κάνουν τα κόμματα, δεν αρκούν τα Ινστιτούτα.
Επίσης το κίνημα για να σταματήσει η γενοκτονία στη Γάζα, που διαμόρφωσε μια ολόκληρη αντίληψη και μια νέα κουλτούρα και σύγχρονη προσέγγιση για την ειρήνη, αποκάλυψε τα «στραβά μάτια» της κυβέρνησης Μητσοτάκη σε σχέση με την εγκληματική πολιτική Νετανιάχου.
Πρέπει λοιπόν κανείς να είναι μαζί με την κοινωνία που κινητοποιείται, να μην την βλέπει αφ’ υψηλού, να μην αναπαράγει την πολιτική κουλτούρα των «από τα κάτω» και των «από τα πάνω».
Ή είσαι μέσα ως πολιτικός φορέας, ως κόμμα, ως αριστερά, ως κεντροαριστερά, ως παράγοντας του δημόσιου βίου, έχεις αυτή την ενσυναίσθηση την κινηματική, την πολιτική ή δεν την έχεις.
Επανέρχομαι λοιπόν στο ότι πρέπει να μπει μια ατζέντα και πάνω σε αυτά τα κρίσιμα ζητήματα να «χυθεί αίμα». Δηλαδή δημόσια να καταγραφούν οι απόψεις που λένε αυτό για τους εξοπλισμούς, το άλλο για τις εξορύξεις, αυτό για τη μετανάστευση, το άλλο για τη φορολογική πολιτική, το τρίτο για το δημόσιο τομέα, το τέταρτο για τις τράπεζες, για τη ΔΕΗ, για τη ΕΥΔΑΠ, για τη στήριξη της υγείας και για τη δημόσια παιδεία.
Η υπόθεση των ΕΛΤΑ που σήμερα εξελίσσεται με το λουκέτο και την κατάργηση των 204 υποκαταστημάτων είναι απολύτως ενδεικτική για την πολιτική συρρίκνωσης και εξαφάνισης του δημόσιου τομέα.
Η υποβάθμιση της δημόσιας υγείας, του κοινωνικού κράτους, της δημόσιας παιδείας, των μεταφορών. Ο ΟΣΕ και αυτό το τρομερό που έγινε με τα τρένα και τον μη εκσυγχρονισμό. Αυτό είναι το κεντρικό πρόβλημα.
Ιδιαίτερα αναφέρομαι και στον τραπεζικό τομέα, στο πώς λειτουργεί, υπέρ ποιου λειτουργεί, πόσο επιβαρύνει αντί να βοηθάει τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών. Αυτή τη στιγμή οι δύο πιο μεγάλες «τράπεζες» που είναι σε επαφή με τον κόσμο, είναι εκτός των τεσσάρων συστημικών, είναι στην ιδιοκτησία συγκεκριμένων funds.
Εντέλει επανέρχομαι και στην ανάγκη για ριζική αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου και το ρόλο του αναπτυξιακού κράτους. Όχι στον υπερτουρισμό. Άλλη ενεργειακή πολιτική και διαχείριση των ΑΠΕ. Ο αγροτικός τομέας υπονομεύεται και υποβαθμίζεται, είδατε τι γίνεται με τον ΟΠΕΚΕΠΕ, ενώ όλοι λένε για ενίσχυση της πρωτογενούς παραγωγής και τη στήριξη της μεταποίησης.
Υπήρξε η ανάγκη για δύο συλλογικές συζητήσεις οι οποίες δεν γίνανε στο ΣΥΡΙΖΑ και στην αριστερά ευρύτερα διότι όλοι ασχολούνταν και με τον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ και με τον ΣΥΡΙΖΑ της πρώιμης εποχής και με τον ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματική αντιπολίτευση μετά την ήττα του 19. Είναι λογικό. Δεν έγινε ποτέ η συζήτηση ενώ είχαν διαμορφωθεί ντοκουμέντα και συνθετικές απόψεις που θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν αυτή τη συζήτηση, να βγούνε συμπεράσματα και να γίνουμε και πιο πιστευτοί στον κόσμο.
Άρα λοιπόν, προς τα πού έστρεψε το κόμμα; Προς τα πού δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει το ακροατήριό του; Ποιες ήταν οι επιλογές; Ποια λάθη γίνανε; Ακόμα και στην έκφραση της κεντρικής πρότασής μας της πολιτικής με όρους απλής αναλογικής. Ότι πρέπει και αυτό να ερμηνευθεί. Διότι χρειαζόταν εναλλακτική πρόταση και είχαμε απλή αναλογική. Ευκαιρία που δεν ξέρω πότε θα την ξανά έχουμε.
Το πώς διαμορφώθηκε μια σχέση με τα μαζικά κινήματα με την κοινωνία είτε όσο ήμασταν στην κυβέρνηση είτε όσο ήμασταν στην αντιπολίτευση. Τον ποιο πολιτικό και κοινωνικό χώρο θεωρούσαμε ως ζωογόνο για την προοδευτική πορεία της χώρας αλλά και για την εκλογική στήριξη της ριζοσπαστικής Αριστεράς και των προοδευτικών πολιτικών. Το χώρο του κέντρου, το χώρο των μεσαίων, τους εργαζόμενους;
Ο Τσίπρας είχε πει π.χ. κάτι πολύ σημαντικό τότε και απηχούσε τον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ ότι από την Αριστερά με την Αριστερά και με το πρόγραμμα της Αριστεράς θα απευθυνθούμε στο χώρο του κέντρου για να τον κερδίσουμε και να κάνουμε τις πλειοψηφίες.
Είχαμε κάνει μεγάλες προσπάθειες μέσα στον ενιαίο ΣΥΡΙΖΑ για να γίνουν αυτές οι δύο συζητήσεις στο χρόνο τους, δηλαδή το 2019 και το 2023, οι οποίες θα φέρνανε στην επιφάνεια ίσως και οδυνηρά θέματα, λάθη, αδυναμίες και ως κυβέρνηση που είχαμε θα μπορούσαμε να μιλάμε επί ώρες. Αυτές οι δύο συζητήσεις δεν γίνανε με πρώτη ευθύνη του προέδρου.
Άλλοι ήρθαν και ήταν ξένο σώμα. Χωρίς κριτική και αυτοκριτική κανείς μας, είτε ως άτομο είτε ως συλλογικότητα, δεν μπορεί να προχωράει. Παρθενογενέσεις, κυρία Κεχαγιά, δεν υπάρχουν. Έτσι, είναι σαφές.
Μου δίνετε την ευκαιρία να πω κάτι με μεγάλη σαφήνεια, να μείνει στον αέρα και θα τα συζητήσουμε με τον πιο δημιουργικό τρόπο, ελπίζω, όταν γίνουν και δημόσια συζητήσεις, με αφορμή ίσως και το βιβλίο του Αλέξη Τσίπρα.
Πρόκειται για το αφήγημα, που κατά τη γνώμη μου είναι πολιτική απάτη στα όρια της ανηθικότητας, για το θέμα των «βαριδιών». Για κορυφαία στελέχη του κόμματος που για χρόνια είχαμε κομματικές και κυβερνητικές ευθύνες που δήθεν λόγω απόψεων, λόγω ιδεών ή και πρακτικών όχι μόνο δεν βοήθησαν αλλά δεν αφήσαν το χώρο και τον ηγέτη αυτού του χώρου να θριαμβεύσει. Μένω εκεί. Αυτή ήταν η τοξικότητα που δίχασε.
Σας το ξαναλέω για να είμαστε σαφείς. Είναι ψευδείς αυτές οι αιτιάσεις, καθώς μάλιστα αφορούν συλλήβδην σε μεγάλο ποσοστό των κυβερνήσεων του Αλέξη Τσίπρα.
Διότι όταν δημιουργηθούν ανάμεσα σε ανθρώπους, σε συλλογικότητες, σε παρέες, σε πολιτικά πρόσωπα, τείχη με χαρακτηρισμούς ή δεν έχει υπάρξει μία προσπάθεια συλλογικού αναστοχασμού που η Αριστερά πρώτα απ’ όλα πρέπει να κάνει, πώς θα μιλήσεις ύστερα με την κοινωνία; Πείτε μου.
Πρέπει να φύγουμε από τα πραγματικά «βαρίδια», τη δυσανεξία στην κριτική, τη λειψή προσπάθεια για συλλογικότητα, την απαξίωση των κινημάτων και τις αντιλήψεις για προσωπικές στρατηγικές.
Αισθάνομαι ένα κίνδυνο που φτάνει, που καθημερινά μεγαλώνει καθώς βλέπω τις φωτογραφίες με πάνοπλους στρατιώτες μέσα σε πολιτείες των ΗΠΑ να κρατάνε μωρά ιθαγενή ή ανεξάρτητα χρώματος, προέλευσης για να τα στείλουν πίσω μαζί με τους μετανάστες γονείς τους.
Ένας απέραντος φόβος που αισθάνομαι είτε για την κλιματική κρίση είτε εδώ πέρα για την τοξικότητα με την οποία πολλές φορές γίνεται η συζήτηση. Είδα π.χ. ότι θεωρούν περιστατικό το ότι μαθήτριες σημαιοφόροι είχαν το σήμα με το καρπούζι. Και δεν ντρέπονται αυτοί που το θεωρούν περιστατικό και έκαναν έρευνα. Βλέπω ότι έχουν τον Ν. Ρωμανό μέσα για πάρα πολλούς μήνες για ένα αποτύπωμα σε μια κινούμενη χαρτοσακούλα, την ίδια ώρα που είναι έξω όλοι οι «Φραπέδες».