Macro

Νίκος Βούτσης: Ένας χρόνος χωρίς τον Βασίλη Βασιλικό – Η ζωή και το αποτύπωμά του

Είναι σημαντική η πρωτοβουλία του Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΣΗΕΑ για την εκδήλωση απόδοσης τιμής στον Βασίλη Βασιλικό και το έργο του. Για έναν επιπλέον, πέραν των προφανών, λόγο ότι το ’80 εκρίθη και δεν έγινε μέλος της Ένωσης Συντακτών, παρότι δύο δεκαετίες αργότερα διετέλεσε αντιπρόεδρος του Μορφωτικού Ιδρύματος της Ένωσης Συντακτών.

Αισθάνομαι την τιμή να αναφερθώ στον «πολιτικό Βασιλικό». Να αναφερθώ στις πλέον σύγχρονες δικές του πινελιές καθώς μοιράστηκε τα ίδια έδρανα μαζί μας στη Βουλή για τέσσερα χρόνια μετά την ήττα, το τονίζω αυτό, του 2019 ως επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ.

Θα προσπαθήσω επίσης να δώσω κάποιες «στιγμές», κρίσεις, επιλογές στράτευσης που μέσα από τα ίδια αυτοβιογραφικά γραπτά του ο Βασίλης Βασιλικός προσδιορίζει τη διαδρομή του ως πολίτης του κόσμου και ως συνεπής στρατευμένος από την πλευρά και την όχθη της ευρύτερης Αριστεράς και της αδιαπραγμάτευτης ελευθερίας της σκέψης και του λόγου του.

Αβίαστα μπορεί κανείς να εκτιμήσει ότι ο Βασίλης Βασιλικός με το έργο του δεν επέλεξε απλά, όπως είναι του συρμού να λέμε, τη σωστή όχθη της ιστορίας αλλά ήταν από τους συνδιαμορφωτές των ορίων αυτής της όχθης.

Πριν λίγες μέρες εγκαινιάστηκε στο Καπνεργοστάσιο η Έκθεση για την Κύπρο με τίτλο από τον ποιητή Κυριάκο Χαραλαμπίδη «Η μνήμη είναι η μόνη πατρίδα των ανθρώπων». Ο Βασιλικός επέλεξε ως τίτλο στην οριστική, τελευταία έκδοση του αυτοβιογραφικού βιβλίου του «Η μνήμη επιστρέφει με λαστιχένια πέδιλα».

Κοινός τόπος είναι το ανθρώπινο καταφύγιο αλλά και το κίνητρο για δημιουργία, επικοινωνία και αποτύπωση μιας ζωής και μιας τραυματισμένης χώρας. Ο ίδιος σημειώνει ¨Η αθανασία είναι ότι επιζεί μέσα στη μνήμη των άλλων».

Η αποτίμηση που από διάφορες πλευρές γίνεται για «Τα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης» φέρνει στην επικαιρότητα, μέσα από δημόσιες συζητήσεις και αντιπαραθέσεις, μέσα από τη συγγραφή, την παρουσίαση βιβλίων και τις εκθέσεις με αρχειακό υλικό, το μετεμφυλιακό καθεστώς, την προδικτατορική περίοδο, την επταετή δικτατορία.

Η παρουσία του Βασιλικού σε όλες αυτές τις φάσεις υπήρξε αδιάλειπτη με διαφορετικούς τρόπους μέσα από τις τέχνες που υπηρέτησε, ιδιαίτερα αυτήν του επαγγελματία συγγραφέα που έδωσε ως κορυφαίο ιστορικό αποτύπωμα, τη συγγραφή του «Ζ».

Μας λείπει πάρα πολύ σήμερα ο Βασιλικός. Με το κύρος, την ευθύτητα που τον διέκρινε και τη γνώση θα ήταν παρών στην αντιπαράθεση με την εκστρατεία συντηρητικής αναθεώρησης και επανεγγραφής της ιστορίας μας.

Θα ήταν παρών στη μάχη για την αντιμετώπιση της ακροδεξιάς επέλασης, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας στην Ευρώπη και τη χώρα μας.

Θα ήταν παρών για να ενθαρρύνει και νεότερους διανοούμενους, ιστορικούς και συγγραφείς ώστε να σπάσει το πέπλο σιωπής και απαξίωσης της κριτικής σκέψης.

Η σιωπή δεν θα ταίριαζε στον Βασιλικό που ανέδειξε το ρόλο του ιστορικού δίδυμου Δελαπόρτα-Σαρτζετάκη για την υπεράσπιση της Δικαιοσύνης μπροστά στη σημερινή περιπέτεια συγκάλυψης και μεροληψίας που ταλανίζει το Κράτος Δικαίου και την ίδια τη Δικαιοσύνη και αφήνει διεθνώς εκτεθειμένη τη χώρα μας.

Η σιωπή δεν θα ταίριαζε στον Βασιλικό μπροστά στην τραγωδία του Παλαιστινιακού λαού που εξελίσσεται, όταν ο ίδιος το ‘89 κιόλας στις Βρυξέλλες σε διεθνές πάνελ για το μέλλον του κόσμου κι ενώ εξελισσόταν η Ιντιφάντα αναφέρθηκε στην επιχειρούμενη από τους ισραηλινούς παλαιστινιακή γενοκτονία.

Ο Βασιλικός θα ήταν παρών στη μάχη που πρέπει καθημερινά να αποκαλύπτει και να αποδομεί τα πλέον ακραία και αποκρουστικά φαινόμενα καθυπόταξης της πολιτικής και των πολιτικών στη φθηνή επικοινωνία, την απαξία της πολιτικής, τη μεταπολιτική και την περιφρόνηση ιδεών και παραδόσεων.

Ο ίδιος σημείωνε πριν 30 χρόνια κιόλας τον κίνδυνο να εξελιχθεί η κοινωνία του θεάματος που ήδη είχε κυριαρχήσει «στη θέαση της κοινωνίας από τη μικρή οθόνη» και υπογράμμιζε δεικτικά την άποψη-διαπίστωση για το ότι «ο μέσος όρος του IQ των διαφημιστών ήταν κατά πολύ μεγαλύτερος εκείνου των πολιτικών».

Είχε προηγηθεί βέβαια, χρόνια πριν, η εμπειρία και η αποτίμηση που είχε κάνει ο Βασιλικός για τις πρώτες τηλεμαχίες Κένεντυ-Νίξον και για την εμφανή επικοινωνιακή υπεροχή του ηθοποιού Ρήγκαν απέναντι στον Κάρτερ.

Αν και ο ίδιος δεν εντάχθηκε οργανικά στο ΠΑΜ είχε συνεχή παρουσία στις πολιτικές διεργασίες των αυτοεξόριστων και του ευρύτερου διεθνούς περιβάλλοντος της εποχής.

Θεωρούσε κορυφαία αντιστασιακή πράξη την απόπειρα δολοφονίας του Παπαδόπουλου από τον Παναγούλη, υπήρξε ο ίδιος υποστηρικτής και για χρόνια φίλος με τον ίδιο τον Αλέκο.

Εκπροσωπώντας το ΚΚΕ εσωτ. στο ταξίδι του στη Σοβιετική Ένωση για την παρουσίαση του «Ζ» πέραν των μηνυμάτων που ανταλλάξανε με τα στελέχη διανοούμενους του χώρου Έλληνες πρόσφυγες, επεδίωξε και συνάντησε αρμόδιους Σοβιετικούς. Σημειώνει όμως ότι αποκόμισε αλγεινή εντύπωση για τη θέση που εξέφρασαν εν μέσω δικτατορίας στη χώρα μας.

Ως κατακλείδα της δεκαετίας του ’80 για την πολιτική στις ευρωπαϊκές χώρες διαπιστώνει την αρνητική κατάληξη από τις εμπειρίες των σοσιαλιστικών κυβερνήσεων και του γκορμπατζοφισμού.

Το 1977 ο Βασιλικός συνυπογράφει μαζί με κορυφαίους διανοούμενους της εποχής ενόψει των εκλογών υποστηρικτικό κείμενο για τη Συμμαχία των Αριστερών και Προοδευτικών δυνάμεων, κείμενο που με περηφάνεια κυκλοφορούσαμε τότε, όσοι ανήκαμε σε εκείνον το χώρο. Εγώ έτυχε να είμαι μαζί με τη δημοσιογράφο Αλκμήνη Ψιλοπούλου οι νεότεροι υποψήφιοι της Παράταξης.

Ο θαυμασμός του για τον άνθρωπο και πολιτικό Ανδρέα Παπανδρέου, πριν και μετά την Αλλαγή, ήταν θερμός και συνεχής. Μεγάλη όμως και η απογοήτευση του επειδή ο ίδιος ο Παπανδρέου του είχε ξεκαθαρίσει ότι δεν αγαπάει την κουλτούρα και γι’ αυτό άλλωστε δεν παραβρέθηκε ποτέ σε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις.

Σε αντίστιξη με την εκτίμηση του στον άνθρωπο Παπανδρέου, ο ίδιος ήταν απολύτως κριτικός στα όρια της απόρριψης για τα περισσότερα από τα σημαίνοντα κομματικά στελέχη της εποχής, με ακραία κριτική για τον Κάρολο Παπούλια και βέβαια για το κλίμα αυριανισμού και Μ. Κουτσόγιωργα.

Η πολιτική του αποτίμηση συμπυκνώνεται στο ότι γίναν πολύ λίγα, ότι εκείνη την εποχή ήρθε «φως με το σταγονόμετρο αντί για εκτυφλωτικούς λαμπτήρες», ότι το ΠΑΣΟΚ είχε αντιπνευματική πολιτική.

Μέλος του κόμματος δεν έγινε ποτέ, πλην όμως είχε μια δημόσια «ένταξη» με τη στήριξη στο ΠΑΣΟΚ το ’81. Συνειδητά απέφυγε ένα δημόσιο συνολικό απολογισμό για τον πολιτικό χώρο, στον οποίο τόσες ελπίδες είχε επενδύσει.

Ο Βασιλικός είχε πάντα πολιτική άποψη που συνυπήρχε, αντιφατικά ίσως μερικές φορές, με την εκτίμηση του για τον Σεφέρη, τον Ελύτη, τον «αδικημένο» Ρίτσο, τον Αντώνη Σαμαράκη, την Μελίνα Μερκούρη και βέβαια για τον Χατζιδάκι και τον Θεοδωράκη.

Για τον Μίκη ήταν ισχυρά κριτικός για την αυτοαναφορικότητα και τις πολιτικές του παλινδρομήσεις. Εκτιμούσε τον Κανελλόπουλο, σεβόταν και συμπορεύτηκε στην Ανανεωτική Αριστερά με τον Δεσποτίδη, βίωσε τη δυσανεξία του Καραμανλή λόγω του «Ζ».

Οι δημόσιες παρεμβάσεις του σε όλη τη διάρκεια της βουλευτικής του θητείας, πέραν της συχνής και συνειδητής παρουσίας του στα έδρανα της Βουλής το 2019-2023 ήταν ουσιώδεις και απολύτως υποστηρικτικές της ανάγκης να δημιουργηθεί ένα ευρύ πολυκομματικό προοδευτικό μέτωπο με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ ως εναλλακτική κυβερνητική λύση στη νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Επέρριψε δημόσια ευθύνες το ’23 στα άλλα κόμματα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης για την αντίθεσή τους σε αυτήν την πολιτική. Έδινε το παρών πάντοτε στην υπεράσπιση κοινωνικών, πολιτικών δικαιωμάτων και ελευθεριών απέναντι στον αυταρχισμό, έως και την υποστήριξη του αιτήματος για άδεια από τις φυλακές στον κρατούμενο Κουφοντίνα, στη βάση επιχειρημάτων, που ο ίδιος δημόσια εξέθεσε.

Ο ίδιος επέλεξε να προλογίσει τον Αλέξη Τσίπρα στην εκδήλωση στη γενέτειρα του Καβάλα και να προσπεράσει τη μικροψυχία παραγόντων της Δεξιάς που θέλαν να αφαιρέσουν από τη Δημόσια Βιβλιοθήκη την τιμητική αναφορά στο όνομα του, με επιχείρημα ακριβώς την έκφραση των απόψεων του.

Τον Μάιο του ’23 με δήλωσή του που δεν μετέδωσε η ΕΡΤ υποστήριξε ότι «νοιώθω αδυναμία να χαρακτηρίσω την αργυρώνητο ψήφο που στηρίζει πάντα τις «οικογένειες» που κρατάνε (το λαό) υποτακτικό του κεφαλαίου».

Επεξήγησε στη συνέντευξη του στο TVXS ότι «είναι γνωστό ότι η ψήφος εξαγοράζεται με παροχές και οι παροχές αυτές έχουν ήδη πραγματοποιηθεί. Μπαίνουμε σε μία περίοδο με πολύ λιγότερο φως, για να μην πω σκοτάδι».

Ο Βασιλικός υπήρξε και είναι κυριολεκτικά ένα εθνικό κεφάλαιο, θα είναι το έργο του διαχρονικά αντικείμενο μελέτης και έμπνευσης σε διεθνές επίπεδο.

Θα κλείσω αυτές τις αναφορές στον «πολιτικό Βασιλικό» με δύο φράσεις από τον ίδιο, που η νύχτα τον βρήκε πριν έναν χρόνο, για τα θύματα της πολυτάραχης ιστορικής διαδρομής της χώρας μας:

«Η νύχτα, η μαύρη νύχτα που την τρώει το χαμόγελό σου, όπως ο Μπελογιάννης τρύπησε το θάνατο με ένα κόκκινο γαρύφαλλο».

«Οι νεκροί δεν μιλούν αλλά αν ποτέ μιλούσαν θα είχαν να πουν πολλά γι’ αυτούς που τους σκότωσαν.

Θα σηκώνονταν από τον τάφο τους και θα ρωτούσαν: Γιατί;

Μα δεν μπορούν να πουν τίποτα ποτέ, γι’ αυτό και πρέπει να μιλάμε εμείς για λογαριασμό τους. Πρέπει να υπερασπιζόμαστε το δίκιο της απουσίας τους».

Νίκος Βούτσης