Μισό αιώνα μετά το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή του 1974 και εξήντα χρόνια από το 1964 απαιτείται ένα αναστοχαστικό διάβασμα μιας καταστροφικής πορείας, αποτέλεσμα συγκρουσιακών τοπικών και διεθνών γεωπολιτικών επιδιώξεων. Το 1974 ήταν μια πολιτική στιγμή στο ζενίθ της καταστροφής, αποτέλεσμα της κατά τον Πασχάλη Κιτρομηλίδη «διαλεκτικής της μισαλλοδοξίας». ΄Ήταν σαν την μικρασιατική καταστροφή που σκότωσε (ξανά) την «Μεγάλη Ιδέα». Εξάλλου, η «Ένωση» ήταν μέρος ίδιας αλυτρωτικής ιδεολογίας.
Στην αντίπερα όχθη, η τουρκική πλευρά εορτάζει με κάθε λαμπρότητα την εισβολή ως «θρίαμβο της ειρηνευτικής επιχείρησης». Ωστόσο, το 2024, η καταστροφή για τους Ελληνοκύπριους στην απ’ εδώ πλευρά του συρματοπλέγματος συναντά την καταστροφή για τις μάζες των Τουρκοκυπρίων που υποφέρουν από την τουρκική πολιτική αποικισμού των εδαφών, στην απ’ εκεί πλευρά.
Η εισβολή δεν ήρθε από το πουθενά. Προηγήθηκε το πραξικόπημα της ελληνικής χούντας και της ΕΟΚΑ Β΄, και μια δεκαετία εκδίωξης των Τουρκοκύπριων από τους κυβερνητικούς θεσμούς και απομόνωσή τους σε θυλάκους. Κι όμως δεν ήταν αναπόφευκτη η καταστροφή. Δεν εισακούστηκαν οι διπλωμάτες και πολιτικοί που έβλεπαν πιο μακριά και προειδοποιούσαν για τις ατραπούς που έρχονταν ως αποτέλεσμα των πολιτικών επιλογών1.
Το Κυπριακό είναι τυπικό παράδειγμα μιας μετααποικιακής διένεξης, με ιδιαιτερότητες ασφαλώς. Η γεωπολιτική σημασία της χώρας, κι ας είναι μικρή, δεν μένει ποτέ στάσιμη. Αυτό είναι ολοφάνερο λόγω των ραγδαίων εξελίξεων στη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου (βίαιες πολιτικές αντιπαραθέσεις και πολεμικές συγκρούσεις, οικονομική ανάπτυξη διάφορων χωρών και σε διάφορους τομείς, ανακάλυψη υδρογονανθράκων κτλ.).
Στον γεωπολιτικό χάρτη, η Κύπρος, από την εποχή της κραταιάς βρετανικής αυτοκρατορίας, υπήρξε σημαντικό ορμητήριο στην Εγγύς Ανατολή, ένα πέρασμα για την Ανατολή. Σήμερα, παραμένει πολύτιμη για τα γεωστρατηγικά συμφέροντα στην περιοχή. Εξ ου και επαναλαμβάνεται ο χαρακτηρισμός της ως «αβύθιστο αεροπλανοφόρο», που πρωτοδιατυπώθηκε το 1950.
Το Κυπριακό παραμένει μόνιμη εστία αντιπαράθεσης. Το σκηνικό όμως γίνεται ακόμα πιο απειλητικό όσο η Κυπριακή Δημοκρατία (ΚΔ) και Ελλάδα ταυτίζονται με το γενοκτονικό Ισραήλ και οι βάσεις στο νησί χρησιμοποιούνται για στρατιωτικές επιχειρήσεις των Βρετανών και των Αμερικανών εναντίον των Παλαιστίνιων και άλλων λαών.
Το διπλό έγκλημα του 1974 ως συνέχεια του 1964: Πολλαπλές χρονικότητες
Στην ιστορία τα χρονικά ορόσημα συνομιλούν μεταξύ τους. Αποτελούν «χρονικό διάσελο», δηλαδή το διάστημα ανάμεσα σε κορυφαίες χρονολογίες που κατά τον Έντσο Τραβέρσο «σημαδεύει μια ανατροπή, μια μετάβαση, στο τέλος της οποίας το διανοητικό και πολιτικό τοπίο τροποποιήθηκε ριζικά και τα παλιά σημεία αναφοράς αντικαταστάθηκαν».
Η δικοινοτική ΚΔ του 1960 ήταν βραχύβια. Οι εθνικισμοί-Ένωση και Διχοτόμηση (Taksim) – με εμπλοκή των τριών «εγγυητριών δυνάμεων» και των ΗΠΑ υπονόμευσαν ένα κοινό ειρηνικό μέλλον. Διάφορα σχέδια για διαμοιρασμό της Κύπρου ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία εκπορεύονται στις ΗΠΑ με σκοπό την διαφύλαξη της ΝΑ πτέρυγας του ΝΑΤΟ.
Το πραξικόπημα και η εισβολή πρέπει να διαβαστούν μέσα από μια μακράς διάρκειας οπτική: Πρόκειται για μια διένεξη που άρχισε το 1963 και κατέληξε στον εξοβελισμό των Τουρκοκύπριων με το «δόγμα της ανάγκης» το 1964 (βλ. παρακάτω).
Τα Χριστούγεννα του 1963 ξεκινούν οι διακοινοτικές συγκρούσεις και η ντε φάκτο κατάργηση της δικοινοτικότητας του κράτους που από τότε ελέγχεται αποκλειστικά από τους Ελληνοκύπριους. Μόλις τρία χρόνια μετά την ανεξαρτησία, στις 30 Νοεμβρίου 1963, ο προέδρος Μακάριος είχε προτείνει τα γνωστά ως «13 σημεία» αναθεώρησης του συντάγματος που καταργούσαν το δικαίωμα ουσιαστικής συμμετοχής των Τουρκοκυπρίων στην εξουσία.
Το Κυπριακό όμως είναι ένα κατεξοχήν κοινωνικό ζήτημα μέσα στο οποίο εντάσσονται το πολιτικό και το εθνικό, και όχι το αντίστροφο. Υπάρχει στον πυρήνα του η πολιτική σύγκρουση για ηγεμονία στο υπό ανάδυση μετααποικιακό κράτος με χρήση ιδεολογικών και κατασταλτικών μέσων. Ιστορικά, η ισχυρή ελληνοκυπριακή αστική τάξη γύρω από την Εθναρχία βρίσκεται σε αντιπαράθεση αφενός με την εξαρτώμενη από την Τουρκία τουρκοκυπριακή ελίτ, και αφετέρου με την Αριστερά, τη μόνη δύναμη που είχε δεσμούς με τους Τουρκοκύπριους.
Ορόσημα μετά το 1974: Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία (ΔΔΟ) ή Διχοτόμηση
Το 1974 ήταν μια ρήξη με το παρελθόν. Κατέστρεψε την κυρίαρχη ιδεολογία που επέβαλε μια ελληνοκυπριοποιημένη Κυπριακή Δημοκρατία, εξοβελίζοντας τους Τουρκοκύπριους. Η τουρκική εισβολή ανέτρεψε τα πάντα.
Προηγήθηκε όμως ένα άλλο συμβάν που εσκεμμένως υποτιμάται. Στις 15 Ιουλίου έγινε η «εισβολή της χούντας». Έτσι αποκάλεσε, καταγγέλλοντάς το πραξικόπημα ο Μακάριος στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.
Στις 20 Ιουλίου ακολούθησε η τουρκική εισβολή. Έκτοτε και μέχρι σήμερα συνεχίζεται η κατοχή των βόρειων εδαφών της χώρας, όπου εγκαθιδρύεται ένα καθεστώς εξαίρεσης που όλο και περισσότερο ενσωματώνεται στην Τουρκία.
Η σύγκρουση όμως ήδη υπήρχε. Έχουν περάσει εξήντα χρόνια από τότε που δημιουργήθηκε η Ειρηνευτική Δύναμη του ΟΗΕ στην Κύπρο (UNFICYP), μία από τις μακροβιότερες ειρηνευτικές αποστολές του ΟΗΕ στον κόσμο (ψήφισμα ΟΗΕ-186/1964), μετά τις συγκρούσεις του Δεκεμβρίου 1963. Μόνο η Υπηρεσία Αρωγής και Έργων του ΟΗΕ για τους Παλαιστινίους Πρόσφυγες στην Εγγύς Ανατολή (UNRWA) που ιδρύθηκε το 1948 είναι μακροβιότερη.
Εδώ και εξήντα χρόνια, η ΚΔ λειτουργεί στη βάση του «δόγματος της ανάγκης», επικαλούμενη λόγους έκτακτης ανάγκης για τη λειτουργία του κράτους. Το δόγμα αυτό, ένα νομικό φάντασμα, επινοήθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο και έχει εμφυσήσει πολλαπλά καθεστώτα εξαίρεσης, εφόσον διατρέχει όλο τον πολιτικό και κοινωνικό σχηματισμό ως υπερ-συνταγματική ρύθμιση της λεγόμενης «έκρυθμης κατάστασης».2
Επίσης, φέτος συμπληρώνονται είκοσι χρόνια από την απόρριψη του σχεδίου λύσης του ΟΗΕ (σχέδιο Ανάν) και από την ένταξη της ΚΔ στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ έχουν περάσει επτά χρόνια από την κατάρρευση των διαπραγματεύσεων στο Κραν Μοντανά που τορπίλισε ο πρόεδρος Αναστασιάδης.
Οι αποτυχημένες διαπραγματεύσεις για λύση
Μετά το 1974, τα σημαντικότερα ορόσημα ήταν οι Συμφωνίες Υψηλού Επίπεδου του 1977 και του 1979, όταν οι ηγεσίες των δύο πλευρών συμφώνησαν το πλαίσιο λύσης στη βάση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας. Δυστυχώς, μέχρι το 1988, όταν την προεδρία ανέλαβε ο Γιώργος Βασιλείου, καμία προσπάθεια δεν έγινε για να κατανοήσουν οι Ελληνοκύπριοι τι σημαίνει ΔΔΟ. Αντιθέτως, πλην της προεδρίας Γιώργου Βασιλείου (1988-1993) και της προεδρίας Δημήτρη Χριστόφια (2008-2013) και λίγο πριν εκπνεύσει η δεύτερη θητεία του Γλαύκου Κληρίδη (2002-2003), επικρατούσε ένας άκρατος «απορριπτισμός», δηλαδή η άρνηση οποιασδήποτε λύσης.
Ο πρόεδρος Σπύρος Κυπριανού (1977-1988) τορπίλισε τους «Δείκτες [του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ] Ντε Κουεγιάρ» (1983). Η απόρριψη αυτή έφερε το τέλος και στο «μίνιμουμ πρόγραμμα» συνεργασίας ΑΚΕΛ-ΔΗΚΟ.
Η προεδρία Βασιλείου με στήριξη του ΑΚΕΛ φέρνει ελπίδα για λύση σε μια στιγμή παγκόσμιων μεταβολών – κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και διάλυση της ΕΣΣΔ. To 1990, ο Βασιλείου υποβάλλει αίτηση για ένταξη στην ΕΕ με το επιχείρημα ότι θα λειτουργήσει ως καταλύτης για λύση.
Ο Κληρίδης, που θεωρείτο ρεαλιστής και στήριζε τις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού, έξι μήνες πριν τις προεδρικές εκλογές 1993 άλλαξε ρότα υποσχόμενος να θάψει το πακέτο του ΟΗΕ («Δέσμη Ιδεών [του ΓΓ του ΟΗΕ Μπούτρος] Γκάλι»). Στις δύο θητείες του ως πρόεδρος (1993-1998, 1998-2003) είχε εκλεγεί στη βάση μιας εθνικιστικής γραμμής στρατιωτικοποίησης του κυπριακού- «ενιαίο αμυντικό δόγμα» με την Ελλάδα, αγορά των σοβιετικών πυραύλων S-300 (που, τελικά, δεν ήρθαν στη Κύπρο), και πολιτική αποκατάσταση των πραξικοπηματιών. Λίγο πριν την εκπνοή της δεύτερης θητείας του, ο Κληρίδης άλλαξε γραμμή με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια συγκυρία με δυναμική λύσης λόγω της διαδικασίας ένταξης στην ΕΕ και των ραγδαίων αλλαγών στο εσωτερικό της Τουρκίας εξ αιτίας του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της νέας ηγεσίας της υπό τον Ταγίπ Ερντογάν.
Στις εκλογές του 2003 εξελέγη ο Τάσσος Παπαδόπουλος με τη στήριξη του ΑΚΕΛ, δεσμευόμενος ότι θα λύσει το Κυπριακό στη βάση του σχεδίου Ανάν, όμως ουδέποτε ξεπέρασε τον απορριπτισμό του. Ποντάρισε εσφαλμένα στη σιγουριά του ότι την όποια προσπάθεια λύσης θα την σκότωνε η Τουρκία. Ο Παπαδόπουλος, αντί να διαπραγματευτεί άνοιξε πόλεμο μέσω των ΜΜΕ που έλεγχε δαιμονοποιώντας το σχέδιο λύσης. Η διαδικασία που συμφωνήθηκε, σχεδιάστηκε με μόνο στόχο την παράκαμψη του αδιάλλακτου Ντενκτάς. Το σχέδιο τέθηκε σε δημοψήφισμα και στις δύο κοινότητες, τον Απρίλιο του 2004, με τον Παπαδόπουλο να απαιτεί ένα «ηχηρό όχι». Το σχέδιο απορρίπτεται με ποσοστό 76% από τους Ελληνοκύπριους, ενώ εγκρίνεται με ποσοστό 65% από τους Τουρκοκύπριους.
Ένταξη στην ΕΕ χωρίς λύση, συγκλίσεις Χριστόφια-Ταλάτ, Κραν Μοντανά
Είκοσι χρόνια από τότε, ελάχιστα έχουμε ασχοληθεί σοβαρά με το θέμα. Η ελληνοκυπριακή απόρριψη του σχεδίου λύσης σήμαινε την ένταξη μιας διαιρεμένης χώρας στην ΕΕ, γεγονός που οδηγούσε στη μετέπειτα εμπέδωση της ντε φάκτο διχοτόμησης.
Το ΑΚΕΛ τότε, παρ’ ότι εξέφρασε τη διαφωνία του με τους λόγους απόρριψης του σχεδίου που επικαλέστηκε ο Παπαδόπουλος, αξίωσε την αναβολή του δημοψηφίσματος επικαλούμενο διαδικαστικούς λόγους. Τελικά απέρριψε το σχέδιο με ένα «ήπιο όχι» υποσχόμενο σύντομα ένα νέο δημοψήφισμα. Τον επόμενο χρόνο, το κόμμα αναφέρθηκε στο περιεχόμενο του σχεδίου επισημαίνοντας κάποια κενά του. Όμως, παρά τις αδυναμίες του, αν αυτό εφαρμοζόταν θα άνοιγαν οι προοπτικές συνεργασίας Ελληνοκύπριων και Τουρκοκύπριων, ενώ στην πορεία θα μπορούσαν να διορθωθούν οι όποιες αδυναμίες του. Αυτό το θετικό ενδεχόμενο θα έπρεπε να είχε αντιπαραβληθεί με τις αρνητικές εξελίξεις που αναπόφευκτα θα δημιουργούσε η απόρριψή του.
Η απόφαση για απόρριψη του σχεδίου Ανάν τραυμάτισε βαριά τις σχέσεις του ΑΚΕΛ με τους Τουρκοκύπριους, και τις προοπτικές λύσης. Το Πολιτικό Γραφείο του κόμματος, ενώ αρχικά πρότεινε την αποδοχή του σχεδίου, το επόμενο πρωινό σε συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής άλλαξε γνώμη. Λόγοι άλλοι από το περιεχόμενο του σχεδίου φαίνεται να ήταν οι καθοριστικοί για την απόρριψη του. Έχουν ακουστεί διάφορα για το τι διαμείφθηκε στη συνάντηση που είχε ο Χριστόφιας με τον Παπαδόπουλο, το βράδυ πριν αλλάξει γραμμή πλεύσης. Το πιο πειστικό είναι ότι μάλλον ταρακουνήθηκε όταν ο Παπαδόπουλος τού είπε πως αν περνούσε το ΝΑΙ θα παραιτείτο, και θα έπρεπε ο Χριστόφιας να υπογράψει το σχέδιο ως πρόεδρος της Βουλής. Ο Χριστόφιας δεν ήθελε να αναλάβει την ευθύνη για λύση που δεν είχε διαπραγματευτεί ο ίδιος, γνωρίζοντας μάλιστα ότι ο Παπαδόπουλος είχε παίξει έναν υπονομευτικό ρόλο κατά την διαπραγμάτευση. Ήταν διάφοροι οι λόγοι που, τελικά, καθόρισαν συνδυαστικά την απόρριψη του σχεδίου Ανάν από το ΑΚΕΛ, όπως ο κίνδυνος ότι δεν θα επικρατούσε το ΝΑΙ στο δημοψήφισμα και η διάχυτη ανησυχία για πιθανή διάσπασή του κόμματος.
Ενώ ήταν βάσιμος ο φόβος ότι το σχέδιο μπορεί να καταψηφιζόταν ακόμα και αν το στήριζε το ΑΚΕΛ, λόγω της ηγεμονίας των διχοτομιστών στο κράτος και τα ΜΜΕ, αγνοήθηκε η τεράστια δυναμική που θα μπορούσε να αναδυθεί από ένα ισχυρό δικοινοτικό κίνημα υπέρ της λύσης. Είκοσι χρόνια μετά, το κόμμα δεν συζητά το θέμα φοβούμενο προφανώς ότι αυτό θα ξύσει παλιές πληγές και θα αναμοχλεύσει πάθη, ανοίγοντας τους ασκούς του Αιόλου.
Η απόρριψη του σχεδίου σκότωσε την ελπίδα και το αναδυόμενο διακοινοτικό κίνημα που είχε ενδυναμωθεί με το άνοιγμα των οδοφραγμάτων, το 2003. Δαιμονοποίησε τη λύση ως «προδοσία» και ως προϊόν συνομωσίας κατά της Κύπρου και άνοιξε έναν τεράστιο χώρο για την κανονικοποίηση της Ακροδεξιάς, για πρώτη φορά από το 1974. Η μη λύση φαίνεται πλέον να κυριαρχεί θεσμικά και να έχει ευρεία αποδοχή από τις μεγάλες μάζες. Η εμπέδωση της διχοτόμησης ως μιας ανεκτής πραγματικότητας συνεχίζεται μετά την απόρριψη του σχεδίου, ενώ οι γεωπολιτικοί σχεδιασμοί και τα συμφέροντα των ισχυρών εξακολουθούν να εξυπηρετούνται, ίσως ακόμα περισσότερο.
Η ιστορία όμως δεν τελειώνει. Η ανακάλυψη υδρογονανθράκων δημιούργησε νέα δεδομένα. Είναι προφανής ο κίνδυνος η Κύπρος να βρεθεί στο κέντρο του κυκλώνα μιας πολύπλοκης ενεργειακής διαπάλης με τις συνεργασίες Ελλάδας-Ισραήλ-Κύπρου. Από την άλλη, το ενεργειακό θα μπορούσε να συμβάλει στη λύση, αν βρισκόταν μια κοινή συνισταμένη με την Τουρκία. Ωστόσο, η νέα εποχή των ολοκληρωτικών πολέμων, οι συγκρουσιακοί σχεδιασμοί Αθήνας-Λευκωσίας-Τελ Αβίβ από τη μια, και Άγκυρας από την άλλη, σε συνδυασμό με την ωρολογιακή βόμβα του οικολογικού ζητήματος, μάλλον οδηγεί σε όξυνση των συγκρούσεων.
Το 2008, το ΑΚΕΛ ήρθε σε ρήξη με τον Παπαδόπουλο και κέρδισε τις εκλογές. Μέσω των συγκλίσεων του προέδρου Χριστόφια με τον αριστερό τουρκοκύπριο ηγέτη Ταλάτ έγιναν σημαντικές βελτιώσεις στο σχέδιο Ανάν. Αυτή είναι η σημαντικότερη παρακαταθήκη που εξακολουθεί να αποτελεί τη βάση λύσης του Κυπριακού, παρά το γεγονός ότι Χριστόφιας δεν την υπέγραψε ως ενδιάμεση λύση. Ο Ταλάτ, όμως, έχασε στις εκλογές που έγιναν στον τουρκοκυπριακό τομέα το 2010, και την εξουσία ανέλαβε ο εθνικιστής Έρογλου.
Η περίοδος από την ήττα της Αριστεράς και τη νίκη της Δεξιάς σε τρεις διαδοχικές προεδρικές εκλογές (2013, 2018, 2023) μέχρι σήμερα συνιστά μια αυταρχική πορεία διαπλοκής και αποδημοκρατικοποίησης που στηρίζεται στον διχοτομισμό και στον ρατσισμό: Στο Κραν Μοντανά, το 2017, ο ΓΓ του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, παρουσιάζει μια πρόταση, γνωστή ως «Πλαίσιο Γκουτέρες», που οδηγεί σε λύση, με την Άγκυρα να δέχεται, για πρώτη φορά, την κατάργηση της συνθήκης εγγύησης. Ο πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδη (ο οποίος είχε στηρίξει το σχέδιο Ανάν) τορπιλίζει την μεγάλη αυτή ευκαιρία– τον σιγοντάρει ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς.
Το 2018, ο Αναστασιάδης ξανακερδίζει τις εκλογές, ενώ στις εκλογές του 2023 τον διαδέχεται ο στενός κυβερνητικό συνεργάτης του, Νίκος Χριστοδουλίδης, ο οποίος συνεχίζει τις πολιτικές που οδηγούν στην εμπέδωση της διχοτόμησης.
Σήμερα, μια εποχή ολοκληρωτικών πολέμων
Μια εξηκονταετία/πεντηκονταετία μετά, ζούμε σε μια άλλη ιστορική συγκυρία, η οποία όμως επηρεάζεται από τις μακρές συνέπειες του παρελθόντος. Έχουμε εισέλθει σε μια περίοδο πολέμων χωρίς τέλος, που εκτείνεται σε όλο τον πλανήτη και αναστατώνει όλους τους κόμβους του συστήματος, όπου οι στρατιωτικές διοικήσεις είναι συνυφασμένες με τις καπιταλιστικές δομές οι οποίες βρίσκονται σε βαθιά κρίση. Στη «Μεγάλη Σκακιέρα» του Μπρεζίνσκι3 η Μέση Ανατολή αποτελεί κεντρική εστία σύγκρουσης με τη συνεχιζόμενη γενοκτονία στο έδαφος της Παλαιστίνης, λίγα χιλιόμετρα από την Κύπρο.
Οι κυβερνώντες θέλουν την Κύπρο «προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης». Ωστόσο, η Κύπρος παραμένει ένας γεωπολιτικός χώρος που αδυνατεί να μεταβληθεί, έτσι απλά, σε έναν «κανονικό» χώρο της δυτικής σφαίρας επιρροής. Λόγω ιστορίας, πολιτικής και γεωγραφίας είναι μια κατεξοχήν μεθοριακή χώρα στην ανατολική Μεσόγειο, μια «χώρα-σύνορο» στο μεταίχμιο Ευρώπης- Ασίας-Αφρικής. Ως κράτος μέλος της ΕΕ, η Κυπριακή Δημοκρατία υιοθετεί τη γενικότερη κατεύθυνση της «ευρωπαϊκής» εξωτερικής πολιτικής. Ωστόσο τα δεδομένα στη περιοχή και η ανάγκη να διασφαλιστούν τα συμφέροντα της χώρας προβάλλουν την ανάγκη για έναν άλλο προσανατολισμό. Με αυτή την έννοια, η παρακαταθήκη του Κινήματος των Αδεσμεύτων, στο οποίο η Κύπρος του Μακάριου είχε πρωταγωνιστικό ρόλο, επιβάλλει την άσκηση μια σχετικά αυτόνομης κυπριακής εξωτερικής πολιτικής, με την εξεύρεση λογικών εξαιρέσεων από την κοινή εξωτερική πολιτική της ΕΕ.
Η επίγνωση της πραγματικότητας ότι η Κύπρος είναι αναπόσπαστο τμήμα της Εγγύς Ανατολής απαιτεί την μετατροπή της σε μια ειρηνική και αποστρατιωτικοποιημένη γέφυρα συνεργασίας ως ουδέτερη ζώνη και όχι την χρησιμοποίησή της ως ορμητήριο οποιασδήποτε δύναμης. Διαφορετικά θα είναι δύσκολο να επιβιώσει εν μέσω των αναταραχών που προκαλούν τα συγκρουσιακά γεωπολιτικά παιχνίδια στην περιοχή. Οι κυβερνήσεις της Αθήνας και της Λευκωσίας είναι αυτές που ρυμουλκούν την Κύπρο και την συνδέουν όλο και περισσότερο και εντελώς ανεύθυνα με τους ενεργειακούς και στρατιωτικούς σχεδιασμούς τους στο μεσανατολικό ζήτημα.
Οι συγκλίσεις Χριστόφια-Ταλάτ που ενσωματώθηκαν στον «Πλαίσιο Γκουτέρες» αποτελούν κατά την γνώμη μας τη βάση για λύση του Κυπριακού, ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχουν δημοσκοπικές έρευνες που καταδεικνύουν ότι μπορεί να δημιουργηθεί πλειοψηφία και στις δύο κοινότητες υπέρ της λύσης ΔΔΟ. Σε αυτό το πλαίσιο, η δημιουργία μιας ανεξάρτητης, αποστρατιωτικοποιημένης και χωρίς βρετανικές βάσεις Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, είναι ένα υπαρξιακό ζήτημα, όχι μόνο για την Κύπρο αλλά για όλη τη Μέση Ανατολή.
Σημειώσεις:
1. Γιώργος Καλπαδάκης, Κυπριακό 1954-1974 Στοχαστικές προσαρμογές και ο αιώνιος δηλιγιαννισμός, Παπαζήσης 2024.
2. Νίκος Τριμικλινιώτης, Η διαλεκτική του έθνους-κράτους και το καθεστώς εξαίρεσης, Σαββάλας 2010.
3. Ζμπίγκνιεφ Μπρεζίνσκι, Η μεγάλη σκακιέρα-Η αμερικανική υπεροχή και οι γεωστρατηγικές της επιταγές, Εκδόσεις Λιβάνη, 1998
Ο Νίκος Τριμικλινιώτης είναι καθηγητής στο Κέντρο Θεμελιωδών Δικαιωμάτων στο πανεπιστήμιο Λευκωσίας