Οι κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες της ανάπτυξης του διαδικτύου είναι ένα από τα πιο σημαντικά θέματα της ιστορίας. Το ίδιο, ως μέσο, κείται πέραν του καλού και του κακού. Μπορεί να υπηρετεί τόσο οπλικά συστήματα όσο και θεραπείες, τόσο τη δημοκρατία όσο και τον λεγόμενο κυβερνοκαπιταλισμό. Οι συνέπειες όμως δεν είναι καθόλου ουδέτερες, αφού εξαρτώνται από το υποκείμενο που στήνει το δίκτυο και τους τρόπους λειτουργίας.
Αντίστοιχα η κοινωνική και επιστημονική υποδοχή του διαδικτύου ποικίλλουν και συχνά παίρνουν ακραίες μορφές: τυφλής ή δεισιδαιμονικής άρνησης αφενός, πανηγυρικής αποδοχής αφετέρου. Ευκολότερα αποκρούεται η άρνηση, που στηρίζεται ιδίως στον φόβο.
Η ανθρωπότητα αρκετές φορές έχει γνωρίσει φαινόμενα αντίδρασης απέναντι στο νέο, στην εφεύρεση, στην πρόοδο. Κανείς σήμερα δεν υποστηρίζει τον διαδικτυακό (αυτο)αποκλεισμό ως στάση, ίσα ίσα οργανώνονται και αναπτύσσονται ευρωπαϊκά προγράμματα ένταξης του πολίτη στον κόσμο της πληροφορικής. Χρειάζεται όμως να ασχοληθούμε προσεκτικά με το αντίστροφο, με τον ενθουσιασμό των νεοφώτιστων: Συνειδητοποιώντας την τεράστια χρησιμότητα του διαδικτύου για τη διοίκηση, την επιστήμη, την επιχειρηματικότητα και τις σχέσεις των παραπάνω με τον πολίτη, να σταθούμε στοχαστικά απέναντι στη γενίκευση: στη χρήση του διαδικτύου ως υποκατάστατου των άμεσων κοινωνικών σχέσεων, ακόμη και της ραχοκοκαλιάς της πολιτικής.
Πολιτικά, το θέμα είναι επίκαιρο. Στις μέρες μας ήδη καταγράφονται φαινόμενα, συνδεόμενα με τη διαδικασία παγκοσμιοποίησης, που φέρνουν σε επαφή τη λειτουργία της δημοκρατίας με τη διάδοση της πληροφορικής. Βιώνονται η επιτάχυνση του ιστορικού χρόνου, η σύνδεση κινημάτων με μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η κρίση αντιπροσώπευσης στο εσωτερικό των κομμάτων και άλλων δομών και η ροπή για αδιαμεσολάβητες επικοινωνίες και δράσεις. Στον χώρο της Αριστεράς έχει εμφανιστεί συγκεκριμένη θεωρητική πρόταση για ψηφιακή πλατφόρμα (βλ. άρθρα των Β. Ρόγγα, «Αυγή» 4/3/19, Κ. Δουζίνα / Δ. Παπανικολόπουλου / Μ. Τσιμιτάκη, «Αυγή» 4/8/2019) για μια αναδιοργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ που θα αφομοιώνει τις παραπάνω εξελίξεις.
Φυσικά, η Δεξιά και ο χώρος των (δήθεν απλώς) τεχνοκρατών εξαπλώνουν αντίστοιχα μοντέλα και κατασκευές. Πρόσφατος νόμος (4623/19) με ρυθμίσεις για την ψηφιακή διακυβέρνηση της χώρας αποτελεί ένα από καιρό προετοιμασμένο νεοδημοκρατικό πλαίσιο για την αφομοίωση και τη χρήση της πληροφορικής. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των συστημάτων που εκφράζουν αυτόν τον χώρο είναι ο συγκεντρωτισμός: ο έλεγχος της ψηφιακής διασύνδεσης και επικοινωνίας γίνεται από ένα και μόνο υποκείμενο, ατομικό ή συλλογικό. Το μοντέλο μπορεί να υπηρετεί ποικιλόμορφα οποιαδήποτε ολιγαρχία. Στην περίπτωσή μας ο νομοθέτης υπάγει τα πάντα τελικά στον πρωθυπουργό, με το εκλεγόμενο και εξαρτώμενο από τον ίδιο επιτελείο του.
Ενδιαφέρον έχει προκαλέσει η σύνδεση της ψηφιακής τεχνολογίας με την οργάνωση των κομμάτων. Αυτά αποτελούν κύτταρο των σύγχρονων δημοκρατιών, άρα η συζήτηση αφορά άμεσα τις τελευταίες. Ας αρχίσουμε λοιπόν με μια βασική μεθοδολογική ιδέα: Μια σχετική πρόταση, ως δέον, δεν μπορεί παρά να στηρίζεται σε πραγματολογικό έδαφος.
Αν βλέπει την κατάσταση κριτικά, ως πρόβλημα, είναι λογικό να επιχειρεί να την αλλάξει και όχι να την υιοθετήσει ως βάση. Παράδειγμα: Αν αναγνωρίζεται ότι σήμερα συρρικνώνεται ο χρόνος τον οποίο μπορεί να διαθέσει ένας εργαζόμενος στην πολιτική δραστηριότητα ή ότι η δημοκρατία βιώνει μια κρίση αντιπροσώπευσης, τότε είναι λογικό η πρόταση να στοχεύει σε διορθώσεις και όχι να υιοθετεί ως βάση της τα προβλήματα αυτά.
Το πιο φλέγον θέμα αφορά τη σκοπιμότητα για μια οριζόντια επικοινωνία στο πλαίσιο των κομματικών οργανώσεων. Η επικοινωνία αυτή, ψηφιακή και με χρήση συχνά κοινωνικών δικτύων, εμφανίζεται να ανταποκρίνεται σήμερα στις τάσεις της νεολαίας. Αντίθετα, το παραδοσιακό οργανωτικό μοντέλο χαρακτηρίζεται ξεπερασμένο.
Μια κλασική ένσταση εδώ: Ξεπεράστηκε άραγε η πάλη των τάξεων ώστε να προτείνονται τρόποι διαβούλευσης που να την αγνοούν και να απευθύνονται απευθείας στα άτομα; Μήπως θα φτάναμε έτσι σε σχηματισμούς αποφάσεων που αγνοούν τις σχέσεις παραγωγής ή τις υλικές συνθήκες ύπαρξης; Η Χάνα Αρεντ συνέδεε την άνοδο του ολοκληρωτισμού με την εξασθένηση των ταξικών σχηματισμών, αλλά ας μη φτάσουμε ώς εκεί. Τηλεγραφικά η απορία: Μπορούν οι ομάδες φίλων του facebook να υποκαταστήσουν πλήρως τις τοπικές ή θεματικές ομάδες μελών των κομμάτων;
Στη χώρα μας η πρόσφατη εμπειρία από τις πρώτες φάσεις της συνταγματικής αναθεώρησης έδειξε ότι οι προτάσεις που υποβλήθηκαν στο μακρόχρονο διάστημα της ηλεκτρονικής διαβούλευσης ήταν ποσοστιαία ελάχιστες. Επί της ουσίας επίσης δεν φάνηκαν να επηρεάζουν τις κοινοβουλευτικές εργασίες της αναθεώρησης.
Αντίθετα, προτάσεις που υποβλήθηκαν μετά την ανοιχτή διαβούλευση κατά την κοινοβουλευτική αναθεωρητική διαδικασία από αντιπροσωπευτικούς φορείς, όπως οι δικαστικές ενώσεις, οι επιστημονικοί σύλλογοι, οι μεγάλες συνεταιριστικές ενώσεις, ακόμη και από μεγάλες ιδιωτικές δομές, όπως οι σύλλογοι ζωόφιλων, προβλημάτισαν και λήφθηκαν υπόψη. Η έμμεση δημοκρατία φάνηκε έτσι αποτελεσματικότερη σε σχέση με την άμεση.
Τις τεχνικές επιφυλάξεις μπορούμε να τις βάλουμε εδώ σε παρένθεση. Να δεχτούμε δηλαδή πρόσκαιρα ότι η ηλεκτρονική ψηφοφορία είναι αξιόπιστη, ότι δεν κινδυνεύει από χειρισμούς σκοτεινών δικτύων ή από τεχνάσματα της κοινωνικής δικτύωσης. Τα πολιτικά αντεπιχειρήματα όμως για την επικράτηση της διαδικτυακής οργάνωσης είναι πιο ανθεκτικά. Ποιος, για παράδειγμα, θα χειρίζεται την ψηφιακή πλατφόρμα ενός κόμματος;
Κι αν έξαφνα αυτός θελήσει να την ανακόψει ή να την αλλάξει; Θα επιλέγεται εξάλλου κι αυτός διαδικτυακά; Τότε όμως θα προσκρούσουμε στο κλασικό ερώτημα αν η κότα γέννησε το αυγό ή το αυγό την κότα. Αν δηλαδή ο μεγάλος προγραμματιστής θα διαμορφώνει την πλατφόρμα ή αν αντίθετα θα είναι η τελευταία που τον αναδεικνύει.
Τελικά, μπορεί ένα ψηφιακό πρόγραμμα να διασφαλίσει τους βασικούς πυλώνες της δημοκρατίας, την αντιπροσώπευση, τη συμμετοχικότητα και ιδίως τη λογοδοσία; Να μειώσει τη σημασία του συνδικαλισμού ή των επιστημονικών συλλόγων κατά τη διαμόρφωση και λήψη αποφάσεων; Οσοι περιγράφουν τη διαφθορά τους δεν υπαγορεύουν την εξαφάνιση, αλλά την κάθαρση και ανανέωσή τους.
Η δημοκρατία δεν αποτελεί πάντως μόνο πολιτικό, αλλά και κοινωνικό σύστημα. Μια ευρύτερη και ίσως σημαντικότερη κατηγορία αντεπιχειρημάτων εντάσσεται στην περιοχή των κοινωνικών σχέσεων ή ακόμη και του ανθρωπισμού. Επισημαίνεται ότι ο ψηφιακός χώρος απέχει από τον πραγματικό χωρίς να είναι εικονικός. Αυτή η απόσταση όμως από την πραγματικότητα απαιτεί προσοχή. Είμαστε άραγε έτοιμοι να δώσουμε κυριαρχική θέση στις αποσωματοποιημένες σχέσεις του διαδικτύου; Σε αυτό δηλαδή που ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν ονομάζει «ρηχό ομοίωμα των προσωπικών σχέσεων»;
Στ’ αλήθεια, η συμμετοχή στην κινητοποίηση ή στην ομάδα αλληλεγγύης είναι πιο ουσιαστική όταν αγγίζεις τον συνάνθρωπό σου. Στο γιορτινό τραπέζι θέλουμε δίπλα μας τον φίλο μας, όχι μια εικόνα του από το Skype. Με το διαδίκτυο μπορείς να παίρνεις αποφάσεις καθοριστικές για τον άλλον χωρίς να τον κοιτάς στα μάτια. Μπορείς, για να προσφύγουμε σε ένα μετανεωτερικό παράδειγμα, να προγραμματίσεις ανθρωποκτόνα ένα drοne με πολύ λιγότερες αναστολές. Ο ανθρωπισμός τότε θα απέχει της απανθρωπίας κατά ένα κλικ.
Επιστρέφοντας εντέλει στην αφετηρία: Τα νέα τεχνολογικά επιτεύγματα επηρεάζουν τους πάντες. Η σημασία τους είναι τεράστια, όχι μόνο για την επιστήμη, την οικονομία ή για την καθημερινότητα και τις σχέσεις των πολιτών μεταξύ τους και με το κράτος. Σημαντικότατη θα είναι η εισφορά τους και στην κοινωνική οργάνωση και στην πολιτική. Ως μέσου στηρικτικού και συμπληρωματικού όμως, κι όχι ως υποκατάστατου των δημοκρατικών αξιών και της ανθρώπινης επαφής.
O Νίκος Παρασκευόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών