Macro

Nick Harkaway «Η επιλογή του Κάρλα», μετάφραση: Βεατρίκη Κάντζολα – Σαμπατάκου, εκδόσεις Bell, 2024

Και να που ο κλήρος έπεσε (ξανά) στον Τζορτζ Σμάιλι. Αυτή τη φορά από την πένα του Νικ Χάρκαγουεϊ, όπως είναι το ψευδώνυμο του Νικ Κόρνγουελ, γιου του Ντέβιντ Κόρνγουελ, του κατάσκοπου-συγγραφέα, που έγινε παγκόσμια γνωστός ως Τζον Λε Καρρέ.
 
Είναι άνοιξη του 1963 και ο Τζορτζ Σμάιλι έχει αποχωρήσει από το επονομαζόμενο Σέρκους – το άντρο των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών. Με τα απομεινάρια του κατασκοπικού πολέμου της Δύσης κατά των Σοβιετικών διάσπαρτα σε όλη την Ευρώπη, μόνος του στόχος είναι πλέον μια πιο γαλήνια ζωή. Φευ! Ένας Ρώσος κατάσκοπος έχει αυτομολήσει κάτω από τις πιο ασυνήθιστες συνθήκες και ο άνθρωπος που τον είχαν στείλει να σκοτώσει στο Λονδίνο είναι άφαντος.
 
Το μυθιστόρημα του Νικ Χάρκαγουεϊ τοποθετείται χρονικά ανάμεσα σε δύο εμβληματικά έργα του Τζον Λε Καρρέ, το «Ο κατάσκοπος που γύρισε από το κρύο» και το «Κι ο κλήρος έπεσε στον Σμάιλι». Την πλοκή πυροδοτεί η εμφάνιση στο Λονδίνο του ψυχολογικά διαταραγμένου σοβιετικού δολοφόνου Μίκι Μπόρτνικ και η ταυτόχρονη εξαφάνιση του, ουγγρικής καταγωγής, λογοτεχνικού ατζέντη Λάζλο Μπάνατι. Ο τελευταίος στην πραγματικότητα ονομάζεται Φέρεντς Ρόκα και υπήρξε με τη σειρά του κατάσκοπος των Σοβιετικών. Μόνο που οι τελευταίοι, μετά την πτώση του Στάλιν, θέλουν να τον βγάλουν από τη μέση.
 
Η ανακάλυψη ότι ο Μπάνατι ήταν κατάσκοπος των Σοβιετικών αναγκάζει τον Σμάιλι να επαναπροσδιορίσει τις προτεραιότητές του και να επιστρέψει (κάπως απρόθυμα) στην ενεργό δράση. Δέχεται τελικά να αναλάβει μια τελευταία δουλειά: να ανακρίνει τη Σουζάνα, μια ουγγαρέζα πρόσφυγα, που ήταν υπάλληλος του αγνοούμενου, και να ανακαλύψει κάποιο στοιχείο που θα οδηγήσει στα ίχνη του.
 
Ο Σμάιλι συνειδητοποιεί ότι ο εξαφανισμένος ήταν ένας πράκτορας σε καταδίωξη. Με κάποιο τρόπο είχε απειθαρχήσει στο Κέντρο της Μόσχας και τον είχαν γράψει στα μαύρα τους κατάστιχα, κάτι που προσέφερε μια μεγάλη ευκαιρία στη βρετανική αντικατασκοπία, το περίφημο Σέρκους, στην προσπάθειά του να αντλήσει απόρρητες πληροφορίες για το αντίπαλο στρατόπεδο. Η αποστολή του Σμάιλι είναι διπλή: από τη μία, να βρει τον εξαφανισμένο πράκτορα, από την άλλη, να μάθει τι είχε συμβεί πριν καταφύγει ο Μπάνατι στο Λονδίνο και ποιος υποδαυλίζει τα γεγονότα στο παρόν. Ο Σμάιλι διαισθάνεται το στιλ του επικεφαλής της Σοβιετικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, του μυστηριώδους Κάρλα, να κινεί τα νήματα πίσω από τις σκιές.
 
Ύστερα από μια ικανοποιητικά αργή και προσεκτική έρευνα από τον Σμάιλι και την ομάδα του, ακολουθεί η καταδίωξη: Βερολίνο, Βιέννη, Βουδαπέστη, Λισαβόνα. Η ατμόσφαιρα στις μεγαλουπόλεις της ψυχροπολεμικής εποχής είναι δοσμένη στις αποχρώσεις του γκρι.
 
Η αρχική συμμορία του Σέρκους σύσσωμη δίνει το παρών: Ο Έλεγχος, o συγκεντρωτικός επικεφαλής του Σέρκους και εξπέρ της ραδιουργίας,∙ο Τόμπι Έστερχεϊζ, ο ούγγρος γραφειοκράτης-συνωμότης, ο αριβίστας Μπιλ Χέιντον, ο γόης που θα συνάψει ερωτική σχέση με τη σύζυγο του Σμάιλι, τη Λαίδη Ανν, ο πράκτορας πεδίου με στρατιωτική εκπαίδευση, Τζιμ Πριντό, κυνηγός σκαλπ στους κώδικες του Σέρκους, ο νεαρός Πίτερ Γκουίλαμ, επιστήθιος φίλος και προστατευόμενος μαθητής του Σμάιλι, η Κόνι Σακς, «η βασίλισσα των αρχείων με την εξωπραγματική μνήμη»… Όλοι οι χαρακτήρες μιλούν και συμπεριφέρονται με τον τρόπο που θα περίμεναν οι λάτρεις των βιβλίων του Τζον Λε Καρρέ.
 
Και ο Κάρλα; Υπάρχει πάντα ένας απαρέγκλιτος κανόνας ότι είναι πάντα άγνωστος και απροσπέλαστος. Ο Κάρλα εκπροσωπεί την αδιαφάνεια του αυταρχικού καθεστώτος που τον εξέθρεψε, την αυθαίρετη βία του, την πανταχού παρουσία του, τη βαρύτητά του. Ως συνήθως, ο Κάρλα και σ’ αυτό το μυθιστόρημα δεν εμφανίζεται πάρα μόνο μόνο στα δύο τρίτα της αναγνωστικής διαδρομής.
 
Η πεζογραφία του Νικ Χάρκαγουεϊ δεν είναι μια τέλεια άσκηση στη λεπτή και προσεγμένη στη λεπτομέρεια γλώσσα του δασκάλου, ούτε προσπαθεί να είναι. Μπορεί να απαντούν μερικοί φαινομενικοί αναχρονισμοί, αλλά υπάρχει παντού ένας ικανοποιητικά ψυχρός τόνος, θυμίζοντας το αποστασιοποιημένο ύφος του Τζον Λε Καρρέ, που ποτέ δεν υποστήριξε τις ψυχροπολεμικές επιδιώξεις του δυτικού στρατοπέδου (ούτε και του ανατολικού). Όπως και ο πατέρας του, έτσι και ο Χάρκαγουεϊ αποδεικνύεται ένας ευρωπαϊστής, γαλουχημένος με τη φιλοσοφία του Διαφωτισμού και με τα έργα του Γκέτε, ο οποίος δίνει μεγάλη σημασία στις ηθικές αξίες.
 
Αποδεικνύει επίσης για άλλη μια φορά ότι το σασπένς μπορεί πρωτίστως να προκύψει από την υπομονετική συσσώρευση λεπτομέρειας, ενώ οι σκηνές της κορύφωσης της πλοκής δεν είναι ανάγκη να είναι χυδαία βίαιες, όπως σε μια ταινία δράσης, αλλά μάλλον μια ακολουθία συνηθισμένου γραφειοκρατικού κινδύνου: για παράδειγμα η προσπάθεια να περάσει κανείς ένα σύνορο όταν τα χαρτιά του δεν είναι αρκετά εντάξει. Η κλειστοφοβία και η παράνοια που χαρακτηρίζουν το παιχνίδι του κατασκόπου-εναντίον-κατασκόπου είναι εξίσου ζωηρές και εδώ, όπως και στα βιβλία του Τζον Λε Καρρέ.
 
Η μεγαλύτερη πρόκληση για τον Νικ Χάρκαγουεϊ ήταν το να κατορθώσει να αναπαραστήσει πειστικά τον κορυφαίο χαρακτήρα που δημιούργησε ο Τζον Λε Καρέ, τον Τζορτζ Σμάιλι. Ο Σμάιλι δεν θυμίζει σε τίποτα τους όμορφους, υπερκινητικούς ήρωες της τυπικής κατασκοπικής λογοτεχνίας. Είναι εγκεφαλικός, κατά κάποιο τρόπο ένας κατάσκοπος της σχολής Γκράχαμ Γκριν. Όπως σημειώνει και ο συγγραφέας, «(ο Σμάιλι) ταξιδεύει απαρατήρητος στο τελευταίο βαγόνι του κοινωνικού εξπρές∙ είναι διανοούμενος και όχι αριστοκράτης∙ δεν χωράει σε κανένα καλούπι, είναι αθέατος και ασυνήθιστος».
 
Το Σέρκους του Σμάιλι αποτελεί την επιτομή των μυστικών υπηρεσιών που καθόρισε τον Ψυχρό Πόλεμο. Ο δικός του πόλεμος ήταν ένας αδυσώπητος, και αφανής πόλεμος χαρακωμάτων, οριοθετημένος από την απειλή του πυρηνικού ολέθρου, με τη συμμετοχή ενός μωσαϊκού χωρών στριμωγμένων σε μια δυαδική διεθνή σύγκρουση – ένας πόλεμος που τελικά ήταν αδύνατο να κερδηθεί από καμία από τις δύο πλευρές. Εξαιρετικό κατασκοπικό θρίλερ, που γεφυρώνει δύο από τις πλέον κλασικές ιστορίες του Τζον Λε Καρρέ.
 
Ο Νικ Χάρκαγουεϊ (Νίκολας Κόρνγουελ, γεν. 1972) είναι βρετανός μυθιστοριογράφος και σχολιαστής. Φοίτησε αρχικά στο University College School στο Βόρειο Λονδίνο και κατόπιν στο Clare College του Cambridge, όπου σπούδασε φιλοσοφία, κοινωνιολογία και πολιτικές επιστήμες. Ως συγγραφέας, έχει εκδώσει τα μυθιστορήματα «The Gone-Away World», «Angelmaker» (υποψήφιο για το βραβείο Arthur C. Clarke 2013 ), «Tigerman» και «Gnomon», καθώς και τη μελέτη «The Blind Giant: Being Human in a Digital World», που αναφέρεται στον ψηφιακό κόσμο.
 
Θανάσης Μήνας