Macro

ΝΔ: Αποτελεσματική ανικανότητα με μόνο σχέδιο την έλλειψη σχεδίου

Η κυβέρνηση της ΝΔ το τελευταίο διάστημα δείχνει να χάνει μεγάλο μέρος της κοινωνικής ανοχής που απολάμβανε. Κόσμος από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα, ηλικίες, ιδεολογικές αφετηρίες δείχνει πλέον έντονα την δυσαρέσκεια του. Η δυσαρέσκεια αυτή όμως δεν έχει κοινό παρονομαστή και πολλές φορές έρχεται από δύο φαινομενικά αντικρουόμενες κατευθύνσεις. Η μία κριτική είναι ότι πρόκειται για μια απολύτως ανίκανη κυβέρνηση, πλήρως αναποτελεσματική που λειτουργεί χωρίς κανένα σχέδιο. Η άλλη ότι πρόκειται για μια κυβέρνηση απόλυτα αποτελεσματική στους πραγματικούς της στόχους, με σαφές σχέδιο ανασυγκρότησης του αστισμού, ενδυνάμωσης του νεοφιλελευθερισμού, και απόλυτα αποτελεσματική στην αναδιανομή υπέρ των λίγων και ισχυρών. Στις παρακάτω γραμμές θα υποστηρίξω ότι ισχύουν και τα δύο ταυτόχρονα.

 

Περί αποτελεσματικότητας

Για να εξετάσουμε λοιπόν αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι αποτελεσματική ή όχι, πρέπει πρώτα να ορίσουμε τι εννοούμε αποτελεσματικότητα. Να ξέρουμε, με άλλα λόγια, ως προς τι κρίνεται η αποτελεσματικότητα μια κυβέρνησης. Και ίσως το πρόσφορο -και πιο πρόσφατο- παράδειγμα για να το κάνουμε είναι αυτό του υπουργείου Παιδείας και των Ελάχιστων Βάσεων Εισαγωγής (ΕΒΕ). Είναι προφανές ότι αν η στόχευση της κυβέρνησης ήταν να θεσμοθετήσει ένα σύστημα με βάση το οποίο θα εισέρχονται όσο το δυνατόν περισσότεροι και περισσότερες μαθητές και μαθήτριες στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και μάλιστα σε σχολές που οι ίδιοι και οι ίδιες επιθυμούσαν η κυβέρνηση απέτυχε παταγωδώς. Χιλιάδες παιδιά θα μείνουν εκτός πανεπιστημίων, και χιλιάδες θέσεις θα μείνουν κενές. Είδαμε παραδείγματα παιδιών με 19.000 ή 20.000 μόρια να μην μπορούν καν να δηλώσουν τις σχολές που την προηγούμενη χρονιά θα περνούσαν από τους πρώτους, όπως αυτό του Διονύση που συζητήθηκε μέχρι και την ολομέλεια της Βουλής. Ταυτόχρονα, το γεγονός ότι οι αλλαγές αυτές έγιναν εν μέσω της σχολικής χρονιάς, πράγμα πρωτοφανές για πανελλήνιες, μιας χρονιάς μάλιστα με τις γνωστές δυσκολίες της πανδημίας και της τηλε-εκπαίδευσης θα έκανε κάποιον να σκεφτεί ότι η υπουργός Παιδείας είναι απόλυτα ανεπαρκής και δεν έχει κανένα σχέδιο. Από την άλλη αν θεωρήσουμε ότι ο στόχος της κυβέρνησης είναι να κάνει την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εξαιρετικά δύσκολη για τα παιδιά των λαϊκών και των μεσαίων τάξεων ώστε να μειωθεί θεαματικά ο ανταγωνισμός για τα παιδιά των «καλών οικογενειών», αν δηλαδή στόχευε στην εξάλειψη της κοινωνικής κινητικότητας που προσφέρει η τριτοβάθμια εκπαίδευση, στην διαιώνιση των ανισοτήτων, τη δημιουργία πανεπιστημίων για τις ελίτ και ταυτόχρονα στην αύξηση της πελατείας των ιδιωτικών κολεγιών, τότε η κυβέρνηση είναι εξαιρετικά αποτελεσματική. Το ότι τα έκανε όλα πρόχειρα και χωρίς σχέδιο ήταν μέρος του σχεδίου της. Άλλωστε, οι κανόνες υπάρχουν για να περιορίζουν τους ισχυρούς. Και για αυτό η ΝΔ τους απεχθάνεται.

Στο μέτωπο της οικονομίας βλέπουμε ακριβώς την ίδια λογική. Η προχειρότητα και  η έλλειψη διαβούλευσης για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης, τα κριτήρια που ευνοούν όσες επιχειρήσεις είχαν έτσι κι αλλιώς πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό θα μπορούσαν να σημαίνουν ότι η κυβέρνηση στερείται οποιουδήποτε σχεδίου. Το ίδιο και η έκρηξη των απευθείας αναθέσεων. Είναι ενδεικτικό ότι από τις 269.000 δημόσιες συμβάσεις που έγιναν από τον Ιανουάριο του 2020 μέχρι τον Απρίλιο του 2021 οι 164.000 ήταν με την μορφή των απευθείας αναθέσεων, ποσοστό μεγαλύτερο του 60%! Και αν κάποιος προφασιστεί ότι αυτό έγινε λόγω της πανδημίας διαψεύδεται πανηγυρικά.  Οι 154.780 έγιναν για την κάλυψη πάγιων αναγκών και μόλις οι 9.260 για την κάλυψη έκτακτων αναγκών λόγω Covid-19. Σαν να μην έφτανε αυτό, με τον νόμο 4782/2021 τα ποσά για τις απευθείας αναθέσεις αυξάνονται κατά 50% για τις συμβάσεις αγαθών, υπηρεσιών και μελετών και κατά 200% για τα έργα φτάνοντας τις 60.000 ευρώ.

Η λογική πίσω από αυτό είναι προφανής. Μια κυβέρνηση με σχεδόν εκπεφρασμένο στόχο την ενίσχυση των μεγάλων επιχειρήσεων, την ισοπέδωση των εργασιακών δικαιωμάτων, και την αποδιάρθρωση του κοινωνικού κράτους είναι προφανές ότι δεν μπορεί να κάνει βιώσιμες συμμαχίες με μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας έτσι ώστε να εξασφαλίζει το απαραίτητο κοινωνικό μπλοκ δυνάμεων που θα την στηρίξει εκλογικά. Κα άρα αναγκαστικά καταφεύγει στον παλιό γνώριμο: Το πελατειακό κράτος. Μικροσυμφέροντα, ρουσφέτια, δωράκια και εξυπηρετήσεις δεν είναι στρεβλώσεις του συστήματος και αναποτελεσματικότητα όπως για χρόνια προσπαθούσαν να μας πείσουν οι εκσυγχρονιστές. Ήταν αναγκαία συνθήκη διατήρησης στην εξουσία των κομμάτων που αδιαφορούσαν για την κοινωνική πλειοψηφία και την άμβλυνση των ανισοτήτων.

Όπως αναγκαία συνθήκη για την συγκρότηση αυτού του μπλοκ δυνάμεων είναι και ο αυταρχισμός. Περιστατικά σαν αυτό του Δ. Ινδαρέ ή της Νέας Σμύρνης δεν δείχνουν ότι η κυβέρνηση έχει χάσει τον έλεγχο της αστυνομίας. Δείχνουν ότι είναι πολιτική της επιλογή να αφήσει τους κατασταλτικούς μηχανισμούς ανεξέλεγκτους για να φοβίσει τον κόσμο και να περιορίσει τις αντιδράσεις, αλλά και σε μια προσπάθεια ικανοποίησης ταπεινών ενστίκτων μιας συντηρητικής μερίδας της κοινωνίας. Μιας μερίδας που βλέπει τις οικονομικές της προσδοκίες από την κυβέρνηση να γκρεμίζονται και ως εκ τούτου η βία και η καταστολή λειτουργούν ως αντιπερισπασμός.

 

Η τακτική της Αριστεράς

 

Από τα παραπάνω προκύπτει ένα απλό ερώτημα: Ποια πρέπει να είναι η απάντηση της Αριστεράς σε αυτήν την σχεδιασμένη έλλειψη σχεδίου της κυβέρνησης; Ή αλλιώς πως θα συγκροτηθεί ένα κοινωνικό μπλοκ δυνάμεων που στη βάση του δεν θα έχει την εξυπηρέτηση μικροσυμφερόντων, αλλά ένα ηγεμονικό σχέδιο για την επόμενη μέρα που θα περιλαμβάνει την μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία;

Βαδίζουμε σε αχαρτογράφητα νερά. Η διάρκεια και η ένταση της πανδημίας δεν επιτρέπουν μεγάλη αισιοδοξία για την οικονομία της επόμενης μέρας. Οι νεότεροι και οι νεότερες είναι αντιμέτωποι με μια πραγματικότητα στην οποία κυριαρχούν η ανεργία και η επισφάλεια ενώ οι προοπτικές, ακόμη και αν έχουν εργασία, είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Ταυτόχρονα, το ιδιωτικό χρέος αποτελεί δαμόκλειο σπάθη για χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ η κλιματική κρίση δεν φαίνεται να είναι στις προτεραιότητες της κυβέρνησης. Αντίθετα αυτό που βλέπουμε είναι ότι, μεσούσης της πανδημίας, η κυβέρνηση κάνει επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα, ενισχύει τις μεγάλες επιχειρήσεις απέναντι στις μικρές, αρνείται κάθε χωροταξικό σχεδιασμό για την ενέργεια και ασχολείται περισσότερο με ρουσφέτια και τακτοποιήσεις παρά με ένα πραγματικό σχέδιο για την βιώσιμη και φιλική προς το περιβάλλον ανάπτυξη.

Σε αυτό το πλαίσιο η αριστερά οφείλει να είναι ξεκάθαρη στο ποιοι είναι οι στόχοι της για την αντιμετώπιση της υγειονομικής, της οικονομικής και της περιβαλλοντικής κρίσης. Έχει χρέος να οικοδομήσει κοινωνικές αλλά και πολιτικές συμμαχίες και να απευθυνθεί στις ομάδες που η ΝΔ έχει περιθωριοποιήσει και να το κάνει με σαφώς καθορισμένες προτεραιότητες.

Με άλλα λόγια, για την Αριστερά η τακτική του μη σχεδίου που ακολουθεί η ΝΔ δεν μπορεί να είναι επιλογή. Γιατί η έλλειψη κανόνων ευνοεί τους ισχυρούς και η Αριστερά υπάρχει για να ενισχύει τους αδύναμους. Και η Ιστορία όλου το κόσμου μας έχει διδάξει ότι αυτά είναι ασυμβίβαστα.

Αντώνης Παπαζαχαρίου
Πηγή: Η Εποχή