Η Αθήνα χρειάζεται περισσότερους δημόσιους χώρους, τόσο στο κέντρο όσο και στις γειτονιές, και ένα νέο βιώσιμο μοντέλο αστικής κινητικότητας. Αν κάποιος ζει και κινείται στην Αθήνα, τότε σίγουρα το ξέρει καλά αυτό. Η πρόταση για τον Μεγάλο Περίπατο έδειχνε προς αυτήν την κατεύθυνση. Σήμερα όμως βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια προβληματική και βεβιασμένη υλοποίηση που δεν σέβεται την καθημερινότητα της πόλης και εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους. Είναι βαθιά αντιφατικό να στοχεύουμε στον επιθυμητό περιορισμό της χρήσης των Ι.Χ. αφήνοντας τις δημόσιες συγκοινωνίες στην κατάσταση που είναι.
Οι πόλεις όμως δεν είναι μόνο κυκλοφορία. Συγκροτούνται ως ένα σύνολο σχέσεων και δραστηριοτήτων. Ενας παραπάνω λόγος για τον οποίο δεν μπορείς να προχωράς σε μια μεγάλη αλλαγή, αδιαφορώντας για τη φωνή των ανθρώπων της πόλης.
Η δημοτική αρχή αντιλαμβάνεται τον δημόσιο διάλογο ως χάσιμο χρόνου, αφού ακόμα και σήμερα η λειτουργία των δύο επιτροπών (διαβούλευσης και επιστημονικής παρακολούθησης), τις οποίες είχε ψηφίσει το δημοτικό συμβούλιο, παραμένει χωρίς περιεχόμενο.
Τέλος, είναι εξαιρετικά προβληματικό ότι η προώθηση των συγκεκριμένων παρεμβάσεων έγινε χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα ζητήματα χρήσεων γης που είναι καίριας σημασίας για την πολυλειτουργικότητα της πόλης (π.χ. της κατοικίας ή των παραγωγικών δραστηριοτήτων) και θέματα κοινωνικών και χωρικών ανισοτήτων που προϋφίστανται.
Το τελευταίο σημείο είναι αυτό που περνάει απαρατήρητο και για αυτό νομίζω ότι έχει μεγαλύτερη σημασία.
Η πολυλειτουργικότητα του κέντρου, η συνύπαρξη δηλαδή της κατοικίας με τη διασκέδαση, το λιανεμπόριο, τη δημόσια διοίκηση και παραγωγικές δραστηριότητες χαμηλής όχλησης, είναι κάτι που οφείλουμε να προστατεύσουμε. Υπάρχουν δραστηριότητες και χρήσεις που έχουν τη δυναμική να επεκτείνονται εις βάρος των υπολοίπων, όπως χαρακτηριστικά συμβαίνει με την εστίαση. Αν προσθέσουμε εδώ την εκρηκτική αύξηση των τουριστικών μονάδων και το αρρύθμιστο πεδίο για τη βραχυχρόνια μίσθωση, έχουμε μπροστά μας έναν βασικό κίνδυνο. Τη μετατροπή του κέντρου της Αθήνας σε μια επικράτεια μονοκαλλιέργειας της εστίασης και του τουρισμού. Είναι μια προοπτική με την οποία πρέπει να συγκρουστούμε.
Αλλωστε μια τέτοια εξέλιξη μακροπρόθεσμα θα βλάψει και τον ίδιο τον τουρισμό. Ενα από τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Αθήνας ως προορισμού είναι ακριβώς η ζωντάνια του κέντρου που απορρέει από την πολυλειτουργικότητα της πόλης. Η σημερινή τάση ακυρώνει αυτόν τον χαρακτήρα. Ενώ αξίζει να συνεκτιμήσουμε και τη σχετική έρευνα του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου που αναφέρεται στον κορεσμό της Αθήνας από άποψη ξενοδοχειακών υπηρεσιών.
Αν θέλουμε λοιπόν να σχεδιάσουμε για το κέντρο της Αθήνας, οφείλουμε να υιοθετήσουμε μέριμνες που θα κατοχυρώνουν και θα προστατεύουν το λιανεμπόριο, τις παραγωγικές δραστηριότητες χαμηλής όχλησης και την κατοικία. Η Βαρβάκειος Αγορά χρειάζεται στήριξη και αναβάθμιση και όχι λύσεις που θα θέσουν σε κίνδυνο τη λειτουργία της. Το ίδιο ισχύει και για το εξειδικευμένο εμπόριο της Αθηνάς, το οποίο δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς την χρήση του Ι.Χ. Προφανώς, η οικονομική ζωή ενός κέντρου δεν εξαρτάται μόνο από πολεοδομικούς και συγκοινωνιακούς παράγοντες. Θα ήταν λάθος όμως να υποτιμήσουμε τη σημασία αυτών των παραγόντων στην ανάπτυξη ή απονέκρωση οικονομικών δραστηριοτήτων. Είναι ενδεικτική η πρόταση του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών για τη θεσμοθέτηση ποσόστωσης που θα περιορίζει την εστίαση και θα αφήνει ζωτικό χώρο στις υπόλοιπες δραστηριότητες.
Ενα σημαντικό εργαλείο για τη δημιουργία κινήτρων είναι τα αναξιοποίητα δημόσια κτήρια που βρίσκονται στο κέντρο. Πολλά από αυτά ανήκουν σε φορείς κοινωνικής ασφάλισης και ήδη είχε ξεκινήσει από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ένα πρόγραμμα αξιοποίησης τέτοιων κτιρίων με πολλαπλά θετικά αποτελέσματα για τη ζωή της πόλης. Μπορούμε να φανταστούμε τη χρήση αυτών των υποδομών και τη δημιουργία ανοιχτών, επισκέψιμων παραγωγικών clusters σε πεδία όπως μεταποίηση δέρματος ή αργυροχρυσοχοΐα.
Το τελευταίο ερώτημα είναι αν επιθυμούμε την προστασία και τη διεύρυνση της κατοικίας στο κέντρο της πόλης. Ο Δήμος Αθηναίων πρέπει να τοποθετηθεί επιτέλους επάνω στο ερώτημα ρύθμισης της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Για την ενίσχυση της κατοικίας στο κέντρο της πόλης απαιτούνται επιλογές όπως η θεσμοθέτηση κανόνων στη βραχυχρόνια μίσθωση (π.χ. η εξαίρεση νομικών προσώπων και ύπαρξη ορίου 2 διαμερίσματα/ΑΦΜ στα φυσικά πρόσωπα) και η ταυτόχρονη δημιουργία κοινωνικών υποδομών όπως σχολεία και παιδικοί σταθμοί. Υποδομές απαραίτητες αν σχεδιάζουμε για την πόλη και τους κατοίκους και όχι απλά με όρους βιτρίνας και τουριστικής αναψυχής.
Από τη μεριά μας ως Ανοιχτή Πόλη θα στηρίζουμε επί της αρχής κάθε προσπάθεια διεύρυνσης του δημόσιου χώρου, τόσο στο κέντρο όσο και –κυρίως– στις ξεχασμένες γειτονιές, αφού μία σειρά από σημαντικές απαλλοτριώσεις που είχαν ψηφιστεί ομόφωνα από το προηγούμενο δημοτικό συμβούλιο σήμερα έχουν «παγώσει». Θα συνεχίζουμε να διεκδικούμε μια πόλη ζωντανή και ανθρώπινη, με πρωταρχικό μέλημα τους κατοίκους και τους εργαζομένους και άρα πραγματικά φιλική και για τους επισκέπτες.
Νάσος Ηλιόπουλος
Πηγή: Καθημερινή