Συνεντεύξεις

Νάσος Ηλιόπουλος: Η Αθήνα χρειάζεται μια δημοτική Αρχή με ρίζες στις γειτονιές της

Συνέντευξη στη Γεωργία Σαδανά

  • Η απλή αναλογική διαμορφώνει νέο τοπίο στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Είναι στις επιδιώξεις σας οι συγκλίσεις και σε ποιο πλαίσιο;

Με την απλή αναλογική μπαίνει τέλος σε ένα δημαρχοκεντρικό και αυταρχικό μοντέλο διοίκησης που συνέβαλε και στη διαφθορά. Η «Ανοιχτή Πόλη» συμμετέχει στον δήμο από το 2006 και έχουμε θέσεις και προτάσεις τόσο για τα μικρά όσο και για τα μεγάλα προβλήματα του δήμου. Δεν μας φοβίζουν, αντιθέτως επιζητούμε συμμαχίες που θα στηρίξουν προτάσεις γα την υπεράσπιση του δημόσιου χώρου και τη βελτίωση της ζωής στις γειτονιές της πόλης μας. Όμως συμμαχίες χωρίς αρχές και με στόχο τη νομή μικροεξουσιών δεν μας αφορούν. Ξεκαθαρίζουμε από τώρα ότι δεν μπορούμε να έχουμε καμία συνεργασία και κανέναν διάλογο με τους νεοναζί. Η Αθήνα είναι ασφαλέστερη χωρίς αυτούς.

  • Οι εμπειρίες από τη θητεία σας ως επικεφαλής του ΣΕΠΕ είναι εργαλεία στη διεκδίκηση του Δήμου Αθηναίων και γιατί; Ως υφυπουργός Εργασίας, θεωρείτε ότι το κυβερνητικό έργο στο υπουργείο σας τέμνεται με τον Δήμο Αθηναίων και σε ποια σημεία;

Προφανώς, η πραγματικότητα του Δήμου Αθηναίων είναι διαφορετική από αυτή της Επιθεώρησης Εργασίας και του υπουργείου. Υπάρχει όμως και κάτι κοινό: η υπεράσπιση του δημόσιου χώρου χρειάζεται συγκρούσεις ακριβώς όπως η υπεράσπιση των εργασιακών δικαιωμάτων. Η Αθήνα χρειάζεται μεγάλες τομές. Αυτό δεν γίνεται αν θες να τα έχεις καλά με όλους. Επίσης, γνωρίζω τη δυνατότητα που έχουν οι δήμοι να συμβάλουν στην καταπολέμηση της ανεργίας μέσα από στοχευμένα προγράμματα με ουσιαστικό κοινωνικό όφελος για τους πολίτες. Τέλος, η εμπειρία του προγράμματος για την αξιοποίηση των ακινήτων του υπουργείου Εργασίας θεωρώ ότι αποτελεί ένα καλό παράδειγμα με ουσιαστικά οφέλη για τη ζωή της πόλης.

  • Οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης είναι περισσότερο από εμφανείς σε πολλές γειτονιές της πόλης. Εγκατάλειψη, ερήμωση, έλλειψη υποδομών. Μπορεί να αναστραφεί αυτή η εικόνα και πώς;

Ζω στα Κάτω Πατήσια και ξέρω ότι η απουσία του δήμου δεν γεννήθηκε από την κρίση. Διαρκώς έβλεπα σχέδια δημιουργίας ελεύθερων χώρων να τα αντικαθιστούν ανεγέρσεις πολυκατοικιών. Γνωρίζω πολύ καλά πώς είναι να μην υπάρχει μια παιδική χαρά και ταυτόχρονα να βλέπεις οικόπεδα δεσμευμένα, περιφραγμένα και αναξιοποίητα. Αυτό που λείπει εδώ και χρόνια από την πόλη μας είναι μια ξεκάθαρη κατεύθυνση που να θέτει σε προτεραιότητα τις γειτονιές της Αθήνας και την καθημερινότητα. Ζούμε σε μια πόλη που για όλο το 2018 δεν έγινε ούτε ένα έργο στους τομείς του πρασίνου και του φωτισμού. Που η απορρόφηση του προϋπολογισμού στο θέμα της καθαριότητας είναι κάτω από το 40%. Τα στοιχεία αυτά αμέσως εξηγούν την εικόνα εγκατάλειψης της πόλης. Την ίδια στιγμή, αντί να υπάρξει κοινωνική αξιοποίηση του μεγάλου κτιριακού αποθέματος της πόλης με στόχο τις κοινωνικές υποδομές και τη χορήγηση κατοικίας, π.χ., σε νέα ζευγάρια, επιλέγεται να σπαταληθούν 7,6 εκατ. ευρώ για έναν real estate σύμβουλο. Εμείς θα δώσουμε βαρύτητα στο να μην χαθεί ούτε ένα τετραγωνικό μέτρο ελεύθερου χώρου, στη δημιουργία νέων και στην αναβάθμιση και προστασία αυτών που σήμερα υπάρχουν.

  • Ακούμε κατά καιρούς αιρετούς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης να επικαλούνται αδυναμία επίλυσης των καθημερινών προβλημάτων λόγω αναρμοδιότητας. Ως κυβερνητικό στέλεχος επίσης, θεωρείτε ότι είναι επιβεβλημένη η επιστροφή αρμοδιοτήτων και πόρων στους δήμους;

Όταν μιλάμε για τον πρώτο δήμο της χώρας, είναι ξεκάθαρο ότι σε μια σειρά από ζητήματα θα απαιτούνται συνεργασίες με την πολιτεία αλλά και με την περιφέρεια. Νομίζω ότι ειδικά η σημερινή κυβέρνηση στο κομμάτι των πόρων αντιστρέφει μια πραγματικά χρόνων, ενισχύοντας ουσιαστικά την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Για να γίνουμε όμως συγκεκριμένοι, σήμερα, ενώ ο δήμος έχει εξασφαλίσει 85 εκατ. από την περιφέρεια και την ίδια στιγμή υπάρχουν έτοιμες οι μελέτες για τη δημιουργία επτά κλειστών αθλητικών χώρων, η δημοτική Αρχή δεν προχωράει στα συγκεκριμένα έργα. Αδυνατώ να κατανοήσω αυτή τη στάση. Παράλληλα, ενώ γίνεται αυτή τη στιγμή μια πολύ σημαντική δουλειά για μεγάλες και ουσιαστικές πολεοδομικές παρεμβάσεις μέσα από τη δημόσια εταιρεία για την ανάπλαση της Αθήνας, ξανά ο δήμος έχει επιλέξει τη μη συμμετοχή και τη σύγκρουση σε βάρος των πολιτών. Εμείς ξεκαθαρίζουμε ότι την επόμενη μέρα δεν θα κρυβόμαστε και δεν θα φοβηθούμε να συνεργαστούμε για το καλό της πόλης μας.

«Έχω γεννηθεί, έχω μεγαλώσει, ζω και γνωρίζω την Αθήνα. Ούτε περαστικός είμαι από την πόλη ούτε αντιμετωπίζω τον δήμο σαν εφαλτήριο για πολιτική καριέρα»

  • Τι απαντάτε σε όσους χαρακτηρίζουν αμιγώς κομματική την υποψηφιότητά σας;

Είμαι ένας άνθρωπος που έχω γεννηθεί, έχω μεγαλώσει, ζω και γνωρίζω την Αθήνα. Ούτε περαστικός είμαι από την πόλη ούτε αντιμετωπίζω τον δήμο σαν εφαλτήριο για πολιτική καριέρα. Προφανώς και έχω πολιτική ταυτότητα, όπως όλοι οι υποψήφιοι. Είμαι εδώ γιατί η Αθήνα χρειάζεται μια δημοτική Αρχή που ξέρει να ακούει, που έχει ρίζες στις γειτονιές της και δεν θα είναι κλεισμένη στους τέσσερις τοίχους του δημαρχείου με την επιδίωξη να βρεθεί στους τέσσερις τοίχους της Βουλής ή του Μεγάρου Μαξίμου. Και καλώ τους συνυποψηφίους μου σε ένα ντιμπέιτ για να μπορέσουμε πρωτίστως να παρουσιάσουμε τις θέσεις μας στους κατοίκους της πόλης μας. Είμαι ο πρώτος που ζήτησε δημόσια συζήτηση και καλώ ξανά τους συνυποψηφίους μου σε μια σειρά από θεματικά ντιμπέιτ για να μπορέσουμε πρώτα και κύρια να παρουσιάσουμε τις θέσεις μας στους κατοίκους της πόλης μας. Νομίζω ότι έτσι θα κατανοήσουν καλύτερα οι συμπολίτες μας ποιες ακριβώς θέσεις πρεσβεύει ο κάθε υποψήφιος, χωρίς υπεκφυγές, γενικότητες και επικοινωνιακά πυροτεχνήματα.

  • Το προσκλητήριο του πρωθυπουργού για μια μεγάλη προοδευτική παράταξη μέσα από συγκλίσεις στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, στις ευρωεκλογές και στις εθνικές κάλπες αφορά στον συνδυασμό σας και υπό ποιες προϋποθέσεις;

Η ανάγκη για ευρύτερες συνεργασίες, μέσα από την αυτονομία του κάθε χώρου, ενάντια στην ακροδεξιά και τον νεοφιλελευθερισμό μάς αφορά όλους. Από το επίπεδο της πόλης μέχρι την κεντρική πολιτική σκηνή και την Ευρώπη. Αντιμετωπίζουμε μια κατάσταση στην οποία ο νεοφιλελευθερισμός έχει πλέον πολύ στενές σχέσεις με αυταρχικές ακροδεξιές δυνάμεις. Βλέπουμε τις αλλαγές που συντελούνται στα συντηρητικά κόμμα και τη μετατόπισή τους. Βλέπουμε μπροστά μας την παραβίαση ατομικών και εργασιακών δικαιωμάτων από ένα «μαύρο μέτωπο» που ήδη έχει συγκροτηθεί. Με αυτή την έννοια, θα έλεγα ότι από τη σκοπιά της προστασίας του κόσμου της εργασίας και της δημοκρατίας έχουμε ήδη αργήσει.

  • Η συμφωνία των Πρεσπών αναδιατάσσει τον γνωστό πολιτικό χάρτη. Θεωρείτε ότι η κυβέρνηση θα υποστεί πολιτικό κόστος από την επίλυση του ονοματολογικού;

Οι «Πρέσπες» και η επίλυση του ονοματολογικού είναι μια εμβληματική κίνηση που δίνει τέλος σε μια διαμάχη χρόνων. Μια διαμάχη που έχει θρέψει εθνικισμούς και από τις δύο πλευρές των λιμνών. Η συμφωνία βάζει τα θεμέλια για μια νέα εποχή ειρήνης και συνεργασίας στα Βαλκάνια. Καταλαβαίνετε ότι μπροστά σε αυτά τα διακυβεύματα η συζήτηση για το «πολιτικό κόστος» δεν είναι μόνο ανάξια των συνθηκών, αλλά και επικίνδυνη για τη δημοκρατία και τον πολιτικό διάλογο, ο οποίος καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την ποιότητά της. Αξίζει εδώ να τονιστεί ότι η κριτική της Νέας Δημοκρατίας απέναντι στη συμφωνία στερείται κάθε βάσης. Τα ζητήματα της ιθαγένειας και της γλώσσας έχουν απαντηθεί από την πρώτη στιγμή. Ουσιαστικά, η ΝΔ εργαλειοποίησε τη συμφωνία για λόγους εσωτερικής συνοχής και δικού της πολιτικού κόστους. Το μόνο που κατάφερε όμως είναι να νομιμοποιήσει τη ρητορική της Χρυσής Αυγής.

«Αυτή η κυβέρνηση δεν φοβάται ούτε τη Βουλή ούτε τους πολίτες»

  • Η παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση σημαίνει την επανεκκίνησή της ή μας εισάγει σε μια περίοδο αστάθειας;

Δυστυχώς, η επικοινωνιακή στρατηγική της ΝΔ όλο το τελευταίο διάστημα αντικατοπτρίζει και την ίδια της την πολιτική συνολικά. Μπόλικη «επικοινωνία» και καθόλου «στρατηγική». Θεωρώ ότι αν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν είχε επενδύσει σε τόσο μεγάλο βαθμό στα γνωστά πια κρεσέντο του αρχηγού του, τότε η ίδια η συζήτηση αυτή θα φάνταζε, αν μη τι άλλο, παρωχημένη. Μια κυβέρνηση και ένας πρωθυπουργός που επιλέγουν άμα τη αναχωρήσει του κυβερνητικού τους εταίρου να απευθυνθούν στην εθνική αντιπροσωπεία, ζητώντας εκ νέου την παροχή εμπιστοσύνης, δεν είναι μια κυβέρνηση και ένας πρωθυπουργός που φοβούνται ούτε τη Βουλή ούτε τους πολίτες. Είναι μια κυβέρνηση που στέκεται αντάξια των προσδοκιών για τα δημοκρατικά της αντανακλαστικά. Και εκ του αποτελέσματος, αυτό είναι που πετυχαίνουμε. Τη συνέχιση ενός αγώνα που έχει ήδη αρχίσει να αποφέρει καρπούς· μιας πορείας η οποία μέσα από πολλές δυσκολίες και εμπόδια δικαιώνεται μέρα με τη μέρα όλο και περισσότερο.

«Μέσα στον Γενάρη θα έχουμε την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού και την ουσιαστική αύξηση του κατώτατου μισθού»

  • Τα μνημόνια έπληξαν βάναυσα τα εργασιακά δικαιώματα και τις συνθήκες εργασίας. Τι άλλαξε για τον κόσμο της εργασίας στη νέα, μεταμνημονιακή περίοδο;

Η εργασιακή απορρύθμιση που ζήσαμε δεν αποτέλεσε απλώς το προϊόν μια εξωτερικής επιβολής των θεσμών. Η ΝΔ σήμερα εντελώς συνειδητά υπερασπίζεται μια αγορά εργασίας ευέλικτη και χωρίς συλλογικές διαπραγματεύσεις. Η ΝΔ ήταν αυτή που διέλυσε την Επιθεώρηση Εργασίας, δίνοντας χώρο στην εργοδοτική αυθαιρεσία. Η συγκεκριμένη πολιτική έχει όμως αξιολογηθεί όχι μόνο ως κοινωνικά άδικη, αλλά και ως οικονομικά αναποτελεσματική.

Η προστασία της εργασίας αποτελεί για εμάς ουσιαστικό στοιχείο της δίκαιης ανάπτυξης. Αυτό φαίνεται μέσα από την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, τη μείωση της ανεργίας κατά 8 μονάδες αλλά και από το γεγονός ότι σε σχέση με το 2014 εργάζονται σήμερα σχεδόν 380.000 περισσότεροι άνθρωποι στον ιδιωτικό τομέα. Παράλληλα, η δουλειά μας για την αντιμετώπιση της αδήλωτης, υποδηλωμένης και απλήρωτης εργασίας μέσα από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς φέρνει αποτελέσματα. Η αδήλωτη εργασία έχει μειωθεί κατά 7 μονάδες, ενώ οι επιχειρήσεις που πλέον δηλώνουν και πληρώνουν υπερωρίες είναι, από 6.000 το 2017, 15.000 σήμερα. Μέσα από την Επιθεώρηση από το 2015 μέχρι σήμερα έχουν δοθεί περισσότερα από 45 εκατ. δεδουλευμένες οφειλές στους εργαζόμενους. Τέλος, μέσα στον Γενάρη θα έχουμε την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού και την ουσιαστική αύξηση του κατώτατου μισθού.

Πηγή: Νέα Σελίδα