Macro

Μπάμπης Μιχάλης: Ασταμάτητο το παγκόσμιο «πλυντήριο»

Ανενόχλητη φαίνεται ότι παραμένει επί της ουσίας η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στον πλανήτη αφού οι τράπεζες και οι άλλες ενδιάμεσες εταιρείες του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού τομέα συνεχίζουν όσο μπορούν να μην τηρούν τους διεθνείς κανόνες.
 
Μελέτη που πραγματοποιήθηκε από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ και του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Οστιν έδειξε ότι οι απανταχού εγκληματίες της υφηλίου -συμπεριλαμβανομένων των λαθρέμπορων ναρκωτικών, των φοροφυγάδων, των εμπόρων λευκής σαρκός, κρατικών αξιωματούχων που κλέβουν δημόσιο χρήμα και των τρομοκρατών- μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι και παραβιάζοντας με ευκολία τους διεθνείς κανόνες που τους αποκλείουν από το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, αφού οι τράπεζες… αλληθωρίζουν.
 
Η πανεπιστημιακή έρευνα πραγματοποιήθηκε το 2020-21 και εστίασε σε ένα αρκετά μεγάλο δείγμα τραπεζικών ιδρυμάτων. Οι ερευνητές επικοινώνησαν μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με 5.000 τράπεζες και 7.000 άλλες εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα σε 273 χώρες και χρηματοπιστωτικές δικαιοδοσίες της υφηλίου, με στόχο να τεστάρουν τη συμμόρφωση τους στους διεθνείς κανόνες που αφορούν το ξέπλυμα χρήματος, τη φοροδιαφυγή, τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και στον αμερικανικό νόμο Magnitsky, που θεσπίστηκε από την κυβέρνηση Ομπάμα και επιβάλλει κυρώσεις σε συγκεκριμένους κρατικούς αξιωματούχους της Ρωσίας που ενεπλάκησαν στην εξόντωση του Ρώσου δικηγόρου Σεργκέι Μαγκνίτσκι.
 
Η έρευνα διαπίστωσε ότι μία στις 30 τράπεζες δεν συμμορφώνεται με τους διεθνείς κανονισμούς, ενώ αν αφαιρεθούν όσες δεν απάντησαν στα e-mails των ερευνητών η μία στις 10.
 
Οσον αφορά τις κυρώσεις Magnitsky, διαπίστωσε ότι μία στις 20 τράπεζες δεν συμμορφώθηκε, ενώ αν αφαιρεθούν όσες δεν απάντησαν στους ερευνητές η μία στις 6. Οι ερευνητές δημιούργησαν 12 εικονικές εταιρείες σε χώρες που αναγνωρίζονται ως χαμηλού κινδύνου διαφθοράς, συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ, σε χώρες υψηλού κινδύνου, συμπεριλαμβανομένης της Παπούα Νέας Γουινέας και του Πακιστάν, καθώς και σε υπεράκτιες δικαιοδοσίες, όπως οι Βρετανικές Παρθένοι Νήσοι.
 
Στη συνέχεια παρουσιάστηκαν ως εκπρόσωποι των εταιρειών αυτών και επιδίωξαν να τους ανοίξουν τραπεζικούς λογαριασμούς. Υποδύθηκαν επίσης άτομα από χώρες υψηλού κινδύνου, συμπεριλαμβανομένων αρκετών Ρώσων που κατονομάζονται στους καταλόγους κυρώσεων Magnitsky, και στη συνέχεια ζήτησαν από ενδιάμεσες εταιρείες να δημιουργήσουν εικονικές εταιρείες για λογαριασμό τους για να περιορίσουν την ευθύνη, να εξοικονομήσουν φόρους και να διατηρήσουν την ιδιωτικότητά τους. Ρώτησαν επίσης αν χρειαζόταν να υποβάλλουν κάποια έγγραφα για την επαλήθευση της ταυτότητάς τους.
 
Διαπίστωσαν ότι όλα ήταν….ξέφραγο αμπέλι αφού μεταξύ άλλων βρήκαν ότι τα άτομα που κατονομάζονται στις λίστες Magnitsky μπορούσαν να αποκτήσουν πρόσβαση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και να αποφύγουν τους κανόνες σχεδόν τόσο εύκολα όσο τα άτομα χαμηλού κινδύνου.
 
Οι ερευνητές υπογράμμισαν ότι κάποιες από τις απαντήσεις που πήραν έδειξαν όχι μόνο αδιαφορία των τραπεζών για τους κανονισμούς, αλλά και προθυμία τους να συνεργαστούν με πελάτες υψηλού κινδύνου για να παραβιαστούν οι κανονισμοί και να παραμείνει κρυφή η ταυτότητα τους.
 
Το τελικό συμπέρασμα των ερευνητών ήταν ότι οι κανόνες δεν λειτουργούν επειδή οι τράπεζες και οι ενδιάμεσες εταιρείες παροχής χρηματοπιστωτικών και εταιρικών υπηρεσιών «αποτυγχάνουν εντελώς να κάνουν διακρίσεις μεταξύ πελατών χαμηλού και εξαιρετικά υψηλού κινδύνου». Ας σημειωθεί ότι το εκτιμώμενο ποσόν μαύρου χρήματος που ξεπλένεται παγκοσμίως κάθε χρόνο αντιστοιχεί σύμφωνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών στο 2-5% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ή 800 δισ. δολάρια έως 2 τρισεκατομμύρια δολάρια.
 
Η αποκάλυψη του σκανδάλου Danske Bank πριν από περίπου 3 χρόνια («το μεγαλύτερο “πλυντήριο” στην Iστορία της Ευρώπης») -μέσω της οποίας «ξεπλύθηκαν» μεταξύ 2007 και 2015 πάνω από 200 δισ. ευρώ που προέρχονταν από τη Ρωσία και άλλες δημοκρατίες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης- έδειξε ότι στη «μηχανή» νομιμοποίησης του βρόμικου χρήματος εκτός από την εσθονική θυγατρική της μεγαλύτερης τράπεζας της Δανίας συμμετείχαν κορυφαία τραπεζικά ιδρύματα της Δύσης, όπως η γερμανική Deutsche Bank, οι αμερικανικές JP Morgan και Bank of America, η σουηδική Swedbank, αλλά και χιλιάδες βρετανικές εταιρείες περιορισμένης ευθύνης (LLP) που λειτουργούσαν ως ταχυδρομικές θυρίδες.
 
Στους λογαριασμούς των τελευταίων κατέληγε το μαύρο χρήμα, λίγο πριν μετακινηθεί σε υπεράκτιους φορολογικούς παραδείσους ή αξιοποιηθεί για αγορές πολυτελών κατοικιών, γιοτ και νόμιμες επενδύσεις.

Μπάμπης Μιχάλης