Macro

Μήπως πρόκειται για το ΠΑΣΟΚ του 6%;

Ο τίτλος του άρθρου δεν αναφέρεται στο αλήστου μνήμης ΠΑΣΟΚ και πολύ περισσότερο στο διάδοχο σχήμα του, το ΚΙΝΑΛ. Αφορά κατά κύριο λόγο τα επιφανή στελέχη της ηγεσίας και τους πρώην βουλευτές αυτού του χώρου οι οποίοι, μετά τις αλλεπάλληλες εκλογικές ήττες και την συντριβή του ΠΑΣΟΚ, προσχώρησαν εσχάτως στον ΣΥΡΙΖΑ.

Σε αντίθεση, τόσο με τις εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόρους όσο και με τα χιλιάδες μέλη του ΠΑΣΟΚ, που προσχώρησαν στον ΣΥΡΙΖΑ αναζητώντας μια αριστερή εναλλακτική λύση στον πλήρη εκφυλισμό του ΠΑΣΟΚ και της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, και ενσωματώθηκαν συντροφικά στις οργανώσεις του κόμματος υποστηρίζοντας κατά κανόνα αριστερές, θέσεις, τα ηγετικά στελέχη, οι πρώην βουλευτές και οι εκπρόσωποι τους στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο, κυρίως σε αυτόν, επιχειρούν, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, και μάλιστα χωρίς προσχήματα, να μετατρέψουν τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια νέα εκδοχή του ΠΑΣΟΚ, σε δημοκρατική παράταξη.

Η αντίληψη ότι η παράταξη εκφράζει στο οργανωτικό πεδίο το άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ προς τους προερχόμενους από διαφορετικές πολιτικές και ιδεολογικές κατευθύνσεις -κυρίως τους προερχόμενους από τον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας- είναι διπλά λανθασμένος. Οι εμπειρίες της εγχώριας σοσιαλδημοκρατίας σε ζητήματα εσωκομματικής δημοκρατίας είναι ιδιαίτερα τραυματικές. Η ίδρυση και η εμφάνιση  του ΠΑΣΟΚ ως «κίνημα» και όχι ως κόμμα- υποτίθεται διαφοροποίηση του από τις υπαρκτές σταλινικές παραδόσεις του κομμουνιστικού κινήματος- δεν εμπόδισε τον σχηματισμό από την αρχή αυτού, του κατ’ όνομα κινήματος, ως ένα ιδιαίτερα προεδροκεντρικό κόμμα -ο προεδρικός βοναπαρτισμός του Α. Παπανδρέου είχε πάρει πρωτοφανείς διαστάσεις- με αδύναμα κεντρικά όργανα, με συνεχείς διαγραφές, με πλήρη ανυπαρξία ουσιαστικής εσωτερικής δημοκρατικής ζωής και με τελική κατάληξη τον οριστικό πολιτικό και οργανωτικό εκφυλισμό του και την εξαφάνιση του από τον πολιτικό χάρτη της χώρας.

Αυτοί που αποχώρησαν, κυρίως τα απλά μέλη, άφησαν το ΠΑΣΟΚ πίσω τους. Δεν θέλουν να το ξαναβρούν μπροστά τους. Προσχώρησαν στον ΣΥΡΙΖΑ για να βρουν όχι μόνον πολιτικά αλλά και οργανωτικά ένα αριστερό κόμμα με δημοκρατική συγκρότηση. Το καταστατικό τόσο του «Συνασπισμού» όσο και του ΣΥΡΙΖΑ, που τόσο πολύ δυσφημίζεται αλλά και το χειρότερο, παραβιάζεται από την ίδια την ηγεσία του, είναι από τα πλέον δημοκρατικά καταστατικά στη μακριά πορεία του ελληνικού αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος. Δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο που πετάχθηκε κυριολεκτικά στον κάλαθο των αχρήστων για να εξυπηρετηθεί η λεγόμενη διεύρυνση είναι το καταστατικό του κόμματος (Η συγκρότηση για παράδειγμα της Κεντρικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης του σχήματος ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία παραβίασε κατάφωρα το καταστατικό του κόμματος).

Τα κυβερνητικά, κοινοβουλευτικά και ανώτερα κομματικά στελέχη τόσο του «βαθέως» όσο και του «εκσυγχρονιστικού» ΠΑΣΟΚ, αφού προσχώρησαν στον ΣΥΡΙΖΑ –στην περιορισμένη βάση της συμφωνίας τους με την συμφωνία των Πρεσπών- δεν έχασαν χρόνο και σχεδόν αμέσως ξεκίνησαν η καλύτερα ενίσχυσαν την αρχικά αδύναμη οργανωμένη εκστρατεία μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ χρησιμοποιώντας τις γνωστές στο ΠΑΣΟΚ θλιβερές μεθόδους απαξίωσης των εσωτερικών τους «αντιπάλων». Αυτό που τους χαρακτηρίζει είναι η προσωπολατρία και η προεδρολαγνεία, η επιμονή τους για την εκλογή του προέδρου από τη «βάση» στα πρότυπα του Γ. Παπανδρέου, η υποτίμηση του κόμματος στο οποίο προσχώρησαν και των καταστατικών του αρχών, η αλλαγή του οργανωτικού πλαισίου του κόμματος και η μετατροπή του σε ένα πλαδαρό σχήμα με έντονα τα στοιχεία του αστικού παλαιοκομματισμού, η δολοφονία χαρακτήρων κατά τα «Αυριανά» πρότυπα –αυτό το έχει αναλάβει κυρίως ο «φιλικός» ηλεκτρονικός Τύπος- η ειρωνεία και ο χλευασμός για τις ιδεολογικές, πολιτικές και οργανωτικές αντιλήψεις της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής αριστεράς από μια εθνικιστική,  σοσιαλδημοκρατική και κεντροαριστερή σκοπιά, η απαξίωση της πορείας του κόμματος με την χρήση του υποτιμητικού «ΣΥΡΙΖΑ του 3%», η αντίληψη ότι οι ψήφοι στο ΣΥΡΙΖΑ είναι περίπου «δανεικοί» από το ΠΑΣΟΚ της «μεγάλης προοδευτικής παράταξης» (θέση που κάποτε υποστήριζε με ιδιαίτερο φανατισμό ο αστήρ της πρώιμης διεύρυνσης Αλ. Μητρόπουλος) και πολλά άλλα.

Οι απειλές για διαγραφές, έμμεσες προς το παρόν, δεν λείπουν. Μάλιστα, η κ. Θ. Τζάκρη, μέλος της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, έφθασε στο σημείο, επικαλούμενη τον Ζαχαριάδη (!) να μιλά, με αφορμή τα εθνικά θέματα, για τις «αριστερίζουσες εκκρεμότητες» εντός του ΣΥΡΙΖΑ -που προφανώς πρέπει να διευθετηθούν σύμφωνα με τις παραδοσιακές οργανωτικές μεθόδους του Ανδρέα Παπανδρέου- αλλά και να λιβανίζει αυτό που κάποτε ήταν το «πατριωτικό» ΠΑΣΟΚ: «…Όσον αφορά όμως τις άλλες δυνάμεις, που εκκινούν από τα αριστερά, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι υπολογίζουν χωρίς τους προοδευτικούς ψηφοφόρους –υποστήριξε ανερυθρίαστα η κ. Τζάκρη- Η μεγάλη προοδευτική δημοκρατική παράταξη είναι πατριωτική δύναμη ευθύνης και πραγματική ασπίδα προστασίας στα εθνικά συμφέροντα και στα συμφέροντα των πολλών και μη προνομιούχων. Με αυτές τις θέσεις η μεγάλη προοδευτική παράταξη κυβέρνησε τη χώρα για δεκαετίες προς όφελος του ελληνικού λαού και διαφύλαξε τα εθνικά συμφέροντα. Και αυτές οι δυνάμεις θα κυριαρχήσουν ξανά είτε το θέλουν είτε όχι οι αριστερίζουσες εκκρεμότητες, διότι ο προοδευτικός κόσμος έχει και πατρίδα και γνώση και διάθεση να πάει τη χώρα μπροστά» (!!!). Επιστροφή λοιπόν στο «ηρωικό» παρελθόν και στο «βυθίσατε το Χώρα».

 

ΚΑΙ ΜΝΗΜΗ ΕΧΟΥΜΕ

 

Βέβαια μέχρι την προσχώρηση τους αυτοί οι ίδιοι, υπουργοί, βουλευτές και ηγετικά κομματικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ, της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και του ΚΙΝΑΛ, έσερναν τα μύρια όσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τον πρόεδρο του. Δύο μόνο, από τα εκατοντάδες, χαρακτηριστικά παραδείγματα:

Ο Θάνος Μωραΐτης, γραμματέας της Νεολαίας του ΠΑΣΟΚ, βουλευτής και υπουργός στην κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου μόνο καλά λόγια, να το πω έτσι ευγενικά, δεν είχε για τον ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι δεν δίστασε να υποστηρίξει ότι «Στην κυβέρνηση [του ΣΥΡΙΖΑ] αξίζουν 3 Όσκαρ: Το Όσκαρ της αποτυχίας, το Όσκαρ του τυχοδιωκτισμού και το Όσκαρ του διχασμού». Διαβεβαίωνε, μάλιστα, ότι «με αυτούς που εξαπάτησαν τον ελληνικό λαό δεν θα συνεργαστούμε ποτέ» ενώ τον Μάρτιο του 2018 μιλούσε για την «fake αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ». Οι κατηγορίες αυτές δεν τον εμπόδισαν να τοποθετηθεί, στα πλαίσια της «διεύρυνσης», τον Φεβρουάριο του 2019 υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ!

Αλλά δεν είναι μόνον αυτοί που έχουν την πολιτική τους καταγωγή στο ΠΑΣΟΚ. Ο Θ. Θεοχαρόπουλος, πρόεδρος ακόμα και σήμερα της ΔΗΜΑΡ, αν και προσερχόμενος από το χώρο της ανανεωτικής αριστεράς, ήταν ακόμα χειρότερος χρησιμοποιώντας χαρακτηρισμούς του πεζοδρομίου για τον τότε πρωθυπουργό: «Ο κ. Τσίπρας το παίζει νταής και βαρύμαγκας στο εσωτερικό, ενώ στο τέλος δέχεται τα πάντα στο εξωτερικό, ακόμη και τις πιο ακραίες απαιτήσεις των δανειστών, όπως ο κόφτης ή το Υπερταμείο για έναν αιώνα». Στα τέλη του 2018 υποστήριζε ότι «Έχουμε μια κυβέρνηση αδιέξοδη σε όλα τα επίπεδα. Δεν έχουμε μια προοδευτική διακυβέρνηση, αλλά το ακριβώς αντίθετο. Ο λαϊκισμός από αντιπολιτευτικός έχει γίνει κυβερνητικός» (sic). Έφθασε μάλιστα στο σημείο να προτείνει μια κυβέρνηση συνεργασίας χωρίς τον Τσίπρα: «Σταθερή πρότασή μου είναι μία κυβέρνηση ευρείας κοινοβουλευτικής στήριξης με άλλον πρωθυπουργό και πρόσωπα κοινής αποδοχής».

Όχι πολύ αργότερα η ΔΗΜΑΡ, κυβερνητικός εταίρος στο τριτοκομματικό έκτρωμα της κυβέρνησης Σαμαρά, αφού αποχώρησε από τη Δημοκρατική Συμπαράταξη, βρήκε καταφύγιο στον ΣΥΡΙΖΑ, και ο Θ. Θεοχαρόπουλος ορίσθηκε, στις αρχές Μαΐου του 2019, υπουργός, Μεταφορών, ενώ ακόμα και σήμερα, χωρίς να έχει διαλυθεί η ΔΗΜΑΡ της οποίας συνεχίζει να είναι πρόεδρος, είναι διευθυντής της Κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ! (και μετά ειρωνεύονται τον ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών).

Θα μπορούσαμε πραγματικά να γράψουμε μια πολυσέλιδη «Μαύρη Βίβλο» με τους ανοίκειους χαρακτηρισμούς και τις επιθέσεις στον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλ. Τσίπρα, στον έντυπο αλλά κυρίως στον ηλεκτρονικό Τύπο, από τους όψιμούς «θαυμαστές» του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ.

Όλοι αυτοί, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, υποστηρίζουν σήμερα ότι η οργανωμένη βάση του κόμματος και τα εκλεγμένα όργανα της αντιπροσωπεύουν τον ΣΥΡΙΖΑ του 4% ενώ ο πρόεδρος και οι προσχωρήσαντες από το χώρο του ΠΑΣΟΚ εκφράζουν τον ΣΥΡΙΖΑ του 32% (!). Θέση που κατά την άποψη μου γίνεται δεκτή, στη μια ή την άλλη παραλλαγή της, από ένα τμήμα της ηγεσίας και εμμέσως από τον ίδιο τον πρόεδρο του κόμματος.

 

Η ΜΕΤΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ

 

Ο Αλ. Τσίπρας, επί των ημερών του οποίου, ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε ένα μαζικό κόμμα της αριστεράς -ένα από τα πιο ισχυρά κόμματα της ευρωπαϊκής αριστεράς- και ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας από το 2015 μέχρι το 2019, μετά τις ήττες στις ευρωεκλογές και τις εθνικές εκλογές του 2019, έθεσε ως στόχο την μετεξέλιξη του κόμματος σε ένα μεγάλο κόμμα που θα έπρεπε να αποκτήσει 180.000 μέλη, σε μια μεγάλη παράταξη, στο σχήμα ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία.

Το να αλλάζουν τα κόμματα δεν είναι πάντα μια κακή εξέλιξη. Το ζήτημα είναι προς τα πού και με ποιες διαδικασίες αλλάζουν.

Η μετεξέλιξη του Συνασπισμού σε ΣΥΡΙΖΑ έγινε σε βάθος χρόνου και βασίστηκε στα κινήματα, στο Φόρουμ, στο Χώρο Διαλόγου και Κοινής Δράσης, σε κοινές εκδηλώσεις, σε πολλές συζητήσεις για ζητήματα στρατηγικής και τακτικής κλπ. Οι μεγάλες διαφορές των συνιστωσών, εξαιτίας της διαφορετικής ιστορικής καταγωγής τους, δεν αποτέλεσαν εμπόδιο αλλά πλούτο που ενίσχυαν το εγχείρημα. Οι ενωτικές και συνθετικές διαδικασίες ήταν κυρίαρχες. Οι καταστατικές αρχές σεβαστές. Η συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ σηματοδότησε τη στροφή του βασικού κορμού της ανανεωτικής αριστεράς προς τα αριστερά. Δεν ήταν τυχαίο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε το υπόδειγμα συγκρότησης της ριζοσπαστικής αριστεράς σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Εξάλλου για τον λόγο αυτό ανταμείφθηκε με μια σειρά εκλογικές νίκες, στις οποίες ο ρόλος του Α. Τσίπρα υπήρξε, χωρίς αμφιβολία, ιδιαίτερα σημαντικός, όχι όμως και ο μοναδικός. Ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές με την ψήφο ανθρώπων γοητευμένων από το εγχείρημα και οι οποίοι στο παρελθόν ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ και άλλα αριστερά σχήματα αλλά και νέους που δεν ψήφιζαν μέχρι τότε καθόλου. Πολλοί από αυτούς οργανώθηκαν και στον ΣΥΡΙΖΑ.

Η σημερινή μετεξέλιξη, βρίσκεται στον αντίποδα. Σηματοδοτεί μια στροφή προς τα δεξιά, προς την σοσιαλδημοκρατία και την κεντροαριστερά όχι μόνο στο εθνικό αλλά και στο ευρωπαϊκό πεδίο. Το γεγονός ότι ο Αλ. Τσίπρας έχει στην ουσία εγκαταλείψει το Ευρωπαϊκό Κόμμα της Αριστεράς –του οποίου, δεν πρέπει να ξεχνάμε, ήταν επικεφαλής στις ευρωπαϊκές εκλογές του 2014- και συμμετέχει τακτικά, έστω και ως παρατηρητής, στις συνόδους του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος ενισχύει τις φωνές, τόσο εντός όσο και κυρίως εκτός του κόμματος -«φιλικές» εφημερίδες κλπ- για τη μετατροπή το ΣΥΡΙΖΑ σε ένα κόμμα της κεντροαριστεράς αλλά και της «τίμιας» σοσιαλδημοκρατίας, η οποία βέβαια ως πολιτική συγκρότηση έχει εξαφανιστεί από το χάρτη σε διεθνές επίπεδο.

Δεν γνωρίζω αν ο καινοφανής χαρακτηρισμός «κόμμα εν κινήσει» αντιπροσωπεύει τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ, αλλά εάν ισχύει τότε το τρένο του κόμματος τρέχει, και μάλιστα με τρελή ταχύτητα, προς το παρελθόν για να συναντήσει τόσο το αλήστου μνήμης ΠΑΣΟΚ όσο, και πράγμα χειρότερο, την πλήρως εκφυλισμένη ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία.

Αν ολοκληρωθεί αυτή διαδικασία η αριστερά θα υποστεί ένα ακόμα πλήγμα. Οι μήνες που έρχονται θα αποδειχθούν καθοριστικοί.

Τάκης Μαστρογιαννόπουλος