Η Ζόρα Νιλ Χέρστον γεννήθηκε στην Αλαμπάμα το 1891 και αφιέρωσε τη ζωή της στη λογοτεχνία και στη μελέτη του πολιτισμού της αφροαμερικανικής κοινότητας. Αναδείχθηκε σε μία από τις σημαντικότερες φωνές της «Αναγέννησης του Χάρλεμ», του καλλιτεχνικού κινήματος που είχε στόχο την προώθηση των δικαιωμάτων των Αφροαμερικανών ενάντια στην καταπίεση του φυλετικού ρατσισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες, την περίοδο 1917-1935.
Παράλληλα με τη συγγραφή, η Χέρστον ασχολήθηκε με την εθνογραφική έρευνα. Ταξίδεψε σε διάφορα μέρη των Ηνωμένων Πολιτειών και της Καραϊβικής μελετώντας τις παραδόσεις, τον πολιτισμό και τη γλώσσα των Αφροαμερικανών. Το έργο της ως εθνογράφου και ανθρωπολόγου συνέβαλε σημαντικά στη διατήρηση και την καταγραφή των παραδόσεων. Εζησε μια ζωή γεμάτη ανακαλύψεις και συγκινήσεις, με έντονη συγγραφική δημιουργία.
Πέθανε το 1960, σχετικά αφανής και χωρίς τους απαραίτητους πόρους για μια εύκολη και άνετη διαβίωση. Η αναγνώριση της σημασίας του έργου της, με την επανακυκλοφορία των βιβλίων της, ήρθε αρκετά χρόνια μετά τον θάνατό της, στα τέλη της δεκαετίας του ’70, και οφείλεται, κατά κύριο ρόλο, στη βραβευμένη με Πούλιτζερ συγγραφέα Αλις Γουόκερ.
Το 1975, η Γουόκερ δημοσίευσε ένα βιογραφικό άρθρο για τη Χέρστον στο περιοδικό «Ms.». Σε αυτό το άρθρο η Γουόκερ προβάλλει με τρυφερότητα τη ζωή και το έργο της Χέρστον, αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα του έργου της στην αφροαμερικανική αλλά και στην παγκόσμια λογοτεχνία.
Σήμερα, το έργο της Ζόρα Νιλ Χέρστον θεωρείται από τα πιο σημαντικά και επιδραστικά στον τομέα της αμερικανικής λογοτεχνίας, ενώ και η ίδια η Χέρστον θεωρείται σπουδαία συγγραφέας που αξίζει την αναγνώριση και τον σεβασμό του κοινού.
Το μυθιστόρημα «Τα μάτια τους κοιτούσαν τον Θεό» δημοσιεύτηκε το 1937 και θεωρείται το αριστούργημά της. Η ιστορία ακολουθεί την πορεία της Τζέινι Κρόφορντ, μιας νεαρής Αφροαμερικανίδας, από την παιδική ηλικία μέχρι την ενήλικη ζωή της. Στα δεκαέξι της, η γιαγιά της, βασική υπεύθυνη για την ανατροφή της νεαρής εγγονής, την παντρεύει χωρίς τη θέλησή της μ’ έναν εξηντάρη κτηματία, πιστεύοντας πως αυτός θα τη σώσει από τους κινδύνους, τον ρατσισμό και τις κακοτοπιές της εποχής, προσφέροντας της ασφαλή και ήσυχη ζωή. Η Τζέινι θα καταλάβει γρήγορα, όμως, πως η ζωή της και κυρίως ο γάμος της την καταπιέζουν κάνοντάς την δυστυχισμένη. Πνεύμα ασυμβίβαστο και ανήσυχο, η κεντρική ηρωίδα, με αυθόρμητη σκέψη και συμπεριφορά, αναζητά με πάθος την πραγματική ταυτότητά της στον κόσμο και ταυτόχρονα τον τρόπο να είναι ευτυχισμένη και ανεξάρτητη.
Οι διάφορες σχέσεις που θα κάνει με τα χρόνια αντικατοπτρίζουν την πορεία της από την εξάρτηση στην ανεξαρτησία, από την αφάνεια στην εξέγερση. Στέκεται με σθένος και δύναμη απέναντι στον περιορισμό του ρόλου της γυναίκας στην αφροαμερικανική κοινότητα της εποχής, αντιπροσωπεύοντας την ελευθερία της γυναικείας φωνής και το δικαίωμα των γυναικών να ακολουθούν τα όνειρά τους, όσο δύσκολα και αν φαντάζουν· να αναζητούν την ευτυχία τους, ανεξαρτήτως κοινωνικών προσδοκιών. Μέσα από την περιπέτειά της αναδεικνύεται σε μια εξαιρετικά ισχυρή προσωπικότητα και ανεξάρτητη γυναίκα.
Η γραφή της Ζόρα Νιλ Χέρστον διακρίνεται για τις λυρικές περιγραφές, την ποιητικά ευαίσθητη οπτική των γεγονότων, χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα την αυθεντική αφροαμερικανική διάλεκτο για να δώσει φωνή στους χαρακτήρες της και να αναδείξει τον πολιτισμό και την ταυτότητά τους.
«Μου μιλά μ’ έναν μοναδικό τρόπο που κανένα μυθιστόρημα, παλιότερο ή νεότερο, δεν το καταφέρνει», έγραφε η Αλις Γουόκερ, ενώ το αμερικανικό περιοδικό «Time» το συμπεριέλαβε στα 100 καλύτερα αγγλόφωνα μυθιστορήματα που δημοσιεύτηκαν μετά το 1927. Το εμβληματικό αριστούργημα «Τα μάτια τους κοιτούσαν τον Θεό» της υποτιμημένης για την εποχή της συγγραφέα Ζόρα Νιλ Χέρστον έχουμε τη δυνατότητα να το διαβάσουμε από τις εκδόσεις Αίολος σε έξοχη μετάφραση της Μυρσίνης Γκανά. Την έκδοση συμπληρώνει ως επίμετρο το άρθρο της Αλις Γουόκερ που επανατοποθέτησε στον παγκόσμιο λογοτεχνικό χάρτη τη Ζόρα Νιλ Χέρστον.
Κωνσταντίνος Καλύβας