Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία και οικονομία είναι το ζήτημα της εργασίας. Η οικονομική κρίση και η λιτότητα, και στη συνέχεια η πανδημία, επηρέασαν δραματικά την οικονομική δραστηριότητα με αποτέλεσμα να χαθούν εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που εφάρμοσε η Νέα Δημοκρατία την τελευταία τετραετία απορρύθμισαν περαιτέρω την αγορά εργασίας. Ήδη από το 2019, η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατήργησε κάθε προοδευτική ρύθμιση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ προς όφελος των εργαζομένων, όπως το βάσιμο λόγο απόλυσης και τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ενώ απαξίωσε την Επιθεώρηση Εργασίας (ΣΕΠΕ). Ο «νόμος Χατζηδάκη» ήρθε για να ολοκληρώσει την αντιμεταρρύθμιση, επιβάλλοντας τις ατομικές εργασιακές σχέσεις, τη φθηνή και ελαστική εργασία, όπως και τη συρρίκνωση των εργασιακών δικαιωμάτων.
Τα αποτελέσματα της αντεργατικής αυτής πολιτικής ήταν άμεσα για την πλειοψηφία των εργαζομένων: μείωση εισοδήματος, κατάργηση του οκτάωρου, απλήρωτες υπερωρίες, εργοδοτική αυθαιρεσία και ασυδοσία, ανεξέλεγκτες απολύσεις, εντατικοποίηση της εργασίας, αύξηση των εργατικών ατυχημάτων και ποινικοποίηση της απεργίας και της συνδικαλιστικής δράσης. Μάλιστα ο «νόμος Χατζηδάκη» αξιοποιήθηκε ευρέως για την απαγόρευση όλων των απεργιακών δράσεων στο δημόσιο τομέα, όπως στην περίπτωση των δασκάλων και των καθηγητών.
Στην Ήπειρο, η ανεργία αγγίζει το 13% ενώ το τελευταίο τρίμηνο του 2022 κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση ποσοστού ανεργίας σε σχέση με τις υπόλοιπες περιφέρειες. Παράλληλα, το εργατικό δυναμικό της περιοχής μας δεν ξεπερνά το 50% του συνολικού πληθυσμού, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία, τις οικογενειακές δαπάνες, το φορολογικό και συνταξιοδοτικό σύστημα. Τα Ιωάννινα συγκαταλέγονται στους νομούς που πλήττονται περισσότερο από την ανεργία, με σημαντικό αριθμό μικρομεσαίων επιχειρήσεων να έχουν κλείσει και πολλοί εργαζόμενοι να βρίσκονται πλέον στα μητρώα του ΟΑΕΔ. Ειδικά κατά την περίοδο της καραντίνας, πολλά καταστήματα και τουριστικές επιχειρήσεις είτε έκλεισαν, είτε ακόμα προσπαθούν να ισορροπήσουν τις απώλειες. Στο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είμαστε πεπεισμένοι πως οι καλές εργασιακές σχέσεις, οι αξιοπρεπείς μισθοί και οι εργασιακές ελευθερίες είναι συστατικό στοιχείο της κοινωνικής συνοχής και ανάπτυξης. Για το λόγο αυτό θέτουμε στο επίκεντρο τις ανάγκες των εργαζομένων.
Στις δεσμεύσεις μας για την επόμενη τετραετία περιλαμβάνονται η κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων της ΝΔ, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, η μείωση των υπερωριών και η κατάργηση της υπερεργασίας. Επίσης, η επαναφορά του βασικού λόγου απόλυσης και η αποκατάσταση του συνταγματικού δικαιώματος μονομερούς προσφυγής στη δικαιοσύνη.
Κρίσιμο ρόλο πρόκειται να παίξει το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας, με την αναβάθμισή του σε αυτοτελή γενική γραμματεία και την ενίσχυσή του με προσωπικό και ψηφιακά εργαλεία. Επιπλέον, εξετάζουμε στα σοβαρά τη μείωση του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας κατά 5 ώρες, δηλαδή από 40 σε 35, χωρίς μείωση μισθών. Το συγκεκριμένο μέτρο έχει δοκιμαστεί σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες (πχ: Γαλλία, Ισλανδία), πρόσφερε θετικά αποτελέσματα συνεισφέροντας -μεταξύ άλλων- στην επίτευξη της καλύτερης δυνατής ισορροπίας μεταξύ εργασιακής και προσωπικής ζωής.
Στις προτεραιότητες μας βρίσκεται και η ενίσχυση της εργασίας των νέων, των μακροχρόνια ανέργων και των γυναικών, όπως και η διεύρυνση του πλαισίου προστασίας των εργασιακών δικαιωμάτων στις νέες μορφές εργασίας της ψηφιακής εποχής. Η επένδυση στην απασχόληση και η έμφαση στην ορθολογική αξιοποίηση του εργασιακού δυναμικού της χώρας είναι πρωτοβουλίες απολύτως απαραίτητες για μια προοδευτική πολιτική που στοχεύει σε ένα εργασιακό περιβάλλον ισότητας, αξιοπρέπειας, δίκαιων αμοιβών και εργασιακής ασφάλειας.
Μερόπη Τζούφη