Η Συναίνεση της Ουάσιγκτον βρίσκεται στο τέλος της. Σε μια έκθεση που κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες, η Ομάδα Οικονομικής Ανθεκτικότητας της G7 (στην οποία εκπροσωπώ την Ιταλία) απαιτεί μια ριζικά διαφορετική σχέση μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, για τη δημιουργία μιας βιώσιμης, δίκαιης και ανθεκτικής οικονομίας.
Η Συναίνεση της Ουάσινγκτον καθόρισε τους κανόνες του παιχνιδιού για την παγκόσμια οικονομία για σχεδόν μισό αιώνα. Ο ίδιος ο όρος έγινε της μόδας το 1989 – τη χρονιά που ο δυτικού τύπου καπιταλισμός εδραίωσε την παγκόσμια εμβέλειά του – για να περιγράψει τη σειρά δημοσιονομικών, φορολογικών και εμπορικών πολιτικών που προωθούσαν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα. Έγινε το σύνθημα της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και έτσι δέχτηκε πυρά -ακόμη και από τα ηγετικά στελέχη των βασικών θεσμών της- για την όξυνση των ανισοτήτων και τη διαιώνιση της υποτέλειας του παγκόσμιου Νότου έναντι του Βορρά.
Έχοντας αποφύγει οριακά μια παγκόσμια οικονομική κατάρρευση, δύο φορές -πρώτα το 2008 και στη συνέχεια το 2020, όταν η κρίση του κοροναϊού παραλίγο να καταστρέψει το χρηματοπιστωτικό σύστημα- ο κόσμος αντιμετωπίζει ένα μέλλον πρωτοφανούς κινδύνου, αβεβαιότητας, αναταραχής και κλιματικής κατάρρευσης. Οι παγκόσμιοι ηγέτες έχουν μια απλή επιλογή: να συνεχίσουν να υποστηρίζουν ένα αποτυχημένο οικονομικό σύστημα ή να αντικαταστήσουν τη Συναίνεση της Ουάσινγκτον με ένα νέο διεθνές κοινωνικό συμβόλαιο.
Επιδίωξη κοινωνικών στόχων
Η εναλλακτική είναι η “Συναίνεση της Κορνουάλης” που προτάθηκε πρόσφατα. Ενώ η Συναίνεση της Ουάσινγκτον ελαχιστοποιούσε το ρόλο του κράτους στην οικονομία και προωθούσε μια επιθετική ατζέντα “ελεύθερης αγοράς” με απορρύθμιση, ιδιωτικοποιήσεις και απελευθέρωση του εμπορίου, η Συναίνεση της Κορνουάλης (που αντανακλά τις δεσμεύσεις που διατυπώθηκαν στη σύνοδο κορυφής της G7 στην Κορνουάλη τον περασμένο Ιούνιο) θα αντιστρέψει αυτές τις επιταγές. Αναζωογονώντας τον οικονομικό ρόλο του κράτους, θα μας επέτρεπε να επιδιώξουμε κοινωνικούς στόχους, να οικοδομήσουμε διεθνή αλληλεγγύη και να μεταρρυθμίσουμε την παγκόσμια διακυβέρνηση προς όφελος του κοινού καλού.
Αυτό σημαίνει ότι οι επιχορηγήσεις και οι επενδύσεις από κρατικούς και πολυμερείς οργανισμούς θα απαιτούν από τους αποδέκτες να επιδιώξουν ταχεία απανθρακοποίηση (και όχι ταχεία απελευθέρωση της αγοράς, όπως απαιτείται από τον δανεισμό του ΔΝΤ για προγράμματα διαρθρωτικής προσαρμογής). Σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις θα στραφούν από την επισκευή – παρεμβαίνοντας μόνο αφού έχει γίνει η ζημιά – στην προετοιμασία: λαμβάνοντας μέτρα εκ των προτέρων για την προστασία μας από μελλοντικούς κινδύνους και σοκ.
Η Συναίνεση της Κορνουάλης θα μας αναγκάζει επίσης να μετακινηθούμε από την αντιδραστική διόρθωση των αποτυχιών της αγοράς στην προληπτική διαμόρφωση και δημιουργία των αγορών που πρέπει να καλλιεργήσουμε σε μια πράσινη οικονομία. Θα μας ανάγκαζε να αντικαταστήσουμε την αναδιανομή με την προ-διανομή. Το κράτος θα συντόνιζε τις συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, με στόχο τη δημιουργία μιας ανθεκτικής, βιώσιμης και δίκαιης οικονομίας.
Καταστροφικά ανίκανο
Γιατί χρειάζεται μια νέα συναίνεση; Η πιο προφανής απάντηση είναι ότι το παλιό μοντέλο δεν παράγει πλέον ευρέως κατανεμημένα οφέλη – αν το έκανε ποτέ. Έχει αποδειχθεί καταστροφικά ανίκανο να ανταποκριθεί αποτελεσματικά σε μαζικά οικονομικά, οικολογικά και επιδημιολογικά σοκ.
Η επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών, που υιοθετήθηκαν το 2015, θα ήταν πάντα δύσκολη υπό τις επικρατούσες ρυθμίσεις παγκόσμιας διακυβέρνησης. Όμως, μετά από μια πανδημία που ώθησε τις δυνατότητες του κράτους και της αγοράς πέρα από τα όριά τους, το έργο κατέστη αδύνατο. Οι σημερινές συνθήκες κρίσης καθιστούν μια νέα παγκόσμια συναίνεση απαραίτητη για την επιβίωση της ανθρωπότητας στον πλανήτη.
Βρισκόμαστε στο κατώφλι μιας καθυστερημένης αλλαγής παραδείγματος. Αλλά αυτή η πρόοδος μπορεί εύκολα να ανατραπεί. Οι περισσότεροι οικονομικοί θεσμοί εξακολουθούν να διέπονται από ξεπερασμένους κανόνες που τους καθιστούν ανίκανους να συγκεντρώσουν τις λύσεις που απαιτούνται για να τερματιστεί η πανδημία – πόσο μάλλον για να επιτευχθεί ο στόχος της συμφωνίας του Παρισιού για το κλίμα, να περιοριστεί η υπερθέρμανση του πλανήτη στον 1,5C, σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Η έκθεσή μας υπογραμμίζει την επείγουσα ανάγκη να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα της παγκόσμιας οικονομίας έναντι μελλοντικών κινδύνων και σοκ, είτε πρόκειται για οξείς (όπως οι πανδημίες) είτε για χρόνιους (ακραία πόλωση του πλούτου και του εισοδήματος). Υποστηρίζουμε έναν ριζικό αναπροσανατολισμό στον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε την οικονομική ανάπτυξη – μεταβαίνοντας από τη μέτρηση της ανάπτυξης με όρους ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας ή χρηματοοικονομικών αποδόσεων στην αξιολόγηση της επιτυχίας με βάση το κατά πόσον επιτυγχάνουμε φιλόδοξους κοινούς στόχους.
Βασικές προτάσεις
Τρεις από τις σημαντικότερες προτάσεις της έκθεσης αφορούν το Covid-19, την οικονομική ανάκαμψη μετά την πανδημία και την κλιματική κατάρρευση. Πρώτον, καλούμε την G7 να διασφαλίσει την ισότητα των εμβολίων σε παγκόσμιο επίπεδο και να επενδύσει σημαντικά στην ετοιμότητα για πανδημία και στη χρηματοδότηση της υγείας θέτοντας προτεραιότητες. Πρέπει να καταστήσουμε την ισότιμη πρόσβαση, ιδίως σε καινοτομίες που επωφελούνται από μεγάλες δημόσιες επενδύσεις και δεσμεύσεις προαγοράς, κορυφαία προτεραιότητα.
Αναγνωρίζουμε ότι αυτό θα απαιτήσει μια νέα προσέγγιση στη ρύθμιση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Ομοίως, το Συμβούλιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τα Οικονομικά της Υγείας για Όλους (στο οποίο προεδρεύω) τονίζει ότι η διακυβέρνηση της διανοητικής ιδιοκτησίας πρέπει να μεταρρυθμιστεί ώστε να αναγνωριστεί ότι η γνώση είναι αποτέλεσμα μιας συλλογικής διαδικασίας δημιουργίας αξίας.
Δεύτερον, υποστηρίζουμε την ανάγκη αύξησης των κρατικών επενδύσεων στη μεταπανδημική οικονομική ανάκαμψη και στηρίζουμε την πρόταση του οικονομολόγου Νίκολας Στερν να αυξηθούν οι δαπάνες αυτές στο 2% του ΑΕΠ ετησίως, συγκεντρώνοντας έτσι 1 τρισεκατομμύριο δολάρια ετησίως από τώρα έως το 2030. Αλλά η συγκέντρωση περισσότερων χρημάτων δεν αρκεί: το πώς θα δαπανηθούν αυτά τα χρήματα είναι εξίσου σημαντικό. Οι δημόσιες επενδύσεις πρέπει να διοχετεύονται μέσω νέων συμβατικών και θεσμικών μηχανισμών που μετρούν και ενθαρρύνουν τη δημιουργία μακροπρόθεσμης δημόσιας αξίας και όχι βραχυπρόθεσμου ιδιωτικού κέρδους.
Και ως απάντηση στη μεγαλύτερη πρόκληση όλων – την κλιματική κρίση – ζητάμε ένα “CERN για την κλιματική τεχνολογία”. Εμπνευσμένο από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Πυρηνικών Ερευνών [το CERN είναι το αρχικό γαλλικό ακρωνύμιο], ένα ερευνητικό κέντρο με προσανατολισμό στην αποστολή που θα εστιάζει στην απαλλαγή της οικονομίας από τον άνθρακα θα συγκεντρώνει δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις σε φιλόδοξα έργα, συμπεριλαμβανομένης της απομάκρυνσης του διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα και της δημιουργίας λύσεων μηδενικών εκπομπών άνθρακα για βιομηχανίες που είναι “δύσκολο να σταματήσουν”, όπως η ναυτιλία, η αεροπορία, ο χάλυβας και το τσιμέντο. Αυτό το νέο πολυμερές και διεπιστημονικό ίδρυμα θα λειτουργήσει ως καταλύτης για τη δημιουργία και τη διαμόρφωση νέων αγορών στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την κυκλική παραγωγή.
Νέο παράδειγμα
Αυτές είναι μόνο τρεις από τις επτά προτάσεις που διατυπώσαμε για τα επόμενα χρόνια. Μαζί, παρέχουν τη σκαλωσιά για την οικοδόμηση μιας νέας παγκόσμιας συναίνεσης – μια πολιτική ατζέντα για τη διακυβέρνηση του νέου οικονομικού παραδείγματος που έχει ήδη αρχίσει να διαμορφώνεται.
Το αν η συναίνεση της Κορνουάλης θα υιοθετηθεί θα φανεί στο μέλλον. Αλλά κάτι πρέπει να αντικαταστήσει τη Συναίνεση της Ουάσινγκτον, αν θέλουμε να ευημερήσουμε και όχι απλώς να επιβιώσουμε σ’αυτόν τον πλανήτη. Ο Covid-19 δίνει μια γεύση των σημαντικών προβλημάτων συλλογικής δράσης που αντιμετωπίζουμε. Μόνο η ανανεωμένη διεθνής συνεργασία και ο συντονισμός των ενισχυμένων κρατικών ικανοτήτων -ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο που θα υποστηρίζεται από μια νέα παγκόσμια συναίνεση- μπορούν να μας προετοιμάσουν για την αντιμετώπιση των κλιμακούμενων, αλληλένδετων κρίσεων που έρχονται.
Η Μαριάνα Ματζουκάτο είναι καθηγήτρια των οικονομικών της καινοτομίας και της δημόσιας αξίας στο University College του Λονδίνου.
Μετάφραση: Κώστας Ψιούρης
Πηγή: Social Europe