Macro

Μαργαρίτα Συγγενιώτου: Τα δικαιώματα και πώς συζητάμε γι’ αυτά

Στο τέλος τις δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα πολλές από τις βεβαιότητές μας έχουν κλονιστεί. Η πιο κρίσιμη συζήτηση, όμως, είναι στον τομέα των δικαιωμάτων. Όχι επειδή κινδυνεύουν τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, όπως ορίστηκαν στον 20ό αιώνα και κυρίως στο δεύτερο μισό του. Αυτή θα ήταν, τουλάχιστον, μια οικεία μάχη. Το σημαντικότερο είναι ένας αναθεωρητισμός που εξελίσσεται, πολύ συχνά λογικοφανής, και προσδοκά να επαναπροσδιορίσει τα δικαιώματα, να τα αντιμετωπίσει αποσπασματικά, παρουσιάζοντάς τα συχνά ως αμοιβαία αποκλειόμενα.

Μετά την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στους Δίδυμους Πύργους, ψηφίστηκε από το αμερικανικό Κογκρέσο το διαβόητο PATRIOT ACT. Ήταν η πρώτη φορά που θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών, τα οποία αφορούσαν τις ιδιωτικές επικοινωνίες, το οικογενειακό άσυλο, αλλά και το ίδιο το τεκμήριο αθωότητας, καταστρατηγήθηκαν στο όνομα της ασφάλειας. Η έντονη συζήτηση που ξεκίνησε τότε σιγά – σιγά ατόνησε. Έτσι σήμερα, σχεδόν είκοσι χρόνια αργότερα, έχει εμπεδωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από τον δυτικό κόσμο η ιδέα ότι μερικά ατομικά δικαιώματα μπορούν να καταπατηθούν ώστε να εξασφαλιστεί η δημόσια ασφάλεια. Τα αποτελέσματα τα είδαμε πρόσφατα στον δημόσιο διάλογο που αναπτύχθηκε για την κλιμάκωση της αστυνομικής αυθαιρεσίας και, κυρίως, στην υπόθεση Ινδαρέ. Έχει εμπεδωθεί μάλιστα τόσο πολύ αυτή η ιδέα, ώστε οποιαδήποτε συζήτηση περί αναλογικότητας είτε είναι απλώς εκτός κάδρου, είτε αντιμετωπίζεται στην καλύτερη περίπτωση ως γραφική και στη χειρότερη ως υπεράσπιση της ανομίας. Δηλαδή το μέγεθος της αστυνομικής επιχείρησης, η βία που χρησιμοποιήθηκε, ήταν ανάλογη του κινδύνου που αποτελούσαν οι καταληψίες; Το γεγονός ότι τελικά η αστυνομία δεν βρήκε στην κατάληψη αποτυπώματα ή DNA μελών της οικογένειας Ινδαρέ δεν μας κάνει πιο αισιόδοξους ότι η συζήτηση θα προχωρήσει προς τη σωστή κατεύθυνση;

Μεταμφιεσμένα συμφέροντα

Η επιτυχία του εγχειρήματος δημιούργησε ένα πολύ καλό μοντέλο ώστε να αμφισβητηθεί μια σειρά δικαιωμάτων όλων των ειδών που θεωρούσαμε κεκτημένα. Σε πολλές περιπτώσεις τα “δικαιώματα” που τίθενται αντιθετικά είναι κατασκευασμένα. Έχουν εφευρεθεί μόνο για να αποτελέσουν τον άλλο πόλο. Άλλες φορές τα δικαιώματα αυτά δεν είναι τίποτε άλλο παρά μεταμφιεσμένα συμφέροντα. Στην πρώτη κατηγορία ανήκει το κίνημα “Pro Life”. Ακόμα και ο τίτλος είναι παραπλανητικός. Εμφανίζεται ως κίνημα “υπέρ της ζωής του αγέννητου παιδιού”, ενώ στην πραγματικότητα είναι ένα συντηρητικό κίνημα εναντίον του δικαιώματος της γυναίκας στον έλεγχο πάνω στο σώμα της. Είναι δηλαδή ένας ψευδεπίγραφος ανθρωπισμός, σε αντιδιαστολή με την ελευθερία επιλογής των γυναικών, για ένα θέμα που αφορά μόνο τις ίδιες. Δεν θα περιμέναμε, φυσικά, το κίνημα να ονομάζεται “anti-choise”, αλλά πίσω από το newspeak και τους ευφημισμούς πρόκειται ακριβώς γι’αυτό. Και σε αυτή την περίπτωση η συζήτηση δεν περιστρέφεται γύρω από θέματα σεξουαλικής αγωγής, σεβασμού των γυναικών και των επιλογών τους, δηλαδή θέματα που έχουν πραγματική αξία, αλλά αναλώνεται σε μια ψευδοσυναισθηματική ηθικολογία.

Με τον ίδιο τρόπο εκτυλίσσεται η συζήτηση για τα εργασιακά. Πρωταγωνιστής ο ηθικός επιχειρηματίας, που παλεύει σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία και έχει κάθε πρόθεση να φροντίσει τα καλά και ικανά στελέχη. Αλλά αν το κέρδος της επιχείρησης δεν είναι ικανοποιητικό, πρέπει να έχει το δικαίωμα να απολύει κάποιους εργαζόμενους ή να μειώνει τους μισθούς ώστε να μην κινδυνεύσει η επιχείρηση να κλείσει και ν’ αφήσει άνεργους όλους τους εργαζόμενους με τα συνακόλουθα κακά αποτελέσματα για την εθνική οικονομία και τους δείκτες της. Πίσω από αυτή τη συγκινητική ιστορία, βέβαια, κρύβονται εταιρικά υπερκέρδη, ελαστικοποίηση της εργασίας, τεράστια μπόνους σε υψηλόβαθμα στελέχη την ίδια στιγμή που προωθούνται η εργολαβική εργασία καθώς και η κατάργηση του κατώτατου μισθού και οποιασδήποτε εξασφάλισης της εργασίας. Η “επιχείρηση-σκούπα” στα εργασιακά δικαιώματα, που βλέπουμε τους τελευταίους μήνες σε νομοθετικό επίπεδο και της οποίας τα αποτελέσματα βλέπουμε ήδη στα Ελληνικά Πετρέλαια, στις τράπεζες και στον ΟΤΕ, είχε εξαγγελθεί επακριβώς από τον Κυριάκο Μητσοτάκη προεκλογικά: θα άρουμε εμπόδια, όπως το αυξημένο εργοδοτικό κόστος, που δεν αφήνουν την ελληνική επιχειρηματικότητα να απογειωθεί – αλλά θα βάλουμε τους επιχειρηματίες να υποσχεθούν ότι θα φροντίζουν τους εργαζόμενούς τους. Η επιτυχία αυτής της εξαγγελίας μας δείχνει ότι το να επαναφέρουμε τη συζήτηση στη σωστή βάση ενδέχεται να αποδειχθεί αρκετά δύσκολο.

Περιβάλλον vs Εργασία

Ακόμα πιο δύσκολη είναι η συζήτηση για το περιβάλλον. Τα δάκρυα συγκίνησης που προκαλούν οι ομολογουμένως παθιασμένες ομιλίες της Γκρέτα Τουνμπεργκ στεγνώνουν αμέσως όταν περιβαλλοντικοί νόμοι έρχονται να βάλουν όρια σε μια επένδυση. Κι αυτό γιατί συχνά η βασική αντίθεση είναι Περιβάλλον vs Εργασία, που φέρνει αντιμέτωπα δύο θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου. Όσοι μιλούν για το περιβάλλον γίνονται γραφικοί, αφού χρησιμοποιούν ένα μελλοντικό και συχνά “αμφισβητήσιμο” φόβητρο περί καταστροφής του πλανήτη για να εμποδίσουν μια επένδυση που θα φέρει ανάπτυξη στην περιοχή, δηλαδή ζεστό χρήμα τώρα για όλους. Μια θέση που, φυσικά, αποσιωπά το γεγονός ότι οι επενδύσεις μπορούν κάλλιστα να είναι και περιβαλλοντικά ασφαλείς, και εργασιακά δίκαιες απλώς μειώνοντας την κερδοφορία της επιχείρησης.

Η πραγματικότητα έχει τον δικό της τρόπο να μας χτυπάει την πόρτα. Τα ακραία και βίαια καιρικά φαινόμενα, οι πυρκαγιές που καίνε τον πλανήτη, πρώτα στον Αμαζόνιο και τώρα στην Αυστραλία, αλλά και τα ακραία καιρικά φαινόμενα που προκάλεσαν τη δική μας τραγωδία στο Μάτι, η κοινωνική αναστάτωση που φέρνει αυτή η περιβαλλοντική καταστροφή -ήδη μιλάμε για περιβαλλοντικούς πρόσφυγες, ανθρώπους που αφήνουν τα καμένα σπίτια τους, τις πόλεις τους χωρίς να έχουν πού να πάνε- μας δείχνει ότι η περιβαλλοντική κρίση δεν αφορά ένα μακρινό ή κοντινότερο μέλλον, αλλά το παρόν.

Αν το δούμε πολιτικά, το περιβαλλοντικό ζήτημα είναι θέμα ανθρώπινων δικαιωμάτων. Είναι το καθολικό δικαίωμα πρόσβασης σε καθαρό νερό, γη και αέρα. Και είναι ένα θεμελιώδες δικαίωμα για την Αριστερά, όπως η πρόσβαση σε δωρεάν Υγεία και Παιδεία. Μια τέτοια θεώρηση παράγει αποτελέσματα σε μια σειρά ζητημάτων, όπως η ιδιωτικοποίηση των φυσικών πόρων, το πλαίσιο λειτουργίας των επιχειρήσεων, η στρατηγική των επενδύσεων, η επίτευξη της ενεργειακής επάρκειας, και, φυσικά, η νομοθεσία που θα εξασφαλίζει την ύπαρξη καθαρού νερού, γης και αέρα και με την ενθάρρυνση “καλών πρακτικών”.

Η Αριστερά καλείται να επαναφέρει τη συζήτηση για τα δικαιώματα στη σωστή βάση. Οφείλει να επεξεργαστεί ένα σχέδιο που να τα περιλαμβάνει όλα ταυτόχρονα, ένα σχέδιο ρεαλιστικό και υλοποιήσιμο, χωρίς όμως να υποχωρεί από τις βασικές της αρχές. Είναι δύσκολο και, πολλές φορές, η ισορροπία ανάμεσα στη διασφάλιση των θέσεων εργασίας και των εργασιακών δικαιωμάτων -ή ανάμεσα στην ενεργειακή επάρκεια και την προστασία του περιβάλλοντος φαίνεται αδύνατη. Πρέπει όμως να ανοίξει αυτή η συζήτηση και να ανοίξει με σωστό τρόπο. Γιατί τα δικαιώματα ή θα είναι καθολικά, δηλαδή για όλους και σε όλους τους τομείς εξίσου, ή δεν θα υπάρχουν καθόλου.

 

Η Μαργαρίτα Συγγενιώτου είναι μέλος του Τμήματος Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ και μέλος του Δ.Σ. της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Θεάματος Ακροάματος

Πηγή: Η Αυγή