Καθώς οδεύουμε προς τις εκλογές γίνεται ολοένα και πιο έκδηλη η πρόθεση της κυβέρνησης και του Κυριάκου Μητσοτάκη να εστιάσουν την αποτίμηση των πεπραγμένων τους στην οικονομία και την ανάπτυξη, σε σύγκριση πάντα με την περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, θεωρώντας την ταχύτερη αύξηση του ΑΕΠ ακόμα ένα «γαλάζιο» success story.
Η αμφισβήτηση εύκολα γεννιέται μόλις διαβάσει κανείς πως το 79% των Ελλήνων είναι δυσαρεστημένο από τη διαχείριση της ακρίβειας σε εθνικό επίπεδο, το 66% δηλώνει πως έχει μειωθεί το βιοτικό τους επίπεδο, ενώ άλλο ένα 29% αναμένει την επιδείνωση του δικού του και πως το 100% ανησυχεί για την αύξηση του κόστους ζωής, της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού (Ευρωβαρόμετρο 12/1/2023).
Ακόμη: (α) οι νέοι έχουν γυρίσει την πλάτη στην κυβέρνηση με τους νόμους για την πανεπιστημιακή αστυνομία, το νέο ωράριο εργασίας και την επί μακρόν καθήλωση του κατώτατου μισθού, (β) οι αγρότες ξεκινάνε κινητοποιήσεις με σειρά οικονομικών διεκδικήσεων για λόγους επιβίωσης πια, (γ) το σύνολο των βιομηχάνων ζητάει στήριξη και (δ) οι μικρομεσαίοι απειλούν με μαζικά λουκέτα εξαιτίας του αφόρητου ενεργειακού κόστους και της ανύπαρκτης κρατικής συνδρομής, ε) οι άνθρωποι της τέχνης αντιδρούν με παραιτήσεις και η λίστα μεγαλώνει συνεχώς με τους εκπαιδευτικούς, τους συνταξιούχους κ.ά. να διεκδικούν στον δρόμο αξιοπρεπή και δίκαιη αντιμετώπιση.
Ποιος καρπώνεται την προβαλλόμενη ως συγκριτικά ταχύτερη αύξηση του εθνικού εισοδήματος; Είναι ολοφάνερο πως δεν είναι η πλειονότητα της κοινωνίας.
Ανεξάρτητα από τις πραγματικές οικονομικές εξελίξεις και το αποτύπωμά τους στην καθημερινότητα, όλοι αντιλαμβανόμαστε πως με το εγχείρημα προβολής και σύγκρισης των οικονομικών τους επιδόσεων, στην κυβέρνηση πετάνε την μπάλα στην εξέδρα και παραπλανούν τον λαό στη λογική «άμαξα τον βουν έλκει», θεωρώντας την οικονομία αυτοσκοπό και όχι μέσο για την κοινωνική ευημερία. Και δυστυχώς για εμάς, στον αντίποδα του δικού τους αφηγήματος, δεν υπάρχει στο κοινωνικό πεδίο τομέας όπου να σημειώνεται πρόοδος ή σημαντικότερη βελτίωση από αυτήν που πέτυχε ο ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2014-2019 (βλ. παρακάτω πίνακες με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ).
Είναι αλήθεια πως επί κυβέρνησης Ν.Δ. και η απασχόληση αυξήθηκε και η ανεργία μειώθηκε συνεχίζοντας το momentum του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά με επιβραδυνόμενο ρυθμό, αφού επί ΣΥΡΙΖΑ η μεν αύξηση της απασχόλησης ήταν κατά 143.400 εργαζόμενους μεγαλύτερη αυτής της κυβέρνησης Ν.Δ., η δε μείωση της ανεργίας ήταν κατά 234.700 άτομα μεγαλύτερη (Πίνακας 1). Αντίστοιχα, και στη μακροχρόνια ανεργία η μείωση που πέτυχε ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν 66% μεγαλύτερη αυτής που πέτυχε η Ν.Δ.
Από τα στοιχεία αυτά, τα οποία δεν περιλαμβάνουν το 2022, στη διάρκεια του οποίου η εκτίναξη του πληθωρισμού επιδείνωσε σημαντικά το βιοτικό επίπεδο, προκύπτει πως και οι επτά αυτοί κοινωνικοί δείκτες βελτιώθηκαν σημαντικά επί ΣΥΡΙΖΑ, ενώ επί Ν.Δ. βελτιώθηκαν ασθενικά μόνον οι τρεις, με τους υπόλοιπους τέσσερις –ιδίως τους δείκτες ανισότητας– να καταγράφουν σοβαρή επιδείνωση, η οποία επεκτείνεται και σε δημογραφικούς δείκτες (όπως π.χ. γεννήσεις/θάνατοι, γάμοι/διαζύγια κ.ά.).
Το διαζύγιο οικονομίας και κοινωνίας αποτυπώνεται και σε διεθνείς δείκτες κατάταξης της χώρας. Ετσι, ενώ στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ η Ελλάδα είναι 52η χώρα ανάμεσα σε 192 χώρες, στον δείκτη ευτυχίας είναι 58η ανάμεσα σε μόλις 146 χώρες (World Happiness Report 2022). Το χειρότερο, όμως, είναι πως έρχεται 138η στην κατάταξη στην κατηγορία «ελευθερία να κάνετε επιλογές ζωής». Διερωτάται λοιπόν κανείς πόσο ευτυχής μπορεί να είναι μια κοινωνία χωρίς σημαντική ελευθερία επιλογών για να ορίσει τη ζωή της;
Αντίστοιχα αρνητική είναι η εξέλιξη του δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης (HDI – Human Development Index)1 του ΟΗΕ, όπου η Ελλάδα μετά το 2019 εμφανίζει σαφή κάμψη τού ώς τότε ανοδικού δείκτη.
Και στα ζητήματα της ασφάλειας, προνομιακού αντιπολιτευτικού πεδίου της Δεξιάς, η κοινωνία υποφέρει. Δεν είναι μόνο η απειλή του πολέμου που έχει κορυφωθεί, είναι και η εκτίναξη της βίας και της εγκληματικότητας που προκαλεί φόβο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της αστυνομίας, το διάστημα 2019-2021 τα θύματα της ενδοοικογενειακής βίας αυξήθηκαν 7,5%. Σύμφωνα με το CNN Greece, τα θύματα της βίας γενικά στο ίδιο διάστημα αυξήθηκαν 18% ετησίως. Μάλιστα, τους πρώτους 7 μήνες του 2022 στην Αθήνα παρατηρείται αύξηση 7,8% στις ληστείες, 13,3% στις κλοπές/διαρρήξεις, 14,7% στις ληστρικές εισβολές σε σπίτια, ενώ κατά 3% αυξήθηκαν οι ανθρωποκτονίες. Επίσης, σύμφωνα με την Eurostat (Ιαν. 2023), το ποσοστό του πληθυσμού στην Ελλάδα που ανέφερε περιστατικά εγκλημάτων, βίας και βανδαλισμών αυξήθηκε από 13,5% σε 18,1%, μια πολύ ανησυχητική αύξηση της τάξης του 34%.
Συνεπώς, επί διακυβέρνησης Ν.Δ. η όποια οικονομική μεγέθυνση δεν πέρασε στην κοινωνία αλλά στην πλουτοκρατία. Αντίθετα, η φτώχεια και οι εισοδηματικές ανισότητες αυξήθηκαν, η εγκληματικότητα και οι βιαιοπραγίες διογκώθηκαν, την ίδια ώρα που οι δαπάνες για την υγεία και την παιδεία μειώθηκαν αναλογικά ως προς το ΑΕΠ, σε ένα δυστοπικό κλίμα δημοκρατικής εκτροπής, με τη διαφθορά και τη διαπλοκή να έχουν γίνει ενδημικά φαινόμενα, με τους θεσμούς να υπολειτουργούν, την εκτελεστική εξουσία να είναι όλο και πιο αυταρχική.
Οικονομική ανάπτυξη χωρίς κοινωνική ευημερία δεν υπάρχει. Το έλλειμμα δημοκρατίας στην οικονομία και την πολιτική τροφοδοτεί τη φτώχεια, τις ανισότητες και την κοινωνική περιθωριοποίηση. Από αυτό το αδιέξοδο πρέπει να βγούμε οριστικά.
*Πληροφορικός, μεταδιδακτορική ερευνήτρια, μέλος γραμματείας Ν.Ε. Β’ Θεσσαλονίκης ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.
1. https://hdr.undp.org/data-center/human-development-index#/indicies/HDI
Μακρίνα Βιόλα Κώστη