Macro

Λιτότητα, μια ξεχασμένη (;) ιστορία

Πριν από σχεδόν δέκα χρόνια, στην “πανδημία” της “κρίσης χρέους” που σάρωνε την Ευρώπη απειλώντας να τινάξει στον αέρα το μεγαλεπήβολο σχέδιο της νομισματικής ένωσής της και το μάλλον ουτοπικό όραμα της πολιτική ενοποίησής της, η “θεραπεία” που συνταγογραφούσαν τότε και επέτασσαν οι παιδονόμοι του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος, ήταν αποκλειστικά μία: Λιτότητα.

Ήταν η απλοϊκή πλην, κατ’ αυτούς, απόλυτα αποτελεσματική θεραπευτική μέθοδος για να αντιμετωπιστούν τα συμπτώματα των υπερβολικά εκτεθειμένων στον ιό του χρέους “ασώτων” του ευρωπαϊκού Νότου. Αυτών που έτρωγαν τα λεφτά τους σε “ποτά και σε γυναίκες”, όπως είχε πει ο αλήστου μνήμης Γερούν Ντάισελμπλουμ. Πολλοί, και μάλιστα εκτός Ευρώπης, ομολογούσαν σιωπηρά ότι το προτεινόμενο “φάρμακο” είναι κατ’ ουσίαν ένα δηλητήριο που οι ισχυροί του ευρώ αναγκάζουν τους αδύναμους να πιουν μόνο και μόνο για να τους τιμωρήσουν. Αλλά αυτό δεν θα αποδειχθεί ποτέ…

Τα χρόνια πέρασαν, οι εποχές παρήλθαν, οι “Νότιοι” συνετίστηκαν -δεν είχαν κι άλλη επιλογή- αλλά το φάντασμα του χρέους επέστρεψε. Στη δοκιμαζόμενη από την Covid-19 Ευρώπη οι οικονομίες παραπαίουν. Εύρωστοι και ακμάζοντες μέχρι πρότινος κλάδοι -ο τουρισμός, οι αερομεταφορές- καταρρέουν, εξαερώνονται.

Γερμανοί “σοφοί”, όπως ο Ράιντ Γκροπ, επικεφαλής του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών του Λάιμπνιτς, προειδοποιούν ότι η Γερμανία θα βρεθεί σύντομα στη δίνη τραπεζικής κρίσης λόγω των χιλιάδων κόκκινων δανείων από επιχειρήσεις που θα χρεοκοπήσουν ως αποτέλεσμα των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας.

Η Μπούντεσμπανκ υπολογίζει ότι το πρώτο τρίμηνο του 2021 θα υπάρξουν περίπου 6.000 πτωχεύσεις γερμανικών επιχειρήσεων.  Έως και το 25% των επιχειρηματικών δανείων δεν θα μπορούν να εξυπηρετηθούν συμπαρασύροντας μαζί τους και κάποιες από τις γερμανικές τράπεζες.

Ναπολεόντειο σχέδιο

Η διάσωση των ευρωπαϊκών οικονομιών από τη λαίλαπα του ιού είναι ήδη μια επιτακτική ανάγκη κι ένα παράτολμο σχέδιο ναπολεόντειας κλίμακας. Ο δημόσιος δανεισμός που θα απαιτηθεί για την υλοποίησή του είναι αστρονομικός, το βάρος του χρέους άνευ προηγουμένου, η διαχείριση του μεγέθους του τρομάζει. Η αποπληρωμή του είναι κάτι που κανείς δεν θέλει να συζητάει αυτή τη στιγμή. Θα επιβληθούν μέτρα; Θα υπάρξουν “Μνημόνια”; Θα επελάσει εκ νέου η λιτότητα;

“Όχι” λέει -ώ του θαύματος!- το ΔΝΤ. Δεν θα γίνει τίποτε απ’ όλα αυτά. Δεν χρειάζεται να γίνει.  Έτσι κι αλλιώς το δημόσιο χρέος θα σπάσει εφέτος ρεκόρ όλων των εποχών αγγίζοντας σχεδόν το 100% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Είναι δεδομένο για ειδικούς και μη ότι κατ’ αναλογίαν με το εθνικό εισόδημα θα εκτοξευθεί στα ύψη στις περισσότερες προηγμένες οικονομίες.

Ανακρούοντας πρύμναν απ’ ό,τι διακήρυτταν πριν από δέκα χρόνια, οι “σοφοί” του Ταμείου λένε σήμερα ότι η λιτότητα δεν είναι κατ’ ανάγκην “θεραπεία” ούτε αναπόφευκτο “καθαρτήριο” για τον περιορισμό των επιπτώσεων της πανδημίας στα δημόσια οικονομικά. Οι χώρες που έχουν απρόσκοπτη πρόσβαση στις αγορές και δανείζονται χωρίς περιορισμούς μπορούν να σταθεροποιήσουν το χρέος τους δίχως δημοσιονομική προσαρμογή.

Ο Βιτόρ Γκασπάρ, επικεφαλής δημοσιονομικής πολιτικής του Ταμείου, που μίλησε πρόσφατα στους “Financial Times”, αποκήρυξε τη λιτότητα προκαλώντας κατάπληξη ακόμη και στους… “Financial Times”. Το κύριο επιχείρημά του πάντως δεν ήταν ιδεολογικό, αλλά οικονομοτεχνικό.  Όπως εξήγησε, το χρέος των προηγμένων οικονομιών θα σταθεροποιηθεί έως τα μέσα της δεκαετίας επιστρέφοντας στα προ πανδημίας επίπεδα. Κατά συνέπεια δεν θα χρειαστούν αυξήσεις φόρων ή μειώσεις δημόσιων δαπανών.

Το κρίσιμο στοιχείο που ενισχύει τις ευοίωνες προοπτικές για τις περισσότερες ανεπτυγμένες οικονομίες είναι το χαμηλό κόστος δανεισμού. Το Ταμείο εκτιμά ότι το κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους θα παραμείνει πολύ χαμηλότερο του ρυθμού ανάπτυξης που αναμένεται να επιτύχουν οι χώρες με προηγμένες οικονομίες. Ο φθηνότερος δανεισμός θα αντισταθμίσει σε μεγάλο βαθμό την ασθενέστερη ανάπτυξη και τα χαμηλότερα φορολογικά έσοδα που θα “προκύψουν” από την κρίση.

“Αστερίσκοι”

Δεν παύουν βέβαια να υπάρχουν οι “αστερίσκοι” σε όλες αυτές τις προβλέψεις.  Άλλωστε σε μεγάλο βαθμό το καλό σενάριο βασίζεται στην πεποίθηση ότι θα ακολουθήσει μια ισχυρή ανάκαμψη μετά την πανδημία και παράλληλα τα επιτόκια θα παραμείνουν σε επίπεδα πολύ χαμηλότερα από τους ρυθμούς ανάκαμψης. Ωστόσο, ο συνδυασμός αυτός δεν είναι εγγυημένος και η αβεβαιότητα για την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών είναι ακόμη εξαιρετικά υψηλή.

Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι αρκετοί άλλοι οικονομολόγοι δεν ενστερνίζονται τη βεβαιότητα της ισχυρής ανάπτυξης μετά τον κορωνοϊό και προβλέπουν μια πολύ διαφορετική πορεία των πραγμάτων, κυρίως πολύ ασταθή μοτίβα ανάκαμψης με ισχυρές διακυμάνσεις. Θεωρούν ότι η πανδημία θα “μολύνει” την παγκόσμια οικονομία με μεγαλύτερη μεταβλητότητα.

Ακόμη χειρότερα, οι αναδυόμενες οικονομίες, που εκ των πραγμάτων έχουν μικρότερη ικανότητα δανεισμού, αντιμετωπίζουν «δεσμευτικούς οικονομικούς περιορισμούς» και πρέπει να αξιολογήσουν προσεκτικά το κόστος και τα οφέλη της δημοσιονομικής στήριξης στη διάρκεια της πανδημίας.

Ωστόσο, παρά τους όποιους “αστερίσκους”, το ερώτημα παραμένει: Τι συνέβη και το Ταμείο “απαρνήθηκε” τον ίδιο τον εαυτό του; Το μήνυμα που στέλνει σήμερα είναι το αντίστροφο εκείνου που εξέπεμπε πριν από μια δεκαετία στο αντίστοιχο στάδιο της κρίσης χρέους, όταν οι ιθύνοντές του διατείνονταν ότι «πολλές χώρες αντιμετωπίζουν μεγάλες ανάγκες περικοπών».

“Χρειάζεται να γίνουν περισσότερα για να εξασφαλιστεί μια ισχυρή ανάκαμψη πριν εξετάσουμε την υγεία των δημόσιων οικονομικών” υποστηρίζουν σήμερα οι άνθρωποι που κατέχουν τα ίδια πόστα, αλλά πριν από δέκα χρόνια οι προκάτοχοί τους έλεγαν το ακριβώς αντίθετο!

Πρόκειται για αλλαγή δόγματος; Για ιδεολογική μεταστροφή; Για προσαρμογή στην πραγματικότητα; Ανάγκα και θεοί πείθονται;  Ή μήπως οι τιμωρητικές λογικές, οι ισοπεδωτικές περικοπές και οι κυνικές νουθεσίες ήταν μόνο για τους υποτελείς της παγκόσμιας χρεοκρατίας;

Νίκος Κυριακίδης

Πηγή: Η Αυγή