Macro

Λάιλα Μαρτίνεθ «Σαράκι», μετάφραση: Ασπασία Καμπύλη, εκδόσεις Carnivora, 2024

Πώς θα έμοιαζε μια λογοτεχνική ιστορία ενισχυμένη από λαϊκές δοξασίες και αναμνήσεις που φέρει η/ο συγγραφέας; Η Λάιλα Μαρτίνεθ γράφει το «Σαράκι», μια ανατριχιαστική νουβέλα όπου η μυθοπλασία συναντά την προσωπική ιστορία, μεταφέροντας το αναγνωστικό κοινό στις απολήξεις του (δυτικού) κόσμου των σύγχρονων μαγισσών.
 
Δύο αφηγήτριες, γιαγιά και εγγονή, εξιστορούν το παρελθόν και το παρόν τους σε ένα χωριό της Ισπανίας. Στο φόντο της ιστορίας υπάρχει το σπίτι τους, ένα σπίτι καταραμένο που το στοιχειώνουν οι νεκροί. Προσευχές και κατάρες, μολυσμένα σώματα και μιαρές ψυχές, σκληρή επαρχία και κοινωνικοί κανιβαλισμοί συνθέτουν το κάδρο της ζωής των δύο πρωταγωνιστριών.
 
 
Στην ιστορία που γράφει με ιδιαίτερη δεξιοτεχνία η Μαρτίνεθ κυριαρχούν τα συναισθήματα. Η οργή, που εκφράζεται με κάθε σκέψη, λέξη και κίνηση των χαρακτήρων, χρησιμοποιείται παράλληλα ως ζωοποιός μοχλός για την υποκειμενοποίηση της ύλης αλλά και ως σπίθα που κινητοποιεί τα πνεύματα. Τοίχοι που ακούνε, πατώματα που τρίζουν, έπιπλα έτοιμα να καταπιούν ανθρώπους και χέρια που ξεφυτρώνουν στο σπίτι προσπαθώντας να αρπάξουν όποιον άνθρωπο αγγίξουν. Ένα ζωντανός εφιάλτης, ή αλλιώς μια μεταβίβαση συναισθημάτων σε άψυχα αντικείμενα ως καθρέφτισμα του εσωτερικού κόσμου των γυναικών πρωταγωνιστριών της νουβέλας.
 
Η προφορικότητα του λόγου στο Σαράκι μεταφέρει απτά την κοινωνική πραγματικότητα καθημερινών γυναικών ενώ, ταυτόχρονα, ο χειμαρρώδης και ωμός λόγος καθρεφτίζει το κυρίαρχο συναίσθημα που εκφράζεται στο βιβλίο, τον θυμό. Πρόκειται για έναν θυμό που ξεκινά από τα υποκείμενα, τις ηρωίδες, και ξεχύνεται προς τα υλικά αντικείμενα αλλά και τη φύση. Έτσι, το αίσθημα (οργή, μίσος, θυμός) αντανακλά ένα συλλογικό γυναικείο συναίσθημα καταπίεσης από την κοινωνία μέσα στην οποία έχουν γαλουχηθεί οι γυναίκες, μια κοινωνία δομικά πατριαρχική που έχει βαλθεί να τις δηλητηριάζει, να τις εκμεταλλεύεται, να τις αντικειμενοποιεί και να τις σκοτώνει.
 
 
Διαγενεακό έμφυλο τραύμα
 
 
Αυτό που αναδεικνύεται μέσα από την αμεσότητα της αφήγησης τεσσάρων γενεών γυναικών είναι το διαγενεακό έμφυλο τραύμα. Η μυθοπλασία στρέφεται γύρω από ιστορίες βασανισμένων και κακοποιημένων γυναικών, κατά τον αγώνα τους να ανακτήσουν τα μέσα και την εμπρόθετη δράση ώστε να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους. Η Μαρτίνεθ, αντλώντας από την ίδια την πραγματικότητα, παρουσιάζει μια διαχρονική αφήγηση της ιστορίας των γυναικών ως αντικείμενα εκμετάλλευσης από τον καπιταλισμό και την πατριαρχία αλλά ταυτόχρονα και ως υποκείμενα, (σύγχρονες) μάγισσες, που διεκδικούν τη γνώση και τη δύναμη που τους έχει βίαια στερηθεί.
 
Το Σαράκι είναι ένα πρωτότυπο λογοτεχνικό έργο που βρίσκεται σε διαλεκτική σχέση με τον υλιστικό φεμινισμό της Σίλβια Φεντερίτσι, όπως αυτός αποτυπώνεται στο βιβλίο της «Το κυνήγι των μαγισσών χθες και σήμερα» (εκδόσεις των ξένων). Αποξενωμένες γυναίκες, εμποτισμένες στον εσωτερικευμένο μισογυνισμό, μισούνται θανάσιμα. Η γιαγιά ηρωίδα του βιβλίου, η γριά με τα ξόρκια που κινείται ανάμεσα στον κόσμο των αγίων και των δαιμόνων, λειτουργεί ως τιμωρός και ανώτατη δικαστίνα: αποδίδει τη δικαιοσύνη που κρίνει πως απαιτείται αναλόγως των περιστάσεων. Εγκληματίας ή ακριβοδίκαιη; Το εν λόγω δίπολο διχάζει το αναγνωστικό κοινό, υπενθυμίζοντας τις γκρίζες ζώνες της ανθρώπινης ύπαρξης αλλά και ηθικής. Έτσι, το είδος του φεμινιστικού τρόμου στο οποίο εντάσσεται το Σαράκι, κάνει τη νουβέλα έναν λογοτεχνικό κοινωνό των σύγχρονων φεμινιστικών διεκδικήσεων, από γυναίκες των οποίων οι φωνές δεν έχουν διασωθεί αλλά ούτε και ακουστεί.
 
 
Κριτική του καπιταλισμού με φόντο την ισπανική επαρχία
 
 
Εντούτοις, το μίσος που αισθάνονται οι γυναίκες είναι, εν τέλει, ένα μίσος ταξικό. Η Μαρτίνεθ οδηγείται αναπόφευκτα σε κριτική του καπιταλισμού με φόντο την ισπανική επαρχία, αφού οι ηρωίδες και ήρωές της είναι οικονομικά εξαθλιωμένα άτομα που στρέφουν το μίσος τους στην ταξική ανθρωπογεωγραφία η οποία διαμορφώνεται γύρω τους. Η βία της οικονομικής ανισότητας και της άνισης πρόσβασης σε πόρους, του συντηρητισμού της επαρχίας, του αποκλεισμού, του ανθρώπου επάνω στη φύση και το περιβάλλον, της εργασίας και της πατριαρχίας γιγαντώνονται παίρνοντας τη μορφή μιας αρχετυπικής κατάρας η οποία ακολουθεί γενεές ανθρώπων αλλά και τις ιδιοκτησίες τους. Ο καπιταλισμός, ως άλλος Λεβιάθαν, στηρίζεται στο κοινωνικό συμβόλαιο της παγίωσης της κάθετης ιεραρχίας των πλουσίων που ελέγχουν τις μάζες των εργατών τους, όμως η γιαγιά-μάγισσα της ιστορίας, χρησιμοποιώντας τη γνώση και την αγανάκτησή της απέναντι στην κοινωνική ανισότητα, απονέμει το δίκαιο με αίμα.
 
 
Πολιτισμικό αποτύπωμα ενός σύγχρονου σπουδαίου έργου
 
 
Το «Σαράκι» της Λάιλα Μαρτίνεθ αποτελεί μια εμβληματική νουβέλα, μέσα από την οποία η λογοτεχνία διαλέγεται με το κοινωνικό, ταξικό, πολιτικό και έμφυλο. Το κείμενο διανθίζεται από πλήθος λαϊκών δοξασιών οι οποίες, ιδωμένες από ένα ανθρωπολογικό πρίσμα, παρουσιάζουν γραφικά τους τρόπους που συμβάλλουν στην κοινωνική συνοχή, στη λάξευση των ανθρωπίνων σχέσεων, τον εκτοπισμό των γυναικών από τη δημόσια σφαίρα αλλά και τους τρόπους αντίστασής τους με «μάγια» και «κατάρες» που τις ενώνει έμφυλα και ταξικά. Εντούτοις, οι λαϊκές δοξασίες που χρησιμοποιούνται στο βιβλίο, δεν αποτελούν μόνο κλειδιά για την ανάδειξη της λογοτεχνικότητας του κειμένου ως προς τις κορυφώσεις και την αγωνία, αλλά στολίζουν μια νουβέλα η οποία αφήνει το πολιτισμικό αποτύπωμα ενός σύγχρονου σπουδαίου έργου. Το βιβλίο διαβάζεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε έναν ανιστορικό χρόνο, προ(σ)καλώντας το αναγνωστικό κοινό σε έναν αντικατοπτρισμό των σημερινών ή/και παλαιότερων περιορισμών και (προσωπικών / κοινωνικών) αγκυλώσεων. Η διαχρονικότητά του μένει να αποδειχθεί στο μέλλον…
 
Πηνελόπη Αλεξίου