Macro

Κωστής Γιούργος: Η επιδεικτική αλαζονεία του πλούτου

Αν νομίζατε ότι ο κορονοϊός άλλαξε μόνο τη δική σας ζωή, καιρός να προσγειωθείτε –ή μήπως να απογειωθείτε;… Δεν υποχρέωσε μόνο εσάς η πανδημία να αναθεωρήσετε την ατζέντα των επιλογών σας, βάζοντας ένα μεγάλο ερωτηματικό δίπλα, π.χ., στο «αν προγραμματίσουμε διακοπές γι’ αυτό το καλοκαίρι, θα φτάσουν να πληρώσουμε ηλεκτρικό, φυσικό αέριο, στεγαστικό δάνειο και εφορία αυτόν το μήνα», ή στο «τι κάνουμε αν, ο μη γένοιτο, χρειαστεί να καταφύγουμε στην ιδιωτική υγεία». Υπάρχουν συνάνθρωποί μας που –όπως διαβάζουμε στον Τύπο*– πληρώνουν έναν σκασμό σε αεροπορικά ταξίδια με ιδιωτικά τζετ. Εξ ανάγκης; Εξ ανάγκης. Για να αποφύγουν τον κίνδυνο της νόσησης από τον συναγελασμό με το πλήθος. Για το οποίο πλήθος, το αν θα νοσήσει ή όχι εναπόκειται στην τυφλή κρίση της ανοσίας της αγέλης. Νομοτελειακά; Νομοτελειακά. Εξαρτάται από το σε ποια μεριά της νομοτέλειας βρίσκεσαι.
Για χρήση ιδιωτικού τζετ, μια «απλή» κάρτα μέλους της τάδε εταιρείας ξεκινά –διαβάζουμε– από περίπου 6.500 δολάρια ανά ώρα πτήσης, με τη μικρότερη κάρτα να προσφέρει 25 ώρες πτήσης. Σύνολο, 162.500 δολάρια. Για όσους ζητούν κάτι πιο αναβαθμισμένο, κάτι που να προσδίδει περισσότερο κύρος στην εικόνα «μου», να τονώνει το αίσθημα ανωτερότητας, να μεγαλώνει την απόσταση από την αγέλη, υπάρχει η κάρτα των 100 ωρών. Την προσφέρει η δείνα εταιρεία, κοστίζει 6.759 δολάρια ανά ώρα πτήσης και περιλαμβάνει επί πλέον catering, WiFi και μεταφορά κατοικίδιων. Σύνολο, 675.900 δολάρια. Ακατέβατα. Αλλά, πάλι, ποιος σοβαρός δισεκατομμυριούχος θα διακινδύνευε το πρεστίζ του, παζαρεύοντας στη βουλιμική αγορά της επιδεικτικής αλαζονείας του πλούτου για μια κάρτα των 100 ωρών, όταν μάλιστα από την ίδια εταιρεία προσφέρεται η κάρτα των 400 ωρών, η οποία, έναντι 4,4 εκατομμυρίων δολαρίων, μπορεί να εξακοντίσει στο υπερπέραν την ανθρώπινη ματαιοδοξία; Φυσικό δεν είναι;
Νομοτελειακό, αν προτιμάτε; Αν ανήκετε στην ελίτ που πηγαινοέρχεται με ιδιωτικά τζετ, αν και ο δικός σας ιδιωτικός πλούτος, «με βάση διαθέσιμα στοιχεία από την Ευρώπη, ανέρχεται σε 1,3 δισ. ευρώ», κατατάσσοντάς σας αυτοδικαίως στην απ’ εκεί μεριά της νομοτέλειας.
Όσο, βεβαίως, υπάρχει ακόμη διαθέσιμος χώρος εκεί. Διότι, ως γνωστόν, το άλλο όνομα του πλούτου είναι «κανιβαλική υπερσυσσώρευση». Το 2010 οι δισεκατομμυριούχοι που κατέχουν το 50% του παγκόσμιου πλούτου υπολογίζονταν σε 388. Σήμερα οι κάτοχοι του 50% του παγκόσμιου πλούτου υπολογίζονται σε λιγότερους από 60. Αλληλοφαγώθηκαν; Μάλλον.
Το υπόλοιπο 50%, χονδρικά, διατίθεται προς αξιοποίησή του από… απλούς πολυεκατομμυριούχους, ζάμπλουτους και λοιπούς πλούσιους, για να κορέσουν και αυτοί την αυταρέσκεια που αντλούν εξουσιάζοντας τις ζωές των υποδεέστερων. Αυτός είναι ο κόσμος μας σήμερα, όπως ξεκίνησε να διαμορφώνεται το τελευταίο τέταρτο του περασμένου αιώνα, με την υποχώρηση των εξισωτικών ιδεολογιών και την υπερίσχυση του ατομικισμού, που μετέτρεψε σε κυρίαρχη τάση αυτό που πάντα υποβόσκει στις ανθρώπινες κοινωνίες: τη λαχτάρα των αποκάτω να γίνουν σαν τους αποπάνω.
Δεν παρακολουθήσαμε σε πραγματικό χρόνο την πρωτοχρονιάτικη τηλεοπτική φιέστα που ετοίμασε –προς τέρψιν, υποτίθεται, των απανταχού της επικρατείας Ελλήνων– για τον Σάκη Ρουβά ο δήμος Αθηναίων στο Λυκαβηττό το βράδυ της αλλαγής του χρόνου. Διαβάσαμε με ενδιαφέρον την πληροφορία ότι η ΕΡΤ, η οποία μετέδωσε την εκπομπή, σημείωσε ποσοστά τηλεθέασης 21,6% στο πρώτο τέταρτο πριν τα μεσάνυχτα και 22,8% στο δεύτερο, αμέσως μετά.
Δεν είμαστε βέβαιοι τι μπορεί να σημαίνουν αυτά τα ποσοστά σε απόλυτους αριθμούς, ποια ποιοτικά χαρακτηριστικά του τηλεοπτικού κοινού ενδεχομένως προδίδουν. Ούτε αν είναι ασφαλής δείκτης αποδοχής ή απόρριψης της απόφασης του Κώστα Μπακογιάννη να διαθέσει 215.000 ευρώ από τον δημοτικό κορβανά –που, μην το ξεχνάμε, σιτίζεται από τους υπερδιογκωμένους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος των δημοτών– για ένα ολιγόλεπτο, κακόγουστο υποκατάστατο συνεορτασμού με τους συνδημότες του.
Είμαστε όμως βέβαιοι –επειδή γνωρίζουμε και εμείς ότι ο δήμαρχος Αθηναίων τους συνδημότες του γενικώς τους τιμά και ειδικώς τους γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων του όταν αγνοεί τους εκπροσώπους τους στο δημοτικό συμβούλιο για να προχωρήσει μονομερώς σε απευθείας αναθέσεις, όπως στην προκειμένη περίπτωση— είμαστε, επαναλαμβάνουμε, βέβαιοι, ότι η φιέστα εκπέμφθηκε τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς από τον Λυκαβηττό προς το Πανελλήνιο όχι από τον δήμαρχο Αθηναίων, αλλά από τον μνηστήρα του πρωθυπουργικού θώκου. Ότι δεν είχε αποδέκτες τους «μίζερους», όπως αποκάλεσε ο ίδιος αυτούς που τον επέκριναν για τη «χρυσοπληρωμένη φιέστα», αλλά ένα κοινό που φαντασιωνόταν τον εαυτό του στη θέση του Μπακογιάννη όταν τον καλούσε ο Ρουβάς να ανέβη στη σκηνή για να μετρήσουν –πέντε, τέσσερα, τρία, δύο, ένα— αντίστροφα τον χρόνο, και μαζί να τραγουδήσουν το «πάει ο παλιός χρόνος».
Ο Κώστας Μπακογιάννης δεν είναι δισεκατομμυριούχος για να αντέξει το έξοδο μιας κάρτας, ας πούμε, των 6.759 δολαρίων ανά ώρα πτήσης, ώστε να μπορεί να μετακινείται πριβέ με ιδιωτικά τζετ, είναι όμως αρκετά πλούσιος για να μπορεί να αντέξει να περιμένει την ημέρα που, ως πρωθυπουργός, θα έχει στη διάθεσή του ένα κρατικό τζετ ανά πάσα στιγμή. Αρκετά πλούσιος, και από τα σπάργανα γαλουχημένος με την ιδέα ότι προορίζεται για εξουσιαστής, για να γνωρίζει ότι η επιδεικτική αλαζονεία του πλούτου –215 χιλιάρικα δημόσιο χρήμα, πεταμένα λεφτά για να κάνει εκείνος το κομμάτι του σε ένα πόπολο περίτρομο από την πανδημία και την ένδεια– «πουλάει» επειδή είναι πολλοί οι γαλουχημένοι από τα σπάργανα με την ιδέα ότι προορίζονται για υποτελείς.
* Ν. Κυριακίδης, «Λεφτά υπάρχουν…για ιδιωτικά τζετ», «Η Αυγή» της Κυριακής 2 Ιανουαρίου 2022.

Κωστής Γιούργος

Πηγή: Η Εποχή