Καθώς ο παρατηρητής απομακρύνεται, ώρα την ώρα, από την Κυριακή των εκλογών της 25ης Ιουνίου, γίνεται ολοένα ευκρινέστερο ποιο από τα αριθμητικά μεγέθη που ανέδειξε η κάλπη εκπέμπει το πιο επείγον σήμα κινδύνου για το μέλλον της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας. Κατά τη γνώμη του παρατηρητή, δεν είναι άλλο από το 47,2% της αποχής.
Χωρίς αμφιβολία, το 47,2% της αποχής συναρτάται με το 12,77% που εισέπραξαν αθροιστικά τα τρία ρατσιστικά, ξενοφοβικά –και τώρα και κοινοβουλευτικά– κόμματα, ποσοστό που, συμποσούμενο με το 40,56% της ΝΔ, δίνει στη Δεξιά ένα 53,33%, κάτι που δεν επιτρέπει κανένα εφησυχασμό σε ό,τι αφορά στην ποιότητα της δημοκρατίας μελλοντικά. Όμως είναι ταυτόχρονα διακριτό, έχει από μόνο του ξεχωριστή σημασία αυτό το 47,2%, επειδή αποτυπώνει ένα ανησυχητικά αυξημένο έλλειμμα εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς αντιπροσώπευσης. Όσο υψηλότερα τα ποσοστά αποχής, τόσο χαμηλότεροι οι δείκτες ενδιαφέροντος των πολιτών για την πολιτική, τόσο πιο διευρυμένο το πεδίο δράσης όσων απεργάζονται την απογύμνωση της δημοκρατίας από τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της. Η έννοια πολίτης είναι συνώνυμο της έννοιας δημοκρατία. Απονευρωμένος, αδιάφορος πολίτης σημαίνει δημοκρατία απονευρωμένη, εξουδετερωμένη δημοκρατία.
Από την άποψη αυτή, η μεγάλη επιτυχία της ΝΔ στις κάλπες της 25ης Ιουνίου δεν είναι τόσο το 40,56%, όσο το 47,2% της αποχής από τις ίδιες κάλπες –αποτέλεσμα της χειραγώγησης του φόβου μιας βαριά καταπονημένης κοινωνίας μπροστά στο αβέβαιο μέλλον, της μεθοδευμένης καλλιέργειας του φόβου για τον «άλλον», για το «άλλο», για την «αλλαγή προς το καλύτερο».
Αποκλήθηκε εύστοχα «κόπωση δημοκρατίας» για να ορίσει την τάση σημαντικών κοινωνικών στρωμάτων, αλλά και μεγάλου μέρους της νέας γενιάς, να απέχουν από την πολιτική, αποτέλεσμα της διάβρωσης της εσωτερικής συνοχής που παρατηρείται στις ευρωπαϊκές κοινωνίες εξαιτίας του φόβου για το μέλλον. Διάβρωσης που μια από τις «παράπλευρες απώλειές» της, η σημαντικότερη, είναι η συνεχής άνοδος της ακροδεξιάς.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση που έδωσε στη δημοσιότητα την Τετάρτη το κρατικό δίκτυο ραδιοτηλεόρασης MDR, αν αυτή την Κυριακή γίνονταν εκλογές στη Θουριγγία, το 34% των ψηφοφόρων σε αυτό το κρατίδιο της ανατολικής Γερμανίας θα επέλεγαν το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), μια αύξηση εννέα μονάδων σε σύγκριση με πέρυσι. Στο ίδιο κρατίδιο, σύμφωνα πάντα με την ίδια δημοσκόπηση, το 20% επέλεξε Αριστερά (Die Linke), το 10% Σοσιαλδημοκράτες (SPD) και το 5% Πράσινους, με το άθροισμά τους να ξεπερνά κατά μία μόλις μονάδα το 34% του ακροδεξιού AfD. Το ποσοστό 21% που δίνει στους Χριστιανοδημοκράτες του CDU τη δεύτερη θέση στην πρόθεση ψήφου, εμφανίζεται μειωμένο κατά μία μονάδα συγκριτικά με το 2022.
Αυτά ως προς την πρόθεση ψήφου. Ως προς τη βεβαιότητά της, κρατήστε τούτο: Πριν από δύο εβδομάδες, στις περιφερειακές εκλογές στο Ζόνεμπεργκ (Θουριγγία) ο υποψήφιος του AfD αναδείχτηκε στον πρώτο περιφερειάρχη που εκλέγεται στη Γερμανία από την ακροδεξιά.
Η στροφή αυτή, που παρατηρείται τα τελευταία πολλά χρόνια, είναι βέβαιο ότι θα ενταθεί όταν οι αυστηροί στόχοι λιτότητας που εισάγει ο προϋπολογισμός του 2024 στη Γερμανία αρχίσουν να παράγουν έργο με τη μορφή δραστικών περικοπών στο κοινωνικό κράτος, στη δημόσια υγεία, στα προγράμματα αντιμετώπισης της φτωχοποίησης αυξανόμενων τμημάτων της κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Μόνη εξαίρεση, η αύξηση των κονδυλίων για την άμυνα. Θα «παίξει» πολύ και στη Γερμανία τα επόμενα χρόνια η επίκληση του εξωτερικού κινδύνου προκειμένου να συγκρατηθεί με όρους ιδεολογικούς η χειροπιαστή κοινωνική δυσαρέσκεια.
Η Ελλάδα της κυβέρνησης Μητσοτάκη δεν θα κινηθεί διαφορετικά. Και δεν θα αποφύγει την περιδίνηση στην οποία βρίσκεται η Ευρώπη, με απτό παράδειγμα τη Γαλλία και τις κοινωνικές συγκρούσεις που προκλήθηκαν στη χώρα αυτή της μεγάλης επαναστατικής παράδοσης από την υποχώρηση του κοινωνικού κράτους, την έξαρση των ανισοτήτων, την ένταση των κοινωνικών και φυλετικών διαχωρισμών, την εκτίναξη της αστυνομικής βίας. Ήδη η επικεφαλής του ακροδεξιού κόμματος Εθνική Συσπείρωση, Μαρί Λεπέν, καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις να υπερτερεί του προέδρου Μανουέλ Μακρόν με διαφορά 6 ποσοστιαίων μονάδων. Ανάλογα δυσοίωνο το μήνυμα που εκπέμπει η επικράτηση της ακροδεξιάς στην Ιταλία, στη Σουηδία, στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Η πρόκληση είναι μεγάλη και απευθύνεται σε όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις, με πρώτο παραλήπτη την Αριστερά. Στη χώρα μας, η αξιωματική αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, κορμός του δημοκρατικού κοινωνικού μπλοκ, καλείται να ανακάμψει άμεσα. Να ανασυγκροτηθεί το ταχύτερο, με πρώτο στόχο την αναζήτηση θετικής απάντησης στο αρνητικό για το μέλλον της δημοκρατίας μήνυμα που εξέπεμψε η μεγάλη αποχή, πριν η απομάκρυνση αυτή των πολιτών εξελιχθεί σε διαρκή κρίση εμπιστοσύνης, σε δυσεπούλωτη ρήξη των δεσμών εμπιστοσύνης αντιπροσώπου-αντιπροσωπευόμενου που συγκροτούν τον πυρήνα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Η απάντηση στην ιστορική πρόκληση δεν μπορεί να είναι άλλη από την επανασυσπείρωση των δυνάμεων που ανέδειξαν τον ΣΥΡΙΖΑ κόμμα εξουσίας, επιφορτίζοντάς τον αυτονόητα με την υποχρέωση να ηγηθεί της προσπάθειας συγκρότησης του προοδευτικού μπλοκ που θα καταθέσει μια νέα πρόταση εξουσίας. Είναι το άνοιγμα προς το μέλλον, η μόνη ορατή διέξοδος από την «κόπωση δημοκρατίας», την αποχή από τα κοινά, την απραξία, την ηττοπάθεια που καλλιεργούν όσοι απεργάζονται τη απογύμνωση της δημοκρατίας από τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της, με πρώτο και κύριο τον ενεργό πολίτη.
Κωστής Γιούργος