Η ανάγκη να συγκρατηθούν οι διαρροές ψήφων από τη ΝΔ προς την Ακροδεξιά δεν είναι ο μόνος, ούτε ο κύριος λόγος που ο κ. Μητσοτάκης διέκοψε τις ερωτοτροπίες με το Κέντρο με κινήσεις όπως η υποψηφιότητα Τασούλα. Είναι η αγωνία της κυβερνώσας Δεξιάς, και προσωπικά του πρωθυπουργού, να μην θεωρηθεί ότι ακολουθεί βηματισμό διαφορετικό από αυτόν της νέας σύνθεσης του Λευκού Οίκου, διακινδυνεύοντας την ευαρέσκεια της Ουάσιγκτον, την οποία θεωρεί ότι κερδίζει προσαρμοζόμενη πειθήνια σε κάθε παραλλαγή του δικού της βηματισμού.
Ο κ. Μητσοτάκης εμφανίζεται αποφασισμένος να ακολουθήσει αυτή τη γραμμή αναλώνοντας κάθε υπόλειμμα αξιοπιστίας. Έχει επιδόσεις στο άθλημα της κυβίστησης, άλλωστε. Το επιβεβαίωσε την Τετάρτη, στη συνέντευξη του στον Alpha αναφορικά με το έγκλημα των Τεμπών, αναγνωρίζοντας τώρα την πιθανότητα η εμπορική αμαξοστοιχία να μετέφερε κάποιο ύποπτο ή εύφλεκτο υλικό, όταν τότε διαβεβαίωνε κατηγορηματικά για το αντίθετο, αποκαλώντας «οπαδούς θεωριών συνομωσίας» όσους έθεταν τέτοια ερωτήματα.
Αντλεί από το υπερπλεόνασμα πολιτικού αμοραλισμού που διαθέτει.
Όχι τυχαία, την επομένη της ορκωμοσίας του Ντόναλντ Τραμπ, σε συζήτηση, θυμίζουμε, με τον πρώην πρωθυπουργό της Ιταλίας, Ενρίκο Λέτα, σε εκδήλωση του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, συντάχτηκε ολόψυχα με τη θέση αρχής του νέου αμερικανού προέδρου περί ύπαρξης δύο και μόνο φύλων, κόντρα στο δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού των διεμφυλικών ατόμων. Δικαίωμα το οποίο είχε υπερασπιστεί ενθέρμως πριν ένα χρόνο στη Βουλή, στη συζήτηση για τη θεσμοθέτηση της σύναψης πολιτικού γάμου μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου, εγκαλώντας τους διαφωνούντες και καλώντας το σώμα να αντιμετωπίσει «με ευθύνη μια υπαρκτή κοινωνική πραγματικότητα, αίροντας με τόλμη μια σοβαρή για τη δημοκρατία μας ανισότητα».
Όχι τυχαία, τη Δευτέρα 20 Ιανουαρίου το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ανακοίνωσε πανηγυρικά τη θετική ανταπόκριση της κυβέρνησης στο ενδιαφέρον της αμερικανικής πετρελαϊκής εταιρείας Chevron να ξεκινήσειγεωτρήσεις ανίχνευσης κοιτασμάτων υδρογονανθράκων από τις ακτές της Ηπείρου μέχρι νοτιοδυτικά της Κρήτης.
Αλλά γιατί το 2025, όταν το ενδιαφέρον της Chevron είχε δηλωθεί ήδη από το 2018; Και γιατί η παρατηρούμενη μέχρι χθες αδράνεια και αρνητική προδιάθεση της κυβέρνησης, που οδήγησε δύο άλλους ενδιαφερόμενους, την γαλλική Total και την ισπανική Repsol, να αποσύρουν το ενδιαφέρον τους το 2022, μεταλλάχθηκε εν μία νυκτί;
Η χρονική επιλογή της ανακοίνωσης λέει πολλά. Την Δευτέρα 20 Ιανουαρίου ανέλαβε καθήκοντα ο νέος αμερικανός πρόεδρος. Επιλέγοντας τη συγκεκριμένη ημέρα για να δηλώσει τη συγκεκριμένη επιλογή, η κυβέρνηση Μητσοτάκη θέλησε να δείξει στην κυβέρνηση Τραμπ ότι κατανοεί τους λόγους της στροφής της προς τα ορυκτά καύσιμα και της εκ μέρους της αμφισβήτησης της κλιματικής κρίσης που απειλεί τη ζωή στον πλανήτη.
Και όμως δεν είναι ούτε τρεις μήνες που ο Κυριάκος Μητσοτάκης, τοποθετούμενος στην Ολομέλεια της Διάσκεψης του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή στις 13 Νοεμβρίου 2024, είχε μιλήσει για κρίσιμες ώρες. Είχε πει ότι «το κλίμα αλλάζει» ανησυχητικά, ότι «μας το υπενθυμίζει σχεδόν σε εβδομαδιαία βάση μια ακόμα τραγωδία που πλήττει κάποιο μέρος του πλανήτη». Είχε τονίσει την αίσθηση του επείγοντος και είχε προβάλει την Ελλάδα ως υπόδειγμα προσήλωσης στην ενεργειακή μετάβαση: «Οι εκπομπές μας έχουν μειωθεί κατά 45% σε σχέση με το 2005. Σχεδόν το μισό των αναγκών μας σε ηλεκτρική ενέργεια βασίζεται σήμερα στην αιολική και την ηλιακή ενέργεια».
Κι ύστερα ήλθε το δόγμα Τραμπ για την ενέργεια: αυξημένη παραγωγή ορυκτών καυσίμων, υπαναχώρηση των ΗΠΑ από τις δεσμεύσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Το πλαίσιο συμμόρφωσης της κυβέρνησης με τις επιλογές της διοίκησης Τραμπ διαγράφεται σαφές. Και εμπερικλείει κινήσεις όπως αυτή του υπουργού Άμυνας την Τετάρτη 23 Ιανουαρίου, τρεις ημέρες μετά την ορκωμοσία Τραμπ, σε συζήτηση που διοργάνωσε στο Σικάγο το Hellenic American Leadership Council.
Εκεί, ο Ν. Δένδιας τάχθηκε ανοιχτά υπέρ της αύξησης των εξοπλιστικών δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ, συντασσόμενος ουσιαστικά με τη θέση Τραμπ ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να συνεισφέρουν περισσότερα για την άμυνα στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Η Ευρώπη δεν μπορεί να επικαλείται οικονομικούς περιορισμούς όταν πρόκειται για την ασφάλειά της, είπε ο έλληνας υπουργός, ευθυγραμμιζόμενος με τον γ.γ. του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, ο οποίος, παραμονές Χριστουγέννων από τις Βρυξέλλες, είχε προτρέψει τις ευρωπαϊκές χώρες περικόψουν από «την Υγεία, την Κοινωνική Ασφάλιση και την Παιδεία», για να κάνουν «την άμυνά μας πολύ πιο δυνατή».
Οδηγεί αυτή η γραμμή πλεύσης σε ασφαλείς προορισμούς; Καθόλου βέβαιο.
Στην κυβέρνηση πληροφορήθηκαν με αγαλλίαση την επιλογή του Μάρκο Ρούμπιο ως νέου υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ. O ρεπουμπλικανός γερουσιαστής είχε υπογράψει το 2019, μαζί με τον Δημοκρατικό γερουσιαστή Μπομπ Μενέντεζ, το νομοσχέδιο East Med Act, βασισμένο στην ιδέα ενός αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου από το Ισραήλ στην Ευρώπη, μέσω Κύπρου και Ελλάδας, παρακάμπτοντας την Τουρκία.
Η συμφωνία συνομολογήθηκε επίσημα το 2020, με τις ΗΠΑ σε θέση παρατηρητή. Πριν κλείσουν δύο χρόνια, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ενημέρωσε το Τελ-Αβίβ, τη Λευκωσία και την Αθήνα ότι η Ουάσιγκτον δεν προτίθεται να συνεχίσει την υποστήριξη του σχεδίου.
Ο αποκλεισμός της Τουρκίας δεν ήταν ποτέ εύκολη υπόθεση για τις ΗΠΑ.
Ο Μάρκο Ρούμπιο επικοινώνησε πρώτα με τον τούρκο ομόλογο του, Χακάν Φιντάν. Στο επίκεντρο της τηλεφωνικής επικοινωνίας ήταν η Συρία, βασική προτεραιότητα αυτό το διάστημα της Άγκυρας, στους σχεδιασμούς της οποίας εντάσσεται μια συμφωνία για την ΑΟΖ με το νέο συριακό καθεστώς σε βάρος της Κύπρου.
Θα έχουν αυτοί οι σχεδιασμοί την τύχη που επιφύλαξαν οι ΗΠΑ στον East Med, ή μήπως η Αθήνα θα βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να παραδεχτεί το μάταιο των υποχωρήσεών της για να είναι αρεστή στην Ουάσιγκτον;
Κωστής Γιούργος