Πόσο ωραίο είναι όταν ο τίτλος ενός έργου τέχνης γίνεται σύνθημα και επίγραμμα ενός ολόκληρου αγώνα, και το πρόσωπο της δημιουργού του γίνεται το καθολικό ευγενικό πρόσωπο αυτού του αγώνα! Μιλάμε, βέβαια, για το έργο της Λούλας Αναγνωστάκη «Σ’ εσάς που με ακούτε», που ελαφρά παραφρασμένο «Σ’ εσάς που μας ακούτε» μαζί με το σκίτσο της Λούλας Αναγνωστάκη έγινε πανό κι έγινε νεύμα προς την κοινωνία κι έγινε φωνή και τραγούδι των παιδιών μας. Των φοιτητών της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου που ξεσηκώθηκαν εναντίον της υποβάθμισης όχι μόνο των σπουδών τους, αλλά της ίδιας τους της ζωής με το εκτρωματικό Προεδρικό Διάταγμα 85/2022.
Είναι ένας αγώνας που η γρήγορη εξάπλωσή του σε όλη τη χώρα και η ενθουσιώδης υποδοχή του (καλό θα ήταν να εκφράζεται και με πράξεις) από την κοινωνία φανέρωσαν έναν κόσμο έτοιμο και διψασμένο για ένα φως παρήγορο και ελπιδοφόρο μέσα στον ζόφο που επιβάλλει η πιο καταστροφική κυβέρνηση των τελευταίων δεκαετιών.
Για ακόμα μια φορά τα παιδιά δείχνουν τον δρόμο. Ουδείς έχει δικαίωμα να μην τα ακούσει, ουδείς έχει δικαίωμα να μην συμπεράνει. Ειδικά σήμερα, ακριβώς σήμερα, που το θέατρο του αγώνα τους έχει κάθε δικαίωμα να γιορτάζει. Γιατί, σαν σήμερα, πριν 20 ακριβώς χρόνια, στις 8 Φεβρουαρίου 2003, έκανε πρεμιέρα το «Σ’ εσάς που με ακούτε» της Λούλας Αναγνωστάκη στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων, όπου ιερουργούσε η Νέα Σκηνή του Λευτέρη Βογιατζή, σε σκηνοθεσία του οποίου ήταν η παράσταση. Έπαιζαν οι Λευτέρης Βογιατζής, Ρένη Πιττακή, Μαρία Κεχαγιόγλου, Νίκος Κουρής, Μαρία Πρωτόπαππα, Γιάννος Περλέγκας, Νιόβη Χαραλάμπους, Άκης Λυρής και Προκόπης Πολίτης. Μάλιστα, εκείνη τη χρονιά η Νέα Σκηνή γιόρταζε την επέτειο των 20 χρόνων από την ίδρυσή της (ως Σκηνή) το 1982, με τη «Σπασμένη στάμνα» του Κλάιστ σε συν-σκηνοθεσία Λ. Βογιατζή-Βασίλη Παπαβασιλείου. Σαράντα χρόνια μετά η «Σπασμένη στάμνα» ανεβαίνει φέτος στο υπό κατάληψη Εθνικό Θέατρο, σε συν-σκηνοθεσία Ακύλα Καραζήση-Νίκου Χατζόπουλου.
Το θέατρο κάτι θέλει να μας πει
Και ο «έχων ώτα ακούειν ακουέτω και νουν νοείτω»… Σαν σήμερα, λοιπόν. Είκοσι χρόνια πριν. Είχα την ευλογημένη τύχη να βρίσκομαι σ’ εκείνη την πρεμιέρα. Δεν ήταν παράσταση. Ήταν εμπειρία. Έπαιζαν σαν να όργωναν πέτρα για να φυτέψουν λουλούδια. Κι εκείνα άνθιζαν με την επόμενη κίνηση, του σώματος και του χρόνου. Του καθ’ όλου χρόνου και του καθ’ όλου λόγου.
Την άλλη μέρα τηλεφωνηθήκαμε με τη Λούλα Αναγνωστάκη. Ήταν ένα «έθιμο» που είχε ξεκινήσει από τον «Ήχο του όπλου» στο Θέατρο Τέχνης, τελευταία σκηνοθεσία του Κάρολου Κουν (1987). «Πώς σου φάνηκε;» Η Λούλα Αναγνωστάκη (δεν ξέρω και πόσους άλλους ρωτούσε) περίμενε από μένα, και μάλιστα με φανερή αγωνία, να της πω «πώς μου φάνηκε»! Αλλά αυτό είναι το μεγαλείο των αληθινά μεγάλων ανθρώπων. «Τι να πω; Μετά από αυτό, τι;» ψέλλισα, όντας συγκλονισμένος από τη σκηνοθεσία του Λ. Βογιατζή.
Σήμερα, βλέποντας το πανό των παιδιών με τη μορφή της, έχω και την απάντηση: «Μετά από αυτό… αυτό». Σήμερα, που τα παιδιά μάς διδάσκουν πως αν θέλουμε να «κάνουμε θέατρο για την ψυχή μας», όπως έλεγε ο Κάρολος Κουν, χρειάζεται να κάνουμε θέατρο για τη ζωή μας. Για να έχουμε ψυχή.
Κώστας Καναβούρης