Ισως ο πιο εμφατικός συμβολισμός αυτών των Χριστουγέννων είναι να φανταστείς το δέντρο του σπιτιού σου στολισμένο με τις μπάλες που έχουν τη μούρη του Μηταράκη. Αυτό το ακατάγραπτο πρόσωπο που μοιάζει να μην έκλαψε ούτε να γέλασε ποτέ! Ο απόλυτος συνδυασμός έπαρσης και γελοιότητας. Η απόλυτη έλλειψη συναίσθησης των ορίων, κάτι σαν συνδυασμός των έργων «Η τρέλα του Γεωργίου του 3ου» και η κωμωδία «Η τρέλα του μεγαλείου» με πρωταγωνιστή τον Λουί Ντε Φινές – άσε που ελαφρώς του «φέρνει» φυσιογνωμικά. Άλλωστε, δύσκολα θα μπορούσαμε να φανταστούμε τον Νότη Μηταράκη σε ρόλο βασιλιά.
Αυτόν τον ρόλο τον έχει καπαρώσει ο εκ γενετής Κυβερνήτης! Ο νόμιμος ιδιοκτήτης της χώρας κληρονομικώ δικαιώματι, ο οποίος, μέσα στην παράκρουση του ιδιωτικού μεγαλείου στο οποίο γεννήθηκε και μεγάλωσε, αδυνατεί να δει και να νιώσει τη χαρά και την οδύνη του μεγάλου, πανέμορφου, πονεμένου, άγριου, λυτρωτικού, κόσμου. Αυτού του κόσμου που ο Οδυσσέας Ελύτης τον είπε μικρό και μέγα ταυτόχρονα. Ένα θαύμα. Που ταυτόχρονα βαδίζει και προς τον θάνατο και προς την αθανασία.
Ακριβώς αυτό γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα, αλλά και όλο το δωδεκαήμερο που σκάει μύτη ανεπαισθήτως το μεγάλωμα της μέρας αρχίζοντας από το χειμερινό ηλιοστάσι. Αυτό ακριβώς δεν θα καταλάβει ποτέ ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσπαθώντας να μιλήσει με μια γλώσσα που αποτελείται είτε από κατασκευασμένες λέξεις (παραλίγο να σπάσει τα δόντια του με το «σοσιαλ-Καμμένος» για τον Νίκο Ανδρουλάκη), που αδυνατεί και να τις προφέρει, όπως αδυνατεί και να κατανοήσει το διαφεύγον υλικό τους. Μόνο κάθεται στο υπερυψωμένο μπαλκόνι της απολυταρχικής εξουσίας του, πότε για να παρακολουθεί ακόμα και τους συνεργάτες του και πότε άγνωστο αριθμό όσων θεωρεί κίνδυνο για τον ίδιο και τη μορφή πολιτεύματος την οποία προσπαθεί με κάθε τρόπο, νόμιμο ή σκοτεινό, να επιβάλει. Α, ναι, κάθεται στο μπαλκόνι του και για να πετάει κέρματα στο πόπολο, θεωρώντας πως έτσι μπορεί να αγοράσει την αξιοπρέπεια ενός κόσμου που πάσχει αληθινά, χαίρεται αληθινά, συμπαραστέκεται αληθινά, «βλέπει βλέπινα και διψάει διψίσια», όπως έλεγε ο Γιάννης Σκαρίμπας, και, πάνω απ’ όλα, δεν αγοράζεται γιατί γνωρίζει από τη ζωή που κυλάει στις φλέβες του ορμητικά, ξεχειλίζει και γεμίζει τους δρόμους ότι «όποιος αγοράζεται είναι μικρής αξίας» κατά τον Νίτσε.
Για τον κόσμο του Κυβερνήτη και όλων των κυβερνητών, τον κόσμο των οικτρών αριθμήσεων, δηλαδή τον κόσμο των περιορισμένων οριζόντων, οι υπόλοιποι δεν υπάρχουν παρά μονάχα για να επιβεβαιώνουν την «τρέλα του μεγαλείου» τους και να συντηρούν την αδιατάρακτη συνέχεια της εξουσίας τους, η οποία δεν στηρίζεται στη νομιμότητα της θεσμοθετημένης και διαμεσολαβημένης δημοκρατίας, αλλά η ίδια (η εξουσία) καθορίζει και την ποιότητα δημοκρατίας που εξυπηρετεί τα σχέδιά τους.
Μέσα σ’ αυτή την «τρέλα» της απελπιστικά μικρής αξίας του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης (και οι συν αυτώ) έχει προ πολλού ξεχάσει -αν δηλαδή κάποτε το ήξερε- το αξίωμα του αρχαίου τραγικού Αγάθωνα (450 π.Χ.-400 π.Χ.), στο σπίτι του οποίου έγινε το «Συμπόσιο»: «Τον άρχοντα τριών δει μέμνησθαι. Πρώτον, ότι ανθρώπων άρχει. Δεύτερον, ότι κατά νόμους άρχει. Τρίτον, ουκ αεί άρχει».
Αυτό το τελευταίο δεν πρόκειται να το καταλάβει ποτέ. Ότι δεν είναι δυνατόν να κυβερνάει για πάντα. Ουδέποτε συνέβη, ουδέποτε θα συμβεί. Ο κόσμος είναι απείρως μεγαλύτερος από την επιθυμία, την επιβολή και τις δυνατότητες ενός ή ολίγων, όσο κι αν η συστημική τους εξουσία μοιάζει απρόσβλητη. Γιατί η γνώση που παράγεται, λογική, αισθητική και ηθική, έχει τέτοια δύναμη, που κανένα τείχος της ισχύος μπορεί να αντισταθεί. Τα πιο απρόσβλητα τείχη στέκουν σήμερα «ωραία ερείπια» στις άκρες των ενάλιων γκρεμών απ’ όπου πέρασε η ανθρωπότητα και έφυγε για τους δικούς τους ορίζοντες. Κι ό,τι τρόμαξε είναι σήμερα ο τόπος της χλόης και του άγριου κισσού για να ακούγεται ο άνεμος που τρίβει την περασμένη τρέλα της έπαρσης.
«Τους μεν κενούς ασκούς», έχει πει ο Σωκράτης, «η πνοή διίστησι, τους δ’ ανοήτους, το οίημα»: «Τα άδεια σακιά τα φουσκώνει ο άνεμος και τους ανόητους η έπαρση».
Καλές γιορτές…
Κώστας Καναβούρης