Macro

Κώστας Καναβούρης: Ο θάνατος το στρώνει

Μετά το έγκλημα
 
έχουν οι δολοφόνοι
 
τα πιο αθώα μάτια
 
Γιάννης Βαρβέρης, «Τα μάτια των δολοφόνων»
 
Από τη συλλογή του Γιάννη Βαρβέρη «Ο θάνατος το στρώνει» (ύψιλον/βιβλία, 1986) είναι ο τίτλος του κειμένου. Γιατί ναι. Ο θάνατος το έστρωσε για τα καλά εκεί στα Τέμπη. Και σκέπασε 57 ψυχές. Ανάμεσά τους πολλά νέα παιδιά, που θα πεθαίνουν για πάντα, κάθε δευτερόλεπτο, μέσα στην πικρή ζωή των δικών τους. «Θεωρώ τη ζωή ήδη βιωμένη» έχει πει ο εθνικός ποιητής της Πορτογαλίας Λουίς δε Καμόες (1524-1589), αποτυπώνοντας σε λίγες λέξεις αυτό που απομένει ύστερα από τις ανείπωτες συμφορές. Και στην περίπτωση της τεφρής νύχτας των Τεμπών, ύστερα από ένα τερατώδες έγκλημα που θα μπορούσε να μην έχει συμβεί. Νέα παιδιά δολοφονήθηκαν πριν ακόμα στεγνώσει το τελευταίο τους γέλιο, το τελευταίο τους τραγούδι, το τελευταίο τους φιλί από το γλέντι της Αποκριάς. Κι έφυγαν κατακρεουργημένα από την ακόρεστη πείνα ενός συστήματος που καταπίνει τους ανθρώπους, που δεν νηστεύει ποτέ από τα κέρδη του και αρπάζει τα παιδιά μέσα από την αγκαλιά μας. Με μια φονική αθωότητα ικανή να τρελάνει και τον πιο ψύχραιμο.
 
Το στρώνει ο θάνατος για τα καλά πάνω στα παιδιά που χθες έπαιζαν με τους συνομηλίκους τους και οι δολοφόνοι μετρούν όπως οι πιο εμετικοί τοκογλύφοι τα κέρδη και τις ζημίες. Και κάνουν σχέδια για τον περιορισμό του πολιτικού κόστους! Αλήθεια, πόσο κοστίζει μια ανθρώπινη ζωή σε νόμισμα πολιτικού κόστους, αφού «χρημάτων πάντων μέτρον άνθρωπος»; Πόσο κοστίζουν 57 ψυχές μέσα σε μια πρωθυπουργική αξύριστη συγγνώμη την ίδια στιγμή που τα υπερφυσικά μυρμηγκοειδή όντα, οι κεφαλοθραύστες Ηρακλείς του καθεστώτος έδερναν και γέμιζαν χημικά τους φίλους των νεκρών παιδιών, ανάμεσά τους και μια κοπέλα μόλις βγαλμένη από τα συντρίμμια και τα σίδερα του ολέθρου; Πόσο κοστίζει η ζωή όλων μέσα στη φρικτή λογιστική του θανάτου; Πόσο αίμα χρειάζεται για να ζήσει η δολοφονική τους αθωότητα; Αυτή η χαλύβδινη αλεξιθυμία που δεν τη διαπερνάει τίποτα. Γιατί ο θάνατος πάντοτε το στρώνει μακριά, πολύ μακριά, κάπου αόριστα στο παρελθόν ή στο μέλλον, πάντως μακριά από την τερατωδία αυτής της αθωότητας. Ένας θάνατος που κάνει την κτηνωδία φυσική κατάσταση
 
«Χαμηλά το κεφάλι» φωνάζει ο σκηνοθέτης στον «μέγα τράγο» στον τόπο της τραγωδίας, ενώ το αίμα αχνίζει ακόμα καθώς χοχλακίζει από τα ανοιγμένα κορμιά. «Παραιτούμαι» κλαυθμηρίζει ο υπεύθυνος. Ο ίδιος που λίγες μέρες πριν, κι ενώ το τρένο της μεγάλης σφαγής είχε ήδη ξεκινήσει για τον προορισμό μιας μαζικής δολοφονίας, δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί του, βρίζοντας εκείνους που φώναζαν καθώς το έβλεπαν να αναπτύσσει ταχύτητα ακονίζοντας τις ράγες του θανάτου. Κι ύστερα ανακοινώνεται η κάθοδός του στις εκλογές, όπου θα ζητήσει ψήφο από τους γονείς, τα αδέλφια, τους/τις συντρόφους, τους/τις φίλους/ες των σκοτωμένων παιδιών. Ο ορισμός του παραλογισμού στην κτηνωδία της αθωότητας και της ήσυχης συνείδησης που περιγράφει η Βισουάβα Σιμπόρσκα στο «Εγκώμιο κακής γνώμης για τον εαυτό σου»: «Τίποτα πιο κτηνώδες / από την καθαρή συνείδηση / στον τρίτο πλανήτη του Ήλιου».
 
Με καθαρή συνείδηση κώφευαν στις κραυγές εκείνων που έβλεπαν τον συρμό του θανάτου και τους πήγαιναν στα δικαστήρια της «ήσυχης συνείδησης» για να βγάλουν παράνομες και καταχρηστικές τις εναγώνιες κραυγές. Και τώρα, με καθαρή συνείδηση, ένας ολόκληρος συρφετός αθώων σχεδιάζει, μελετάει, στήνει επιτροπές εξαμβλώματα, όπου αθώοι ελέγχουν τους υπερφυσικά αθώους για να τους βγάλουν… αθώους. Ο ίδιος ο «μέγας τράγος» λέει στον αθώο μέγα εισαγγελέα τι να κάνει και τι απόφαση να βγάλει, Κορύβαντες και κουδουνάδες και κομπορρήμονες τσαρλατάνοι της εξουσίας άδουν το «τραγώδιον» της αθωότητας συμπτύσσοντας την τραγωδία στην προκρούστεια ηθική του κόστους. Κι ο θάνατος εξακολουθεί να το στρώνει πάνω στην ψυχή μας και να την παγώνει.
 
Οχι όμως από τρόμο, αλλά από οργή. Γιατί είδαμε σκληρά αυτό που δείχνει ο Γιάννης Βαρβέρης: «Αν ήταν δυνατόν από μια μεριά / να δείτε πώς ξυπνούν οι δολοφόνοι: / με λίγο σάλιο πάνω στο σιδερικό / σαν πιπίλα που γλίστρησε αργά».

Κώστας Καναβούρης