Macro

Κώστας Γαλανόπουλος: Τα δέντρα

Ο Μαχάτμα Γκάντι, που παρεμπιπτόντως δεν ήταν ένας ‘οπαδός της μη-βίας’ αλλά ο αποφασισμένος θιασώτης της αντίστασης απέναντι στη Δυτική αποικιοκρατία και αγωνιστής για την εκδίωξη των Βρετανών από την ινδική γη με μη-βίαια μέσα, έγραψε τον Νοέμβριο του 1938: «Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι οι Εβραίοι πηγαίνουν στην Παλαιστίνη με λάθος τρόπο. Η Παλαιστίνη της βιβλικής αντίληψης δεν είναι μια γεωγραφική έκταση. Βρίσκεται στις καρδιές τους. Αλλά αν πρέπει να κοιτάξουν την Παλαιστίνη της γεωγραφίας ως την εθνική τους πατρίδα, είναι λάθος να εισέλθουν σ’ αυτήν κάτω από τη σκιά του βρετανικού όπλου […] Όπως έχουν τα πράγματα, είναι συμμέτοχοι με τους Βρετανούς στη λεηλασία ενός λαού που δεν τους έχει κάνει κανένα κακό». Πιθανόν να μην έχει καμιά σημασία, ή σε κάθε περίπτωση να είναι μικρής σημασίας, ωστόσο ο Γκάντι δεν είχε γεννηθεί στην Ευρώπη και δεν ήταν ούτε χριστιανός ούτε Εβραίος.

Ο Μάρτιν Μπούμπερ, από την άλλη, γεννήθηκε στη Βιέννη και υπήρξε μείζων φιλόσοφος του σιωνισμού (ενός ιδιόμορφου και ετερόδοξου, αντι-εθνικιστικού, σιωνισμού, όντας έτσι κι αλλιώς ένας ιδιόμορφος και ετερόδοξος φιλόσοφος γενικά). Τον Φεβρουάριο του 1939 απάντησε στον Γκάντι σχετικά με το ζήτημα της Παλαιστίνης: «Τι εννοείς όταν λες ότι ότι ‘η γη ανήκει στον πληθυσμό της’; Εσύ, Μαχάτμα Γκάντι βοηθάς στο να υψωθούν τα εμπόδια, διακηρύσσοντας: ‘Χέρια μακριά! Αυτή η γη δεν σας ανήκει!’ Αντί να συμβάλεις στη δημιουργία μιας αυθεντικής ειρήνης, δίνοντάς μας ό,τι χρειαζόμαστε χωρίς να αφαιρέσεις από τους Άραβες ό,τι χρειάζονται, με βάση μια δίκαιη ρύθμιση που θα καθορίσει τι πραγματικά θα αξιοποιούσαν εκείνοι και τι θα μπορούσε να παραχωρηθεί ώστε να ικανοποιηθούν οι δικές μας ανάγκες! Μια τέτοια ρύθμιση ζωτικού χώρου για όλους είναι εφικτή, αν ευθυγραμμιστεί με μια ολιστική εντατικοποίηση της καλλιέργειας όλης της Παλαιστίνης. Στη σημερινή, απελπιστικά πρωτόγονη κατάσταση της γεωργίας των φελάχων, η έκταση που χρειάζεται για να θρέψει μια οικογένεια είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι θα ήταν διαφορετικά. Είναι σωστό να εμμένουμε σε αρχαϊκές μορφές καλλιέργειας, οι οποίες δεν έχουν πια νόημα και να παραμελούμε τη δυνητική παραγωγικότητα του εδάφους;» Ο Μπούμπερ ήταν ειλικρινής στις προθέσεις του και το συμφιλιωτικό πρόγραμμά του για τους Εβραίους εποίκους και τους γηγενείς Άραβες – αγαπητός έτσι κι αλλιώς στους ριζοσπαστικούς κύκλους, επηρεασμένος από τον επίσης ιδιότυπο αναρχισμό του Λαντάουερ και μέντορας τού εξίσου ιδιόμορφου μαρξιστή Μπένγιαμιν!

Ωστόσο, ο Μπούμπερ δεν διέκρινε το σκοτεινό σημείο στην επιχειρηματολογία του. Δεν το έκαναν και πολλοί άλλοι άλλωστε, δεν το έκανε ούτε και αυτή η περίφημη Έμα Γκόλντμαν, για πολλά χρόνια η πιο επίφοβη και γι’ αυτό η πιο μισητή, από την άρχουσα τάξη, αναρχική γυναίκα στον κόσμο. Η Γκόλντμαν ήταν τόσο οξεία στην κριτική της και τόσο αδέσμευτη στην έκφραση της γνώμης της που πολλοί από τους αναρχικούς ηγέτες της εποχής δεν την άντεχαν ούτε λεπτό! Περίφημη έχει μείνει η ιστορία με τον γερο-Κροπότκιν να αγανακτεί σε μια συζήτηση μαζί της, αφού η Γκόλντμαν τον ανάγκασε να παραδεχτεί ότι οι περισσότεροι άνδρες αναρχικοί, και αυτός ο ίδιος, είχαν πατριαρχικές απόψεις! Δυστυχώς, την οξύτητα της κριτικής της δεν την έστρεψε και προς τη δική της αβλύνοια. Η ίδια αιτιολόγησε το ιδιοκτησιακό δικαίωμα των Εβραίων εποίκων στη γη της Παλαιστίνης ως εξής: «Ίσως να έχω παραμελήσει την επαναστατική μου εκπαίδευση, αλλά έχω διδαχθεί ότι η γη πρέπει να ανήκει σε αυτούς που την καλλιεργούν. Με όλη τη βαθιά ριζωμένη συμπάθειά του προς τους Άραβες, ο σύντροφός μας [ο Ρέτζιναλ Ρέινολντς] δεν μπορεί να αρνηθεί ότι οι Εβραίοι στην Παλαιστίνη έχουν καλλιεργήσει τη γη. Δεκάδες χιλιάδες από αυτούς, νέοι και βαθιά αφοσιωμένοι ιδεαλιστές, έχουν συρρεύσει στην Παλαιστίνη για να καλλιεργήσουν το έδαφος κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες. Έχουν ανακτήσει ερημικές εκτάσεις και τις έχουν μετατρέψει σε γόνιμα χωράφια και ανθισμένους κήπους. Δεν λέω ότι επομένως οι Εβραίοι δικαιούνται περισσότερα δικαιώματα από τους Άραβες, αλλά το να λέει ένας σοσιαλιστής ότι οι Εβραίοι δεν έχουν καμιά δουλειά στην Παλαιστίνη μού φαίνεται μάλλον ένα περίεργο είδος σοσιαλισμού» (On Zionism, 1938).

Δυστυχώς, αυτό που λέει ο Μπούμπερ και αυτό που λέει η Γκόλντμαν δεν είναι τίποτα άλλο παρά η παμπάλαιη θεωρία της άδειας γης, μια θεωρία σχετικά με την κατοχύρωση δικαιώματος ιδιοκτησίας επί της γης (γιατί αυτό ήταν πάντοτε το επίδικο, η γη, δηλαδή η νομιμοποίηση της κατοχής της) που πήγαινε πίσω, τουλάχιστον έως τον Τζον Λοκ. Ο Λοκ, ένας φιλόσοφος αφοπλιστικά ευλογοφανής, υποστήριξε κάτι συνετό και εύλογο, ή τουλάχιστον κάτι που αρχικά ακουγόταν συνετό και εύλογο: δικαίωμα χρήσης και κατοχής ενός πράγματος, δηλαδή ιδιοκτησιακό δικαίωμα επ’ αυτού, διαθέτει αυτός και μόνο που έχει εργαστεί προκειμένου να το μετατρέψει σε αγαθό. Ο άγριος Ινδιάνος, για παράδειγμα, που σκοτώνει ένα ελάφι κατοχυρώνει ως εκ τούτου το δικαίωμά του πάνω στο νεκρό σώμα του θηράματός του (που τώρα πια έχει μετατραπεί σε αγαθό) διότι ήταν αυτός ο ίδιος που το κυνήγησε και το σκότωσε, που εργάστηκε με άλλα λόγια πάνω σε αυτό. Φυσικά, κανείς δεν θα είχε αντίρρηση σε κάτι τέτοιο: κανείς δεν θα ασχολούταν με το δικαίωμα του Ινδιάνου (διότι κανείς δεν τους ρώτησε και κανείς δεν τους απευθύνθηκε προκειμένου να μάθει τη γνώμη τους σχετικά με τη λοκιανή θεωρία) ούτε και θα σπαταλούσε χρόνο προκειμένου να στοχαστεί πάνω στο νεκρό σώμα ενός ελαφιού (ένας άλλος στοχαστής είχε κάμποσα να πει επί του θέματος, σχετικά με το δικαίωμα θήρευσης των ελαφιών στα αγγλικά δάση, αλλά αυτός γεννήθηκε πολλά χρόνια αργότερα). Όλοι όμως έτρεφαν πολύ έντονο ενδιαφέρον σχετικά με τον τρόπο που μπορούσε να αιτιολογηθεί και να κατοχυρωθεί το δικαίωμα χρήσης και κατοχής της γης, δηλαδή το ιδιοκτησιακό δικαίωμα επί του εδάφους. Η άμεση συνέπεια της λοκιανής εργασιακής θεωρίας ως προς το ζήτημα αυτό ήταν προφανής: δικαίωμα χρήσης και κατοχής, δηλαδή δικαίωμα ιδιοκτησία επί ενός συγκεκριμένου κομματιού γης διαθέτει αυτός και μόνο που έχει εργαστεί σε αυτήν, που εργάζεται πάνω της. Στην πράξη, στο πραγματικό πεδίο, τούτη η συγκεκριμένη ‘ουρίτσα’ της λοκιανής εργασιακής θεωρίας επικαιροποιήθηκε ως εξής: δικαίωμα χρήσης και κατοχής, δηλαδή δικαίωμα ιδιοκτησίας επί ενός συγκεκριμένου κομματιού γης διαθέτει αυτός και μόνο που σκοπεύει να εργαστεί σε αυτήν. Γιατί κρίθηκε απαραίτητη και αναγκαία τούτη η επικαιροποιημένη ‘ουρίτσα’; Μα γιατί η λοκιανή θεωρία, ως θεωρία, ήταν εκ της φύσεώς της αφηρημένη: προϋπέθετε μια γη που ήταν άδεια, που δεν κατοικούταν από κανέναν πριν την έλευση του αποίκου και την εκδήλωση της πρόθεσής του να την οικειοποιηθεί μέσω της εργασίας του. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, τα πράγματα ήταν διαφορετικά: η γη στην οποία κατέφθανε ο άποικος (που σχεδόν πάντοτε ήταν εκ των πραγμάτων έποικος) και στην οποία σκόπευε να εργαστεί κατοικούνταν ήδη και μάλιστα κατοικούνταν επί πολλούς αιώνες, για πολλές χιλιετίες. Η λοκιανή θεωρία, στο σημείο, αυτό άφηνε μια υπόνοια αμφισημίας, ή υποκρισίας: αφενός γιατί, στη θεωρία, το παράδειγμά της ήταν ο Ινδιάνος και η γη του Νέου Κόσμου, αφετέρου διότι, στην πράξη, η πραγματική γη που έπρεπε να εποικιστεί ήταν η αμερικανική γη. Και η γη αυτή κατοικούταν ήδη, για χιλιετίες, από κάποιους άλλους. Από τη μία λοιπόν, στη θεωρία, η Αμερική ήταν μια άδεια γη (εφόσον οι παλαιοί κάτοικοί της δεν την καλλιεργούσαν), από την άλλη, στην πρακτική εφαρμογή της θεωρίας, η γη ήταν γεμάτη από ανθρώπους, οι οποίοι μάλιστα τη θεωρούσαν δική τους γη! Ως συνήθως λοιπόν, όταν η θεωρία δεν συμφωνεί με την πράξη, ο Λόγος πήγε και φώλιασε στις κάνες των τουφεκιών!

Πέρα από την ίδια την ύπαρξη των ανθρώπων, εκεί όπου η θεωρία προέβλεπε μια γη άδεια από ιδιοκτήτες, υπήρξε και ένα άλλο πρόβλημα: οι άνθρωποι αυτοί δεν ήταν αποκλειστικά και μόνο κυνηγοί, ψαράδες και συλλέκτες καρπών· καλλιεργούσαν και αυτοί τη γη τους. Με έναν τρόπο δηλαδή, κάθε φορά που ένας Δυτικός άνθρωπος δαγκώνει μια ντομάτα ή απολαμβάνει την ταινία του ενοχλώντας τους διπλανούς του τρώγοντας ποπ-κορν, η θεωρία της άδειας γης δέχεται μια πραγματολογική γροθιά. Κάθε φορά επίσης που ένας Δυτικός φιλόσοφος στενοχωριέται με το συγκεκριμένο πρόβλημα και ανάβει ένα τσιγάρο, η θεωρία της άδειας γης βγαίνει για λίγο απ’ το δωμάτιο. Το ίδιο συμβαίνει και κάθε φορά που ένας Ευρωπαίος καταναλωτής βάζει στη σαλάτα του ελαιόλαδο από την Παλαιστίνη (ή μάλλον, κάθε φορά που έβαζε…δείτε τη σειρά του Netflix «Mo»). Γιατί, αντίθετα με ό,τι πίστευε ο Μπούμπερ και η Γκόλντμαν, οι γηγενείς κάτοικοι της παλαιστινιακής γης εργάζονταν σε αυτήν: την καλλιεργούσαν με τους τρόπους που η μία γενιά παρέδιδε στην άλλη. Μάλιστα, η βασική καλλιέργειά τους, η καλλιέργεια της ελιάς, μετετράπη σε σύμβολο αντίστασης απέναντι στη σιωνιστική κατοχή και τον βίαιο εποικισμό της γης τους. Με έναν τρόπο, ο Λόγος (με τη μορφή, εν προκειμένω, της θεωρίας τής άδειας γης στα γραπτά τόσο του Μπούμπερ όσο και της Γκόλντμαν) πήγε και φώλιασε όχι μόνο στις κάνες των τουφεκιών του ισραηλινού στρατού αλλά και στα τσεκούρια του που πετσοκόβουν για δεκαετίες τα ελαιόδεντρα των Παλαιστίνιων αγροτών!

Το ντοκιμαντέρ «The territory» (2022) καταγράφει την ιστορία της αντίστασης που προβάλλει μια φυλή του Αμαζονίου απέναντι στις ομάδες λευκών (φτωχών) αγροτών, οι οποίοι προσπαθούν να ιδιοποιηθούν μεγάλα κομμάτια του δάσους όπου κατοικούν οι ιθαγενείς προκειμένου να το μετατρέψουν σε καλλιεργήσιμη γη. Σε κάποιο σημείο της ταινίας, ένας εκπρόσωπος των ιθαγενών αντιπαρατίθεται με τον εκπρόσωπο των λευκών αγροτών. Οι ιθαγενείς υποστηρίζουν ότι η γη τους τούς ανήκει μιας και είναι η γη των προγόνων τους και οι ίδιοι έχουν το καθήκον να την προφυλάξουν και να την προστατεύσουν. Οι αγρότες απ’ την πλευρά τους υποστηρίζουν ότι οι ιθαγενείς δεν διαθέτουν δικαίωμα ιδιοκτησία του δάσους τους, το δάσος δεν τους ανήκει, γιατί το κατέχουν χωρίς να το δουλεύουν, δηλαδή χωρίς να το καλλιεργούν. Είναι μια τεράστια έκταση, λέει ο εκπρόσωπος των αγροτών, που μένει ανεκμετάλλευτη, καθώς βρίσκεται στα χέρια ανθρώπων που δεν καλλιεργούν παρά μόνο κυνηγούν, ψαρεύουν και μαζεύουν τους καρπούς των δέντρων. Όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση, ο Λόγος (που έχει λάβει, για ακόμα μια φορά, τη μορφή της θεωρίας τής άδειας γης) έχει βολευτεί στις κάνες των τουφεκιών και, τούτη τη φορά, και στις μπουλντόζες των αγροτών που εκχερσώνουν σιγά-σιγά το δάσος των ιθαγενών.

Όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση ωστόσο, ο Λόγος (ή μιαν άλλη του εκδοχή, ή ένας άλλος, διαφορετικός Λόγος, ή κάτι που δεν είναι καθόλου Λόγος αλλά κάτι άλλο) φώλιασε, όπως και πάντοτε φώλιαζε στα βέλη και τα ακόντια των κάθε λογής γηγενών που πολεμούσαν και ακόμη πολεμούν τους εποίκους της γης τους. Κάποιες φορές, μάλιστα, αυτός ο Λόγος (ή μιαν άλλη του εκδοχή, ή ένας άλλος, διαφορετικός Λόγος, ή κάτι που δεν είναι καθόλου Λόγος αλλά κάτι άλλο) πάει και φωλιάζει, όχι σε τουφέκια και βέλη, αλλά σε δέντρα: στα ελαιόδεντρα της Παλαιστίνης και τα Σουμαρού (τα δέντρα του καουτσούκ) της βραζιλιάνικης ζούγκλας!

Η ΕΠΟΧΗ